Σπύρος Κακατσάκης: «Επιδοκιμάζω την πίστη, την αφοσίωση, το σεβασμό και την αλληλεγγύη»

– Για να σας γνωρίσει το αναγνωστικό κοινό, θα μας συστηθείτε;

Είμαι ο Σπύρος Κακατσάκης, με κύρια δραστηριότητα τη δικηγορία και παράλληλα διδάσκω νομικά μαθήματα σε υποψηφίους για τις εισαγωγικές εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστών και Εισαγγελέων. Στον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο μου γράφω μυθιστορήματα και σενάρια για μένα και τους φίλους μου. Κάπως έτσι κυκλοφόρησε πρόσφατα το πρώτο μου βιβλίο από τις εκδόσεις Καλειδοσκόπιο με τίτλο «ΔΕΚΑ ΚΑΙ ΔΕΚΑ».

– Πάμε σε λίγο πιο προσωπικές ερωτήσεις. Tι αγαπάτε, τι φοβάστε και τι έχετε χάσει;

Αγαπώ τους δικούς μου ανθρώπους, τα σκυλιά μου και τη δημιουργία. Φοβάμαι τη φθορά του μυαλού και την απώλεια πάσης φύσεως. Έχω χάσει την ανεμελιά της νεότητας.

– Πώς χαλαρώνετε και ηρεμείτε μες στη μέρα σας;

Η μουσική με χαλαρώνει. Η ανάγνωση βιβλίων με ηρεμεί. Και το χάιδεμα των σκυλιών μου λειτουργεί αγχολυτικά. Πέραν αυτών των πηγών χαλάρωσης, που είναι αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς μου, υπάρχουν και μέρες που πηγαίνω για τρέξιμο ή συναντώ τους δικούς μου ανθρώπους για ένα καφέ, φαγητό ή – όταν οι συνθήκες της δουλειάς το επιτρέπουν – κάνω αποδράσεις εκτός Αθηνών αφού, οι εκδρομές στη φύση με χαλαρώνουν και με αναζωογονούν.

– Ποια χαρακτηριστικά επιδοκιμάζετε και αποδοκιμάζετε στους ανθρώπους;

Επιδοκιμάζω την πίστη, την αφοσίωση, το σεβασμό και την αλληλεγγύη. Αποδοκιμάζω τη μικροψυχία και την αγνωμοσύνη.

– Ποιες είναι οι επιρροές σας συγγραφικά; Ποια βιβλία θυμάστε χαρακτηριστικά;

Καταρχάς, οι επιρροές μου δεν είναι μόνο συγγραφικές αλλά ποικίλες και ετερόκλητες. Εμπνέομαι από την εμπειρική πραγματικότητα, την παρατήρηση, την προσωπική διαδρομή αλλά και την τριβή με τις τέχνες. Για παράδειγμα, ένας πίνακας μπορεί να σταθεί αφορμή για μια ιδέα μυθιστορήματος, ένα περιστατικό στο μετρό μπορεί να λειτουργήσει ως έναυσμα για μια ιστορία. Όσον αφορά δε στις λογοτεχνικές επιρροές μου ψηλά στην αξιολόγησή μου βρίσκονται κλασικοί Έλληνες λογοτέχνες, όπως η Διδώ Σωτηρίου και ο Νίκος Καζαντζάκης. Από την πιο πρόσφατη λογοτεχνική παραγωγή ξεχωρίζω βιβλία του Τεύκρου Μιχαηλίδη, του Απόστολου Δοξιάδη, του Γιώργου Λεονάρδου και – από αλλόγλωσσους συγγραφείς – του Χαρούκι Μουρακάμι και του Ίρβιν Γιάλομ.

