Η κοινωνία μέσα από τον φακό του κινηματογράφου: Γερμανικός Εξπρεσιονισμός

Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο η Γερμανία βρέθηκε να πληρώνει ένα βαρύτατο τίμημα ως ηττημένη, μετρώντας εκατομμύρια νεκρούς, χάνοντας εδάφη και πληρώνοντας υπέρογκες αποζημιώσεις (Συνθήκη Βερσαλλιών 1919). Ο γερμανικός λαός νιώθει ντροπή και ενοχές αντιμετωπίζοντας ταυτόχρονα την ανεργία και την φτώχεια. Κι ενώ ο πολιτικός δρόμος αρχικά έδειχνε να οδηγεί στον σοσιαλισμό, οι εκπρόσωποί του στάθηκαν αδύναμοι να χειριστούν την χαοτική οικονομικά και κοινωνικά κατάσταση αφήνοντας περιθώρια σε επιχειρήσεις πραξικοπημάτων (Καπ το 1920 και Χίτλερ το 1923). Το κραχ του 1929 θα γονατίσει περισσότερο τον λαό της Γερμανίας που μαστίζεται πλέον και με ασθένειες. Η αναζήτηση για την χαμένη υπερηφάνια του γερμανικού λαού θα αναδείξει τα άκρα στην πολιτική. Παρόλη την σημαντική οικονομική βοήθεια των ΗΠΑ (1924) και την έξοδο της χώρας στην ΚτΕ (1926), η Δημοκρατία της Βαϊμάρης πρακτικά «αυτοκτονεί» μετά τη δοκιμασία της οικονομικής κρίσης (1930) και δίνει τη θέση της στην ιδεολογία του ναζισμού.

Την κρίσιμη αυτή περίοδο στην Γερμανία από το 1918 έως το 1933 αναδύονται σημαντικά πολιτισμικά στοιχεία όπως Η όπερα της πεντάρας του Μπρεχτ (1928), ο εξπρεσιονιστικός κινηματογράφος (Ρ. Βίνε, Φ. Λανγκ, Τ. Μαν, Μπαουχάουζ), ο κόσμος των καμπαρέ και της τζαζ κλπ. Το ρεύμα του εξπρεσιονισμού στην τέχνη εμφανίστηκε στην Γερμανία το 1905 και το δόγμα του ερχόταν σε αντιπαράθεση με τον ιμπρεσιονισμό, εκφράζοντας την αντίθεση των καλλιτεχνών στον υλισμό της καπιταλιστικής κοινωνίας. Ο εξπρεσιονισμός ξεκίνησε στη ζωγραφική, επηρεάζοντας έπειτα και τη μουσική (A. Schonberg, A. Berg), τη λογοτεχνία (F. Kafka, G. Benn) και τον κινηματογράφο. Οι εξπρεσιονιστές ζωγράφοι αποφεύγουν την απεικόνιση της πραγματικότητας και επιδιώκουν την έκφραση των συναισθημάτων στοχεύοντας κυρίως στις σκοτεινές πλευρές της ανθρώπινης σκέψης και ψυχής. Τα χρώματα είναι κυρίως μαύρα και κόκκινα με έντονες γραμμές και παραμορφώσεις. Η θεματολογία αφορά το ανθρώπινο δράμα, τον θάνατο και τον έντονο ερωτισμό.

