Τζώννυ Βαβούρας: «Η σημερινή ελληνική μουσική είναι κατεστραμμένη από την απληστία»

Ο Τζώννυ Βαβούρας είναι ένας και μοναδικός. Πολυσχιδής και πολυπράγμων, έχει διαγράψει μια  μοναδική καλλιτεχνική διαδρομή. Μιλήσαμε για πολλά. Από τα παιδικά χρόνια στο Οχάιο και τη  σύσταση του μακροβιότερου ροκ συγκροτήματος, της Vavoura Band, μέχρι τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Τζίμη Πανούση και τον Νίκο Ζερβό.  Με μεγάλη χαρά τον φιλοξενώ στο yourearticles.

-Γεννήθηκες στο Οχάιο της Αμερικής. Οι μνήμες της παιδικής σου ηλικίας;

Αχνές αλλά καλές. Τα πρώτα επτά χρόνια έζησα εκεί. Μέναμε σε μια μικρή κωμόπολη, στη Νέα Φιλαδέλφεια του Οχάιο. Πήγα νηπιαγωγείο και 1η δημοτικού σε αμερικάνικο σχολείο αλλά έμαθα τα ελληνικά από τους μετανάστες γονείς μου. Θυμάμαι έντονα να πέφτει πολύ χιόνι τον χειμώνα. Ο πατέρας μου είχε ένα εστιατόριο και η μητέρα μου τον βοηθούσε. Στο εστιατόριο υπήρχε ένα juke box από το οποίο εγώ αγάπησα το rock n roll. Βεβαίως, δεν μπορώ να ξεχάσω το αυτοκίνητο του πατέρα μου, ένα Ford Fairlane του 58 σε κόκκινο και άσπρο χρώμα.

-Η πιο ισχυρή ανάμνηση;

Θυμάμαι την αλληλεγγύη και το δέσιμο εμάς των Ελλήνων που μέναμε σε μια ξένη χώρα. Αν κάποιος είχε ανάγκη, όλοι έτρεχαν να βοηθήσουν. Μαζευόμαστε συχνά, κάναμε πάρτι και χοροεσπερίδες. Καμία σχέση με τους ομοεθνείς μας εδώ!

-Βίωσες  αλλαγή όταν ήρθες στην Ελλάδα για πρώτη φορά;

Ήταν το 1962 όταν γυρίσαμε οικογενειακώς. Πήγα σε ελληνικό σχολείο και μάλιστα στο Παρθεναγωγείο Μακρή που ήταν μεικτό στο δημοτικό. Για τα παιδιά ήμουν το Αμερικανάκι.

– Το 1972 γύρισες πάλι στην Αμερική για σπουδές. Είδες με άλλο μάτι τους Αμερικάνους;

Δεν είδα αυτό το περιβόητο αμερικάνικο όνειρο. Είδα μια παρακμή, μια τρελή κατρακύλα, μια στροφή της κοινωνίας σε ναρκωτικά και καταχρήσεις και μια εκκολαπτόμενη βία. Μια καταρράκωση των αξιών και των ηθών η οποία τώρα έχει έρθει και στην Ελλάδα με όλα αυτά που γίνονται με την εγκληματικότητα και την παραβατικότητα των νέων. Τα νέα παιδιά δεν έχουν επικοινωνία με το περιβάλλον, είναι χωμένα μέσα σε ένα κινητό και οτιδήποτε προβάλλεται και έχει αντίκτυπο σε αυτά, έχει σαν συστατικό στοιχείο την βία. Οπότε, η βία νομίζουν ότι είναι  φυσικό και λογικό να συμβαίνει.

-Ο λόγος που επέστρεψες μόνιμα στην Ελλάδα;

Στην Αμερική είχα μπλέξει με κρετίνους. Δεν μπορούσα να αντέξω τη νοοτροπία τους, αυτόν τον ακραίο συντηρητισμό άνευ λόγου. Πούλησα ότι είχα και δεν είχα και γύρισα πίσω με δυο βαλίτσες δίσκους, μια κιθάρα και τα φωτογραφικά μου εργαλεία.