– Aς μιλήσουμε για το έργο σας. Ποια είναι η πηγή έμπνευσης για το βιβλίο σας; Πώς φτάσατε στη συγγραφή του;

Το βιβλίο αυτό είχε ως αφετηρία σύλληψης της ιδέας το «δέκα και δέκα». Δεν θα πω περισσότερα επ’ αυτού όμως, γιατί θα διακινδυνεύσω να αποκαλύψω κομβικά στοιχεία του έργου. Η συγγραφή του ξεκίνησε πριν από περίπου οκτώ χρόνια. Κατόπιν έμεινε στο συρτάρι μου για καιρό, για να «ξεκουραστεί», έπειτα το ανέσυρα, το επεξεργάστηκα εκ νέου με τη συνδρομή της επιμελήτριάς μου και τελικά βρέθηκε στον εκδοτικό μου οίκο απ’ όπου πήρε το δρόμο για τα βιβλιοπωλεία. Διευκρινίζω, πάντως, ότι το βιβλίο αυτό, αν και αποτελεί το πρώτο έργο μου το οποίο εκδόθηκε, δεν είναι και το πρώτο πνευματικό μου δημιούργημα, αφού απ’ όταν θυμάμαι τον εαυτό μου πλάθω ιστορίες στο μυαλό και γράφω κείμενα στο χαρτί.

– Ποιοι είναι οι πρωταγωνιστές στο βιβλίο σας; Tι θα μοιραστείτε μαζί μας γι’ αυτούς;

Το βιβλίο έχει πολλούς ήρωες, όμως ο βασικός ήρωάς του είναι ένας τριαντάχρονος γοητευτικός μαθηματικός, ο οποίος κάθε βράδυ δέχεται ένα τηλεφώνημα από άγνωστη γυναικεία φωνή που του λέει απλώς «δέκα και δέκα» και το κλείνει. Αυτό το επαναλαμβανόμενο περιστατικό στέκεται αφορμή για μία άτυπη έρευνα από μέρους του προς αναζήτηση της άγνωστης γυναίκας που τον ενοχλεί εμμονικά. Έτσι ο ήρωας αναγκάζεται να επιδοθεί σε μια μακρά αναδρομή στην έως τότε πορεία του πρώτου κεφαλαίου της ενήλικης ζωής του. Εκεί ανακαλύπτει λάθη και παραλείψεις του, με συχνά οδυνηρές συνέπειες, ως προς τις οποίες εθελοτυφλούσε, αφού συνειδητά απέφευγε να τις ψηλαφήσει. Θυμάται καταστάσεις και πρόσωπα εκ των οποίων άλλα σημάδευσε και άλλα του άφησαν το στίγμα τους. Καθ’ όλη αυτή τη διαδρομή έχει κρυμμένους εχθρούς απέναντί του αλλά και συμμάχους στο πλευρό του.

– Tι άλλο θα θέλατε να μοιραστείτε για το βιβλίο σας;

Μετά από σχεδόν ένα χρόνο πορείας του «ΔΕΚΑ ΚΑΙ ΔΕΚΑ» διαπιστώνω ότι το βιβλίο έχει αγγίξει το αναγνωστικό κοινό με έναν ιδιάζοντα τρόπο. Κάθε αναγνώστης προσεγγίζει με εντελώς διαφορετική θεώρηση τους ήρωες και τα περιστατικά που βιώνουν. Τα μηνύματα που λαμβάνω από το κοινό σχετικά με τους ήρωες, την προσωπικότητα και τα πεπραγμένα τους καλύπτουν ένα απρόσμενα ευρύ φάσμα απόψεων και θέσεων, συχνά εκ διαμέτρου αντίθετων. Ομολογώ ότι το γεγονός αυτό με χαροποιεί ιδιαίτερα, διότι έτσι αντιλαμβάνομαι ότι στο βιβλίο έχουν σκιαγραφηθεί αληθινές και πολυεπίπεδες προσωπικότητες οι οποίες εκδηλώνουν διαφορετικές πτυχές τους καθώς ξετυλίγεται ο γρίφος της υπόθεσης. Αυτό ήταν εξαρχής ζητούμενο για μένα: Δεν ήθελα να γράψω απλώς μια ιστορία μυστηρίου αλλά ένα γρίφο με έντονη ανθρώπινη διάσταση και σημείο αναφοράς τις ερωτικές και φιλικές σχέσεις. Μια ιστορία αφορμή για σκέψη και ενδοσκόπηση.

