Προ πολλού πολλοί οικονομολόγοι είχαν προβλέψει ότι τα προγράμματα χαλάρωσης, δηλαδή, η αύξηση της προσφοράς χρήματος δεν θα είχε θετικό αντίκτυπο στο μέγεθος του πληθωρισμού και όντως είχαν δίκιο. Προφανώς, δεν κρίνονται λάθος τα μέτρα που πάρθηκαν αλλά ούτε μη αναμενόμενες οι συνέπειες αυτών. Πλέον, ο πληθωρισμός παγκοσμίως σημειώνει ανοδικές τάσεις και άμεσα θύματά του θα είναι οι καταναλωτές που θα διακρίνουν μέρα με τη μέρα την μείωση της αγοραστικής τους δύναμης.
Γιατί συνέβη;
Ως πληθωρισμό ορίζουμε την αύξηση του γενικού επιπέδου τιμών μίας οικονομίας. Πληθωρισμός δεν είναι μία μεμονωμένη ανατίμηση σε κάποιο/κάποια είδη προϊόντων. Καθώς λόγω αυξήσεων που έχουν διαπιστωθεί σε διάφορα προϊόντα τα οποία είναι ευρείας κλίμακας χρήσης όπως για παράδειγμα τα καύσιμα ή πρώτες ύλες, έχουν αυξηθεί οι πληθωριστικές προσδοκίες των καταναλωτών. Έτσι τα διάφορα supply chains έχουν δεχθεί τεράστιες και επανωτές αυξήσεις κόστους που τους έχουν οδηγήσει σε αυξήσεις των τιμών χρέωσης. Αξίζει να σημειωθεί πως το σήμερα θυμίζει αρκετά την πετρελαϊκή κρίση καθώς παρατηρείται ότι τότε λόγω της αύξησης της τιμής των καυσίμων οδηγήθηκε η οικονομία σε ύφεση κάτι που συνεπάγεται υψηλό ποσοστό ανεργίας. Αλλά όπως και σήμερα ο πληθωρισμός όχι μόνο δεν μειώθηκε (καμπύλη Phillips) αλλά αντίθετα αυξήθηκε ταυτόχρονα.
Η εποχή covid έφερε στο προσκήνιο πολιτικές νομισματικής χαλάρωσης, δηλαδή αύξησης της προσφοράς χρήματος οι οποίες εξαιτίας της μη ανάλογης αύξησης του πραγματικού προϊόντος οδήγησαν με μαθηματική ακρίβεια σε αύξηση του πληθωρισμού. Δυστυχώς, λόγω των αρνητικών προσδοκιών των καταναλωτών για το μελλοντικό επίπεδο του πληθωρισμού, οι πληθωριστικές πιέσεις θα αυξηθούν. Συνεπώς, η οικονομία έχει εισέλθει σε έναν φαύλο κύκλο αρνητικών προσδοκιών και πληθωρισμού.
Επιπρόσθετα, οι καταναλωτές με την αύξηση του γενικού επιπέδου τιμών (δηλαδή του πληθωρισμού) διακρίνουν μείωση της αγοραστικής τους δύναμης, δηλαδή του ονομαστικού τους μισθού διά το επίπεδο τιμών. Αυτή η χαμένη αγοραστική δύναμη θα πρέπει να καλυφθεί, συνεπώς οι εργαζόμενοι μέσω άμεσων διαπραγματεύσεων ή έμμεσων (μέσω των συνδικάτων) θα ασκήσουν πίεση στους εργοδότες ώστε να προβούν σε αυξήσεις των ονομαστικών μισθών. Αυτό θα οδηγήσει ακόμα υψηλότερο το κόστος εργασίας και άρα το συνολικό κόστος κάτι που με την σειρά του θα αυξήσει της ήδη υπάρχουσες πληθωριστικές πιέσεις.
Ένας ακόμα λόγος που συνάγεται βέβαιος πληθωρισμός, είναι εξαιτίας της ποσοτικής χαλάρωσης που ασκήθηκε όπως είπαμε σε πρωτόγνωρα επίπεδα από τις κεντρικές τράπεζες, θυσιάζοντας των επί χρόνια στόχο του χαμηλού πληθωρισμού. Η ποσοτική χαλάρωση που ασκήθηκε είχε ως άμεσο σκοπό την χρηματοδότηση των αναγκαίων κρατικών δαπανών και μεταβιβάσεων εν καιρό πανδημίας. Βέβαια, χωρίς την παύση αυτής και επίσης και την άνοδο των ιστορικά χαμηλών επιτοκίων θα αργήσει το ποσοστό πληθωρισμού να διαγράψει φθίνοντα πορεία και εν τούτης θα αυξάνεται.
