Γιάννης Δουλάμης: «Ένας αφανής οδηγός της δισκογραφίας»

Ο Γιάννης Δουλάμης είναι ένας από τους τελευταίους παραγωγούς της παλιάς καλής μουσικής βιομηχανίας. Μετράει 44 χρόνια στον χώρο της δισκογραφίας και αποτέλεσε καινοτόμα και κυρίαρχη μορφή στα μουσικά πράγματα των 90s. Προσωπική ανακάλυψη του κορυφαίου δισκανθρώπου Φίλιππου Παπαθεοδώρου, συνεργάστηκε με τα σπουδαιότερα ονόματα της μουσικής ενώ στήριξε στα πρώτα τους βήματα καλλιτέχνες που κυριάρχησαν στην πορεία. Από την άνοιξη του 2024 βρίσκεται στο δυναμικό της Panik Records, έπειτα από πρόταση του Γιώργου Αρσενάκου και έχοντας αναλάβει ένα μέρος διερεύνησης και εύρεσης ρεπερτορίου για τους καλλιτέχνες της εταιρίας. Με μεγάλη χαρά τον φιλοξενώ στο yourearticles.

-Τι θυμάστε από τα παιδικά σας χρόνια;

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Γλυφάδα. Τα παιδικά μου χρόνια είχαν παιχνίδι στο δρόμο, σχολείο και γειτονιά. Κυνήγι από τους γονείς για να διαβάσουμε, ποδήλατο, θάλασσα και πολλή ανεμελιά.

-Το περιβάλλον που μεγαλώσατε;

Ήταν ένα ημιαστικό περιβάλλον. Η μητέρα μου ήταν γέννημα θρέμμα της . Ο πατέρας μου ήταν από την Πύλο αλλά ήρθε από νωρίς στη Γλυφάδα. Γνωρίστηκαν, ερωτεύτηκαν και παντρεύτηκαν. Μεγάλωσα σε μια όμορφη οικογένεια.

-Υπάρχει κάποια ανάμνηση που σας τη θυμάστε ως σήμερα;

Ναι, υπάρχει μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Όταν ήμουν παιδί οι γονείς μου είχαν ένα δεύτερο σπίτι στη Γλυφάδα το οποίο είχαν νοικιάσει σε έναν κύριο με τη γυναίκα του. Ο κύριος αυτός ήταν μουσικός . Έπαιζε πιάνο και κιθάρα. Εκείνη τη περίοδο υπήρχε στο ραδιόφωνο η εκπομπή με τα Ταλέντα του Γιώργου Οικονομίδη. Μια νεαρή κοπέλα η οποία διέθετε μια ιδιαίτερα χαρακτηριστική φωνή ερχόταν στο σπίτι αυτό και έκανε συχνά πρόβες με τον συγκεκριμένο μουσικό. Κάποια μέρα λοιπόν και ενώ βρισκόμαστε όλοι οικογενειακώς στο σπίτι μας, έπαιζε στο ραδιόφωνο την εκπομπή με τα Ταλέντα του Οικονομίδη. Ξαφνικά, πετάχτηκε η μητέρα μου λέγοντας πως κατάλαβε τη φωνή που τραγουδούσε εκείνη τη στιγμή και πως ήταν η κοπέλα από το σπίτι που νοίκιαζε ο μουσικός. Η κοπέλα αυτή ήταν η Νάνα Μούσχουρη και ο μουσικός ήταν ο Φίλιππος Παπαθεοδώρου, σπουδαίος μουσικός, μέλος του Τρίο Καντσόνε και μετά των Αθηναίων με διεθνή καριέρα. Ο μετέπειτα μεγάλος παραγωγός της ελληνικής δισκογραφίας.

