Παραφιλία είναι ο όρος που προκύπτει από το «παρά», δηλαδή παρέκκλιση και «φιλία», δηλαδή αυτό προς το οποίο έλκεται το άτομο και σύμφωνα με το DSM περιλαμβάνει μια σειρά διαταραχών. Οι διαταραχές αυτές χαρακτηρίζονται από επαναλαμβανόμενες, έντονες σεξουαλικά διεγερτικές φαντασιώσεις, παρορμήσεις και συμπεριφορές που αφορούν σε άψυχα αντικείμενα, στην οδύνη ή στην ταπείνωση του εαυτού ή του/της συντρόφου, στην σεξουαλική επαφή με παιδιά ή την μη συναινετική επαφή με άλλους ανθρώπους.
Κλινικά έχουν αναγνωριστεί 8 μορφές παραφιλικής συμπεριφοράς και, για να θεωρηθούν διαταραχές, θα πρέπει να έχουν διάρκεια παραπάνω από 6 μήνες, να υπάρχει υποκειμενική ενόχληση για αυτό που συμβαίνει, να παρεμβαίνουν στην ζωή του ατόμου και στις σχέσεις του με τους άλλους.
Οι μορφές αυτές είναι η επιδειξιομανία, η ηδονοβλεψία, η εφαψιομανία, η παρενδυσία, η παιδοφιλία/παιδεραστία, ο φετιχισμός, ο σεξουαλικός μαζοχισμός και ο σαδισμός. Τέλος, υπάρχει η παραφιλία που δεν πληροί τα κριτήρια των παραπάνω ειδικών κατηγοριών και δεν μπορεί να προσδιοριστεί, όπως για παράδειγμα η τηλεφωνική σκατολογία, η κτηνοβασία/ζωοφιλία, η νεκροφιλία κ.α. Ο John Money, σεξολόγος, έχει προσδιορίσει 30 διαφορετικές παραφιλίες.
Η διαφορά από τις σεξουαλικές φαντασιώσεις των κοινών ανθρώπων, οι οποίες εξ ορισμού περιλαμβάνουν και επιτρέπουν τα πάντα, είναι ότι η πραγματοποίηση των φαντασιώσεων των ανθρώπων που πάσχουν από κάποια παραφιλία οδηγεί σε ντροπή, ενοχές και δυσαρέσκεια/δυσφορία από το γεγονός, νιώθουν ότι έχουν διαπράξει κάτι μη κοινωνικά αποδεκτό και ανήθικο.
Επιπλέον, άλλη μία διαφορά εντοπίζεται στο γεγονός ότι η παραφιλική δραστηριότητα αποτελεί το αντικείμενο της σεξουαλικής διέγερσης του πάσχοντα και όχι το άτομο με το οποίο συνευρίσκεται. Ουσιαστικά, ο «άλλος» αποκλείεται από την σεξουαλική δραστηριότητα, γιατί ο πάσχων «κάνει σεξ με την παρέκκλισή του». Αυτό οδηγεί τις ερωτικές σχέσεις του σε κλονισμό και ο/η σύντροφος βρίσκει την συμπεριφορά του απωθητική και αρνείται να συμμετάσχει σε σεξουαλική δραστηριότητα. Προκύπτουν σεξουαλικές δυσλειτουργίες, ενώ ο πάσχων συχνά είναι ανίκανος να εκδηλώσει τρυφερότητα και συναισθηματική εγγύτητα κατά την σεξουαλική επαφή.
Τέλος, πολύ συχνά απομονώνονται κοινωνικά, καθώς δέχονται ακραίες αντιδράσεις από τον κοινωνικό τους περίγυρο.
Το πρόβλημα με τα άτομα που πάσχουν από κάποια παραφιλία είναι ότι πολύ συχνά δεν αντιλαμβάνονται ότι χρειάζονται ειδική βοήθεια και θεραπευτική αντιμετώπιση και προσέρχονται σε δομές ψυχικής υγείας μόνο όταν η συμπεριφορά τους τα φέρνει σε σύγκρουση με το περιβάλλον τους (π.χ. σύντροφο, οικογένεια) ή με τον νόμο. Γι’ αυτό και τα άτομα αναφέρουν ότι η συμπεριφορά τους δεν τους δυσανασχετεί πάντα, αλλά περισσότερο τους στενοχωρεί η αντίδραση των άλλων προς αυτή.
Στο άρθρο αυτό θα γίνει αναφορά στην επιδειξιομανία, στην ηδονοβλεψία, στην εφαψιομανία και στην τηλεφωνική σκατολογία.
Επιδειξιομανία
Αφορά την έκθεση των γεννητικών οργάνων σε κάποιον ανυποψίαστο ξένο. Ορισμένες φορές ο πάσχων αυνανίζεται εκθέτοντας τα γεννητικά του όργανα ή αυνανίζεται ενώ φαντασιώνεται ότι τα εκθέτει. Η διαταραχή εκδηλώνεται για πρώτη φορά πριν από τα 18, αλλά η έναρξή της μπορεί να είναι και μεταγενέστερη. Οι περισσότεροι πάσχοντες είναι άνδρες νεαρής ή μέσης ηλικίας.