-Τι έκανες με το που ήρθες;

Μόλις γύρισα στην Ελλάδα γνώρισα μέσω κάποιων φίλων στην Αγία Παρασκευή τους Αδερφούς Δρόλαπα. Δυο περιθωριακοί νέοι, έξω από την μέση καθημερινότητα και την στείρα λογική. Διαβασμένοι και με πλούτο γνώσεων. Στη συνέχεια, ασχολήθηκα ενεργά με την μουσική. Ίδρυσα τη Vavoura Band που φέτος κλείνει 48 χρόνια και με την οποία παίζουμε μέχρι σήμερα classic rock, hard rock, ethnic rock και πολλά original κομμάτια. Είναι το μακροβιότερο συγκρότημα εν ενεργεία. Επίσης, ίδρυσα τους Cadillacs, οι οποίοι φέτος κλείνουν 37 χρόνια συνεχούς παρουσίας στα μουσικά πράγματα και με τους οποίους παίζουμε rock n roll, swing, 50s και 60s κομμάτια.

-Ποια ήταν η γενικότερη κατάσταση στην Ελλάδα;

Στην Ελλάδα άρχισε να επικρατεί μια προοδευτικότητα αλλά στη συνέχεια αυτή η προοδευτικότητα συνδυάστηκε με μια αριστερίλα. Εγώ διαφωνούσα πάντοτε με αυτό το πάντρεμα, ποτέ δεν εντάχθηκα και ο ίδιος σε κάποιο κόμμα της αριστεράς. Και το πλήρωσα οικονομικά. Αντίθετα από κάποιους άλλους φίλους και συναδέλφους μου οι οποίοι και εντάχθηκαν σε κόμματα, και επιδοτήσεις έπαιρναν και έμεναν σε ακριβά σπίτια σε καλές περιοχές. Αριστεροί στη σκέψη, δεξιοί στη τσέπη.

-Ξέρω πως έχεις συνεργαστεί και με τον Μάνο Χατζιδάκι. Ήταν καίρια η γνωριμία σου μαζί του;

Είχα τη μεγάλη τύχη να συνεργαστώ μαζί του ως ηχολήπτης. Ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν ο πιο μάγκας από όλους. Είχε σκέψη, θέση, άποψη και δυο πράγματα που σήμερα έχουν εκλείψει, ήθος και φιλότιμο. Η τελευταία συνεργασία μου μαζί του  ήταν στο Ηρώδειο, στη συναυλία που οργάνωσε πάνω σε έργα του Νίνο Ρότα με την Ορχήστρα των Χρωμάτων. Εκεί, θαύμασα την αντοχή του και την υπομονή του  ως μαέστρος στις πρόβες. Την μεθοδικότητα και την παρατηρητικότητα του. Είχε μια απίστευτη ευαισθησία στη μουσική του.

-Με ποιους άλλους συνεργάστηκες;

Με τη Φλέρυ Νταντωνάκη  που γνώρισα μέσω του Χατζιδάκι συνεργαστήκαμε στους Αέρηδες στην Πλάκα, με την Μαρία Φαραντούρη και με τον Μίκη Θεοδωράκη γυρίσαμε τον κόσμο. Με τους ιστορικούς Socrates, τον Γιάννη Σπάθα, τον Νίκο Αντύπα και τον Αντώνη Τουρκογιώργη, οι οποίοι έχουν ξεχωριστή θέση στη καρδιά μου. Υπήρξαν ότι πιο όμορφο για το ελληνικό ροκ.

-Ξεχώριζες άλλες φυσιογνωμίες από το ροκ εκείνης της εποχής;

Τον Ηρακλή Τριανταφυλλίδη, ο οποίος ξεκίνησε με τους DNA και έπειτα συνέχισε με την Λερναία Ύδρα Τον Δημήτρη Πουλικάκο, οποίος έδωσε μοναδικές συναυλίες στο ΚΥΤΤΑΡΟ. Και εννοείται, τον Παύλο Σιδηρόπουλο. Ο Παύλος ήταν ένας γλυκύτατος άνθρωπος, πολύ ευαίσθητος, ο οποίος δεν ανήκε σε αυτό τον κόσμο.

