Η μοναξιά αποτελεί ένα φυσιολογικό βίωμα, μία αναπόφευκτη και ιδιαίτερα συχνή εμπειρία που δύνανται να βιώσουν τα άτομα σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Η μοναξιά συνδέεται με την έλλειψη παρουσίας ατόμων δίπλα μας, το να νιώθουμε αποκομμένοι και απομονωμένοι από τους άλλους, το να μην έχουμε μία στενή διαπροσωπική σχέση ή/και να μην ανήκουμε σε μία ομάδα που επιθυμούμε και με το αίσθημα ότι δεν μπορούμε ή δεν θέλουμε να μοιραστούμε εμπειρίες, σκέψεις και συναισθήματα με τα άτομα που μας περιστοιχίζουν. Άρρηκτα συνδεδεμένος με την μοναξιά είναι ο φόβος της μοναξιάς που βιώνουν πολλοί άνθρωποι και που καθοδηγεί τις αποφάσεις που παίρνουν στη ζωή τους προκειμένου να μην μείνουν μόνοι τους.
Η κοινωνικοποίηση των ατόμων από μικρή ηλικία ενισχύει το φόβο της μοναξιάς. Σύμφωνα με την αντίληψη που επικρατεί κυρίως στις δυτικές κοινωνίες, η μοναξιά είναι κάτι κοινωνικά επιλήψιμο, κατακριτέο και για αυτό είναι σημαντικό να αποφεύγεται. Από μικρή ηλικία οι ενήλικοι δεν αφήνουν μόνο ένα παιδί ή/και χρησιμοποιούν την απομόνωση ως τιμωρία, αυτό έχει ως αποτέλεσμα να ενισχύεται και να εδραιώνεται τελικά ο φόβος της μοναξιάς στο άτομο. Κάτι τέτοιο επιδρά αρνητικά στο άτομο, καθώς ενοχοποιείται κάθε είδους μορφή μοναξιάς. Η μοναξιά μπορεί να έχει και θετική πλευρά, κάτι τέτοιο συμβαίνει όταν το άτομο από μόνο επιλέγει να μην συνδέεται με τους άλλους, να αποσύρεται από την κοινωνική αλληλεπίδραση προκειμένου να εστιάσει στην προσωπική, πνευματική και δημιουργική του ανάπτυξη. Συνεπώς, από τη στιγμή που ενοχοποιείται η μοναξιά και κοινωνικοποιούμαστε στην αντίληψη ότι η μοναξιά είναι μία επώδυνη και δυσάρεστη εμπειρία για το άτομο, οδηγούμαστε να θεωρούμε ότι η μοναξιά ισοδυναμεί με ατομική και κοινωνική αποτυχία και κατά αυτόν τον τρόπο να μην παραδεχόμαστε ότι νιώθουμε ή/και είμαστε μόνοι μας, παρά το γεγονός ότι έχουμε την ανάγκη να το μοιραστούμε. Έτσι, εγκλωβιζόμαστε σε έναν φαύλο κύκλο: Μοναξιά – Δεν μπορώ να μιλήσω/Δεν βρίσκω κανέναν για να μιλήσω – Σιωπή – Μοναξιά.
Είναι πιθανό να νιώθουμε μοναξιά μέσα σε μία ερωτική/συντροφική/φιλική/συγγενική σχέση, μέσα στο περιβάλλον που κινούμαστε (εργασιακό, οικογενειακό, σχολικό, πανεπιστημιακό, κοινωνικό). Μοναξιά, όμως, νιώθουμε και κατά τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, όπου βλέποντας τους υπόλοιπους να δείχνουν χαρούμενοι όντας περιστοιχισμένοι από φίλους, οικογένεια και παρέες, συγκρινόμαστε αρνητικά με την εικόνα που προωθούν, ξεχνώντας ότι οι περισσότεροι εκθέτουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μόνο τις καλύτερες στιγμές τους. Με όποιον τρόπο κι αν βιώνεται η μοναξιά έχει ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα, όσοι τη νιώθουν, την κρύβουν. Αυτό συνδέεται με το σιωπηλό στίγμα της μοναξιάς.
Τα προβαλλόμενα πρότυπα της κοινωνίας προωθούν και ενισχύουν τις ιδανικές σχέσεις σε οικογενειακό, συζυγικό, φιλικό, συντροφικό, ερωτικό, σχολικό, εργασιακό επίπεδο, αλλά και αναφορικά με τη σχέση με τον εαυτό μας. Κάτι τέτοιο ασκεί επιπρόσθετη πίεση στα άτομα που νιώθουν μοναξιά και τα αποτρέπει από το να μιλήσουν. Αυτό συμβαίνει είτε επειδή δεν έχουν καταφέρει να ανταποκριθούν στα προβαλλόμενα πρότυπα και αισθάνονται ντροπή είτε επειδή νιώθουν ενοχικά για το πώς αισθάνονται, καθώς σύμφωνα με τα προβαλλόμενα πρότυπα τα έχουν όλα.
Τα στερεότυπα που επικρατούν στην εκάστοτε κοινωνία επιδρούν κι αυτά αρνητικά στο να εκφράσουν οι άνθρωποι το αίσθημα μοναξιάς τους. Κάποιες στερεοτυπικές φράσεις που λειτουργούν ανασταλτικά στο να μιλήσει κανείς για τη μοναξιά που βιώνει είναι οι εξής:
- «Ένας άντρας αντέχει τα πάντα, δεν λυγίζει εύκολα.»
- «Είσαι πολύ όμορφος/όμορφη, πλούσιος/πλούσια, αγαπητός/αγαπητή, η ζωή σου πρέπει να είναι υπέροχη!»
- «Δεν έχεις ανάγκη εσύ.»
- «Οι γυναίκες είναι αχάριστες, ό,τι κι αν τους δώσεις θέλουν κι άλλα.»
Σύμφωνα με έρευνες η άρνηση του συναισθήματος της μοναξιάς αντιστοιχεί με το να αρνείται κανείς ότι αισθάνεται πεινασμένος. Ωστόσο, λόγω της αρνητικής χροιάς με την οποία έχει επιφορτιστεί η έννοια της μοναξιάς, οι περισσότεροι άνθρωποι αρνούνται ή θάβουν το αίσθημα της μοναξιάς που βιώνουν προκειμένου να μην χαρακτηριστούν αδύναμοι. Κάτι τέτοιο, όμως, επηρεάζει την ψυχοσωματική υγεία του ατόμου. Με βάση τα ερευνητικά δεδομένα η μοναξιά συνδέεται με τη σωματική ασθένεια και τη λειτουργική και γνωστική εξασθένηση. Ειδικότερα η μοναξιά επηρεάζει, σύμφωνα με έρευνες, το προσδόκιμο ζωής εξίσου με την παχυσαρκία και το κάπνισμα. Για αυτό και η μοναξιά πέρα από ατομικό βίωμα, οφείλει να αντιμετωπίζεται και ως ζήτημα δημόσιας υγείας.
Η μοναξιά είναι ένα αίσθημα με το οποίο μπορεί να έρθει σε επαφή ένα άτομο σε όλα τα στάδια της ζωής του ή και μία ολόκληρη κοινωνία, όπως συνέβη κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Απαιτούνται παρεμβάσεις τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Είναι αναγκαία η εκπαίδευση της κοινωνίας και των ατόμων προκειμένου τα άτομα να μιλάνε πια ανοιχτά για το αίσθημα μοναξιάς που βιώνουν και να καταφέρουμε ως κοινωνία να σπάσουμε το φαύλο κύκλο της μοναξιάς.