Σε κάποιες περιπτώσεις ο πάσχων περιγράφει ότι έχει την επιθυμία να αιφνιδιάσει ή να «σοκάρει», να ταπεινώσει ή να διεγείρει σεξουαλικά άγνωστες γυναίκες. Σε άλλες περιπτώσεις έχει μια σεξουαλική διεγερτική φαντασίωση ότι και το θύμα θα διεγερθεί σεξουαλικά. Συνήθως πηγαίνει σε κάποιο δημόσιο χώρο, βρίσκει το θύμα του, εκθέτει το πέος του που βρίσκεται σε στύση και όταν το θύμα πάθει σοκ, τότε είτε εκσπερματώνει είτε αποσύρεται και αυνανίζεται. Πέραν της έκθεσης δε θέλει περαιτέρω επαφή με το θύμα, να το γνωρίσει ή να το βλάψει. Αν το θύμα δεν αντιδράσει, τότε του στερεί την ευχαρίστηση.
Οι περισσότεροι πάσχοντες έχουν προβλήματα στις διαπροσωπικές σχέσεις τους. Ποσοστό άνω του 50% είναι έγγαμοι, αλλά δεν έχουν ικανοποιητική σεξουαλική ζωή. Επιπλέον, έχουν φόβους με την αρρενωπότητά τους και είναι ανώριμοι στις συναλλαγές με το αντίθετο φύλο. Πολλοί είναι ντροπαλοί και αποφεύγουν τις επαφές με τις γυναίκες. Η παρόρμηση για επιδειξιομανία εντείνεται συχνά κάτω από περιόδους στρες ή όταν υπάρχει ελεύθερος χρόνος.
Αποτελεί από τις πιο συνηθισμένες παραφιλίες που αναφέρονται στην αστυνομία. Σύμφωνα με μελέτες, το 10% των ατόμων που παρενοχλούν σεξουαλικά παιδιά και 8% των βιαστών είναι αρχικά επιδειξιομανείς.
Ηδονοβλεψία
Αφορά την παρατήρηση ανυποψίαστων ανθρώπων που είναι γυμνοί, που γδύνονται ή που βρίσκονται σε σεξουαλική συνεύρεση. Η έλλειψη γνώσης και συναίνεσης των άλλων αποτελεί βασικό κριτήριο διάγνωσης και διαφοροποιεί την ηδονοβλεψία από την συνηθισμένη κοινή διέγερση που αισθάνονται πολλοί άνθρωποι βλέποντας άλλους να γδύνονται (π.χ. στριπτίζ) ή να συμμετέχουν σε σεξουαλική δραστηριότητα στα πορνογραφικά κινηματογραφικά έργα.
Η πράξη της ηδονοβλεψίας αποσκοπεί στην σεξουαλική διέγερση του πάσχοντα, ο οποίος αυνανίζεται είτε κατά τη διάρκεια της ηδονοβλεψίας είτε αργότερα ενθυμούμενος τα όσα είδε. Κάποιες φορές μπορεί να έχει τη φαντασίωση ότι θα συνευρεθεί με το άτομο που παρατηρεί, αλλά γενικά δεν διεκδικεί σεξουαλική επαφή μαζί του. Υπάρχουν σαφώς εξαιρέσεις, που περίπου το 10-20% των πασχόντων προσπαθεί να βιάσει το παρατηρούμενο άτομο.
Αυτό που διεγείρει τους πάσχοντες είναι η ευαλωτότητα των παρατηρούμενων ανθρώπων καθώς και ο φόβος του ίδιου ότι μπορεί να ανακαλυφθεί. Κάποιοι ηδονοβλεψίες έχουν και «φυσιολογική» ερωτική ζωή, ενώ άλλοι τείνουν να είναι απομονωμένοι κοινωνικά και σεξουαλικά, με ιστορικό που δείχνει δυσκολία σε κοινωνικές δεξιότητες και συναισθηματικής εγγύτητας. Σε σοβαρότερες μορφές η ηδονοβλεψία αποτελεί τη μοναδική σεξουαλική δραστηριότητα του ατόμου.
Η διαταραχή εμφανίζεται πριν από τα 15 έτη και τείνει να γίνει χρόνια.
Εφαψιομανία
Αφορά το άγγιγμα και την τριβή πάνω σε ένα άτομο που δεν συναινεί. Ο πάσχων, που συνήθως είναι άνδρας, αγγίζει το στήθος ή τα γεννητικά όργανα της γυναίκας ή τρίβει τα δικά του στον μηρό ή στον γλουτό της. Αυτές οι πράξεις προκαλούν σεξουαλική διέγερση και ηδονή και ο πάσχων συχνά φαντασιώνεται ότι έχει μια ουσιαστική και τρυφερή σχέση με το θύμα του. Αναγνωρίζει, ωστόσο, ότι για να αποφύγει τη δίωξη και τον πιθανό εντοπισμό του θα πρέπει να απομακρυνθεί γρήγορα. Γι’ αυτό και προτιμά δημόσιους χώρους, όπου υπάρχουν πολλοί άνθρωποι (Μ.Μ.Μ., πεζοδρόμια, πολυσύχναστοι δρόμοι, ασανσέρ), ώστε μετά την πράξη να μπορεί να φύγει με ευκολία.