-Το ελληνικό ροκ βρίσκεται σε κρίση. Τι το οδήγησε  στη κατάσταση που βρίσκεται;

Βρισκόμαστε στην Ελλάδα. Το να κάνεις ροκ στη χώρα αυτή είναι σαν να πουλάς παγάκια σε Εσκιμώους. Δεν έχουμε σοβαρό κοινό. Και το όποιο σοβαρό κοινό υπάρχει, είναι διαμελισμένο από εδώ και από εκεί. Επίσης, δεν υπάρχουν οι χώροι που υπήρχαν κάποτε για να υποστηρίζουν μεγάλες μπάντες. Υπάρχει βέβαια κάποια άνθιση στο αγγλόφωνο ροκ.

-Έχεις ασχοληθεί και με το ραδιόφωνο.

Ξεκίνησα κάνοντας πειρατικό ραδιόφωνο στην Αγία Παρασκευή στα  τέλη της δεκαετίας του 60 με αρχές της δεκαετίας του 70. Τη δεκαετία του 80 ο φίλος μου Νίκος “Nick Lybe” Λυμπερόπουλος έκανε μια εισήγηση και άρχισα να δουλεύω στον Αθήνα 9,84. Ήταν η εποχή που ο σταθμός είχε ακροαματικότητα 30 τοις εκατό, με σπουδαίους ραδιοφωνικούς παραγωγούς στο ενεργητικό του.

-Πώς κρίνεις  το σημερινό ραδιόφωνο;

Για πολλές κλωτσιές. Είναι αγορασμένα όλα τα ραδιόφωνα από μεγάλους ομίλους και έχουν τοποθετήσει συγκεκριμένους ανθρώπους να παίζουν τα ίδια και τα ίδια. Έχω σιχαθεί να ακούω Scorpions και REM. Αυτό δεν είναι πολυφωνικό ραδιόφωνο. Εγώ, όταν έπαιζα στον Αθήνα 9, 84 δεν υπήρχε μια φορά που να μου επιβάλλει κάποιος να παίξω το τάδε ή το δείνα κομμάτι. Έπαιζα ό,τι γούσταρα.

-Είσαι  καυστικός με τη σημερινή ελληνική μουσική.

Η σημερινή ελληνική μουσική είναι κατεστραμμένη από την απληστία αυτών που την κατασκευάζουν και από την ηλιθιότητα αυτών που την καταναλώνει. Υπάρχουν διάφοροι τύποι οι οποίοι ταΐζουν για δεκαετίες τον κόσμο σκατοτράγουδα, σκουπίδια κανονικά.  Τύποι που θέλουν να αποκαλούνται και συνθέτες από πάνω, ενώ γράφουν κάτι pop τραγουδάκια με μικρά σλόγκαν που λένε το ίδιο πράγμα στο ρεφρέν. Αυτοί δεν είναι συνθέτες. Συνθέτης ήταν ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μίμης Πλέσσας, ο Γιάννης Σπανός. Σκέψου τι περιέγραφε το Άγαλμα που τραγούδησε ο Γιάννης Πουλόπουλος ή  ο Τρελός που τραγούδησε ο Σταμάτης Κόκοτας. Είχαν μια ιστορία οι στίχοι, μια περιγραφή, ένα περιεχόμενο. Και φυσικά αυτό το σκηνικό που περιέγραψα επικρατεί και στο λεγόμενο έντεχνο

-Έχεις συνεργαστεί με πολλούς από το λεγόμενο έντεχνο.  Δε τους  γουστάρεις;

Εκεί επικρατεί πολλή δηθενιά. Έντεχνο είναι να αλλάξουμε την ενορχήστρωση αντικαθιστώντας το μπουζούκι και τον μπαγλαμά με ούτι και κανένα ιδιαίτερο τουμπερλέκι Πολύ πριν βγει αυτή η ηλίθια ορολογία, έντεχνο έκανε η Μαρίζα Κωχ, η Αρλέτα, ο Γιώργος Ρωμανός και ο Θανάσης Γκαιφύλλιας. Συγκρίνονται αυτές οι προσωπικότητες με τους λεγόμενους έντεχνους;  Δε γίνεται να τραγουδάς σε διάφορα φεστιβάλ και από πίσω να σε χρηματοδοτεί ένα κόμμα. Αυτό θεωρείται δοσοληψία. Δε θέλω να πω παραπάνω πράγματα.

