Ακούγεται συχνά ότι η κυριότερη αιτία για το κοινωνικό πρόβλημα της υπογεννητικότητας είναι η οικογενειακή ανασφάλεια, ακρίβεια και ο πληθωρισμός, το υψηλό κόστος ζωής.
Η αλήθεια θα μπορούσε να είναι τελείως διαφορετική από αυτή την επιφανειακή αιτιολογία. Αν κάνουμε μία ιστορική αναδρομή, θα διαπιστώσουμε πως οι χώρες που εμφάνιζαν το αντίθετο φαινόμενο, δηλαδή υπεργεννητικότητα, μαστίζονταν από φτώχεια, ένδεια και αποζητούσαν εργατικά χέρια για σκληρές, χειρωνακτικές εργασίες.
Όσο πιο φτωχή είναι μία χώρα, τόσο περισσότερο αντιμετωπίζει τη γέννηση ενός παιδιού μοιρολατρικά, ως μία συνέχιση της ζωής που καθορίζει μία ανώτερη, θεϊκή δύναμη. Η οποία λησμονεί για αυτούς, το γεγονός πως η σύλληψη ενός παιδιού είναι υπόθεση δύο ατόμων και συνεπώς και δική τους ευθύνη.
Συνεπώς, δε στέκει ορθολογικά ότι η οικονομική δυσχέρεια είναι η αιτία του γεγονότος ότι οι γεννήσεις έχουν μειωθεί τόσο πολύ.
Ο βαθύτερος λόγος είναι ότι οι άνθρωποι δε συνδέουν πια την ευτυχία τους και την προσωπική τους ολοκλήρωση με την υποχρεωτική διαιώνιση των γονιδίων τους, πλέον βιώνουν την ευτυχία μέσω της αυτοπραγμάτωσης, του σκαψίματος της προσωπικότητάς τους και της επιλογής να αφιερώνουν χρόνο στους ίδιους.
Ο ουσιαστικός λόγος είναι ότι πια οι άνθρωποι κοιτάνε την οικοδόμηση της ζωής τους και στρέφονται στο σήμερα, όχι στην επιθυμία συνέχισής τους μετά το βιολογικό τους θάνατο. Δεν επιθυμούν να ζούνε μέσα από έναν άλλο, βιώνουν τα όνειρά τους τη στιγμή που είναι ζωντανοί και μπορούν να τα γευτούν και να τα ακουμπήσουν.
Όσο περισσότερο αυξάνεται η μόρφωση, τόσο πιο συνειδητή γίνεται η επιλογή της απόκτησης ενός παιδιού. Διότι ο άνθρωπος δεν βλέπει αυτή την απόφαση ζωής ως μία συμπεριφορά κατευθυνόμενη από τη μοίρα ή το άλογο ένστικτο, αλλά ως επιλογή πλήρους συνειδητότητας και συνειδητοποίησης του μεγέθους της ευθύνης.
Είναι γεγονός ότι οι άνθρωποι πλέον δε συμβιβάζονται εύκολα, δεν κάνουν εκπτώσεις και δεν ακολουθούν την πεπατημένη και το κοινωνικό προδιαγεγραμμένο. Ορίζουν τη ζωή με βάση τις δικές τους, προσωπικές επιθυμίες. Και πολλές φορές, η απόκτηση ενός παιδιού/παιδιών ενδεχομένως να λειτουργήσει ανατρεπτικά για τις προσωπικές και επαγγελματικές τους ανάγκες.
Το ότι γεννιούνται λιγότερα παιδιά δεν έχει ως αρχική αιτία την οικονομική δυσφορία. Αναμφίβολα, ένα παιδί για να μεγαλώσει χρειάζεται και ένα σταθερό οικονομικό περιβάλλον, σίγουρα υπάρχουν άνθρωποι που αναβάλλουν την αναπαραγωγή επειδή δεν έχουν αποκατασταθεί επαγγελματικά στο βαθμό που θα τους επιτρέψει να βιώσουν τη γονεϊκότητα.
Ωστόσο, ο κυριότερος λόγος, θεωρώ, πως είναι η επιθυμία για μία ζωή πιο προσανατολισμένη στα προσωπικά μας θέλω, τα οποία ένα παιδί σίγουρα δε διαγράφει, αλλά παραγκωνίζει αρκετά.
Λιγότερα παιδιά για περισσότερη αυτονομία, ελευθερία και αξιοποίηση χρημάτων για το δικό μας βιοτικό επίπεδο και ανάγκες. Η συνεχής πρόφαση περί οικονομικών θεμάτων, προβλημάτων και στερήσεων είναι απλά μία… πρόφαση.