Η διαταραχή συνήθως εμφανίζεται στην εφηβεία, όταν ο πάσχων παρατηρεί κάποιον άλλον να διενεργεί την πράξη της εφαψίας και παρουσιάζει την μεγαλύτερη ένταση μεταξύ των 15-25 ετών. Συχνά συνυπάρχει με άλλες παραφιλίες. Η διαταραχή μειώνεται μετά το 25ο έτος και μπορεί να εξαφανιστεί εντελώς.
Τηλεφωνική σκατολογία/αισχρολογία
Αφορά την ανεπιθύμητη τηλεφωνική κλήση σε κάποιον γνωστό ή άγνωστο, χρησιμοποιείται αισχρό, σεξουαλικό περιεχόμενο και αποτελεί μέρος της σεξουαλικής παρενόχλησης. Οι άσεμνες αυτές κλήσεις στοχεύουν στην σεξουαλική διέγερση και ικανοποίηση του πάσχοντα, με μόνο εργαλείο μια γυναικεία φωνή και το αυτί της. Στο πλαίσιο αυτό συγκαταλέγονται και τα άσεμνα, προκλητικά, ενοχλητικά, σεξουαλικής φύσεως μηνύματα, φωτογραφίες και βίντεο χωρίς την συναίνεση του παραλήπτη.
Τα συναισθήματα της έκπληξης, του φόβου, της αναστάτωσης και του θυμού διεγείρουν τον πάσχοντα, ο οποίος μπορεί να αυνανίζεται ή να φτάνει σε κορύφωση. Επίσης, η πράξη αυτή τού δίνει την αίσθηση της αρρενωπότητας και, όπως και στην επιδειξιομανία, χρησιμοποιείται ως μέσο έκφρασης της επιθετικότητάς του ή εκδήλωσης δύναμης και ελέγχου.
Η τηλεφωνική σκατολογία ουσιαστικά μπορεί να θεωρηθεί υποκατηγορία της επιδειξιομανίας, σαν λεκτική επίδειξη των γεννητικών οργάνων. Και ενώ οι πάσχοντες αναγνωρίζουν ότι η πράξη αυτή είναι παράνομη και επικίνδυνη, ρισκάρουν για χάρη μερικών σύντομων στιγμών σεξουαλικής ευχαρίστησης. Παράλληλα, η ίδια η αναμονή προκαλεί σεξουαλική διέγερση.
Τα στατιστικά στοιχεία αναφέρουν ότι η ηλικία των ατόμων αυτών είναι από 12-16 ετών. Το ιστορικό τους αναφέρει ότι είναι συναισθηματικά ή συμπεριφορικά άνθρωποι που έχουν περάσει δυσκολίες, ίσως να έχουν δεχθεί σεξουαλική κακοποίηση ή να έχουν και οι ίδιοι βιάσει.
Είναι κατά κύριο λόγο άνδρες που υποφέρουν από συναισθήματα ανεπάρκειας και ανασφάλειας ή είναι ντροπαλοί, εμφανίζουν δυσκολία να συνάψουν ερωτικές σχέσεις ή φοβούνται την απόρριψη από το γυναικείο φύλο και έχουν άγχος για την σεξουαλικότητά τους, ενώ θεωρούν ότι οι άσεμνες τηλεφωνικές κλήσεις είναι ο μόνος τρόπος να εκφράσουν τις σεξουαλικές τους ορμές. Οι αστυνομικές αρχές αναφέρουν ότι η πλειοψηφία των ατόμων δεν είναι επικίνδυνοι και η επιλογή του θύματος είναι τυχαία.
Αξίζει να κρατήσουμε ότι αυτό που διαχωρίζει τις παραφιλίες από παρόμοιες παραλλαγές της φυσιολογικής σεξουαλικότητας είναι η επίμονη, καταναγκαστική, δυσπροσαρμοστική, ακραία και άκαμπτη συμπεριφορά των ατόμων που πάσχουν από κάποια παραφιλία. Οι πάσχοντες αισθάνονται την μη ελεγχόμενη ανάγκη να δράσουν και την επιθυμία να ικανοποιήσουν τις ορέξεις τους μόνο με αυτούς τους συγκεκριμένους τρόπους.
Βιβλιογραφία:
- Χριστοπούλου, Α. (2008). Εισαγωγή στην Ψυχοπαθολογία του ενήλικα. Στο: Σεξουαλικές Διαταραχές. Εκδόσεις: Τόπος, Αθήνα.
- Siddiqui, J.A., Qureshi, S.F. & Zahrani, Α.Α. (2017). Verbal Exhibitionism: A Brief Synopsis of Telephone Scatologia. Indian Journal of Mental Health, 109-114.
Δικτυογραφία: