Ο Γιάννης Μπότσης αποκλειστικά καλεσμένος στο your e-articles, για να γνωρίσουμε τον ίδιο και το νέο του μυθιστόρημα: «Μόνο οι εραστές αντέχουν το Παρίσι», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λιβάνης.
-Αρχικά θα θέλαμε να σας γνωρίσουμε, ποιος είστε όταν δεν γράφετε; Tι αγαπάτε, τι φοβάστε και τι έχετε χάσει στην ζωή;
Αγαπάω την αλήθεια, την Άννα, τα τρία ζώα μας, την τυχαία επικοινωνία με αγνώστους, σχεδόν κάθε είδος μουσικής, τους παραμυθάδες, το καλοκαίρι όσο καυτό και αν είναι, όσους έχουν δημιουργικό πάθος, να πηγαίνω σινεμά, την ανάγνωση βιβλίων που δεν αναμασούν, όσους αγκαλιάζουν σφιχτά.
Φοβάμαι την βία, το κάθε είδους ψέμα, τον μελλοντικό θάνατο όσων αγαπάω, το άδικο γύρω μου αλλά και μακριά, την κακή υγεία που μπορεί να επιμένει. Έχω χάσει κάποια πλάσματα που με γαλήνευαν, με καλυτέρευαν, μεγάλωναν την σιγουριά μου ότι όλα πάνε καλά. Ήταν άνθρωποι και ζώα αυτά τα πλάσματα.
-Ποια η αγαπημένη σας στιγμή μέσα στην μέρα, πώς χαλαρώνετε;
Όταν επιστρέφω αργά το απόγευμα από την εργασία μου και μένω «αγκαλιά» με την καλή μου! Είναι κάτι που το αποζητάω και με ισορροπεί. Επίσης με χαλαρώνει η jazz του ’50 και ξέρω το γιατί. Έχει ρυθμό, μια εγγενή ανεμελιά και κανένα βαρύ συναίσθημα!
-Ποιοι δημιουργοί αποτελούν έμπνευση για εσάς;
Όσοι έχουν προσωπικό στίγμα, σε οποιαδήποτε τέχνη και οποιαδήποτε εποχή. Η έμπνευση στην συγγραφή μπορεί να ενισχυθεί βλέποντας ένα πίνακα, μια φωτογραφία, μια αναπάντεχη ταινία, ακούγοντας ένα τραγούδι – έκπληξη, θαυμάζοντας μια χορεύτρια σε μια σκηνή ή και στον δρόμο. Στην λογοτεχνία όμως με εμπνέουν μόνο όσοι αφηγούνται ιστορίες με στυλ προσωπικό και την επίγνωση ότι το «περιττό» έχει την μεγαλύτερη αξία πολλές φορές!
-Διαβάζοντας το βιογραφικό σας βλέπουμε ότι έχετε γράψει ένα ακόμα μυθιστόρημα, σενάρια έξι τηλεοπτικών σειρών και διασκευάσει δύο θεατρικά έργα, όλα αυτά συγκλίνουν κάπου ή όχι; Όποιος μπορεί και γράφει, μπορεί να γράψει οτιδήποτε;
Έχω γράψει διαφορετικά είδη γιατί σπούδασα σκηνοθεσία και σενάριο. Μετά για χρόνια εργάστηκα και ως script editor. Με μια τέτοια προϋπόθεση σπουδών και εμπειρίας μπορείς να αντιμετωπίσεις ποικίλες τεχνικές αφήγησης και αυτά τα είδη είναι πολύ απαιτητικά. Οπότε δεν πιστεύω ότι όποιος γράφει μπορεί να το κάνει σε κάθε είδος, εκτός και αν έχει αποκτήσει ειδικότερες γνώσεις.
-Από που αντλείτε έμπνευση και πώς υλοποιείτε ένα κόνσεπτ φτάνοντας από την ιδέα στο χαρτί; Θα θέλαμε μερικά μυστικά μιας τέχνης που την κατέχετε.