– Ποια είναι τα μελλοντικά συγγραφικά σας σχέδια;

Αυτήν την εποχή δουλεύω μια νέα ιστορία και είμαι πωρωμένος από την έξαψη της δημιουργίας της. Επ’ αυτού όμως, δεν υπάρχει ακόμη κάτι ανακοινώσιμο αφού το «ΔΕΚΑ ΚΑΙ ΔΕΚΑ» έχει ακόμη μακρύ ταξίδι μπροστά του.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Καθημερινά, κάθε νύχτα, την ίδια ώρα, δέχεται ένα τηλεφώνημα από άγνωστη γυναικεία φωνή, που του λέει απλώς «δέκα και δέκα» και το κλείνει… Κάθε νύχτα. Φαινομενικά ακίνδυνο, αλλά παράλληλα διεστραμμένο.

Την εμπειρία αυτή βιώνει ο γοητευτικός μαθηματικός Μάριος Μαθιόπουλος. Στην αρχή αντιμετωπίζει την ιστορία επιπόλαια, σαν μια κακόγουστη φάρσα. Τα γεγονότα όμως θα τον διαψεύσουν. Στα τριάντα του χρόνια θα αναγκαστεί να ανατρέξει στο πρώτο κεφάλαιο της ενήλικης ζωής του, για να αντιμετωπίσει τα λάθη και τις επιλογές του, προσπαθώντας έτσι να λύσει την εξίσωση που οδηγεί στην άγνωστη. Μέσα από αυτή την αναδρομή όμως, θα ανακαλύψει ότι η πιο σκληρή τιμωρία δεν είναι αυτή της ανθρώπινης δικαιοσύνης. Η τιμωρία κρύβεται μέσα μας, ικανή να λυτρώσει ή να οδηγήσει στην τρέλα.

«Ο εσωτερικός διάλογος είναι πιο μαλακός και δεν αποκαλύπτει τις κοφτερές γωνίες των απόψεων. Λες κι όταν οι σκέψεις ντύνονται με λόγια, είναι σαν να απογυμνώνονται. Ακούγονται πιο ταπεινές».

Το Δέκα και δέκα είναι ένα βιβλίο μυστηρίου που καταπιάνεται με τη νεανική φύση, ανδρική και γυναικεία, με κατανόηση και κριτική ματιά, θίγοντας μια από τις πιο συνηθισμένες ανθρώπινες αδυναμίες ή επιλογές.
Ο αντι-ήρωας βιώνοντας τον εφιάλτη του, θα διαβάσει ανάποδα τη μέχρι τώρα πορεία του για να διορθώσει όσα μπορεί, μήπως κι έτσι καταφέρει να εξασφαλίσει τη συνέχειά του. Θα βρεθεί αντιμέτωπος με τις αδυναμίες και τις επιλογές του, με τα τραγικά γεγονότα που προκάλεσε με τη συμπεριφορά του, χωρίς να το ξέρει. Για να ξέρεις όμως, όταν φεύγεις, πρέπει να κοιτάζεις πίσω…

Ο Γιώργος Δόλγυρας γεννήθηκε στα Ιωάννινα 10.05.89. Μεγάλωσε στην Έδεσσα και τα τελευταία χρόνια ζει στην Θεσσαλονίκη. Φοίτησε στη Νομική του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου. Σπούδασε στο ΙΕΚ ΑΚΜΗ στο τμήμα Δημοσιογραφίας. Παρακολούθησε μαθήματα σκηνοθεσίας, θεάτρου και συγγραφής. Εργάστηκε σε διάφορες θεατρικές και κινηματογραφικές παραγωγές. Το 2020 εκδόθηκε η πρώτη του συλλογή διηγημάτων Τρόμου – Φαντασίας: «Σκοτεινά Φεγγάρια», η οποία κυκλοφόρησε από τις «Πρότυπες Εκδόσεις Πηγή». Αρθρογραφεί επίσης στον ιστότοπο πολιτισιμού: culturepoint.gr.