Όταν το κέρδος ήταν αμαρτία…

Αν γυρίσουμε πίσω, στο Μεσαίωνα, η κοινωνία ήταν οργανωμένη εντελώς διαφορετικά. Τα οικονομικά ζητήματα είχαν δευτερεύουσα σημασία, διότι καθοριστικό ρόλο έπαιζε η Καθολική Εκκλησία η οποία είχε την ανώτατη εξουσία. Έτσι, η λεγόμενη «οικονομία της αγοράς» ήταν ανύπαρκτη και η Εκκλησία όριζε εκείνη τις αρχές που έπρεπε να ακολουθεί η κοινωνία.

Σε σχέση με την αρχαιότητα οι αντιλήψεις είχαν αλλάξει εντελώς. Ο «πλούσιος» της αρχαιότητας μπορούσε να «γευτεί» τα πλούτη του δίχως καμία ηθική ενοχή. Αντίθετα, στο Μεσαίωνα οι έννοιες του εμπορίου, του κέρδους και του έντοκου δανεισμού ήταν «απαγορευτικές», διότι είχαν συνδεθεί άμεσα με τη σωτηρία της ψυχής. Η στάση της Εκκλησίας ήταν επιφυλακτική απέναντι σε οικονομικά ζητήματα και όπως είχε αναφερθεί σε ένα ρητό: «είναι πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατον, να ευχαριστήσει ο έμπορος τον Θεό».

Ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον ερώτημα που απασχολούσε τους θεολόγους-οικονομολόγους της εποχής ήταν η «δίκαιη τιμή». Με απλά λόγια, υπήρχε η θεωρία ότι ένα προϊόν πρέπει να πωλείται ακριβώς όσο πραγματικά αξίζει και όχι σε υψηλότερη τιμή. Όπως είχε αναφέρει ο Θωμάς Ακινάτης: «Ήταν απόλυτη αμαρτία να πωλεί κάποιος σε τιμή ανώτερη από τη δίκαιη τιμή, διότι με αυτόν τον τρόπο εξαπατά και ζημιώνει τον συνάνθρωπό του.» Σύμφωνα με τα δεδομένα της εποχής, η δίκαιη τιμή και κατ’ επέκταση η πραγματική αξία ενός προϊόντος ήταν το κόστος, για να κατασκευαστεί ή να αποκτηθεί ένα προϊόν.

Ωστόσο, η έννοια της δίκαιης τιμής ήταν πολύ αυστηρή, ακόμη κι αν είχε πραγματοποιηθεί αγορά σε τιμή χαμηλότερη από τη δίκαιη τιμή (δηλαδή να «κέρδιζε» ο καταναλωτής). Υπάρχει αναφορά ότι κάποιος είχε αγοράσει άμφια σε πολύ χαμηλή τιμή στη Ρώμη. Αργότερα, έμαθε από κάποιους πλανόδιους εμπόρους ότι η αγορά ήταν σε υπερβολικά χαμηλή τιμή. Αμέσως λοιπόν έστειλε στον πωλητή που είχε αγοράσει τα άμφια ένα επιπρόσθετο ποσό, για να μη θεωρηθεί αμαρτία η αγορά του.

Παρατηρούμε ότι το κέρδος σε οποιαδήποτε μορφή του ήταν μια μορφή αμαρτίας. Οι άνθρωποι της εποχής έπρεπε να «ζυγίζουν» καθημερινά την ηθική τους. Και τα παραδείγματα ήταν αμέτρητα. Διάφοροι έμποροι λίγο πριν αφήσουν την τελευταία τους πνοή ζητούσαν να δοθεί αποζημίωση σε ανθρώπους από τους οποίους είχαν πάρει τόκο. Άλλοι προσπαθούσαν να εξιλεωθούν πραγματοποιώντας φιλανθρωπίες. Επίσης, κάποιες κωμοπόλεις είχε τύχει να πληρώσουν αποζημίωση για συγχώρεση, επειδή κάποιοι κάτοικοι ήταν τοκογλύφοι.  

Μερικοί λόγοι που οι έννοιες των οικονομικών τις οποίες σήμερα θεωρούμε αυτονόητες ήταν «ανήθικες» την περασμένη εποχή δεν οφείλονταν αποκλειστικά σε θεολογικά αίτια περί ψυχής και αμαρτίας. Η ίδια η οργάνωση της κοινωνίας ήταν στατική και κατά βάση αγροτική η οποία διακρινόταν από έλλειψη αποδοτικότητας εξαιτίας των συνθηκών. Επιπλέον, ο λιμός το Μεσαίωνα έφερνε και διάφορες απάνθρωπες πρακτικές όπως δάνεια με επιτόκιο που έφτανε και το 60% προκειμένου να αγοράσει κάποιος ψωμί. Αυτός ο συνδυασμός είχε αποτυπώσει το εμπόριο και το κέρδος ως κάτι το ανήθικο και μη επιτρεπτό.

Πηγές:

Heilbroner, L. R. & Mildberg, W. (2010), Η γένεση της οικονομικής κοινωνίας, Εκδόσεις Κριτική.

Επιμέλεια άρθρου: Ευγενία Κελαράκου

Πτυχιούχος οικονομικών επιστημών στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών οικονομικών σπουδών. Έχω ασχοληθεί με την εκπαίδευση. Βασική μου επιδίωξη, είναι να παρουσιάσω ενδιαφέροντα άρθρα οικονομικού (κυρίως) περιεχομένου, ώστε να γίνονται από όλους κατανοητά.