-Η πόρτα του κινηματογράφου άνοιξε με τον Δημήτρη Αρβανίτη;

Σωστά. Αλλά όχι ως ηθοποιός. Ως συνθέτης. Μια φίλη μου, η Μάρω Ευσταθίου με γνώρισε στον Δημήτρη Αρβανίτη. Με το που αρχίσαμε να μιλάμε, μέσα σε δέκα λεπτά δέσαμε κατευθείαν. Τότε, ο Αρβανίτης ετοίμαζε μια μικρού μήκους ταινία για τη Σαντορίνη. Άκουσε τα ethnic κομμάτια που έγραφα με τον Γιάννη Δρόλαπα και μας πρότεινε να γράψουμε μουσική για την ταινία. Η ταινία έφτασε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης όπου κέρδισε δυο Βραβεία. Διευθυντής  του Φεστιβάλ  Θεσσαλονίκης ήταν ο  συνθέτης Κυριάκος Σφέτσας  και ο οποίος μου είχε πει επί λέξει: «Λυπάμαι που δεν υπάρχει Βραβείο Μουσικής για ταινία μικρού μήκους. Θα το είχατε πάρει παιδιά». Τότε, είμαστε μόλις 25 χρονών. Μετά από χρόνια βέβαια,  συνεργάστηκα ξανά  με τον Δημήτρη Αρβανίτη στο Αθώος ή Ένοχος: Υπόθεση Παγκρατίδη, όπου έγραψα πάλι με τον Γιάννη Δρόλαπα τη μουσική και πήγαμε και πάλι στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

-Σταθερή είναι η συνεργασία σου μέσα  στα χρόνια με τον Νίκο Ζερβό. Πως γνωριστήκατε;

Με τον Νίκο Ζερβό γνωρίστηκα λόγω του Τζίμη Πανούση. Επ’ ευκαιρία να σου πω πως αυτό που δεν γνωρίζουν πολλοί είναι ότι η Vavoura Band έβγαλε τον Τζίμη Πανούση. Συγκεκριμένα, μου τον σύστησε ο Βαγγέλης Βέκιος ο οποίος τον έφερε να παίζει κιθάρα και να ανοίγει το πρόγραμμα πριν από εμάς παίζοντας δικά του τραγούδια. Τον Ζερβό λοιπόν τον γνώρισα ένα βράδυ, τις μέρες του γινότανε το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης του 1981. Είχα πάει να φάω ένα σάντουιτς και καθώς περπατούσα έπεσα πάνω στον Τζίμη Πανούση, τον Δημήτρη Πουλικάκο και τον Νίκο Ζερβό. Μου τον σύστησε ο Τζίμης και τα βρήκαμε. Έπειτα, με έβαλε να παίξω όταν γύρισε  το δεύτερο φινάλε του Σουβλίστε Τους. Από τότε, συμμετέχω όποτε μου το ζητήσει φιλικά και παρείστικα.

-Όπως στον Δράκουλα των Εξαρχείων.

Ναι, εκεί έπαιξα δίπλα στον Τζίμη Πανούση, τον Κωνσταντίνο Τζούμα, την Ισαβέλλα Μαυράκη και τον Βαγγέλη  Κοτρώνη. Από τότε, έχω παίξει σε όλες σχεδόν τις ταινίες του Νίκου Ζερβού. Τον αγαπάω. Ο Νίκος έχει βάλει το στίγμα του στον ελληνικό κινηματογράφο.

-Πρωτότυπη ήταν και η συνεργασία σας στα Κουφώματα.

Τα Κουφώματα ήταν πολύ μπροστά για την εποχή τους. Φάγαμε όμως μεγάλο πόλεμο από τα μίντια. Τα μικρά σκετσάκια  ήταν δικά μου. Ο Γιάννης Ζουγανέλης έγραφε τα πιο μακρόσυρτα. Δέσαμε ωραία. Δυστυχώς, δεν συνέχισε λόγω των προσωπικών  λόγων που είχε ο Γιάννης.

-Αναφέρθηκες στον Τζίμη Πανούση. Λείπει σήμερα η ματιά του και ο σχολιασμός του;

Λείπει απίστευτα. Ειδικά τώρα τελευταία που έγιναν όλα αυτά   τα κωμικοτραγικά με τον ΣΥΡΙΖΑ και την ελληνική αχρηστερά. Θα είχε άπλετο υλικό να σατιρίσει.

