Η ψυχολόγος Έλενα Πανάγου καλεσμένη μας στο yourearticles.com να μας μιλήσει για τον χώρο της ψυχολογίας.
-Τι σε ώθησε να επιλέξεις την Κλινική Ψυχολογία ως αντικείμενο σπουδών και επαγγελματικής σταδιοδρομίας;
Λοιπόν, αρχικά να αναφέρω ότι σαν ψυχολόγος έχω γνώση όλων των κλάδων της επιστήμης μου, όπως για παράδειγμα η κλινική ψυχολογία, η κοινωνική ψυχολογία, η συμβουλευτική, η θετική, η αναπτυξιακή κλπ. Όντας ένας άνθρωπος της εξέλιξης τώρα, του πνεύματος και των γραμμάτων, στο κομμάτι της επιστήμης και της δουλειάς μου, στόχευα εξ αρχής να έχω μια ολιστική γνώση, μια ολιστική εικόνα και κατάρτιση, εστιάζοντας όμως πιο συγκεκριμένα στην κλινική ψυχολογία, καθώς σαν αντικείμενο με ενδιέφερε περισσότερο, ειδικά σε επίπεδο μεταπτυχιακών σπουδών. Τώρα, έτσι, να απαντήσω πιο συγκεκριμένα, η επιλογή μεταπτυχιακών σπουδών στην κλινική ψυχολογία δεν στηρίχθηκε, θα έλεγα, απλώς σε ακαδημαϊκά ή επαγγελματικά κριτήρια, αλλά πρωτίστως, στ’ ενδιαφέρον μου, να δουλέψω με κλινικές μελέτες, τόσο σε κλινικά πλαίσια, όσο και σε ερευνητικά. Δεδομένου του γεγονότος ότι είμαι ένας άνθρωπος με εξαιρετικά ανεπτυγμένη επιθυμία ενασχόλησης με την μελέτη του ανθρώπινου νου, της ανθρώπινης συμπεριφοράς και, γενικότερα, της όλης διαδικασίας των ψυχολογικών διεργασιών, δηλαδή, που διαμορφώνουν τον χαρακτήρα μας, την προσωπικότητά μας και, γενικότερα, την ιδιοσυγκρασία μας, με ενδιαφέρε να ειδικευτώ σε κάτι πολύ πιο ειδικό, όπως η κλινική ψυχολογία, καθώς σαν κλάδο τον θεωρώ από τους σημαντικότερους και θα έλεγα και τους πολλά υποσχόμενους.
-Ποιο θεωρείς ότι ήταν το πιο καθοριστικό μάθημα ή εμπειρία κατά τη διάρκεια των μεταπτυχιακών σου σπουδών;
Θεωρώ πως ένα από τα σημαντικότερα μαθήματα που μπορείς να χαρακτηρίσεις ως καθοριστικό σε ένα πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών είναι η ίδια η πρακτική εκπαίδευση και η πρακτική άσκηση. Επειδή γνωρίζουμε όλοι τη χρησιμότητα που έχει η πρακτική εφαρμογή της γνώσης και κατ’ επέκταση η πρακτική εκπαίδευση. Ειδικά στην ψυχοθεραπεία εννοείται, που κάθε συνάδελφος, ψυχολόγος, ψυχίατρος ή ψυχοθεραπευτής οφείλει να έχει μια χρονική κατάρτιση, εκπαίδευση, πρακτική, γιατί δεν μπορείς να προχωρήσεις αλλιώς μόνο με τη θεωρία. Να σημειωθεί εδώ ότι ναι μεν είναι αναγκαία η κατάρτιση θεωρητικής γνώσης, αλλά πιστεύω πως η εφαρμογή της στο πεδίο, δηλαδή σε πραγματικά περιβάλλοντα, σε ανάληψη πραγματικών περιστατικών θεραπευόμενων, που καλεί να κάνεις διάγνωση, να προτείνεις την κατάλληλη ψυχοθεραπευτική προσέγγιση, εκεί αυτό σίγουρα αποτελεί μια πρόκληση και θεωρώ ότι είναι από τα σημαντικότερα μαθήματα που μπορεί κάποιος να αποκτήσει από το κομμάτι αυτό. Προσωπικά, μέσα από αυτή τη διαδικασία, έμαθα πέραν από το να αναγνωρίζω τις δυσκολίες που μπορεί να αντιμετωπίζουν οι θεραπευόμενοι, έμαθα να διαχειρίζομαι ακόμα καλύτερα και τις δικές μου αντιδράσεις και τη δική μου παρουσία προς όλο αυτό που μπορεί να αντιμετωπίζω ή να συναντώ κάθε φορά εγκάς στον θεραπευόμενο, οπότε είναι μια διαδικασία που πιστεύω πως απαιτεί διαρκή δουλειά με τον εαυτό μας, αυτογνωσία, ενσυναίσθηση και εξέλιξη τόσο στο επάγγελμα όσο και σαν άνθρωπος.