Ταυτόχρονα με τη σκληρή πραγματικότητα που επηρεάζει τους εξπρεσιονιστές, η γερμανική κουλτούρα είναι γεμάτη ξωτικά, μυστικισμό και στοιχεία ρομαντισμού (Γκαίτε, Μπετόβεν κλπ). Επομένως είναι εμφανής η ροπή των Γερμανών σε αυτού του τύπου την αισθητική έκφραση. Δύο είναι οι πιο αντιπροσωπευτικές ταινίες του εξπρεσιονιστικού κινηματογράφου: Το εργαστήρι του δόκτορος Καλιγκάρι του Ρ. Βίνε (1919) και η Μητρόπολη του Φ. Λανγκ (1929). Στην πρώτη ταινία χαρακτηριστικά του εξπρεσιονιστικού πνεύματος αποτελούν και τα σκηνικά του Βαρμ, τα οποία ακολουθούν τις έντονες μαύρες γραμμές και παραμορφώσεις. Το σενάριο της ταινίας είναι μια διαμαρτυρία στην βία και τη διαφθορά της χώρας, ξετυλίγοντας τους ψυχοπαθολογικούς μηχανισμούς που οδηγούν στα ολοκληρωτικά καθεστώτα. Ο δρ Καλιγκάρι είναι ένας παρανοϊκός που υπνωτίζει τον Τσεζάρε ώστε αυτός να διαπράττει εγκλήματα. Είναι φανερό γιατί αυτή η ταινία παραμένει διαχρονική: η κοινωνία απεικονίζεται ώς ψυχιατρική κλινική, ο εξουσιαστής αναγκάζει τον εξουσιαζόμενο σε παράλογες πράξεις, τα αξιώματα και η κοινωνική θέση των χαρακτήρων υπογραμμίζονται από το ενδυματολογικό κομμάτι (π.χ. ψηλά καπέλα) και τα σκηνικά (σκοτεινά σημεία, δρόμοι χωρίς διέξοδο, απότομες γραμμές και γωνίες) αναδεικνύουν την απαισιοδοξία της εποχής.

Ο Φ. Λανγκ υπήρξε αγαπητός στους κύκλους των Ναζί λόγω του ταλέντου και της δημοτικότητάς του φέρνοντας τον Γκέμπελς να του προτείνει συνεργασία. Ο Λανγκ την αρνήθηκε και έμεινε πιστός στην αισθητική του εξπρεσιονισμού που έδειχνε την σκοτεινή και καταστροφική πλευρά των ανθρώπων. Στη Μητρόπολη η πόλη είναι χωρισμένη σε δύο ζώνες με τους άρχοντες στη μία πλευρά και τους φτωχούς στην άλλη. Η Μαρία προσπαθεί να αφυπνίσει τους εργάτες, ενώ ο άρχοντας της Μητρόπολης διατάζει την δημιουργία ενός ρομπότ που θα μοιάζει στην Μαρία ώστε να παρασύρει τους αγανακτισμένους στην αυτοκαταστροφή. Στο τέλος εργάτες και άρχοντες συμφιλιώνονται. Ο εξπρεσιονισμός του Λανγκ μεταφέρει την ατμόσφαιρα της εποχής σε μια πόλη που είναι κτισμένη από τα υπόγεια ως τον ουρανό (χαμηλά/υψηλά κοινωνικά στρώματα). Η άρχουσα τάξη λειτουργεί μεθοδικά και σταθερά, ενώ η επανάσταση γίνεται βίαια. Στο τέλος που η Μητρόπολη κινδυνεύει να καταστραφεί θυμίζει την ιστορία του Πύργου της Βαβέλ.

Ο χρόνος και ο τόπος γέννησης του εξπρεσιονισμού δικαιολογούν την αισθητική της απαισιοδοξίας και αγωνίας που εξέφρασε. Με τη δύναμη του κινηματογράφου μπορούμε να κατανοήσουμε το κλίμα της εποχής και ακόμα και το γεγονός ότι το ρεύμα αυτό έσβησε με τις καταστροφές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Από την Μαίρη Καλαϊτζίδου

Βιβλιογραφία:

“Η δαιμονική οθόνη. Ο γερμανικός εξπρεσιονισμός στον κινηματογράφο”, Λότε Άισνερ, Αιγόκερως, 1987

“Ιστορία του Κινηματογράφου”, Βαλούκος Στάθης, Αιγόκερως, 2003

Επιλεγμένα άρθρα από ειδικούς στο είδος τους!