-Πως σου ήρθε η ιδέα να κάνεις πάρτι στην αυλή του σπιτιού σου;

Πάντοτε έκανα περίεργα και τρελά πράγματα. Κάποια στιγμή, γεννήθηκε αυτή η ιδέα. Άρχισα να καλώ φίλους στο σπίτι 8 με 11 το βράδυ και να οργανώνω συναυλίες  με διάφορες μπάντες. Το 1986 μάλιστα, σε ένα live,  είχε έρθει να τραγουδήσει ο Λουκιανός Κηλαηδόνης και ο Κώστας Χαριτοδιπλωμένος.

-Σε κάποιο Live είχαν φωνάξει οι γείτονες την αστυνομία;

Ναι, όταν  είδα τους αστυνομικούς μέσα στον κήπο είπα από το μικρόφωνο: «Παιδιά! Ήρθαν να παίξουν και οι POLICE». Τους είχαν στείλει μια ώρα πριν την ώρα κοινής ησυχίας κάτι γελοίοι γείτονες επειδή ζήλευαν που μέσα στην ανούσια, βαρετή, ανιαρή, άχρωμη και αγάμητη ζωή τους κάποιος περνούσε καλά. Επειδή και εκείνοι δεν περνούσαν ποτέ  καλά ήθελαν να μην περνούν και οι άλλοι.

-Αυτό είναι μία από τις παθογένειες του Έλληνα;

Σαφέστατα. Και  αυτό συμβαίνει καθημερινά εκεί έξω. Είμαστε η χώρα των ρουφιάνων. Θέλουμε να πεθάνει η κατσίκα του γείτονα. Έτσι είμαστε και έτσι θα παραμείνουμε. Γίδια! Λέμε ότι είμαστε απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων. Τρίχες κατσαρές. Το μόνο κοινό που έχουμε με τους αρχαίους Έλληνες είναι πως γεωγραφικά κατοικούμε στο ίδιο σημείο. Τίποτα άλλο.

-Τι άλλο σε ενοχλεί εκεί έξω;

Πολλά. Τώρα τελευταία δεν μπορώ αυτή τη μόδα του  politically correctt. Η πολιτική ορθότητα έχει οδηγήσει την δημοκρατία σε φίμωση. Δεν μπορείς πια να εκφραστείς και να πεις τη γνώμη σου, σε κατακρίνουν με το παραμικρό.

-Είσαι μουσικός, τραγουδοποιός, ηθοποιός, performer, ηχολήπτης, ραδιοφωνικός παραγωγός και φωτογράφος. Ξεχωρίζεις κάποια ιδιότητα μέσα σου;

Είμαι απλά εκφραστής. Επικοινωνώ την ψυχή μου στον κόσμο. Οτιδήποτε και αν κάνω, θέλω να το κάνω καλά ώστε να το καταλαβαίνει ο κόσμος.

-Για πολλά χρόνια υπήρξες διευθυντής παραγωγής στην Happening Productions και την Half Note.  Ήταν ξεχωριστές οι εμπειρίες σου εκεί;

Υπήρξα ευλογημένος. Δούλεψα με τα μεγαλύτερα ονόματα της μουσικής. James Brown, Joe Cocker, Keith Jarrett, Chic Corea, Eric Clapton, Rory GallaGher, Iron Maiden, Tina Turner, Miles Davis, Sun Ra, Oregon, Leonard Cohen, Sting…

-Από όλους αυτούς ξεχώρισες κάποιους;

Τον Lemmy από τους Motorhead σαν έναν αυθεντικό αλήτη rocker με τον οποίο γυρνούσαμε για μια βδομάδα τα μπαράκια της Αθήνας. Τον  Rory Gallgher σαν έναν σεμνό και ευαίσθητο καλλιτέχνη. Τον Peter Hammill σαν έναν διανοούμενο  με τον οποίο είχα μια τρίωρη συνομιλία στην Ταβέρνα του Ψαρά στην Πλάκα. Και τέλος,  τον Leonard Cohen ως μοναδικό ποιητή.

-Τι άνθρωπος είναι ο Τζώννυ Βαβούρας;

Ένας συναισθηματικός, ευαίσθητος, ρομαντικός μαλάκας που εμπιστεύεται τον κόσμο.