Είναι μια διεργασία κάπως μυστικιστική στην περίπτωσή μου! Για παράδειγμα το πρώτο μου μυθιστόρημα Ο ΚΛΕΦΤΗΣ ΤΩΝ ΜΥΣΤΙΚΩΝ προήλθε από ένα καλοκαιρινό όνειρο ως αρχική ιδέα. Τα περισσότερα project που έχω δημιουργήσει έχουν πάνω κάτω μια ίδια πορεία: Μια αρχική σκέψη αυθόρμητη που μου αρέσει πολύ – μια καλά σχεδιασμένη ανάπτυξη με προσχέδιο ώστε να «πατάω» σε αυτή – μια αλλόκοτη έμπνευση που κάθε μέρα με επισκέπτεται στις 5 το πρωί!
-Η συγγραφή είναι ταλέντο, σκληρή δουλειά ή ένας συνδυασμός των δύο;
Σαφώς και των δύο αλλά πρωτίστως το ταλέντο είναι η «μπαταρία» που κινεί τα πάντα. Αν δεν έχεις το πρώτο όσο και να δουλέψεις σκληρά δεν θα τα καταφέρεις. Η συγγραφή είναι απατηλή και διπρόσωπη. Την μια στιγμή σε δελεάζει, την άλλη σε απογοητεύει. Αν έχεις ταλέντο μπορείς να αντιμετωπίσεις καλύτερα τέτοιες αναταράξεις. Αν δεν έχεις η κούραση από την «σκληρή δουλειά» θα σε λυγίσει.
-«Μόνο οι εραστές αντέχουν το Παρίσι», πώς εμπνευστήκατε το συγκεκριμένο μυθιστόρημα, τι θα διαβάσουμε;
Πάντα ένιωθα έλξη για τους δίδυμους ολόιδιους ανθρώπους. Πάντα με συγκινούσαν οι μεγάλες περιπέτειες και στη λογοτεχνία και στο σινεμά γιατί έτσι οι χαρακτήρες μπορούν να επηρεάζονται καταλυτικά και να αλλάζουν δραστικά. Πάντα πίστευα ότι ο έρωτας είναι μια υπέρβαση και κάτι δύσκολα διαχειρίσιμο. Και πάντα γοητευόμουνα από το Παρίσι στο οποίο έχω ζήσει πριν πολλά χρόνια. Υπήρξε λοιπόν κάποια στιγμή που όλα αυτά συναντήθηκαν στη φαντασία μου και «αποφάσισαν» να συνυπάρξουν! Επειδή όταν στήνω ιστορίες και πλοκές μοιάζω με υπνοβάτη, θεωρώ ότι όλα αυτά μου ήρθαν από μόνα τους παρά τα επιδίωξα εγώ! Ετσι δημιουργήθηκε ένα μυθιστόρημα με μια διαμάχη δυο δίδυμων αδελφών που χώρισαν για μια γυναίκα, τον έρωτα γι αυτήν που ακόμα ανάβει φωτιές, ένα καινούργιο έρωτα που γεννιέται δειλά αλλά με βαθιά δύναμη, μια αγωνιώδη προσπάθεια να βρεθεί και να σωθεί ένα 6χρονο κοριτσάκι και μια περιήγηση στο γνωστό και άγνωστο πολυεθνικό Παρίσι, που έχει αισιοδοξία και απειλή μαζί.
Όσο για τον τίτλο, αυτός είναι μια πικρή διαπίστωση του ήρωά μου, παρατηρώντας τα περαστικά ζευγάρια στους δρόμους.
-Ταυτίζεστε ή αποστασιοποιείστε από τους χαρακτήρες σας;
Ταυτίζομαι απολύτως και αποστασιοποιούμαι επιλεκτικά ώστε να τους χειρίζομαι. Αν δεν ταυτιστώ δεν μπορώ να παράξω την «φωνή» τους. Αν δεν τους αφουγκραστώ δεν θα βγούνε αληθινοί. Αν δεν αποστασιοποιηθώ δεν θα μπορώ να τους κρίνω και να τους εντάξω στο σύστημα αξιών που θέλω να αναδείξω. Αν όλα αυτά δεν λειτουργήσουν στο 100%, δεν θα έχει διαύγεια η πρόθεσή μου και έτσι δεν θα ολοκληρώσω το συνολικό εγχείρημα, ώστε να επικοινωνηθεί στον αναγνώστη.
