Το μουσείο ως εναλλακτικός τρόπος διδασκαλίας

Είναι στατιστικά αποδεδειγμένο, ότι σαν χώρα, δεν είμαστε εξοικειωμένοι με τους διάφορους εναλλακτικούς -καμιά φορά και βιωματικούς- τρόπους διδασκαλίας στα σχολεία. Ωστόσο, σαν παιδαγωγός, νιώθω ότι έχω (και συλλογικά, «έχουμε») το χρέος να αλλάξει αυτό, αν όχι ριζικά, σε μεγάλο βαθμό. Επέλεξα σήμερα να αναφερθώ στα μουσεία, καθώς θεωρώ ότι αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, και θα ήταν ωφέλιμο για τα παιδιά να έρχονται σε επαφή με αυτά από μικρή ηλικία.

Όλοι μας ως παιδιά, ακούγοντας ότι στην εκδρομή μας θα επισκεφτούμε κάποιο μουσείο, αγκομαχάγαμε και το κλίμα έπεφτε. Αυτό συνέβαινε, διότι ποτέ κανένας δε μας έμαθε με σωστό τρόπο την αξία τους, είτε εντός, είτε εκτός των ορίων της μάθησης.

Για αρχή, προκειμένου να λειτουργήσει σωστά αυτός ο εναλλακτικός τρόπος, θα πρέπει να βγάλουμε από το οπτικό μας πεδίο, ότι τα μουσεία μπορούν να λειτουργήσουν μόνο ως συμπλήρωμα σε κάποιο μάθημα. Με γνώμονα την οργάνωση, μπορούν να φέρουν τα ίδια αποτελέσματα με την παραδοσιακή μέθοδο διδασκαλίας, ίσως και καλύτερα. Σε καμία περίπτωση, μέσα από αυτό, δε γίνεται αντικατάσταση του σχολείου.

Όμως κάλλιστα, μπορούμε να διδάξουμε ένα μάθημα στην αίθουσα του μουσείου πρακτικά, μέσω δραστηριοτήτων ή έστω να εμβαθύνουμε στην ύλη επίσης με πρακτικό τρόπο. Η διαδικασία, είναι σίγουρα πιο ευχάριστη αν σκεφτούμε πως τα περισσότερα παιδιά έχουν το σχολείο, και γενικότερα το μάθημα στην τάξη ως κάτι αρνητικό στο κεφάλι τους. Εκεί τα πράγματα, είναι πιο ελεύθερα, χαλαρά, απουσιάζει το άγχος, η πίεση για επίδοση και η βαθμοθηρία. Ο μαθητής άλλωστε, τις περισσότερες φορές, αποδίδει καλύτερα όταν δεν λειτουργεί υπό πίεση, όπως συμβαίνει πάντα στο πλαίσιο του μαθήματος.

Επίσης, μέσα απ’ όλο αυτό, εκτός της γνώσης που θα επιτευχθεί, αναπτύσσεται η συνεργασία, η δημιουργικότητα, η έμπνευση, η απόκτηση δεξιοτήτων και απόψεων. Εργαλεία τα οποία καμιά φορά δε δουλεύονται αρκετά στο περιβάλλον της σχολικής τάξης, αλλά παραμένουν σημαντικά και πρέπει να αποκτώνται για την εξέλιξη των παιδιών στη μετέπειτα πορεία τους.

Σίγουρα τα παραπάνω, δεν είναι πάντα εφικτά και ίσως δεν μας είναι και οικεία. Όμως, με σωστή διαχείριση, οργάνωση και αγάπη για το λειτούργημα του εκπαιδευτικού, μπορεί να καταφέρουν να πραγματοποιηθούν και να φέρουν και θετικά αποτελέσματα. Εκτός από τη γνώση που θα δώσουμε, είναι πολύ πιθανό να «πλάσουμε» ανθρώπους που θα αγαπήσουν τα μουσεία, και θα τα εντάξουν στη ζωή τους.

Πηγή: Βιβλίο «Παιδί και εκπαίδευση στο μουσείο»

Η Ρένια Γαλιώτη, γεννημένη το 2002, είναι προπτυχιακή φοιτήτρια του τμήματος φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Με πολλή αγάπη για τα παιδιά, το διάβασμα, τις τέχνες και τον πολιτισμό γενικότερα, αποφάσισε να ασχοληθεί με το γράψιμο επί των παραπάνω θεμάτων, κάτι το οποίο τη γεμίζει από πολύ μικρή ηλικία. Μεγάλη της αγάπη είναι το θέατρο, με το οποίο ασχολείται τα τελευταία 7 χρόνια. Έχει παρακολουθήσει πολλά σεμινάρια παιδαγωγικών θεμάτων, δημιουργικής γραφής κ.α.