Μια εισαγωγή στον πληθωρισμό και τα «παρακλάδια» του

Πληθωρισμός! Μια έννοια που απασχολεί συχνά τους οικονομολόγους, τις κυβερνήσεις αλλά και τις κεντρικές τράπεζες. Με απλά λόγια μπορούμε να περιγράψουμε τον πληθωρισμό ως μια κατάσταση που αυξάνονται οι τιμές των περισσότερων προϊόντων ή/και υπηρεσιών διαχρονικά.

Γιατί μας απασχολεί τόσο ο πληθωρισμός;

Διότι σχετίζεται άμεσα με την αγοραστική μας δύναμη, δηλαδή την ποσότητα των αγαθών που μπορεί να αγοράσει ένας καταναλωτής με τα χρήματα που έχει στην τσέπη του. Σκεφτείτε την μια μέρα να αγοράζεις με 30 ευρώ δύο πουκάμισα και κάποια άλλη μέρα με τα ίδια 30 ευρώ να αγοράζεις μόνο το ένα! Έτσι μπορούμε να συμπεράνουμε ότι με σταθερό το εισόδημα του καταναλωτή μια αύξηση των τιμών μειώνει την αγοραστική του δύναμη.

Προκειμένου να υπάρχει μια σταθερότητα στην αύξηση των τιμών, η κάθε χώρα και συγκεκριμένα η κεντρική τράπεζα καθορίζει ένα στόχο πληθωρισμού προκειμένου να μην ξεφεύγει. Το 2% ως στόχος είναι ένα νούμερο που ακούμε συχνά σε Ευρωζώνη και Η.Π.Α. Πιο συγκεκριμένα η Ευρωζώνη έχει θέσει ως στόχο πληθωρισμού «κάτω αλλά πλησίον του 2%».

Ένας σταθερός και ελεγχόμενος πληθωρισμός φαίνεται να είναι επιθυμητός. Ωστόσο τι συμβαίνει όταν αυξάνεται πολύ ή στην ακριβώς αντίθετη περίπτωση, όταν γίνεται γίνεται αρνητικός;

Στην πρώτη περίπτωση, συνήθως συναντάμε 2 έννοιες, τον υπερπληθωρισμό και τον στασιμοπληθωρισμό. Υπερπληθωρισμό έχουμε όταν ο πληθωρισμός είναι αρκετά υψηλός για μεγάλη χρονική περίοδο. Οι οικονομολόγοι συνήθως θεωρούν υπερπληθωρισμό την κατάσταση κατά την οποία ο πληθωρισμός ξεπερνάει το 50% μηνιαίως. Στασιμοπληθωρισμό έχουμε όταν παρουσιάζεται ταυτόχρονα υψηλή ανεργία και υψηλός πληθωρισμός, μια κατάσταση που συναντήσαμε στη δεκαετία του ’70.

Ο πολύ υψηλός πληθωρισμός ωθεί τους καταναλωτές να ξεφορτώνονται τα χρήματα που έχουν στην τσέπη τους, καθώς το κίνητρο διακράτησης χρήματος είναι ιδιαίτερα χαμηλό. Σε ακραίες περιπτώσεις, ενδέχεται οι εργαζόμενοι να πληρώνονται πολύ συχνά – ακόμα και μια φορά την μέρα – και στη συνέχεια θέλουν να ξεφορτωθούν τα χρήματα με τη σειρά τους, μετατρέποντάς τα σε κάποια άλλη μορφή (π.χ. χρυσός, συνάλλαγμα κ.λπ.). Αυτό έχει ως συνέπεια την αποδιοργάνωση της παραγωγής αλλά και τη σπατάλη πόρων.

Στη δεύτερη περίπτωση, όταν δηλαδή έχουμε αρνητικό πληθωρισμό (κάτω από 0%), σημαίνει ότι οι τιμές των περισσότερων προϊόντων ή/και υπηρεσιών μειώνονται. Πρόκειται για την έννοια του αποπληθωρισμού και παρατηρήθηκε στην Ελλάδα κυρίως το 2013, 2014, 2015, δηλαδή τα χρόνια της κρίσης και των μνημονίων.

Αν το εισόδημα παραμείνει σταθερό και οι τιμές μειώνονται, αυτό συνεπάγεται βελτίωση της αγοραστικής δύναμης.

Αξίζει να τονιστεί σε αυτό το σημείο, ότι ο πληθωρισμός και τα «παρακλάδια» του προκαλούν «απέχθεια» συνήθως όταν οι μεταβολές τους είναι μη αναμενόμενες. Αν για παράδειγμα ο πληθωρισμός είναι μεγαλύτερος από τον αναμενόμενο, κερδισμένοι βγαίνουν όσοι έχουν δανείσει χρήματα, ενώ στην αντίθετη περίπτωση αν ο πληθωρισμός είναι χαμηλότερος από τον αναμενόμενο, οι κερδισμένοι είναι αυτοί που έχουν δανειστεί χρήματα.

Πηγή: Abel, A., Bernanke, B. & Croushore, D. (2008), Μακροοικονομική, Εκδόσεις Κριτική

Πτυχιούχος οικονομικών επιστημών στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών οικονομικών σπουδών. Έχω ασχοληθεί με την εκπαίδευση. Βασική μου επιδίωξη, είναι να παρουσιάσω ενδιαφέροντα άρθρα οικονομικού (κυρίως) περιεχομένου, ώστε να γίνονται από όλους κατανοητά.