Το Διαζύγιο ως αποτέλεσμα κοινωνικό-οικονομικών & ψυχολογικών παραγόντων

Έχουμε ακούσει, διαβάσει και συζητήσει όλοι μας τα τελευταία χρόνια για την αύξηση των διαζυγίων. Κατά πλειοψηφία καταλήγουμε ότι η γυναίκα είναι αυτή που φεύγει πρώτη, γιατί πλέον είναι πιο δυναμική, αυτόνομη οικονομικά και ανεξάρτητη. Υπάρχει και η άποψη ότι οι άνδρες φοβούνται τις γυναίκες και έχουν σταματήσει να είναι «κυνηγοί», γιατί η ανεξαρτητοποίηση της γυναίκας έχει καταρρακώσει το αντρικό φύλο. Στην πραγματικότητα είναι πολλοί, διαφορετικοί και πιο πολύπλοκοι οι λόγοι που οδηγούν ένα ζευγάρι στο διαζύγιο.

Ας δούμε λίγο τα στατιστικά στοιχεία των διαζυγίων από το 1992 (6156) έως και το 2009 (13607) παρατηρείται αυξανόμενη η τάση των διαζυγίων με κάποια διαλείμματα μικρής μείωσης με μεγαλύτερο σύνολο αυτό του 2009.Το 2010 έχουμε μείωση του συνόλου (13275) γεγονός που μπορεί να συσχετιστεί με την αρχή της οικονομικής κρίσης. Η οικονομική στενότητα, τα διπλά έξοδα, τα έξοδα διαζυγίου έβαλαν ένα φρένο στην έως τότε ανοδική πορεία. Το ποσοστό αυτό μειώνεται και άλλο το 2011 (12705), ενώ το 2012 εκτινάχθηκε στα 14880 και το 2016 έφτασε στο ρεκόρ των 16717.

Κυριαρχούν τα συναινετικά διαζύγια σε ποσοστό 76% το 2012 έως 81% το 2014. Αξιοσημείωτο είναι ότι τα περισσότερα ζευγάρια είναι πάνω από 10 χρόνια παντρεμένα (με ποσοστό 50%-60%).

Οι έντονες αλλαγές στον γάμο οφείλονται αρχικά στην φεμινιστική επανάσταση η οποία οδήγησε στην απελευθέρωση της γυναίκας στον Δυτικό κόσμο. Η οικονομική ανεξαρτησία της γυναίκας την μετέτρεψε από ουσιαστικά υποτελή του άνδρα σε ισότιμο σύντροφο. Οι γυναίκες πλέον επιζητούν καριέρα και πολλές φορές δεν θέλουν να κάνουν παιδιά. Η σχέση με τον άνδρα έχει αλλάξει ριζικά και ο γάμος ως θεσμός έχει υποστεί σοβαρά πλήγματα. Ακόμα, επιζητούν καλύτερη ποιότητα σχέσης και, όταν δεν την βρίσκουν, καταφεύγουν στο διαζύγιο, ενώ οι άνδρες έχουν αναπτύξει αμυντικά μια αδιαφορία για το σεξ και αντιμετωπίζουν συχνά προβλήματα ανικανότητας.

Σημαντικό είναι να αναφέρουμε ότι ο γάμος δεν είναι το μοναδικό νομικό πλαίσιο συμβίωσης. Στην Ελλάδα από το 2015 ψηφίστηκε η δυνατότητα σύναψης συμβόλων συμβίωσης το οποίο σέβεται την αυτονομία των ατόμων (η επίσημη ταυτότητα παραμένει ατομική, η οικογενειακή κατάσταση δεν αλλάζει). Οι νέοι πλέον αμφισβητούν τον θεσμό του γάμου και έχουν κάνει την εμφάνισή τους νέες μορφές συμβίωσης θεμελιωμένες στην προσωπική βούληση και ελευθερία, γεγονός που σηματοδοτεί την ιδιωτικοποίηση του συζυγικού δεσμού που χαρακτηρίζεται από την άρνηση των ατόμων να θέσουν την προσωπική τους ζωή υπό τον έλεγχο του νόμου και της κοινωνίας.

Τα ζευγάρια πλέον δεν αναλαμβάνουν προκαθορισμένους ρόλους και δεν «τηρούν» την παράδοση. Το θεμέλιο της συζυγικής σχέσης είναι η διαπροσωπική σχέση του ζευγαριού. Ο καθένας καλείται να βρει το δικό του μέτρο, να αυτο-προσδιοριστεί και να αυτο-αιτιολογηθεί. Οφείλει να επιλέξει ή να εφεύρει την συνταγή του, ανάλογα με τα μέσα που διαθέτει και τους δικούς του περιορισμούς. Επίσης, οφείλει να δικαιολογήσει προς τα έξω και να απαντήσει, όσο μπορεί, στα απρόβλεπτα μιας αναζήτησης του εαυτού του, που ενίοτε αρνείται τις σταθερές δεσμεύσεις.

Το κοινωνικό δίκτυο στο οποίο ενσωματώνεται το ζευγάρι επιδρά στις συζυγικές σχέσεις, μπορεί να λειτουργήσει ως αποσβεστήρας κραδασμών και να συντελέσει στην καλύτερη αντιμετώπιση των δυσκολιών. Όμως, όταν το περιβάλλον παρεμβαίνει υπερβολικά, τα προβλήματα οξύνονται. Επομένως, τόσο η υπερβολική όσο και η ανεπαρκής παρουσία κοινωνικού περιβάλλοντος διαταράσσει τη ζωή του ζευγαριού.

Έχοντας αναφερθεί στις οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές που τα τελευταία χρόνια έχουν αλλάξει ριζικά την σύσταση ενός ζευγαριού αλλά και μιας οικογένειας, θα αναφερθούμε και στους ψυχολογικούς παράγοντες. Από την πλευρά της, λοιπόν, η ψυχολογία υποστηρίζει ότι δεν φταίει η οικονομική κρίση για την αύξηση των διαζυγίων, αλλά αυτό που κουβαλάμε μέσα μας. Αυτοί που είχαν προβλήματα προ κρίσης είδαν αύξηση των συμπτωμάτων, ενώ οι σχετικά υγιείς δεν έπαθαν κατάθλιψη λόγω της κρίσης.

Ο καλός γάμος εξαρτάται από την παιδική ηλικία, από το αν ήταν δύσκολη ή όχι. Στους ώριμους ανθρώπους, αυτούς που έχουν δεχτεί τα ελαττώματα τα δικά τους και του συντρόφου τους υπάρχει πραγματική αγάπη. Αυτοί έχουν πάρει τον πρώτο χρόνο της ζωής τους αρκετή αγάπη, ασφάλεια και αίσθηση αυτοεκτίμησης από την μητέρα τους. Η ευγνωμοσύνη είναι η εναρκτήρια δύναμη της αγάπης. Ο έρωτας μετά τον πρώτο χρόνο μεταμορφώνεται σε αγάπη με στοιχεία ευγνωμοσύνης ή διαφορετικά, διαλύεται. Όσοι είναι εξαρτημένοι και στερημένοι από μητρική αγάπη ονειρεύονται την ιδανική γυναίκα, από την οποία θα πάρουν ό,τι δεν πήραν από την μάνα τους και θα δημιουργήσουν σχέση εξάρτησης. Όταν επιλέγεις κάποιον με σκοπό να κυριαρχήσεις πάνω του ή να κυριαρχήσει πάνω σου, αυτό δεν είναι αγάπη, αλλά ανάγκη.

Ο γάμος δημιουργεί ένα έντονο δεσμό και αναζωπυρώνει ασυνείδητα προβλήματα που είχαμε με τους γονείς μας, όταν ήμασταν μικροί, τα οποία προβάλλονται στον σύντροφο χωρίς να καταλαβαίνουμε, γιατί τσακωνόμαστε.

Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι δεν φταίει μόνο η ανεξαρτησία της γυναίκας για την αύξηση των διαζυγίων. Ένα μεγάλο μέρος του ποσοστού εξαρτάται από τις κοινωνικοοικονομικές αλλαγές των τελευταίων χρόνων οι οποίες μας παλινδρόμησαν σε αυτό που ειδικοί αναφέρουν ως ψυχοπαθολογία της Ελληνικής οικογένειας. Τα παιδιά δυσκολεύονται να αποκοπούν από την γονεϊκή οικογένεια και να δημιουργήσουν νέα. Αυτό στηρίζεται στο γεγονός ότι η ελληνική οικογένεια παρέχει ασφάλεια στα παιδιά της σε δύσκολες στιγμές, για να τα προφυλάξει και ουσιαστικά τα μεγαλώνει εξαρτητικά και τα κάνει ανώριμα. Ως ενήλικες, αν δεν δεχτούμε, αναγνωρίσουμε και αντιμετωπίσουμε αυτά τα προβλήματα, το μόνο που καταφέρνουμε είναι να διαιωνίζεται αυτή η παθολογία και να οδηγούμαστε σε απανωτά λάθη που θα φέρνουν πάντα την ρήξη.

Πηγές:

(Τα στοιχεία ανανεώθηκαν στις 29/11/18)

« Η κοινωνιολογία της οικογένειας», Jean-Hugues Dechaux, εκδ. Πολύτροπον 2008.

« Μεγαλώνοντας μέσα στην Ελληνική Οικογένεια», Ματθαίος Γιωσαφάτ, εκδόσεις Αρμός 2010

https://www.statistics.gr/el/statistics/-/publication/SJU09/2016

Business & Executive Coach with focus on Personal & Corporate Development. To coaching είναι ο δρόμος προς την προσωπική ανάπτυξη και αλλαγή. Είναι ο δρόμος που επέλεξα να χαράξω, όχι όμως μόνη μου, μαζί με όσους επιθυμούν να εκπληρώσουν το δικό τους στόχο.