Ένας ταλαντούχος συνθέτης. Μια ιδιαίτερη φυσιογνωμία της νεότερης ελληνικής μουσικής. Μετρά δέκα χρόνια στη δισκογραφία και μέσα σε αυτό το χρονικό πλαίσιο έχει δοκιμαστεί σε όλα. Συνεργάστηκε με σπουδαίες φωνές, μελοποίησε άξιους ποιητές και στιχουργούς, έγραψε μουσική για θέατρο αλλά και ορχηστρικά κομμάτια για πιάνο. Πρόσφατα, μας εντυπωσίασε με τον Πολύκλωνο Ανθό και το Δεν Απαντάς σε ποίηση του Γιάννη Ευθυμιάδη και σε ερμηνεία του Βασίλη Γισδάκη, που αποτελούν προπομποί μιας ολοκληρωμένης δουλειάς που αναμένεται να κυκλοφορήσει σύντομα. Σήμερα, στο your e-articles ο Γιώργος Καγιαλίκος.
-Γεννήθηκες στη Αθήνα και μεγάλωσες στο Γαλάτσι. Ποιες είναι οι μνήμες της παιδικής σου ηλικίας;
Πρόλαβα γειτονιές με μονοκατοικίες και δρόμους να παίζουν παιδιά που έκαναν στην άκρη όταν περνούσαν αραιά τα αυτοκίνητα. Αμέτρητα χιλιόμετρα περπατώντας πάνω – κάτω την λεωφόρο Βεΐκου με παρέες πηγαίνοντας στο σχολείο, ή για μπάσκετ στο Άλσος και ύστερα για καφέ στα πρώτα χρόνια της εφηβείας. Θυμάμαι ακόμη όλα τα μαγαζιά στη σειρά και από τις δυο πλευρές της λεωφόρου. Ελάχιστα από αυτά έχουν πια απομείνει.
-Η ανάμνηση που δε θα ξεχάσεις ποτέ;
Τον πατέρα μου να ακούει τα βράδια στο σπίτι κλασική μουσική στο πικάπ, κι εμένα δίπλα του να χαζεύω τα εξώφυλλα των δίσκων. Ήταν η πρώτη μου επαφή με τη μουσική τότε που ήμουν σίγουρος πως θα γίνω ζωγράφος.
-Πώς ορίζεις τη μουσική;
Σαν μια άλλη διάσταση. Ως έναν αόρατο παράλληλο κόσμο.
-Ο ρόλος της στη καθημερινότητά σου;
Καλώς η κακώς, ο μεγαλύτερος.
-Οι μουσικές σπουδές σου;
Αρκετά χρόνια στα Ωδεία και κάποια πτυχία τα οποία για την πολιτεία δυστυχώς δεν έχουν καμία αξία, αλλά για εμένα η εποχή της αθωότητας που ένιωθα πως έκανα κάτι σπουδαίο μαθαίνοντας την ίδια γλώσσα με τους συνθέτες που θαύμαζα.
-Οι επιρροές που σε καθόρισαν ως συνθέτη;
Ο Μάνος Χατζιδάκις στη συνολική αισθητική και ο Νίκος Κυπουργός στην οικονομία και την ουσία της ενορχήστρωσης.
-Οι φωνές που σε συγκλόνισαν όταν τις άκουσες για πρώτη φορά;
Οι φωνές της όπερας που άκουσα μικρός. Η πρώτη μου ίσως ανάμνηση η Κάλλας στη Νόρμα.
-Με ποιο τρόπο συνθέτεις τα τραγούδια σου;
Κάθομαι στο πιάνο, βάζω μπροστά μου τους στίχους και ακουμπώ τα χέρια στα πλήκτρα. Μετά με οδηγούν οι λέξεις, οι ήχοι και όσα έχω αφομοιώσει μέσα μου με την πάροδο του χρόνου.
-Πώς γεννιέται η έμπνευση;
Δεν ξέρω και δεν ένιωσα ποτέ κάποια στιγμή να μου συνέβη κάτι ιδιαίτερο. Νομίζω πως η έμπνευση είναι ένας μύθος για να ωραιοποιήσουμε κάτι που είναι εντελώς φυσικό αφού ο άνθρωπος είναι φύση δημιουργικό όν.
-Το 2011 κυκλοφόρησαν τα Εννέα Κρυμμένα Τραγούδια, η πρώτη σου δισκογραφική δουλειά. Πώς αισθάνεσαι δέκα χρόνια μετά;
Ευτυχής που ο πρώτος που άκουσε τα τραγούδια ήταν ο Νίκος Κυπουργός ο οποίος και με σύστησε σε ένα ευρύτερο κοινό. Μέχρι τότε οι μόνοι που είχαν ακούσει τραγούδια μου ήταν μερικοί φίλοι και κάποιοι καθηγητές μου στα ωδεία, παρόλο που έγραφα μουσική από το Γυμνάσιο. Άργησε ίσως λίγο αλλά αισθάνομαι πως ήταν η σωστή στιγμή για να γίνει.
