Η έννοια «ζωώδη ένστικτα» (animal spirits) προέρχεται από τον διάσημο οικονομολόγο John Maynard Keynes και οι απόψεις του και οι θεωρίες του θα μας κινούν το ενδιαφέρον. Στο βιβλίο του «Η γενική θεωρία της απασχόλησης, του τόκου και του χρήματος» o Keynes εισάγει την συγκεκριμένη έννοια στην προσπάθειά του να περιγράψει πως οι άνθρωποι παίρνουν διάφορες χρηματοοικονομικές αποφάσεις κάτω από συνθήκες αβεβαιότητας. Τα ζωώδη ένστικτα είναι εκείνα τα ανθρώπινα συναισθήματα που είναι ικανά να επηρεάσουν την συμπεριφορά του καταναλωτή. Με το πέρασμα του χρόνου το νόημα της έννοιας δεν έχει αλλάξει και χρησιμοποιείται, για να περιγράψει διάφορα συναισθήματα και ψυχολογικούς παράγοντες που καθοδηγούν τους επενδυτές να πάρουν μια απόφαση σε περίοδο υψηλής μεταβλητότητας.
Τα ζωώδη ένστικτα σχετίζονται άμεσα με τα συμπεριφορικά οικονομικά καθώς και με την ψυχολογία των αγορών. Αντιπροσωπεύουν τόσο θετικά όσο και αρνητικά συναισθήματα. Η ελπίδα, η υψηλή αυτοπεποίθηση, η απαισιοδοξία και ο φόβος είναι μερικά από αυτά. Τέτοιου είδους συναισθήματα καθορίζουν τις αποφάσεις των καταναλωτών και των επενδυτών και οι αποφάσεις με τη σειρά τους ενισχύουν ή προκαλούν προβλήματα στην κατάσταση της οικονομίας. Αν η αυτοπεποίθηση είναι υψηλή, τότε η οικονομία δεν θα αποτύχει. Αντίθετα, αν επικρατήσει υψηλός βαθμός απαισιοδοξίας, τότε η οικονομία μπορεί να οδηγηθεί ακόμα και σε βαθιά ύφεση.
Σημαντική ανάλυση γύρω από τα ζωώδη ένστικτα γίνεται στο βιβλίο των γνωστών οικονομολόγων George A. Akerlof και Robert J. Shiller. Τα οικονομικά είναι μια επιστήμη που βασίζεται σε διάφορους ψυχολογικούς παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν σημαντικά την λήψη των αποφάσεων. Οι αποφάσεις, όπως είναι προφανές, δεν είναι απαραίτητα ορθολογικές. Όμως, μια σημαντική πτυχή από τα ζωώδη ένστικτα είναι η «ψευδαίσθηση του χρήματος» και οι «ιστορίες». Όσον αφορά την ψευδαίσθηση του χρήματος, το παράδειγμα του Irving Fisher είναι κατατοπιστικό. Μια γυναίκα θεωρούσε ότι το χαρτοφυλάκιό της άξιζε ακόμη 50.000 δολάρια, όσο δηλαδή άξιζε και μερικά χρόνια πριν. Ωστόσο, δεν είχε υπολογίσει ότι ο πληθωρισμός είχε μειώσει την αγοραστική δύναμη παρόλο που σε ονομαστικούς όρους το ποσό παρέμενε στα ίδια επίπεδα. Οι ιστορίες από την μεριά τους μπορεί να είναι γεγονότα ή απλά «παραμύθια» προκειμένου να κατευθυνθεί η μάζα. Για παράδειγμα, ένας πολιτικός μπορεί να πει «ιστορίες», για να πάρει με το μέρος του το κοινό.
Σύμφωνα με όλα τα παραπάνω έχουμε αρκετά παραδείγματα που υποστηρίζουν τα ζωώδη ένστικτα στην οικονομία. Η οικονομία των Η.Π.Α. είναι γεμάτη από τέτοια. Πολύ παλιότερα, τη δεκαετία του 1890, είχαμε μια σημαντική ύφεση (Panic of 1893). Σε εκείνη την ύφεση έπαιξαν σημαντικό ρόλο η έλλειψη αυτοπεποίθησης, οι «ιστορίες» που κυκλοφορούσαν περί αδικίας, κατάρρευσης και διαφθοράς, καθώς και η λανθασμένη αντίληψη που είχαν για το χρήμα και τις τιμές. Πριν τη Μεγάλη ύφεση του 1929 επικρατούσαν διάφορες «ιστορίες» για υψηλά κέρδη αναγκάζοντας τους ανθρώπους να επενδύουν σε μετοχές. Μετά το ξέσπασμα της ύφεσης όμως, επικρατούσαν ιστορίες περί χειραγώγησης και διαφθοράς των αγορών. Ακόμα και σε πιο πρόσφατα γεγονότα όπως η φούσκα dot com και η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση μάς δείχνουν ότι τα ζωώδη ένστικτα μπορούν να γίνουν καταστροφικά για μια οικονομία.
Υπάρχει άμεση ανάγκη να αναθεωρηθεί η υπάρχουσα θεωρία των ορθολογικών και αποτελεσματικών αγορών και να δοθεί περισσότερη έμφαση στους ψυχολογικούς παράγοντες που καθορίζουν τις αποφάσεις των ατόμων και έχουν αντίκτυπο στην οικονομία.
Επιμέλεια κειμένου: Ευγενία Κελαράκου
Πηγές:
https://www.economist.com/media/pdf/animal-spirits-akerloff-e.pdf