-Έχεις μετανιώσει για κάτι;

Ναι, που δεν έκανα περισσότερα πράγματα από αυτά που ήθελα. Απλά δεν  μου φτάνει ο χρόνος.

-Αν γυρνούσες τον χρόνο πίσω υπάρχει κάτι που θα ήθελες να αλλάξεις;

Δεν θα άλλαζα τίποτα.

-Είχες μπλέξει ποτέ με ουσίες;

Όχι, ποτέ. Ούτε με ναρκωτικά ούτε με αλκοόλ. Και φαντάσου ότι έζησα σε εποχές που αυτά περνούσαν από μπροστά μου απλόχερα.  Απλά, εγώ ήμουν φύσει αισιόδοξος και σπιντάτος. Με έβλεπαν πάντα οι φίλοι και μου έλεγαν: «Καλά ρε εσύ τί έχεις πάρει και είσαι έτσι;»

-Ούτε λίγη θυμαρορίγανη;

Αν περνούσε από μπροστά μου τίποτα μυρωδάτο μπορεί να δοκίμαζα, αλλά χωρίς  συχνότητα. Δεν υπήρξα εξαρτημένος.

-Σε απασχολεί η νέα γενιά;

Απόλυτα.

-Και που βαδίζει;

Στον διάολο. Δυστυχώς η νέα γενιά με όλα αυτά τα gadgets που χρησιμοποιεί αλόγιστα βαδίζει σε επικίνδυνα μονοπάτια. Λείπει η αλληλεπίδραση και η κοινή λογική.

-Θα επηρεάσει τον άνθρωπο η τεχνητή νοημοσύνη;

Απόλυτα. Δεν με απασχολεί όμως τόσο ότι ανεβαίνει η τεχνητή νοημοσύνη αλλά ότι φθίνει η φυσική νοημοσύνη.

-Αν ναυαγούσες σε ένα ερημικό νησί τι αντικείμενο θα ήθελες να σε συντροφεύει;

Έναν μαγνητόφωνο και μια κιθάρα.

-Το καταφύγιο σου;

Η φύση. Η ισότιμη αγάπη μου για το βουνό και την θάλασσα.

-Ο μεγάλος σου φόβος;

Ότι κάποια στιγμή θα καταστραφούμε ως είδος. Εμείς και το φυσικό περιβάλλον.

-Πιστεύεις στον Θεό;

Προσωπικά δεν πιστεύω σε ένα μαγικό ον που κάνει ένα μπραφ και τα φτιάχνει όλα. Αν όμως το να πιστεύεις κάπου σε βοηθάει, σου δίνει δύναμη ή σε κάνει καλύτερο άνθρωπο χωρίς αυτό να γίνεται εις βάρος των άλλων τότε δεν έχω κανένα θέμα.

-Τα όνειρα σου για το μέλλον;

Να συνεχίζω να κάνω μουσική και να έχω την υγεία μου μέχρι το τέλος.

-Η συμβουλή που θα έδινες σε έναν νέο άνθρωπο;

Να γίνει minimal όσον αφορά την τεχνολογία  και να γυρίσει στη φύση.

-Τι σου έρχεται στο μυαλό όταν λες το όνομα Τζώννυ Βαβούρας;

Υπήρξα συνεπής προς τον εαυτό μου και προς τους άλλους.

-Τζώννυ σε ευχαριστώ πολύ για την επικοινωνία μας.

Εγώ σε ευχαριστώ man.

Συνέντευξη στον Χρήστο Ηλιόπουλο

Τζώννυ Βαβούρας – Βιογραφικό: εδώ

Διαβάστε περισσότερες συνεντεύξεις: εδώ

Αποτυχημένος φοιτητής Κοινωνικής Θεολογίας του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Αποτυχημένος φοιτητής Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών. Ερασιτέχνης ραδιοφωνικός παραγωγός και αρθρογράφος. Συλλέκτης βινυλίων, κόμικς και βιβλίων. Λάτρης της ινδικής κουζίνας και του κόκκινου κρασιού. Με το γράψιμο έχω μια ιδιαίτερη σχέση. Όταν γράφω θέλω η σκέψη που ξεκινάει από εμένα να ολοκληρώνεται από τον αναγνώστη...