Τι γίνεται στην Ελλάδα;
Η Ελλάδα έχει αρνητικό ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών κάτι που συνεπάγεται ότι εισάγει περισσότερο από όσο εξάγει. Διεθνώς ο πληθωρισμός βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με το σύνηθες. Οι Έλληνες αντιμετωπίζουν και τον «εισαγόμενο» πληθωρισμό ο οποίος «μετακυλίεται» με δύο τρόπους. Αρχικά, από τις απευθείας αγορές εισαγόμενων προϊόντων από τα σούπερ μάρκετ και όχι μόνο που βλέπουν τις τιμές τους να αυξάνονται. Δεύτερον, μέσω της χρήσης ενδιάμεσων εισαγόμενων προϊόντων από τις ελληνικές επιχειρήσεις που έρχονται αντιμέτωπες με τις νέες αυξημένες τιμές και συνεπώς αυξάνουν με την σειρά τους τις τιμές των τελικών προϊόντων. Η εξάρτηση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων από τις εισαγωγές συνεισφέρει στην άνοδο του πληθωρισμού τα μέγιστα καθώς δεν μπορούν να τα υποκαταστήσουν με τα όχι πιο φθηνά ελληνικά προϊόντα.
Τέλος, όσο η ανάκαμψη και επιστροφή στην ανάπτυξη φαντάζει μακριά δεν θα υπάρξει λύση. Η λογική που ακολουθήθηκε όλο αυτό το διάστημα ότι είναι αναγκαίο για την πρότερη κατάσταση να καταναλώνω περισσότερο από όσο παράγω είναι λανθάνουσα και επιβλαβής για τα υπόλοιπα μεγέθη της οικονομίας, η οποία στην παρούσα φάση δείχνει σημάδια υπερθέρμανσης. Αυτό συνέβη και συμβαίνει διότι οι περισσότεροι Έλληνες πολίτες ανήκουν στην κλίμακα των μέτριων και χαμηλόμισθων και άρα έχουν αυξημένη ροπή για κατανάλωση. Συνεπώς, κάθε αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματός τους κατευθύνθηκε κατά ένα μεγάλο μέρος σε κατανάλωση. Κάτι που αύξησε την συνολική ζήτηση πάνω από την συνολική προσφορά και δημιουργήθηκε πληθωριστικό κενό. Επίσης, εξαιτίας των αυξημένων ποσοστών ανεργίας και της δυσκολίας εντοπισμού θέσεων εργασίας αναμένεται το κράτος να αυξήσει το μέγεθος των μεταβιβαστικών πληρωμών και να «συνεισφέρει» ακόμα περισσότερο στην κατανάλωση δίχως να υπάρχει η αντίστοιχη προσφορά.
Το αύριο ως αποτέλεσμα των πράξεων του σήμερα
Είναι πλέον δεδομένο ότι πρέπει να γίνουν οι κατάλληλες ενέργειες από το μέρος των κεντρικών τραπεζών και από τις κυβερνήσεις έτσι ώστε να υπάρξει αποκλιμάκωση του φαινομένου. Η παύση διοχέτευσης ρευστότητας αποτελεί ίσως το τελευταίο όπλο. Θεωρώ πολύ σημαντικό να υπάρξει άνοδος των επιτοκίων κάτι που θα αυξήσει το κόστος ευκαιρίας της διακράτησης χρήματος και επιπλέον θα αυξήσει τις αποταμιεύσεις. Επιπλέον, ο δανεισμός δεν θα συνεχίσει να καθίσταται φθηνός. Γενικά, ένα μείγμα μετριοπαθούς δημοσιονομικής και συσταλτικής νομισματικής πολιτικής θα ήταν αρκετά θεμιτό. Βέβαια, αναγκαία και ικανή συνθήκη αποτελεί η επιστροφή στην κανονικότητα. Χωρίς αυτή η κατάσταση δεν επιδέχεται θεραπείας.
Συμπερασματικά, ο πληθωρισμός με την παρούσα οικονομική πολιτική που ακολουθείται στις περισσότερες χώρες δεν θα αποτελεί προσωρινό φαινόμενο αλλά μόνιμο. Η τιθάσευσή του δεν θα αποτελέσει εύκολη υπόθεση αλλά κρίνεται αναγκαία… Χρειάζονται καίριες και ίσως με πολιτικό κόστος αποφάσεις!