-Υπάρχει κάποιος καθηγητής ή επόπτης που επηρέασε σημαντικά τον τρόπο που βλέπεις την ψυχοθεραπεία;
Ως προς αυτήν, ανέκαθεν ήμουν άνθρωπος στο ακαδημαϊκό χώρο δεδομένων των πτυχίων και δύο μεταπτυχιακών, προφανώς και είχα μέντορες, και όχι έναν μάλιστα. Εξακολουθώ με κάποιους από αυτούς να συνεργάζομαι ακόμα και είμαι ευγνώμων γι’ αυτό. Τους ευχαριστώ και τους τιμώ για όλα όσα έχουν κάνει και για το πόσο έχουν συμβάλλει στη μέχρι τώρα εξελίξη μου. Σίγουρα κάποιοι έχουν ξεχωρίσει. Δύο-τρία άτομα έχουν ξεχωρίσει. Συγκεκριτικά με τέσσερις-πέντε που μπορεί, ενδεχομένως, να είχα στην δεκαετή πλέον πορεία μου στο πανεπιστήμιο, έχοντας περάσει από τρία-τέσσερα πανεπιστήμια. Αλλά θεωρώ ότι το βασικό που μπορεί να δώσει ένας μέντορας είναι το όραμα. Δηλαδή, το πρότυπο του να αποτελέσει όραμα για εσένα, όραμα για να εξελιχθείς, για να του μοιάσεις, για να τον ξεπεράσεις, για να δεις το παράδειγμα του ως αφορμή για να καταφέρεις και εσύ τα ίδια. Και θεωρώ ότι αυτό τόσο η μέντορες μου όσο και εγώ ως άνθρωπος που τους μελετώ, τους συναναστρέφομαι ακόμα, συνεργάζομαι μαζί τους και λοιπά, ότι έχω καταφέρει σε πολύ μεγάλο βαθμό να τους μοιάζω και να γίνομαι όσο καλύτερη γίνεται.
-Ποιες ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις βρίσκεις πιο αποτελεσματικές και γιατί;
Αναφορικά με αυτή την ερώτηση έχω να σχολιάσω πάρα πολλά. Ωστόσο, για να είμαι όσο πιο κατατοπιστική γίνεται, θα σου πω το εξής. Αυτό εξαρτάται καθαρά από τον εκάστοτε θεραπευόμενο και τις ανάγκες του. Για παράδειγμα, έρχεται στο γραφείο ένας θεραπευόμενος ο οποίος έχει έτοιμα να διαχειριστεί μια βραχεία κατάσταση φερ ειπείν πώς μπορώ να διαχειριστώ ένα εξουθωνατικό εργασιακό περιβάλλον με έναν τοξικό ενδεχομένως εργοδότη κλπ. Η ανάγκη του, λοιπόν, είναι να επιληφθεί το συγκεκριμένο ζήτημα άμεσα. Ένα άλλο παράδειγμα είναι ένα πολύ κλασικό παράδειγμα ενός θεραπευόμενου που έχει ένα ή πολλαπλά τραύματα και το αίτημά του είναι να μάθει και να κατανοεί καλύτερα τον εαυτό του σε βάθος χρόνου, να εντοπίζει και να σταματά να επαναλαμβάνει δηλαδή λειτουργικά μοτίβα στη ζωή του, στις σχέσεις του κλπ. Επομένως, εκ πρώτης, με δύο απλά παραδείγματα, έχουμε να κάνουμε μια διαφορά. Στην πρώτη περίπτωση υπάρχει μια βραχεία κατάσταση που κάποιος έχει ανάγκη να αντιμετωπιστεί άμεσα. Στη δεύτερη περίπτωση, υπάρχει μια μακροχρόνια κατάσταση που έχει να κάνει με τα χρόνια πριν τη τωρινή ζωή του ανθρώπου. Οπότε, για κάθε ένα περιστατικό, σίγουρα προτείνεται διαφορετική προσέγγιση. Δηλαδή, κάθε περιστατικό απαιτεί διαφορετική διαχείριση και σίγουρα κάθε προσέγγιση δεν είναι κατάλληλη για οποιαδήποτε ψυχική κατάσταση ή διαταραχή. Σαν Έλενα τώρα προσωπικά, τάσσομαι κυρίως υπέρ της ψυχοδυναμικής προσέγγισης, καθώς θα μπορούσες να πεις ότι είμαι και Φροϋδική, διότι πιστεύω ότι σε βάθος χρόνου συμβάλλει πάρα πολύ στο να έρθει κάποιος σε επαφή με τον εαυτό του, με τον ιστορικό του κόσμο, να κατανοήσει πράγματα, αρχέτυπα, στιγμές, εμπειρίες, αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας και πώς αυτά έχουν επηρεάσει τον εαυτό του στο τώρα, στις σχέσεις του με τους άλλους, στις ερωτικές του σχέσεις, κλπ. Οπότε, σε βάθος χρόνου, τη θεωρώ από τις αποτελεσματικότερες θεραπευτικές προσεγγίσεις. Ως προς αυτό, μπορούμε να πούμε ότι το ψυχοδυναμικό ψυχοθεραπευτικό μοντέλο αποτελεί μία ομπρέλα επιμέρους προσεγγίσεων, εκ των οποίων είναι η ψυχανάλυση, που είναι από τις γνωστότερες του συγκεκριμένου μοντέλου. Αν με ρωτάς, λοιπόν, αν η πιο αποτελεσματική για όλο το φάσμα της ψυχοπαθολογίας είναι η ψυχοδυναμική προσέγγιση, θα σου πω πως έγκειται στον χρόνο που θέλει να επενδύσει ο κάθε θεραπευόμενος στο θεραπευτικό του ταξίδι. Γιατί μία κατάσταση ρουτίνας, για παράδειγμα, η διαχείριση του θυμού, η διαχείριση του άγχους, η διαχείριση κρίσεων πανικού ή κρίσεων άγχους, που υπάρχει σε μεγάλο χρονικό διάστημα σε κάποιους ανθρώπους ή σε κάποιους άλλους που αντιμετωπίζουν σε σύντομες χρονικές περιόδους, για κάτι τέτοιο μπορούμε να προτείνουμε την CBT, που είναι η λεγόμενη γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία. Αλλά για ζητήματα που απαιτούν περισσότερες συνεδρίες και που απαιτούν εις βάθος κατανόηση και αντίληψη του τι συμβαίνει βαθιά μέσα μας από τα παιδικά μας χρόνια, θα πρότεινα την ψυχοδυναμική.
-Πιστεύεις ότι η ψυχοθεραπεία χρειάζεται να εξελιχθεί με την πάροδο του χρόνου και αν ναι, προς ποια κατεύθυνση;
Ναι, λοιπόν, θεωρώ πως η ψυχοθεραπεία εξελίσσεται διαρκώς. Κάτι που βλέπουμε και μέσω της ενσωμάτωσης των τεχνολογιών, μεθόδων όπως οι διαδικτυακές συνεδρίες, οι ψηφιακές πλατφόρμες, οι διαδικτυακές συνεδρίες ψυχικής υγείας, οι προσπάθειες χρήσης της τεχνητής νοημοσύνης και πολλά άλλα. Μάλιστα, ως προς τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης, θεωρώ πως υπάρχουν πολλά πράγματα που αξίζουν να αναφερθούν ως προς τη συγκεκριμένη ερώτηση. Αλλά, προς το παρόν, επιφυλάσσομαι, καθώς δουλεύω πάνω σε μία έρευνα σχετικά με την τεχνητή νοημοσύνη στην υγεία. Θα είναι διαθέσιμη από το φθινόπωρο του τρέχοντος έτους, οπότε θα επανέλθω με κάτι πιο συγκεκριμένος προς αυτό. Τώρα, όσον αφορά μία πιο ουσιαστική τοποθέτηση, δηλαδή σε πιο ουσιαστικό επίπεδο, θεωρώ ότι η ψυχοθεραπεία χρειάζεται τη λειτουργική εξέλιξη, τόσο ως προς την κατανόηση των ανθρώπινων ψυχών, όσο και ως προς τις μεθόδους που χρησιμοποιούμε. Ευρύτερα, δηλαδή, απαιτείται μια ουσιαστική προσέγγιση, πιστεύω, και εξέλιξη, εννοείται, της διαδικασίας, με εστίαση στη διαπολιτισμική ευαισθησία, εννοείται, και την εξατομικευμένη φροντίδα, με απώτερο σκοπό, την ικανοποίηση του αιτήματος του κάθε θεραπευόμενου και τις βελτιώσεις φυσικά της ποιότητας ζωής του.
-Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει ένας νέος ψυχολόγος όταν ξεκινά την επαγγελματική του πορεία;
Πιστεύω πως η μετάβαση από την θεωρία στην πράξη ίσως είναι από τις μεγαλύτερες. Αν όχι η μεγαλύτερη πρόκληση που μπορεί να αντιμετωπίσει ένας νέος ψυχολόγος κατά την έναρξη της επαγγελματικής του πορείας. Καθώς κάθε νέος ψυχολόγος γενικότερα θέλει να γίνει κατευθείαν ο τέλειος θεραπευτής. Κάτι που, πρακτικά, είναι αντικειμενικά μη ρεαλιστικό. Σίγουρα, ο κάθε συνάδελφος, ξεκινώντας την επαγγελματική του πορεία, θέλει να είναι αποτελεσματικός θεραπευτής, να βοηθάει τον θεραπευόμενο του, να του προσφέρει λύσεις, ουσιαστικά, μέσω από την ανάδειξη των δυνάμεων και των ικανοτήτων του κάθε θεραπευόμενου. Αλλά η πρωταθλητική σημασία, κατά τη γνώμη μου, είναι στον έννοια κάποιος καλός θεραπευτής, με ενσυναίσθηση, με ενεργητική ακρόαση, καμία επικριτικότητα και προκατάληψη απέναντι στον θεραπευόμενο και με ισχυρή επιθυμία και κίνητρο για βοήθεια και για προσφορά στους ανθρώπους που τον εμπιστεύονται. Γενικότερα, η θεραπευτική διαδικασία είναι ένας συνεχής δρόμος, μία συνεχής πορεία μάθησης και προσαρμογής, που φυσικά ο καθένας μας θέλει να είναι ο τέλειος. Αλλά εξ αρχής, με μικρά και σταθερά βήματα, μπορούμε να βελτιώνουμε τον εαυτό μας όσο περισσότερο γίνεται και για την αποτελεσματικότητα δική μας, αλλά κυρίως και τους ανθρώπους που μας εμπιστεύονται και ψυχή τους.
–Πώς ήταν η μετάβαση από τη θεωρία στην πράξη; Υπήρξαν εκπλήξεις ή δυσκολίες που δεν περίμενες;
Προσωπικά για μένα δεν θα έλεγα ότι ήταν το πιο δύσκολο κομμάτι. Το ακούω από συναδέλφους ότι είναι όντως το πιο δύσκολο κομμάτι. Εγώ, σαν Έλενα, θεωρώ ότι είναι ίσως από τις μεγαλύτερες προκλήσεις γενικά. Προσωπικά δεν το αντιμετώπισα τόσο σαν πρόκληση. Αντιθέτως, το αντιμετώπισα με μεγάλο ενδιαφέρον. Δηλαδή τη μετάβαση από τη θεωρία στην πράξη. Σίγουρα αυτή η μετάβαση είναι απαιτητική, διότι μιλάμε για ανθρώπινες ψυχές και προφανώς υπάρχει πολύ μεγάλη ευθύνη όταν είσαι ψυχολόγος. Πώς θα φερθείς, πώς θα σταθείς και πώς θα στηθείς απέναντι στον άνθρωπο που έρχεται να σου ανοίξει την ψυχή του και να σου μοιραστεί τον εσωτερικό του κόσμο. Πραγματικά μπορώ να τονίσω ότι έχει μεγάλη διαφορά το να μελετάμε κάποια περιστατικά θεωρητικά ή το να επεξεργαζόμαστε θεωριές από το να εφαρμόζουμε στην πράξη όσα έχουμε μάθει, από το να εφαρμόζουμε στην πράξη κατάλληλες μεθόδους και από το να είμαστε σε θέση να κρίνουμε και να επιλέξουμε ποια είναι η κατάλληλη παρέμβαση, προσέγγιση αναλόγως με τα αιτήματα και τις ανάγκες του κάθε θεραπευόμενου. Διότι, όπως προαναφέρθηκε, κάθε θεραπευόμενος έχει τις δικές του ανάγκες, είναι διαφορετική η προσωπικότητα ο καθένας, οπότε κάτι που μπορεί σε κάποιον να είναι αποτελεσματικό σε κάποιον άλλο μπορεί να μην είναι. Επομένως, αυτό που πιστεύω ότι είναι άξιο επισήμανσης είναι η σημασία που έχει ο ανθρώπινος παράγοντας στη θεραπευτική διαδικασία. Δηλαδή, ο κάθε άνθρωπος είναι ξεχωριστός. Επομένως, αυτό, η μοναδικότητα του κάθε ανθρώπου, σίγουρα αποτελεί μια πρόκληση σε κάθε συνάδελφο, θεωρώ, ως προς τη διαχείριση της κατάστασης του και την πορεία προς την επίλυση του προβληματος του, που φυσικά δεν θα επιλύσουμε εμείς το πρόβλημα, δεν θα δώσουμε εμείς τη λύση ότι πρέπει να κάνεις αυτό. Ο ρόλος ψυχολόγου δεν είναι να δίνει λύσεις, όπως έτσι λανθασμένα μπορεί κάποιοι να πιστεύουν, αλλά ο ρόλος μας είναι να βοηθάμε τους ανθρώπους, να βρουν τη δύναμη που κρύβεται μέσα τους, να εντοπίσουν τα δυνατά τους σημεία, να αντιληφθούν τα αδύναμα τους σημεία, από αυτά να πάρουν δύναμη για να βελτιωθούν και να βρουν τη λύση και την πορεία τους, στηριζόμενοι στον εαυτό τους. Ένας σωστός ψυχολόγος, θεωρώ, δεν πρέπει να φέρεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να τον έχει ανάγκη ο θεραπευόμενος. Σκοπός είναι να ενδυναμώσουμε τους ανθρώπους, που έρχονται σε μας, να τους κάνουν να πιστέψουν στον εαυτό τους, παρά να μας έχουν ανάγκη. Οπότε, σιγά-σιγά, βήμα-βήμα, όλα μπορούν να γίνουν.
-Σε ποιον τομέα της ψυχολογίας θα ήθελες να ειδικευτείς περισσότερο στο μέλλον;
Λοιπόν, ήδη εξειδικεύομαι στην κλινική ψυχολογία, σε ακαδημαϊκό κομμάτι, οπότε θα με ενδιαφέρει ερευνητικά και κλινικά να εντρυφήσω ακόμα περισσότερο. Αλλά έτσι μεταγενέστερα θα με ενδιαφέρει επίσης να εντρυφήσω και στην κοινωνική ψυχολογία και κυρίως σε τομείς όπως η ψυχική ανθεκτικότητα, η ψυχολογική ευημερία και γενικότερα η καλλιέργεια των παραπάνω μέσα από συγκεκριμένες παραμέτρους.
-Ποια είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση που έχεις αποκομίσει μέχρι στιγμής από τη δουλειά σου;
Θεωρώ ότι η μεγαλύτερη ικανοποίηση που μπορεί κάθε ψυχολόγος να αποκομίζει από τη δουλειά του, τόσο από το θεωρητικό του κομμάτι όσο και από το πρακτικό, είναι ότι ουσιαστικά μέσα από την εφαρμοσμένη γνώση και την έρευνα μπορείς να συμβάλλεις στη βελτίωση της ψυχικής υγείας γενικά. Προσωπικά θεωρώ ότι η επίγνωσή μου αναφορικά με την εφαρμοσμένη γνώση και την έρευνα μου πάνω σε όλο το κομμάτι αυτό, μου δίνει τη δυνατότητα να συμβάλλω στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ανθρώπων και κατ’ επέκταση όπως προαναφέρθηκε στη βελτίωση της ευρύτερης ψυχικής υγείας. Είναι και τόσο σημαντικό να βλέπεις ανθρώπους να αρχίζουν να πιστεύουν στον εαυτό τους, να αισθάνονται δυνατοί, να πατάνε γερά στα πόδια τους και να ξέρεις ότι κάπως έχεις συμβάλλει σε αυτό. Περισσότερο, δηλαδή, στο να τους εμπνεύσεις, να μην τα παρατήσουν, να μην το βάλουν κάτω, να σηκωθούν από τις στάχτες ενδεχομένως, μεταφορικά που μπορεί οποιοσδήποτε να έχει ζήσει πολύ άσχημα και πολύ δύσκολα γεγονότα στη ζωή του, οπότε είναι μια πολύ μεγάλη υφική ικανοποίηση να είσαι εκεί και να συμβάλεις σε όλο αυτό.
-Πιστεύεις ότι η κοινωνία σήμερα είναι πιο δεκτική στη θεραπεία και τη ψυχική υγεία ή εξακολουθούν να υπάρχουν ταμπού;
Συγκριτικά με το παρελθόν, σίγουρα υπάρχει μεγαλύτερη αποδοχή της θεραπευτικής διαδικασίας και γενικότερα βλέπουμε ότι όλο και περισσότεροι αποφασίζουν να προχωρήσουν με την ψυχοθεραπεία. Προφανώς όμως, τα στερεότυπα και τα ταμπού παραμένουν. Πολύ λανθασμένα θεωρώ. Όχι επειδή είμαι του χώρου, απλώς επειδή πιστεύω ότι είναι μια επένδυση στον εαυτό η ψυχοθεραπεία. Ακόμα και απ’ το πιο μικρό και απ’ το πιο απλό πράγμα που μπορεί να θεωρήσει κάποιος ότι δεν μπορεί να εξελιχθεί σε κάτι σοβαρότερο ή από μια απλή ένδειξη ότι κάτι δεν πάει καλά στη ζωή του, θεωρώ ότι είναι πολύ χρήσιμο να ακολουθήσει την κατεύθυνση της ψυχοθεραπείας και αυτή μου η άποψη και η οπτική θεωρώ ότι την υποστηρίζει πάρα πολλοί κόσμο. Οι δεδομένες της αύξησης διαρκώς της ροπής παύλα κλίσης προς την ψυχοθεραπευτική διαδικασία είναι ξεκάθαρα μεγαλύτεροι. Η αποδοχή του κόσμου και η πορεία, η κατεύθυνση του κόσμου προς το θεραπευτικό ταξίδι να το θέσω έτσι και ο σκοπός είναι κάπως να καταρριφθούν και να μειωθούν όσο περισσότερο γίνονται τα ταμπού γιατί προφανώς και δεν είναι ταμπού κάποιος να επισκεφτεί με ψυχολόγο, προφανώς και δεν είναι ταμπού κάποιος να θέλει να βοηθήσει τον εαυτό του και επειδή κανείς δεν είναι τέλειος γι’ αυτό υπάρχουν και οι άνθρωποι που είναι καταρτισμένοι, εκπαιδευμένοι να μπορέσουν να σταθούν όσο καλύτερα γίνεται στους ανθρώπους που χρειάζονται βοήθεια.
-Με τις σύγχρονες προκλήσεις, όπως η πανδημία, τα social media και η εργασιακή εξουθένωση, τι συμβουλή θα έδινες στους ανθρώπους που αισθάνονται ψυχικά εξαντλημένοι;
Λόγω των ποικίλων συνθηκών που λαμβάνουν χώρα στην εποχή μας, θεωρώ ότι όταν κάποιος αρχίσει να έχει την υπόνοια ή το βλέπει και το νιώθει ότι αρχίζει να εξαντλείται ψυχικά ή πνευματικά, που το βλέπουμε πολύ συνδυαστικά με την ψυχική εξασθένηση, θεωρώ ότι το σημαντικότερο σε αυτό το σημείο είναι να δώσει προτεραιότητα στην αυτοφροντίδα, δηλαδή στην φροντίδα του εαυτού του και το αμέσως επόμενο βήμα, μάλλον, είναι να ζητήσει υποστήριξη. Είτε μέσω της ψυχοθεραπείας, είτε μέσα από το περιβάλλον του. Καθώς βλέπουμε ότι δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι την οικονομική δυνατότητα και προφανώς ο καθένας μας, κάθε συνάδελφος και σωστό, όχι επαγγελματίας αλλά πάνω απ’ όλα κάθε άνθρωπος, που είναι άνθρωπος πάνω απ’ όλα κοιτάει να λάβει υπόψη και αυτό το παράγοντα, ώστε να δώσουμε την ευκαιρία ακόμη και στους ανθρώπους που δυσκολεύονται πολύ να δώσουμε την ευκαιρία να μπορέσουν να έρθουν σε εμάς είτε με ελάχιστο κόστος, είτε με μηδενικό ανάλογο στην περίπτωση. Σας ήθελα να πω ότι δεν υπάρχει δικαιολογία για κάποιον που θέλει πραγματικά να βοηθήσει τον εαυτό του να μη γίνει. Είναι πολύ σημαντικό ο καθένας, όταν αντιλαμβάνεται ότι κάτι στη ζωή του δεν πηγαίνει καλά ή δεν μπορεί να διευχιστεί τον εαυτό του και τα συναισθήματά του ή οτιδήποτε συμβαίνει γύρω του, να ζητήσει υποστήριξη. Ξεκάθαρα και φυσικά την υποστήριξη αυτή μπορεί να την αναζητήσει στο κοντινό του περιβάλλον, στους φίλους του, στην οικογένειά του.
-Τι θα έλεγες σε κάποιον που σκέφτεται να ξεκινήσει ψυχοθεραπεία αλλά διστάζει;
Θα έλεγα ότι η ψυχοθεραπεία είναι μια πολύ ασφαλής διαδικασία. Μια διαδικασία απογνωσίας, μια διαδικασία επίγνωσης, μια διαδικασία που κάθε άλλο παρά αδυναμία δεν υποδηλώνει. Αντίθετος, είναι μια έτσι πράξη, θεωρώ ένα δώρο προς τον εαυτό του καθενός, μια πράξη δύναμης. Η ψυχοθεραπεία μπορεί να σε βοηθήσει να κατανοήσεις τον εαυτό σου, να κατανοήσεις τη σκέψη σου, τα συναισθήματά σου, να τα διαχειριστείς, να τα αντιπαραβάλεις, να κατανοήσεις καλύτερα τους γύρους σου, να βελτιώσεις τον εαυτό σου, συνθήκες, να το κομμάτιζεις λυπρικές, τη ζωή σου, στάσεις, συμπεριφορές. Γενικότερα, δεν είναι αδυναμία. Δεν είναι ένδειξη αδυναμίας, είναι ένδειξη δύναμης και καλά ό,τι ανδήποτε το σκέφτεται αλλά διστάζει, να μην διστάσει άλλο και να το πραγματοποιήσει, γιατί πραγματικά όσοι άνθρωποι το τόλμησαν, όσοι άνθρωποι προχώρησαν στο ταξίδι αυτό, βγήκαν κερδισμένοι, ξεκάθαρα. Μπορεί, έτσι να τονίσουμε και αυτό, μπορεί κάποιος να αισθανθεί άβολα κατά τη θεραπευτική διαδικασία, γιατί ενδεχομένως, όπως και τις περισσότερες φορές συμβαίνει, να αναδειχθούν πράγματα που μπορεί να τον έχουν πληγώσει στο παρελθόν, πράγματα που μπορεί να μην φανταζόταν ότι του συνέβαιναν ή ότι δεν τον είχαν επηρεάσει τόσο. Παρ’ όλα αυτά είναι όλα μέσα στη διαδικασία και γίνονται όλα με απώτερο σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας ζωής του ανθρώπου, τη βελτίωση των συνηθειών του για το δικό του μέγιστο καλό και γενικότερα θεωρώ ότι είναι μια επένδυση για την ψυχή μας, τη ζωή μας και την πορεία μας.
-Σε ευχαριστούμε πολύ Έλενα για την αναλυτική σου οπτική σε ερωτήματα που τέθηκαν από το κοινό μας, από τα μέλη της ομάδας αρθρογραφίας καθώς και από εμένα.
Εγώ σας ευχαριστώ πολύ για την ευκαιρία που μου δώσατε να αναδείξω τόσο σημαντικά ζητήματα καθώς και την φιλοξενία στο site σας! Να είστε πάντα καλά!
Έλενα Πανάγου στο Facebook: εδώ
Έλενα Πανάγου στο Instagram: εδώ
Διαβάστε περισσότερες συνεντεύξεις: εδώ