-Έχεις τα ίδια συναισθήματα για τη Φυγή που κυκλοφόρησε το 2014;
Με τη Φυγή ήθελα να ξαναζήσω τη διαδικασία παραγωγής ενός δίσκου και να δικαιώσω όσους με πίστεψαν την πρώτη φορά. Τώρα που κοιτάζω αυτούς τους δύο πρώτους μου δίσκους από μια μικρή απόσταση συνειδητοποιώ πόσο τυχερός ήμουν που στον πρώτο συμμετείχε η Έλλη Πασπαλά και στον δεύτερο η Μαρία Φαραντούρη.
-Πώς αναλογίζεσαι τη συνεργασία με τη Γιοβάννα;
Σαν μια από τις κορυφαίες στιγμές στη μουσική μου διαδρομή που είχε ως αποτέλεσμα την επιστροφή στο στούντιο ενός μύθου μετά από τριανταπέντε χρόνια απουσίας.
-Σταθερή είναι τα τελευταία χρόνια η συνεργασία με τον ποιητή Δημήτρη Λέντζο. Τι σου γεννούν οι στίχοι του;
Ο Λέντζος έχει έναν πολύ προσωπικό τρόπο γραφής και μοιραία με οδηγεί σε μελοποιήσεις που μόνο μέσα από τις λέξεις του θα μπορούσαν να προκύψουν. Νιώθω μια ιδιαίτερη ευθύνη κάθε φορά που μελοποιώ κάτι δικό του καθώς είναι ένας από τους σημαντικότερους στιχουργούς και ποιητές της γενιάς του. Έχουμε ήδη κάνει δυο ολοκληρωμένους δίσκους και ένα παιδικό θέατρο, ενώ είναι στο στούντιο σε τελικό στάδιο η τρίτη μας δισκογραφική δουλειά.
-Πρόσφατα, κυκλοφόρησαν ο Πολύκλωνος Ανθός και το Δεν Απαντάς σε ποίηση του Γιάννη Ευθυμιάδη και σε ερμηνεία του Βασίλη Γισδάκη, που αποτελούν προπομποί μιας ολοκληρωμένης δουλειάς. Τι αναμένεται;
Ένας κύκλος δέκα τραγουδιών για αντρική φωνή και πιάνο που θα κυκλοφορήσει αρχές φθινοπώρου σε CD από τις εκδόσεις Μετρονόμος. Πρόκειται για τη δεύτερη δισκογραφική μου συνεργασία με τον Γιάννη Ευθυμιάδη μετά από Το Κρύσταλλο του κόσμου που κυκλοφόρησε το 2016. Η νέα δουλειά με τίτλο Αλκίνοος είναι η μελοποίηση δέκα αποσπασμάτων από τον ομότιτλο ποιητικό μονόλογο που κυκλοφόρησε τον Ιούνιο από τις εκδόσεις Νεφέλη. Ήταν για εμένα μια πρόκληση καθώς από ένα μακροσκελές ποίημα έντεκα σελίδων έψαξα να βρω τον τρόπο που θα μπορούσαν δέκα αποσπάσματα να σταθούν μελοποιημένα ως αυτόνομα αλλά και ως σύνολο. Η μορφή, η γλώσσα και οι εικόνες του ποιητικού κειμένου μου έδωσαν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσω μελωδικά, αρμονικά και ρυθμικά στοιχεία που δεν είχα παρουσιάσει έως τώρα. Ενορχηστρωτικά επέλεξα την πιανιστική συνοδεία ενώ ερμηνευτικά το έργο ζητούσε μια φωνή με πλούσια εκφραστική παλέτα τόσο στον ψίθυρο όσο και στην κραυγή. Ο Βασίλης Γισδάκης ως ιδανικός ερμηνευτής βυθίστηκε στο έργο, το οποίο μελέτησε για αρκετό διάστημα, και μας έδωσε μια από τις ωραιότερες και ωριμότερες στιγμές του.
-Πώς αντιλαμβάνεσαι τη κοινωνική και οικονομική κατάσταση της χώρας;
Ζούμε σε μια χρεοκοπημένη χώρα ενός χρεοκοπημένου πλανήτη. Σε ένα κράτος που δίνει ελάχιστα χρήματα για τον πολιτισμό και την παιδεία και θα δαπανήσει δέκα δισεκατομμύρια ευρώ τα επόμενα χρόνια για στρατιωτικό εξοπλισμό. Το χειρότερο είναι πως δεν υπάρχουν άνθρωποι με ταλέντο και όραμα να διαχειριστούν πολιτικά έστω και αυτούς τους ελάχιστους πόρους.
