Η μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς. Μια τοποθέτηση.

Η ταινία παρουσιάζεται μέσα από μία απλή αλλά εμφατική σκηνοθετική άποψη, με ένα σενάριο που, ενώ ξεφεύγει λίγο από αυτά στα οποία μας έχουν συνηθίσει οι ταινίες του Γ. Οικονομίδη, εντούτοις, καταφέρνει να μας δώσει και πάλι, εκείνη τη μορφή του νεοέλληνα που ζει μέσα σε ένα Σπιρτόκουτο, όπου όλα μπορούν να πάρουν εύκολα φωτιά, και προσεγγίζει τα πάντα με τη Ψυχή στο Στόμα, ξεχειλίζοντας δηλαδή από οργή, απόρροια όλων εκείνων των πραγμάτων που καθιστούν το άτομο μη ικανό να χαρεί τη ζωή, κι έτσι του φταίνε όλα και μάλιστα πολύ.

Σκληροτράχηλοι δολοφόνοι, πλην όμως ευαίσθητοι στα όρια του φαιδρού, θρασείς και ανεξάρτητοι, πλην όμως εντελώς εξαρτημένοι από άλλους (που ενίοτε καλούνται να καλύψουν τα αποτελέσματα των θρασυτήτων τους), εγωτικοί που διαχειρίζονται σημαντικό πλούτο, πλην όμως εντελώς ανίκανοι να διαχειριστούν την ίδια τους την αποτυχία, κουτοπόνηρα κοινωνικά παράσιτα που υπομένουν με ζήλο την εκμετάλλευση από άλλα κοινωνικά παράσιτα, πλην όμως έξυπνα και μεθοδικά μπροστά στην όψη του πράσινου θεού (βαζέλες, εννοώ το δολάριο), και όλοι τους ανικανοποίητοι, μέσα σε μια ταινία που καταφέρνει να σε κάνει να γελάσεις, ειλικρινά και πηγαία, με τις πιο απροσδόκητες συγκυρίες, ενώ στην ουσία πραγματεύεται τραγικά γεγονότα.

Από: «Turritopsis Nutricula»

Επιλεγμένα άρθρα από ειδικούς στο είδος τους!