Λένε ότι τα ταξίδια ανοίγουν τους ορίζοντές σου… Δεν θα μπορούσα να το κατανοήσω καλύτερα αν δεν επισκεπτόμουν την Μαδρίτη, μια πόλη γεμάτη ζωή, με ανθρώπους έτοιμους να αγκαλιάσουν το διαφορετικό!
Κάτι που με εντυπωσίασε ήταν τα φανάρια του κέντρου της πόλης, τα οποία πέρα από την κλασική αντρική φιγούρα (τον Σταμάτη και τον Γρηγόρη) είχαν τόσο την αντίστοιχη γυναικεία φιγούρα, όσο και gay, lesbian ζευγάρια. Αυτή η κίνηση δίνει την ευκαιρία στους πολίτες κάθε ηλικίας να σκεφτούν, να αναρωτηθούν γιατί είναι σημαντικό σε καθημερινά μικρά πράγματα να συμπεριλαμβάνονται και τα υπόλοιπα φύλα. Αποτελεί μια προσπάθεια να παραμεριστεί η πατριαρχία μιας και μέσα από την καθημερινή ζωή (όπως σε αυτή τη περίπτωση τα φανάρια) τα άτομα αρχίζουν να αντιλαμβάνονται ότι το αντρικό φύλο δεν είναι κυρίαρχο, ότι ο άνθρωπος ως έννοια δεν ταυτίζεται αποκλειστικά με την αντρική φιγούρα.
Βέβαια, το ότι τα ταξίδια σου ανοίγουν τους ορίζοντες δεν μπορεί να μείνει εκεί, αλλά μέσα από τις εμπειρίες που αποκτάμε, οφείλουμε να μελετήσουμε τα θέματα που μας απασχολούν και να αποκτήσουμε ένα πιο ισχυρό γνωστικό επίπεδο για εμάς τους ίδιους. Έτσι, αυτή η προσωπική εμπειρία μου έδωσε το έναυσμα να μελετήσω σχετικά με την κατασκευή του φύλου και το φεμινιστικό κίνημα, ζητήματα που μας απασχολούν ακόμα και σήμερα (βλ. την αντίδραση ως προς την αναδοχή και υιοθεσία παιδιών από ομόφυλα ζευγάρια ή τις αντιδράσεις για το gay pride).
Αρχικά, η φεμινιστική θεωρία αποτελεί ένα γυναικοκεντρικό σύστημα ιδεών για τη κοινωνική ζωή και την ανθρώπινη εμπειρία με μεγάλο φάσμα εφαρμογής. Είναι μια γυναικοκεντρική θεωρία για δύο λόγους: πρώτον, αφετηριακή γραμμή αποτελούν οι συνθήκες κοινωνικής ζωής και εμπειρίες των γυναικών και, δεύτερον, η περιγραφή του κόσμου γίνεται από τη σκοπιά των γυναικών (Ritzer,2012:429).Ο φεμινισμός έρχεται να φέρει στην επιφάνεια τις αδικίες σε βάρος των γυναικών. Τονίζει την ανδρική κυριαρχία, τον σφετερισμό της γυναικείας υποδεέστερης θέσης, την τοποθέτησή της σε υπηρετικούς ρόλους ή δευτερεύοντες και την σεξουαλική αντικειμενοποίηση, ενώ σημαντικό είναι να αναφέρουμε ότι μιλά για όλες τις κοινωνικές τάξεις (Μακάφυ, Γουντ,1975:11-18). Ουσιαστικά, πρόκειται για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των γυναικών που βασίζεται στην αρχή ότι τα φύλα είναι διαφορετικά αλλά ίσα. Επιχειρεί να αναλύσει τις αιτίες και τις διαστάσεις της καταπίεσης των γυναικών, να αφυπνίσει και να ενεργοποιήσει τις γυναίκες για να υπερασπιστούν τα δικαιώματά τους και να κερδίσουν την απελευθέρωσή τους. Ως επιστημονικό πεδίο ανήκει στην κοινωνιολογική θεωρία, αλλά διαφέρει ως προς την διεπιστημονικότητά του, αφού έχει απασχολήσει όχι μόνο μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας, αλλά και καλλιτέχνες, ακτιβιστές(Ritzer,2012:429). Έχει εμπλουτίσει την κοινωνιολογία με σημαντικά έργα κατά την εποχή της κορύφωσης των απελευθερωτικών κινημάτων στη Δύση, που, ωστόσο, για μεγάλο διάστημα βρίσκονταν στο περιθώριο, όπως σε όλους τους επιστημονικούς κλάδους(Ritzer,2012:31).