-Επηρέασε τους καλλιτέχνες η πανδημία;
Σε μεγάλο βαθμό οικονομικά αλλά και ψυχολογικά. Η ανάγκη του καλλιτέχνη να επικοινωνήσει ζωντανά με το κοινό είναι μεγαλύτερη από αυτή του κοινού για να δει έναν καλλιτέχνη. Για αυτό είδαμε και πολλές ζωντανές διαδικτυακές συναυλίες που ουσιαστικό νόημα είχαν για τους καλλιτέχνες που ένιωθαν ότι εκτίθενται ζωντανά, παρά για τους ακροατές που έτσι κι αλλιώς έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν βιντεοσκοπημένο οτιδήποτε και οποιαδήποτε ώρα το θελήσουν.
-Η στάση της Κυβέρνησης ήταν ανάλογη;
Η στάση της κυβέρνησης επιβεβαίωσε την απαξία των ανθρώπων του πολιτισμού και ουσιαστικά του ίδιου του Πολιτισμού. Ακόμη και στις δύσκολες συνθήκες μιας πανδημίας από ένα σημείο και μετά μπορούσαν να βρεθούν λύσεις. Απαράδεκτο για μια σύγχρονη πολιτεία να επιτρέπει να λειτουργούν οι Εκκλησίες υπό όρους αλλά όχι οι χώροι των Τεχνών. Τραγικό επίσης το γεγονός πως αντιμετώπισαν όλους τους πολιτιστικούς χώρους σαν κι αυτούς που λειτουργούν κάποια μαγαζιά της παραλιακής.
-Πώς κρίνεις τη σημερινή ελληνική κοινωνία;
Κουρασμένη, μπερδεμένη και απογοητευμένη στη μεγάλη πλειοψηφία της. Ευτυχώς πάντα κάποια μειοψηφία με πολύ κόπο θα ισορροπεί την κατάσταση με οριακές νίκες και ήττες.
-Η άποψή σου για τη σημερινή δισκογραφία;
Σήμερα δεν υπάρχει δισκογραφία όπως πριν μερικές δεκαετίες όπου εταιρείες δίσκων έκαναν παραγωγές και έβγαζαν κέρδη από τις πωλήσεις. Οι δίσκοι αντικαταστάθηκαν από το CD, που και αυτό σήμερα χρησιμοποιούν ελάχιστοι, και έτσι οι εταιρείες δεν έχουν λόγο να επενδύσουν σε κάτι που δεν έχει κέρδος.
Οι νέες εκδόσεις είναι αποτέλεσμα ιδιωτικής πρωτοβουλίας κάποιων δημιουργών ή ερμηνευτών με όλο το οικονομικό βάρος που συνεπάγεται. Ζούμε πλέον την εποχή του διαδικτύου που και αυτή θα δώσει τη θέση της στο μέλλον σε κάποια νέα τεχνολογία. Μουσική όμως υπήρχε για αιώνες και χωρίς την βοήθεια αυτών των μέσων και θα υπάρχει όσο και αν αυτά εξελιχθούν.
Παρ ‘όλα αυτά από ρομαντισμό και νοσταλγία κάποιοι από εμάς θα συνεχίζουν να εκδίδουν τις δουλειές τους και σε φυσική μορφή σε λίγα συλλεκτικά αντίτυπα. Ο κόσμος αλλάζει και μετά από χρόνια νοσταλγικό και ρομαντικό μπορεί να είναι να ανεβάζει κάποιος ένα τραγούδι στο Youtube το οποίο ελάχιστοι πλέον θα χρησιμοποιούν.