-Ένα καλό μυθιστόρημα γράφεται με φαντασία ή με ρεαλιστική απεικόνιση των εμπειριών ενός δημιουργού, πιστεύετε στο βίωμα ή στην έμπνευση;
Μόνο στην έμπνευση και καθόλου στο βίωμα. Αυτή είναι η δική μου οπτική φυσικά ενώ πολλοί επιδιώκουν το αντίθετο. Από άποψη δεν θέλω ποτέ να αντιγράφω την ζωή γιατί την θεωρώ «ιερή» κατά κάποιο τρόπο και δεν την αγγίζω. Επίσης δεν μου αρέσει να γράφω βιωματικά γιατί με συνεπαίρνει η φαντασία και τι μπορεί να δημιουργηθεί με αυτή. Είναι και ένα προσωπικό εσωτερικό στοίχημα που με ιντριγκάρει πάντα.
-Aν θέλετε μοιραστείτε μαζί μας και την υπόθεση του πρώτου μυθιστορήματός σας…
Είναι μια ιστορία, με ήρωα ένα μικρό ορφανό 11χρονο αγοράκι που αναλαμβάνει μια ακραία αποστολή μέσα στον πόλεμο. Να «κλέψει» ένα καθοριστικό μυστικό για την Αντίσταση, από το αρχηγείο της Γκεστάπο στην οδό Μέρλιν. Τα όπλα του είναι δύο: Ξέρει κάποια γερμανικά που έχει μάθει από έναν ηλικιωμένο μεταφραστή, πράγμα που αγνοούν οι εχθροί του. Και μοιάζει αθώος και πέραν κάθε υποψίας, όντας ένα παιδί με κοντό παντελονάκι. Μετά αρχίζει η απίστευτη περιπέτειά του.
-Ερώτηση πρό(σ)κληση: Γιατί θεωρείτε ότι κάποιος αξίζει να διαβάσει τα μυθιστορήματά σας; Τι είναι αυτό που τα κάνει να ξεχωρίζουν;
Γιατί πιστεύω ότι είναι ευφάνταστα σε πλοκή. Γιατί στηρίζονται σε αξίες που ελπίζω ότι αφορούν όλους μας. Γιατί έχουν αγωνία, καλοχτισμένα συναισθήματα, προσεγμένη δομή και ένα ισχυρό νόημα που στο τέλος τα ολοκληρώνει.
Όλα τα ανωτέρω πιστεύω ότι είναι οι παράμετροι που τα κάνουν ως ένα βαθμό ξεχωριστά. Συν την τελειοθηρία μου, λόγω της οποίας δεν αφήνω τίποτα αναπάντητο ή τρωτό!
-Τι θα συμβουλεύατε έναν νέο δημιουργό που τώρα ξεκινάει στον χώρο;
Να βρει την δική του «φωνή» και να κυνηγήσει θεματολογίες που να αφορούν πολλούς γύρω του. Έτσι θα αντλήσει από τον εαυτό του το maximum και πιστεύω θα χαρεί περισσότερο το εγχείρημα.
-Ποια τα μελλοντικά συγγραφικά σας σχέδια;
Προς το παρόν το σκέφτομαι και επεξεργάζομαι τον σκελετό του επόμενου. Θα έχει κεντρική ηρωίδα μια νεαρή γυναίκα που έχει περάσει πολλά από μικρή και μπλέκει σε μια ιστορία της οποίας την πορεία δεν μπορεί να φανταστεί. Γιατί πολλές φορές σκεφτόμαστε ανώδυνα τις επιπτώσεις των όσων σχεδιάζουμε ή πράττουμε και συχνά πέφτουμε έξω.
-Αν η ζωή είχε χρώμα, ποιο χρώμα θα ήταν αυτό;
Μάλλον το πορτοκαλί θα έπρεπε να έχει. Αυτό θα συμβόλιζε αλλά και θα έδινε ισορροπία, αισιοδοξία, χαρά, γαλήνη. Όμως άλλα χρώματα πολύ πιο σκούρα δυστυχώς επικρατούν, στους πολλούς!