Αν και ανέκαθεν υπήρχε μια μορφή αντίδρασης για την καταπίεση που αντιμετώπιζαν οι γυναίκες, το πρώτο ξέσπασμα χρονολογείται κατά το 1780 δεχόμενο επιρροές από την Αμερικανική και Γαλλική Επανάσταση, ενώ πιο οργανωμένη μορφή πήρε το 1850 σε έναν αγώνα κατά της δουλείας και υπέρ των πολιτικών δικαιωμάτων της μεσαίας τάξης. Στις αρχές του 20ου αιώνα υπάρχει μαζική κινητοποίηση για το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες (Ritzer, 2012:31). Το φεμινιστικό κίνημα κατά τη δεκαετία του 1960 κι έπειτα παρουσιάζει μεγάλη δυναμικότητα εξαιτίας τριών λόγων. Ο πρώτος αφορά τη γενικότερη αμφισβήτηση της περιόδου εκείνης που συνοδεύει την εισαγωγή στην ύστερη νεωτερικότητα ή μετανεωτερικότητα, ο δεύτερος έχει σχέση με την απογοήτευση και τον θυμό των γυναικών ακτιβιστριών προς το σεξισμό ριζοσπαστικών ανδρών και, τέλος, αλλά πολύ σημαντικός παράγοντας αποτελεί η εκπαίδευση των γυναικών. Λόγω της δυναμικής τους συμμετοχής στην αγορά εργασίας και στην ανώτερη εκπαίδευση οι γυναίκες βρέθηκαν αντιμέτωπες με πληθώρα μορφών προκαταλήψεις και διακρίσεις που είχε φτάσει η στιγμή να λάβουν ένα τέλος (Ritzer, 2012:125). Μέχρι σήμερα το κίνημα συνεχίζει να εξελίσσεται με πολλούς υποστηρικτές και να φέρνει στο φως πτυχές της καθημερινής ζωής της γυναίκας σε παγκόσμιο επίπεδο, η οποία βιώνει τον σεξισμό και την καταπίεση. Σκοπός, ακόμα και σήμερα, αποτελεί όχι μόνο η αναθεώρηση στερεοτυπικών αντιλήψεων σχετικά με το φύλο, αλλά και πιο κρίσιμα, όπως η έμφυλη βία που θύμα είναι η γυναίκα.
Δεν θα μπορούσαμε αφού μιλάμε για το φεμινιστικό ζήτημα να μην κάνουμε μια αναφορά στο ζήτημα φύλο. Οι θεωρητικοί της μικροκοινωνιολογίας μελετούν περισσότερο την ερμηνεία του φαινομένου του φύλου και πως επηρεάζει τις αντιλήψεις των γυναικών και λιγότερο την ερμηνεία της μειονεκτικής θέσης της γυναίκας (Ritzer,2012:438). Δύο είναι οι κύριες μικροκοινωνιολογίες του φύλου: η συμβολική διαντίδραση και η εθνομεθοδολογία. Σύμφωνα με την πρώτη θεωρία η ταυτότητα φύλου διαμορφώνεται όπως ακριβώς διαμορφώνονται και οι υπόλοιπες κοινωνικές ταυτότητες, δηλαδή, μέσα από την κοινωνική διαντίδραση, την εμπειρία. Μέσα από την κοινωνική εμπειρία τα άτομα εσωτερικεύουν τις κοινωνικές επιταγές και δρουν κατά ανάλογο τρόπο στη καθημερινή ζωή τους. Σε αντίθεση με την θεωρία του Freud η έμφυλη ανάπτυξη του παιδιού αποτελεί προϊόν μάθησης και μίμησης από τα αντίστοιχα πρόσωπα. Για παράδειγμα, όπως αναφέρει ο Μερακλής(2011:64), ένας σημαντικός ρόλος της γυναίκας ήταν η ανατροφή των παιδιών και, ιδιαίτερα, των κοριτσιών, τα οποία σιγά σιγά τα μυούσε στις αποστολές του γυναικείου φύλου. Κατά τους εθνομεθοδολόγους η αντικειμενική πραγματικότητα δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια χειραγωγούμενη επιτέλεση (Ritzer,2012:439). Διακρίνουν το φύλο (sex), δηλαδή τη βιολογική ταυτότητα του ατόμου από το κοινωνικό φύλο (gender), το οποίο αποτελεί τη συγκεκριμένη συμπεριφορά που συνάδει με τις κοινωνικές προσδοκίες που συνοδεύουν την ιδιότητα του άνδρα ή της γυναίκας (Ritzer,2012:439). Αυτές οι δύο κατηγορίες φύλων δεν είναι απαραίτητο να ταυτίζονται και το κοινωνικό φύλο αλλάζει περιεχόμενο ανάλογα με το κοινωνικό περιβάλλον, οπότε και αποδίδονται διαφορετικά χαρακτηριστικά όσον αφορά την αρρενωπότητα και τη θηλυκότητα.
Οι κοινωνικές καταβολές μέσα στις οποίες μεγαλώνουμε και εσωτερικεύουμε στοιχεία που αποτελούν μέρη του χαρακτήρα μας, πολλές φορές είναι δύσκολο να μας επιτρέψουν να δούμε την άλλη οπτική. Η πρωτοτυπία και η αποτελεσματικότητα αυτής της ενέργειας στην πόλη της Μαδρίτης με τα φανάρια συμβάλλει σε κάποιο βαθμό στην καταπολέμηση της πατριαρχίας και στον τρόπο θέασης του φύλου και της σεξουαλικότητας. Μας βοηθά να θυμηθούμε τις έννοιες της «αρσενικής κυριαρχίας» του Bourdieu και της εξουσίας του Foucault για τον ασυνείδητο τρόπο μέσα από τον οποίο αναπαράγεται η ηγεμονία του αρσενικού φύλου απέναντι στο γυναικείο και στην οποιαδήποτε μορφή σεξουαλικότητας.
Πηγές:
Μερακλής Μ.(2011),Ελληνική λαογραφία: Κοινωνική συγκρότηση, ήθη και έθιμα, λαϊκή τέχνη, Ινστιτούτο του βιβλίου-Α. Καρδαμίτσα(Αθήνα).
Μακάφυ Κ., Γούντ Μ, Μπένστον Μ., Τάξ Μ., Μίτσελ Τ., Ρηντ Ε.(1975), Το Γυναικείο Κίνημα, Κύτταρο(Αθήνα).
Ritzer G.(2012), Σύγχρονη Κοινωνιολογική θεωρία, Κριτική(Αθήνα)