-Υπάρχουν άξιοι καλλιτέχνες σήμερα; Τι είδους δυσκολίες αντιμετωπίζουν ώστε να επικοινωνήσουν τη δουλειά τους;
Υπάρχουν περισσότεροι από ποτέ. Σκέψου πως ο πληθυσμός της γης την εποχή του Μότσαρτ ήταν 800 εκατομμύρια και σήμερα σχεδόν 7 δις. Φαντάσου λοιπόν στατιστικά πόσοι σπουδαίοι καλλιτέχνες μπορεί να ζουν σήμερα και πόσα παιδιά θαύματα γεννιούνται.Το να επικοινωνήσει όμως κάποιος καλλιτέχνης την δουλειά του είναι μια δύσκολη υπόθεση ανεξάρτητα από την εποχή που θα τύχει να ζήσει ο καθένας. Ο Βαν Γκονγκ, ο Καρυωτάκης, ο Σκαλκώτας και τόσοι άλλοι δεν το κατάφεραν όσο ζούσαν ενώ χιλιάδες δεν θα αναγνωριστούν ούτε μετά θάνατον. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να το δεχτεί κανείς εξ αρχής ως το πιο πιθανό όταν αποφασίσει να αφιερωθεί στην Τέχνη. Μια από τις δυσκολίες είναι πως οι περισσότεροι από αυτούς που έχουν τις θέσεις και τα μέσα να προβάλουν και να προτείνουν συνήθως δεν λειτουργούν με καλλιτεχνικά κριτήρια αλλά εξυπηρετούν προσωπικά και παρεΐστικα συμφέροντα. Αυτό δυστυχώς στην Ελλάδα συμβαίνει σε μεγάλο βαθμό.
-Η σχέση σου με τον Θεό;
Έχω αποδεχτεί πια πως, αν υπάρχει, δεν έχω τη δυνατότητα να ξέρω τίποτα για αυτόν. Δεν είναι εύκολο να ζεις και να πεθαίνεις με αυτήν την παραδοχή. Κατανοώ την ανάγκη όσων πιστεύουν σε κάτι και μακάρι να μπορούσα κι εγώ, ίσως η ζωή μου να ήταν πιο εύκολη. Με εξοργίζει όμως η βλακεία του θρησκευτικού φανατισμού και όσων νομίζουν πως ξέρουν την απόλυτη αλήθεια. Αποδεδειγμένα είναι οι πιο επικίνδυνοι άνθρωποι στον πλανήτη.
-Το προσωπικό σου καταφύγιο;
Η μουσική.
-Ο μεγάλος σου φόβος;
Ο εαυτός μου.
-Τι είναι ο έρωτας;
Η μεγαλύτερη κινητήριος δύναμη του ανθρώπου.
-Νιώθεις ευτυχισμένος;
Κάποιες στιγμές ίσως ναι. Ζω στα όρια της θλίψης, ίσως και της κατάθλιψης, την οποία προσπαθώ να μετατρέπω σε καύσιμη δημιουργική ύλη. Όταν αυτή στιγμιαία καίγεται εκεί υπάρχει ένα μικρό παράθυρο ανακούφισης μέχρι να έρθει αμέσως η επόμενη. Αυτός ίσως να είναι και ο λόγος που έχω την ανάγκη να είμαι συνεχώς δημιουργικός επιζητώντας αυτά τα μικρά παράθυρα ευτυχίας.
-Τι άνθρωπος είναι ο Γιώργος Καγιαλίκος;
Ένας με πολλές ατέλειες και αρκετά περιθώρια βελτίωσης.
-Αν μπορούσες να γυρίσεις τον χρόνο πίσω υπάρχει κάτι που θα άλλαζες;
Πολλά, και θα το έκανα όχι για να διορθώσω ή να αποφύγω κάποια λάθη αλλά γιατί θα ήταν βαρετό να ξαναζήσω ακριβώς τα ίδια.
-Πώς φαντάζεσαι τη τελευταία μέρα σου στη γη;
Τίποτα το ιδιαίτερο, σαν τη σημερινή που θεωρητικά μπορεί και να είναι.
-Τα όνειρά σου για το μέλλον;
Έκανα όνειρα όταν ήμουν παιδί και το μέλλον φάνταζε απεριόριστο. Κάποια πραγματοποιήθηκαν άλλα όχι. Τώρα στα σαράντα επτά μου ίσως δεν κάνω πια τόσα, συνεχίζω όμως να βάζω στόχους.
-Τι συμβουλή θα έδινες σε έναν νέο άνθρωπο για να κάνει τα όνειρά του πραγματικότητα;
Δεν μου αρέσει να δίνω συμβουλές, προτιμώ αν μπορώ να δίνω το παράδειγμα με τη στάση μου. Νομίζω πως αυτοί που θέλουν να κάνουν τα όνειρά τους πραγματικότητα είναι καταδικασμένοι να τα κάνουν, έστω σε κάποιο βαθμό, και τις περισσότερες φορές κόντρα στις συμβουλές των άλλων.
-Τι σου έρχεται στο μυαλό όταν λες το όνομα Γιώργος Καγιαλίκος;
Η περιέργεια του τι μπορεί να έρχεται στο μυαλό των άλλων όταν το ακούνε.
-Γιώργο σε ευχαριστώ πολύ για την επικοινωνία μας.
Και εγώ σε ευχαριστώ.
Συνέντευξη στον Χρήστο Ηλιόπουλο