-Οι σπουδές που πραγματοποιήσατε;

Δεν ήξερα τι να σπουδάσω. Και όσο και αν φανεί περίεργο δεν υπήρχε κάποια πίεση από τους γονείς μου για να σπουδάσω. Έδωσα εξετάσεις για το Οικονομικό Τμήμα της ΑΣΟΕ αλλά δεν τα κατάφερα. Παράλληλα είχε μπει και το μικρόβιο της δισκογραφίας και το μυαλό μου έτρεχε αλλού. Ύστερα από προτροπή της μητέρας μου είχα σπουδάσει πιάνο και αρμονία στο Εθνικό Ωδείο Γλυφάδας χωρίς να έχω φλέβα μουσικού καλλιτέχνη. Μου άρεσε η μουσική και είχα αντίληψη.

-Τα ακούσματα που διαμόρφωσαν τον τρόπο που ακούτε μουσική;

Δεν άκουγα κάτι συγκεκριμένο. Υπήρχαν ετερόκλητα ακούσματα. Από δημοτικά τραγούδια και λαϊκά μέχρι ποπ και ροκ της εποχής. Αυτή η πολυσυλλεκτικότητα στα ακούσματα θεωρώ πως με επηρέασε και στο τρόπο που λειτούργησα στη δισκογραφία.

-Πώς στραφήκατε στον χώρο της δισκογραφίας και της μουσικής παραγωγής;

Όλα τα οφείλω στον Φίλιππο Παπαθεοδώρου. Κατόπιν προτροπής του, μια μέρα το 1976, μαθητής ακόμα βρέθηκα μαζί του στο κινητό στούντιο να παρακολουθώ την ηχογράφηση ενός εμβληματικού δίσκου για τα ελληνικά δεδομένα, του περιβόητου Ρεσιτάλ με τη Μαρινέλλα και τον Κώστα Χατζή. Εκείνη τη στιγμή δεν κατάλαβα και πολλά πράγματα… Σε επικοινωνία που είχαμε τον υπόλοιπο καιρό προσπαθούσε να καταλάβει με τι θα ασχοληθώ, τι θα σπουδάσω και τι θα κάνω γενικότερα γιατί και εγώ ο ίδιος δεν ήξερα τι ήθελα. Μου πρότεινε να έρθω κοντά του και να δουλέψω δίπλα του, έχοντας ως σκοπό να μεταφέρει τις γνώσεις του και να δομήσει έναν άνθρωπο ικανό για την βιομηχανία της μουσικής. Πράγματι, αυτό έκανα. Πήγα και ξαναπήγα στο στούντιο αντικρίζοντας τα Ιμαλάια της ελληνικής δισκογραφίας να ηχογραφούν τραγούδια. Έβλεπα τη διαδικασία της ηχογράφησης και μαγευόμουν σιγά σιγά.

-Σας έδειξε εμπιστοσύνη από νωρίς ο Φίλιππος Παπαθεοδώρου. Παράτολμο για έναν επαγγελματία του χώρου.

Δεν ξέρω αν ήταν παράτολμο. Ήθελε να μεταλαμπαδεύσει την αγάπη, την πείρα και τις γνώσεις του για τη μουσική. Φαντάσου ότι τον Σεπτέμβριο του 1980 έφυγε με τη Μαρινέλλα για την περιοδεία της στο εξωτερικό και μου εμπιστεύτηκε την τυπικηπαρακολούθηση πέντε παραγωγών που υλοποιούσε εκείνη την περίοδο.

-Αναφέρατε τη Μαρινέλλα και τον Κώστα Χατζή. Με ποιους άλλους καλλιτέχνες ήρθατε για επαφή πρώτη φορά όταν μπήκατε στα πράγματα;

Με τον Μίμη Πλέσσα, τον Γιώργο Χατζηνάσιο, τον Κώστα Κλάββα, τον Νίκο Ιγνατιάδη, τον Γιώργο Κατσαρό, τον Γιάννη Σπανό, τον Τάκη Μουσαφίρη, τον Μάριο Τόκα. Αλλά και με ερμηνευτές όπως η Τάνια Τσανακλίδου, ο Δημήτρης Μητροπάνος, ο Πασχάλης Αρβανιτίδης, η Φιλί Νικολάου, η Μπέσσυ Αργυράκη.

