Ο Παντελής Θαλασσινός είναι ένας από τους πιο μελωδικούς τραγουδοποιούς της ελληνικής δισκογραφίας. Από τους Λαθρεπιβάτες μέχρι τη σόλο πορεία του που πραγματοποίησε νωρίς, έχει διαγράψει μια διαδρομή κοντά σαράντα χρόνων με τραγούδια που έγραψε για εκείνον αλλά και χάρισε απλόχερα σε άλλες σπουδαίες φωνές. Είπαμε πολλά και τα κατέγραψα για το yourearticles.
-Γεννήθηκες στον Πειραιά αλλά τα πρώτα χρόνια της ζωής σου μεγάλωσες στην Χίο. Ποιες είναι οι μνήμες των παιδικών σου χρόνων;
Είχα μια πολύ όμορφη παιδική ηλικία. Θυμάμαι τον εαυτό μου απ’ την Χίο και έπειτα. Οι μνήμες μου είναι μαγικές απ’ την Χίο, ένα υπέροχο νησί με υπέροχους ανθρώπους. Τα καλοκαίρια η μάνα μου απ’ το 1967 και μετά μας πήγαινε στη Σέριφο διακοπές και εκεί ήταν υπέροχα, ήταν ανεπανάληπτα. Νιώθω όμως ότι πιο πολύ συνέβαλε η εποχή. Ήταν πιο όμορφες οι εποχές τότε και οι άνθρωποι και η ζωή. Ήμουν τυχερός γιατί μεγάλωσα και με δύο υπέροχους γονείς και με δύο υπέροχα αδέρφια.
-Πώς στράφηκες στη μουσική;
Η μουσική ήρθε στη ζωή μου εντελώς τυχαία. Ο πατέρας μου μας παρήγγειλε μια κιθάρα από τον Πειραιά, και επειδή στο μαγαζί που εργαζόταν ερχόντουσαν μουσικοί, τους έβαζε ο πατέρας μου να μας δείχνουν κιθάρα. Έτσι άρχισαν τα πρώτα βήματα με τον αδερφό μου το Γιάννη. Αργότερα αρχίσαμε να παίζουμε με το Γιάννη σε ροκ συγκροτήματα και πολύ αργότερα εγώ άρχισα να παίζω ελληνικό ρεπερτόριο σε μπουάτ του Πειραιά και της Αθήνας.
-Να φανταστώ ότι στην ενασχόληση σου με την μουσική ήταν καίριος ο ρόλος του πατέρα σου;
Ναι ήταν. Του άρεσε πάρα πολύ η μουσική και για αυτό ποτέ δε μας απέτρεψε ακόμη κι αν είχαμε διαβάσματα στο να ασχολούμεθα με τη μουσική.
-Η σημασία της μουσικής στη καθημερινότητα σου;
Η μουσική είναι μια συντροφιά και μια διέξοδος. Στην εφηβεία περισσότερο βέβαια, εκτός από το ομαδικό παιχνίδι με τα υπόλοιπα παιδιά. Η καθημερινότητα μου βέβαια είναι πάντα γεμάτη με μουσική είτε ακούγοντας, είτε σκαλίζοντας τα τραγούδια μου, είτε παίζοντας με παρέες.
-Τα ακούσματα που σε διαμόρφωσαν;
Νομίζω πιο πολύ οι μπαλάντες, το ρεμπέτικο και το λαϊκό τραγούδι.
-Πριν ασχοληθείς επίσημε με τα μουσικά, εργάστηκες ως ναυτικός υπάλληλος. Τι αποκόμισες;
«Ήταν μία λόξα νεανική που τώρα έχει περάσει».
-Είσαι τραγουδοποιός. Γράφεις μουσική, στίχο και ερμηνεύεις. Ξεχωρίζεις κάποια ιδιότητα μέσα σου;
Όταν κάνεις τραγούδι και θεωρείσαι τραγουδοποιός, όλα αυτά που ανέφερες είναι αναπόσπαστα. Θέλεις να γράψεις ολοκληρωμένα την άποψή σου.
-Η διαδικασία που συνθέτεις τα τραγούδια σου;
Όπως είχε πει κι ο Λευτέρης Παπαδόπουλος σε μια συνέντευξη παλιά, η έμπνευση είναι μια στιγμή. Η τραγουδοποιία μετά θέλει οκτάωρο εργασίας. Να σκύψεις πάνω από το τραγούδι, να το θες να το κερδίσεις και να το κάνεις ένα τραγούδι το οποίο να είναι επικοινωνιακό και να αφορά τους πάντες.
-Το 1987 πραγματοποίησες το ντεμπούτο σου στη δισκογραφία με τον Γιάννη Νικολάου, συστήνοντας μας τους Λαθρεπιβάτες. Κοιτώντας πίσω και επιστρέφοντας 37 χρόνια μετά στο σήμερα ποιο είναι το απόσταγμα της μέχρι τώρα διαδρομής σου;
Οι Λαθρεπιβάτες ήταν μια αρχή στη δισκογραφία όχι στη μουσική. Τη μουσική την είχαμε και οι δύο τρελά. Όλα μας φαίνονταν απλησίαστα και μεγάλα, αλλά μπαίνοντας στη δισκογραφία με ένα τηλέφωνο άνοιγαν τα μικρόφωνα της ΕΡΤ, πράγμα που μόνοι μας δεν θα ήταν δυνατόν να γίνει. Είμαστε σε μια μεγάλη εταιρία, τη Minos.Το απόσταγμα είναι τα δύο τρία τραγούδια μας που τραγουδήθηκαν από σχεδόν όλους τους Έλληνες. Μας άνοιξαν τον ορίζοντα στη μετά πορεία μας.
-Η εικόνα που έχεις για τα 4 χρόνια στους Λαθρεπιβάτες;
Ήταν 4 χρόνια όνειρο. Από ερασιτέχνες έπρεπε να γίνουμε επαγγελματίες. Να τυπώσουμε αυτόγραφα και να κάνουμε φωτογραφίσεις. Αργότερα καταλάβαμε ότι δεν ανήκουμε στο είδος αυτό και κάναμε δυο βήματα πίσω, από όλο αυτό μας έμεινε η γλυκιά ανάμνηση του «χειροποίητου».
-Το 1993 κυκλοφόρησε η πρώτη ολοκληρωμένη σου δισκογραφική δουλειά που έφερε το τίτλο Νύχτας Κύματα. Τι ανάγκες οδήγησαν σε μια σόλο πορεία;
Η σόλο πορεία ήρθε απ’ τα τραγούδια που έκανα πλέον σε άλλες φόρμες και απ’ την ανάγκη μου να κάνω τραγούδια μόνος μου, γιατί μέχρι τότε τραγουδούσα τραγούδια κυρίως του Γιάννη. Η τύχη βέβαια ήταν μεγάλη.
-Το φοβήθηκες στην αρχή;
Όχι, γιατί δεν ήξερα αν θα ενδιέφεραν άλλους, πόσο μάλιστα μια δισκογραφική εταιρία. Ο στόχος δεν ήταν η καριέρα αλλά η επικοινωνία μέσω αυτών που είχα μες στο κεφάλι μου. Οπότε τι να φοβηθώ;
-Η πιο αντιπροσωπευτική σου δισκογραφική κατάθεση;
Η πιο αντιπροσωπευτική ήταν τα «Αστραναμματα» λόγω του ότι ακόμη κι η ενορχήστρωση πέρασε από εμένα τον ίδιο. Σ’ αυτή τη δουλειά έπαιξαν πολλοί φίλοι μου απ’ τη Χίο, και είχαμε να αντιμετωπίσουμε το πρωτόγνωρο στούντιο.
-Έχεις συνεργαστεί με σπουδαίους στιχουργούς του ελληνικού μας τραγουδιού στα περισσότερα τραγούδια σου. Ο λόγος που εμπιστευόσουν τις μελωδίες σου σε εκείνους; Ήθελες να δεις από τα δικά τους μάτια τον δικό σου κόσμο;
Εκείνη μου εμπιστεύονταν τα γραφόμενα τους. Ήθελα να τους δείξω εγώ το δικό μου κόσμο. Καταπιανόμουνα με τους στίχους τους όταν είχα την τιμή να μου τους δανείζουν. Στην αρχή είχα τρακ αλλά μετά κατάλαβα ότι για να γίνει ένα τραγούδι πρέπει να είσαι εντελώς ελεύθερος.
-Ανάμεσα σε όλους αυτούς τους Έλληνες δημιουργούς, καίρια ήταν η συνεργασία σου με τον στιχουργό Ηλία Κατσούλη. Πως την αναλογίζεσαι;
Ήταν ο άνθρωπος που μέσα από το στίχο στου κατάλαβα που πρέπει να κατευθυνθώ, και να περπατήσω. Νομίζω ότι αν έχω κάνει κάτι στην μουσική το χρωστάω κατά ένα μεγάλο ποσοστό στον Ηλία και στο Γιάννη.
-Υπάρχουν σήμερα αντίστοιχοι δημιουργοί; Νιώθω πως αν υπάρχουν, για κάποιο λόγο δεν τους δίνεται βήμα.
Κρίση δεν υπήρξε ποτέ στη δημιουργία του τραγουδιού, το στίχο της μουσικής και γενικώς της καλλιτεχνίας. Νομίζω ότι η κρίση είναι στον αποδέκτη. Δεν υπάρχουν σήμερα ακροατές της μουσικής, αναγνώστες του βιβλίου, επισκέπτες των εκθέσεων ζωγραφικές παρά μόνο οι φανατικοί. Η κρίση με λίγα λόγια δεν είναι στην δημιουργία αλλά στην αποδοχή.
-Στον δίσκο Αινίγματα συναντήσαμε κάτι διαφορετικό. Εσένα μόνο ως φωνή σε τραγούδια του Γιώργου Καζαντζή και του Κώστα Φασουλά. Πως προέκυψε αυτή η συνάντηση;
Δεν ήταν η πρώτη φορά που φύτρωσα σαν τραγουδιστής στην δισκογραφία. Υπήρχαν άλλες 100 συμμετοχές που έχω κάνει σε άλλους καλλιτέχνες σαν τραγουδιστής. Υπήρχε ένας ολόκληρος δίσκος του Δημήτρη Παπαδημητρίου, το «Έτσι Ξαφνικά», του Βαγγέλη Γιαννάκη ο «Μεγαλέξανδρος και Ο Καταραμένος Δράκος», το «Φωνήεν» και άλλων φίλων μου τραγούδια. Ο Καζαντζής και ο Φασουλάς είναι δύο φίλοι άνθρωποι που θαυμάζω. Παραμερίζοντας όμως αυτό τα τραγούδια με μάγεψαν.
-Πώς κρίνεις την κατάσταση στην ελληνική μουσική σκηνή και την ελληνική δισκογραφία;
Θα ήθελα πιο πολλές πρωτότυπες μουσικές και όχι διασκευές. Και αν μπορούσαμε να βρούμε μια φόρμουλα να ακούμε τα τραγούδια που μας ενδιαφέρουν μέσα από το διαδίκτυο, και να μην φτάνουν στα αυτιά μας σκουπίδια και άχρηστα πράγματα. Δυστυχώς όμως διατάζει η ιδεολογία, μιας αγοράς διαφήμισης και των προτεινόμενων αισχρών μοντέλων. Αυτό ισχύει σε όλα τα μέσα και περισσότερο στην τηλεόραση.
-Τι δυσκολίες έχει να συναντήσει ένας ανερχόμενος καλλιτέχνης που κάνει τα πρώτα του βήματα στη δισκογραφία;
Εξαρτάται πως το έχει στο κεφάλι του. Αν θέλει απλώς να γίνει φίρμα πρέπει να βγει στην τηλεόραση. Αν θέλει όμως να επικοινωνήσει μόνο με τη μουσική του πρέπει να βρει μια παρέα και να βγει να τραγουδάει παντού ακόμη και στο δρόμο. Άλλοι κάνουν μουσική για να εκπληρώσουν το εγώ τους και άλλοι από ανάγκη να εκφραστούν με αγάπη για το τραγούδι και την μουσική.
-Η διάδοση μουσικής μέσω διαδικτύου έκανε καλό ή κακό στους καλλιτέχνες;
Νομίζω έκανε καλό αλλά το πολύ καλό μπουχτίζει.
-Η γνώμη σου για το σημερινό πολιτικό σκηνικό;
Δεν υπάρχει σήμερα πολιτικό σκηνικό. Πολιτική για μένα είναι η ενασχόληση με τα κοινά αφιλοκερδώς. Η πολιτική των άλλων είναι επάγγελμα. Ζούμε σε ένα προτεκτοράτο των συμμάχων μας που οι αποφάσεις παίρνονται από αυτούς. Εφαρμόζονται σε εμάς από κυβερνήσεις δικές τους. Άλλοι τις εφαρμόζουν ήπια, άλλοι με το «στανιό».
-Έχει κουραστεί ο μέσος Έλληνας από όσα βιώνει;
Δεν έχει προλάβει να κουραστεί. Η μεγαλύτερη τέχνη σήμερα του εργάτη, του απλού ανθρώπου, του προλετάριου είναι η επιβίωση του ίδιου και της οικογένειας του.
-Πώς κρίνεις τη σημερινή ελληνική κοινωνία;
Τηλεορασόπληκτοι και αδιάφοροι, με μια βλακεία στο κεφάλι που δεν καταλαβαίνουν πως όταν όλα τα κανάλια τα ραδιόφωνα και οι εφημερίδες ελέγχονται από την κυβέρνηση, δεν θα ακούσουν ποτέ την αλήθεια.
-Τι άνθρωπος είναι ο Παντελής Θαλασσινός;
Νομίζω ένας συνηθισμένος άνθρωπος που του αρέσει η μουσική. Και η ακρόαση και η δημιουργία της. Που συγκινείται με στίχους και ποιήματα, ακόμη και με παλιές ελληνικές ταινίες, που είναι αφηρημένος αλλά αγαπάει πολύ τον άνθρωπο.
-Το προσωπικό σου καταφύγιο όταν όλα δείχνουν δύσκολα;
Ο χρόνος και η ώριμη σκέψη κατόπιν.
-Ο μεγάλος σου φόβος;
Όπως σε όλους μας, οι αρρώστιες και η ασυνεννοησία. Η Βαβυλωνία.
-Αν μπορούσες να γυρίσεις το χρόνο πίσω υπάρχει κάτι που θα ήθελες να αλλάξεις;
Τίποτα απολύτως. Δεν είναι ωραίο να βαρυγκωμάμε τις πράξεις μας και τα έργα μας. Αναλαμβάνω την ευθύνη και των καλών που έκανα και των λαθών μου. Τα λάθη μας είναι η σοφία μας.
-Ετοιμάζεις κάτι αυτή τη περίοδο;
Δεν ετοιμάζω απολύτως τίποτα. Έχω 200 τραγούδια και δεν τα γράφω σε τελική μορφή, στούντιο δηλαδή. Θεωρώ ότι η επικοινωνία με τη μουσική βιομηχανία έχει τελειώσει. Η μονή επικοινωνία που υπάρχει ακόμα είναι οι ζωντανές εμφανίσεις και η παρουσίαση των τραγουδιών μπροστά στον κόσμο. Μόνο έτσι ο κόσμος θα μάθει τα καινούργια τραγούδια. Είναι άδικο σήμερα να κάνεις τεράστια έξοδα απλά για να τα βάλεις στο YouTube και να μην έχεις έσοδα.
-Τα όνειρα σου για το μέλλον;
Όσο κι αν φανεί περίεργο δεν κάνω μουσικά όνειρα αλλά πάντα θα ήθελα να φτιάξω ένα τραγούδι που να με εκπλήξει και εμένα τον ίδιο.
-Η συμβουλή που θα έδινες σε ένα νέο άνθρωπο για να κάνει τα όνειρα του πραγματικότητα;
Να ασχοληθεί πάρα πολύ σοβαρά με αυτό που του αρέσει, στην προκειμένη περίπτωση με τη μουσική. Όλα τα άλλα είναι φτιαχτά. Να κάνει παρέες, να παίζει μουσική και να μην περιμένει από άλλους να του δείξουν το δρόμο, να ακολουθεί τον δικό του.
-Τι σου έρχεται στο μυαλό όταν λες τα παρακάτω ονόματα:
Γιάννης Νικολάου: είναι ένας εργάτης της μουσικής κ το Δε φταίω εγω που μεγαλώνω
Ηλίας Κατσούλης: φίλος πατέρας κι αδερφός
Μάνος Ελευθερίου: η ελληνική υπερήφανη πένα στο τραγούδι μας
Αναστασία Μουτσάτσου: αγωνίστρια σε όλα της.
Μανώλης Λιδάκης: το αηδόνι
Γιώργος Νταλάρας και Μανώλης Μητσιάς: η ελληνική δισκογραφία από την εφηβεία μας ως τις μέρες μας
Γιώργος Καζαντζής: δικό του κεφάλαιο στη σοβαρή δημιουργία
Κώστας Φασουλάς: η φιλία. Ο Κώστας είναι σπουδαίος, περιγράφει πολύ εύστοχα τα πάθη μας
Θοδωρής Γκόνης: τον λατρεύω για όλα τα τραγούδια του αλλά κυρίως για αυτά του Ξυδάκη
-Τι σου έρχεται στο μυαλό όταν λες το όνομα Παντελής Θαλασσινός;
Όταν λέω Παντελής τα παιδικά μου χρόνια, οι φίλοι μου και η οικογένεια μου. Και όταν λέω Θαλασσινός οι μουσικοί μου, οι συνδημιουργοί μου, οι ηχολήπτες μου και όσοι με βοήθησαν.
-Παντελή σε ευχαριστώ πολύ για την επικοινωνία μας.
Και εγώ σε ευχαριστώ.
Συνέντευξη στον Χρήστο Ηλιόπουλο
Παντελής Θαλασσινός – Βιογραφικό: εδώ
Διαβάστε περισσότερες συνεντεύξεις: εδώ