-Υπήρξε κάποιος καλλιτέχνης που τον είχατε πιο κοντά στη καρδιά σας;

Φυσικά κάποιοι καλλιτέχνες μπήκαν στην καρδιά μου και το ξέρουν! Δεν υπήρξα ποτέ φαν καλλιτεχνών με εξαίρεση την Μπάρμπαρα Στρέιζαντ.

-Η πρώτη σας παραγωγή έγινε το 1981 σε έναν δίσκο με την Τερψιχόρη Παπαστεφάνου και την Χορωδία Τρικάλων. Πως το αναλογίζεστε σήμερα;

Ήταν ένας ιδιαίτερος δίσκος. Μέσα σε αυτό τον δίσκο έκανε ντεμπούτο και η Αλίκη Καγιαλόγλου, η μετέπειτα ερμηνεύτρια του Μάνου Χατζιδάκι. Το πρώτο πράγμα που έκανα όταν τυπώθηκε ο δίσκος ήταν να πάω να μυρίσω το χαρτί από το εξώφυλλο. Σήμερα το αναλογίζομαι με χαρά και περηφάνια.

-Κομβική ήταν και οι συνεργασία με τους Τερμίτες.

Με τους Τερμίτες συνεργάστηκα το 1982. Αρχικά είχαν το όνομα PLJ. Μου τους σύστησε ο Γιάννης Πετρίδης ο οποίος είχε ακούσει το ντεμπούτο άλμπουμ τους, το Armageddon και πίστευε ότι έπρεπε να γράψουν τραγούδια σε ελληνικό στίχο. Συμφώνησα και εγώ σε αυτό και έπειτα από συζήτηση που κάναμε με τα παιδιά τους ενθάρρυνα να το κάνουν. Μέσα σε δεκαπέντε μέρες μου έφεραν τραγούδια σε στίχους του ποιητή Μιχάλη Μαρματάκη. Σε κάποιο τραγούδι υπήρχε ένας στίχος με τη λέξη «τερμίτες». Από εκεί μου ήρθε η ιδέα να ονομαστούν Τερμίτες. Και έτσι έγινε. Στη συνέχεια έγινε και η συνεργασία με τον Γιώργο Νταλάρα στο τραγούδι Σκόνη.

-Πήραν διαφορετικό δρόμο τα πράγματα τη δεκαετία του 90; Κυριάρχησε μια άλλη φιλοσοφία;

Ναι, υπήρξε μια αλλαγή πλεύσης. Καταρχάς, οι δίσκοι έγιναν πολυσυλλεκτικοί. Δηλαδή προστέθηκαν αρκετοί δημιουργοί στους δίσκους, πράγμα διαφορετικό από τις προηγούμενες δεκαετίες όπου στον δίσκο ενός ερμηνευτή κυριαρχούσαν ένας συνθέτης και ένας στιχουργός. Αυτό βοήθησε να αναδειχτούν πολλοί δημιουργοί. Αυτό με ενδιέφερε πολύ. Θέλησα να συγκεντρώνω και να ενώνω δημιουργούς φτιάχνοντας όμορφα μουσικά παζλ.

-Τι σας έκανε να «περάσετε τον Ρουβίκωνα» της δισκογραφίας; Από το έντεχνο τραγούδι να ασχοληθείτε με το ποπ και το ελαφρολαϊκό;

Ήθελα να δω κάτι διαφορετικό από αυτό που έκανα την πρώτη δεκαετία της παρουσίας μου στη δισκογραφία. Και επίσης ήθελα να δω πως γίνεται ένας χρυσός δίσκος. Εδώ, οφείλω να πω πως δεν αποδέχομαι τον όρο έντεχνο και μη έντεχνο και όλους αυτούς τους περίεργους μουσικούς χαρακτηρισμούς που εφευρέθηκαν για να νομίζουν ότι ορισμένοι ξεχωρίζουν και έχουν μια άλλη μουσική βαρύτητα από κάποιους άλλους. Για παράδειγμα το Τσιγάρο του Γιάννη Κότσιρα είναι ένα έντεχνο τραγούδι ενώ το Φωτιά στα Σαββατόβραδα της Άντζελας Δημητρίου δεν είναι έντεχνο;

-Βοηθήσατε αρκετούς ανερχόμενους καλλιτέχνες στα πρώτα τους βήματα οι οποίοι στα μετέπειτα χρόνια έκαναν μεγάλη καριέρα. Μεταξύ αυτών ο Χρήστος Δάντης, η Μαντώ, η Καίτη Γαρμπή, η Δέσποινα Βανδή, η Νατάσα Θεοδωρίδου και ο Τριαντάφυλλος. Υπήρξαν άνθρωποι που ήταν αχάριστοι απέναντι σας;

Βέβαια, εννοείται. Είναι θέμα χαρακτήρα αυτό. Εδώ μου έρχεται κάτι που μου είχε αναφέρει ένας σπουδαίος Αμερικάνος παραγωγός της δισκογραφίας o Mel Ilberman σε ένα δείπνο μας: «Τον καλλιτέχνη θα τον μετράς την ώρα της επιτυχίας του. Στην κορυφή του. Ούτε πριν, ούτε μετά.»

-Από τα πρώτα ονόματα που μου έρχονται στο μυαλό είναι ο συνθέτης των επιτυχιών, ο Φοίβος. Δική σας ανακάλυψη;

Με τον Φοίβο ξεκινήσαμε απρόσμενα την συνεργασία μας. Ο Φοίβος είναι μοναδική περίπτωση και αποτελεί δικό μου προσωπικό κομμάτι αλληλοεκτίμησης και εμπιστοσύνης με βαθύ εκατέρωθεν σεβασμό. Ένας ιδιοφυής καλλιτέχνης. Τον είδα από τα πρώτα του στάδια μέχρι όταν άρχισε να ανοίγει τα φτερά του.

-Έχετε διαγράψει μια διαδρομή 44 χρόνων. Ποια στοιχεία είναι αυτά που καθιστούν ένα τραγούδι διαχρονικό και επιτυχημένο;

Δεν υπάρχει συγκεκριμένη συνταγή! Αν υπήρχε θα τη δοκιμάζαμε κάθε φορά και θα είχε μόνο επιτυχημένα αποτελέσματα. Εγώ πιστεύω ότι είναι σημαντικό σε κάθε τραγούδι, όσοι συμμετέχουν στην παραγωγή και την υλοποίηση του, να βάζουν μέσα κομμάτια από τον εαυτό τους. Να το κάνουν δικό τους το τραγούδι.

-Υπήρξαν τραγούδια που μυριστήκατε την επιτυχία τους από τη πρώτη στιγμή;

Αρκετά. Θα αναφέρω μερικά ως ενδεικτικά. Το Πες Το Με Ένα Φιλί, τον Παλιόκαιρο, το Δεν Θέλω Τέτοιους Φίλους και το Πόσο Σε Θέλω από τους Τερμίτες με τον Λαυρέντη.

-Τραγούδια που τα πιστέψατε αλλά δεν έκαναν γκελ και σας διέψευσαν;

Υπήρξαν τραγούδια που δεν πήγαν καλά. Αυτό συνέβαινε όταν εγώ έβαζα πιο πολύ ως κριτήριο το προσωπικό μου γούστο, τι θα ήθελα εγώ να ακούσω και όχι συλλογικά οι ακροατές ως σύνολο.

-Πώς κρίνετε το τοπίο στη σημερινή ελληνική δικογραφία;

Δεν βιώνουμε τη καλύτερη κατάσταση εδώ και πάνω από μια δεκαετία.

-Τι φταίει για τη σημερινή της κατάσταση; Ο χειρισμός των ιθυνόντων στις δισκογραφικές; Οι κινήσεις των καλλιτεχνών;

Θα πάω κατευθείαν σε αυτό που αντιλαμβάνομαι σαν ρίζα του προβλήματος. Θεωρώ ότι η πολιτική ως πλαίσιο αλλά και οι πολιτικοί εκπαιδεύουν τη κοινωνία και τις νέες γενιές με κίνητρο, σκοπό και αποτέλεσμα τη κατάκτηση του χρήματος. Η δισκογραφία είναι ένα υποσύνολο της κοινωνίας και του πολιτισμού αυτής της χώρας. Οι δισκογραφικές εταιρείες δεν είναι φιλανθρωπικά ιδρύματα, είναι επιχειρήσεις που σε ένα πλαίσιο παραγωγής και ανταγωνισμού θέλουν να υπάρχουν στην αγορά εργασίας. Αναγκαστικά, θα ανταποκριθούν κάποιες φορές στα όποια αιτήματα της κοινωνίας. Κάποτε, οι καλλιτέχνες ήθελαν να βγάλουν δίσκο για να αφήσουν κάτι πίσω τους, μια παρακαταθήκη. Στη πορεία, μπήκε το χρήμα ανάμεσα στον καλλιτέχνη και τα τραγούδια που έγραφε. Έφυγε το κέντρο βάρους από το μεράκι της δημιουργίας και μετατοπίστηκες στο οικονομικό κέρδος. Ερχόταν ένας καλλιτέχνης και τον ένοιαζαν τα λεφτά που θα πάρει και οι όροι του συμβολαίου πιο πολύ από το έργο που θα παράξει. Και αυτό, συμβαίνει εκεί έξω παντού. Όλα είναι συνδεδεμένα με το χρήμα.

-Είναι καταλυτική η επιρροή του διαδικτύου;

Τρομερό ρόλο. Η ανεξέλεγκτη δισκογραφία που το διαδίκτυο επιτρέπει να υφίσταται σε κάνει να νομίζεις πως θα κατακτήσεις τα πάντα. Δεν είναι έτσι όμως. Έχει τα καλά του, έχει και τα κακά του. Το μεγαλύτερο πλήγμα που προκάλεσε στη δισκογραφία ήταν η πειρατεία παντός είδους.

-Τι είδους εμπόδια είχε να αντιμετωπίσει ένας ανερχόμενος καλλιτέχνης στα πρώτα του βήματα τότε και τι είδους σήμερα;

Πάντα υπήρχε δυσκολία. Και τότε και τώρα. Τότε, οι μεγάλες εταιρείες λειτουργούσαν σαν μεγάλα φίλτρα και έκαναν διαλογή στους καλλιτέχνες και τα τραγούδια τους. Δεν κυκλοφορούσαν επιπόλαια οι δίσκοι. Επίσης, τα ραδιόφωνα ήταν το δεξί χέρι των δισκογραφικών εταιρειών. Οι ραδιοφωνικοί παραγωγοί δεν είχαν Playlist, δεν έπαιζαν τα ίδια και τα ίδια αλλά πρότειναν στο κοινό κρυμμένα τραγούδια από τα βινύλια που τους στέλναμε. Σήμερα, υπάρχουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το Spotify, και δίνεται άνοιγμα στον οποιοδήποτε να επικοινωνήσει τα τραγούδια του. Αλλά λόγω της πληθώρας του όγκου των καλλιτεχνών και των τραγουδιών είναι δύσκολη η διάκριση και η εδραίωση τους.

-Οι καλλιτέχνες που ξεχωρίζετε στο ελληνικό τραγούδι;

Υπάρχουν αξιόλογοι καλλιτέχνες που κυριολεκτικά πολεμούν στο ελληνικό τραγούδι. Θα αναφέρω ενδεικτικά δυο δημιουργούς που εκτιμώ και ξεχωρίζω.
Τον Γιώργο Σαμπάνη. Ο άνθρωπος αυτός έχει μέσα του την ελληνική δισκογραφία. Τον θαυμάζω και τον εκτιμώ πολύ. Και φυσικά, την Ελένη Γιαννατσούλια. Είναι πολύπλευρη στους στίχους που γράφει και έχει διαχρονικότητα στα τραγούδια της. Επίσης, θέλω να σταθώ σε έναν ακόμα πολυτάλαντο δημιουργό, συνθέτη, ενορχηστρωτή και παραγωγό με ήθος, τον Μάριο Ψιμόπουλο, ο οποίος ανήκει στο παραγωγικό team της Panik Records και όχι μόνο.

-Τα όνειρα σας για το μέλλον;

Θέλω να είμαι παρών στα μουσικά τεκταινόμενα και να μεταλαμπαδεύω αυτά που γνωρίζω σε νέους ανθρώπους. Την άνοιξη αποδέχτηκα την πρόταση του Γιώργου Αρσενάκου να βρίσκομαι στο δυναμικό της Panik Records. Έχω αναλάβει ένα μέρος διερεύνησης και εύρεσης ρεπερτορίου γενικά για τους καλλιτέχνες της εταιρίας και αποδέχτηκα τη πρόταση αυτή λόγω των ελεύθερων κινήσεων που ο Γιώργος Αρσενάκος μου επιτρέπει να κάνω. Δεν θα μπορούσα να λειτουργήσω αλλιώς.

-Τι σας έρχεται στο μυαλό όταν ακούτε τα παρακάτω ονόματα:

Λαυρέντης Μαχαιρίτσας: από τους πιο ταλαντούχους και αγχώδεις ανθρώπους που έχω γνωρίσει

Γιάννης Καραλής: ελεγχόμενη τρέλα με ιδιαίτερο ταλέντο

Άντζελα Δημητρίου: ειλικρινής άνθρωπος και ατόφια φωνή

Καίτη Γαρμπή: ενστικτωδώς πίστευα ότι θα κάνει καριέρα

Φοίβος: ένα πολύ δικό μου κομμάτι

Δέσποινα Βανδή: η επιθυμία της να πετύχει ήταν τεράστια

Τριαντάφυλλος: θα ήθελα να γράφει ακόμα τραγούδια

Νατάσα Θεοδωρίδου: η τελευταία μεγάλη λαϊκή τραγουδίστρια

Γιώργος Θεοφάνους: συνεχιστής της οικογένειας των μεγάλων δημιουργών

Ελένη Γιαννατσούλια: το καμάρι μου

Γιώργος Σαμπάνης: ένα άστρο που πηγαίνει μπροστά

-Τι σας έρχεται στο μυαλό όταν λέτε το όνομα Γιάννης Δουλάμης;

Ένας αφανής οδηγός της δισκογραφίας.

-Κύριε Δουλάμη σας ευχαριστώ πολύ για την επικοινωνία μας.

Εγώ σε ευχαριστώ.

Συνέντευξη στον Χρήστο Ηλιόπουλο

Γιάννης Δουλάμης: Μια 90s δισκογραφία από ατόφιο χρυσάφι: εδώ

Αποτυχημένος φοιτητής Κοινωνικής Θεολογίας του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Αποτυχημένος φοιτητής Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών. Ερασιτέχνης ραδιοφωνικός παραγωγός και αρθρογράφος. Συλλέκτης βινυλίων, κόμικς και βιβλίων. Λάτρης της ινδικής κουζίνας και του κόκκινου κρασιού. Με το γράψιμο έχω μια ιδιαίτερη σχέση. Όταν γράφω θέλω η σκέψη που ξεκινάει από εμένα να ολοκληρώνεται από τον αναγνώστη...