Βασίλης Παπαθεοδώρου, ο πολυβραβευμένος συγγραφέας που αδικήθηκε όσο κανείς και πασχίζει να αναγεννηθεί από τις στάχτες του όπως ο φοίνικας, καλεσμένος για μία αποκλειστική συνέντευξη στο yourearticles. Θα συζητήσουμε για την πολύκροτη υπόθεση της άδικης προφυλάκισης του για κατοχή υλικού παιδικής πορνογραφίας και την επιστροφή του στο συγγραφικό γίγνεσθαι μετά την οριστική αθώωσή του…
-Το 2022 έγινε η σύλληψη, προφυλάκιση σου και υπήρξε πρωτοδίκως καταδίκη με αναστολή και χωρίς περιοριστικούς όρους, μέχρι την οριστική αθωωτική απόφαση, τον Μάιο του 2024. Πώς βίωσες όλον αυτόν τον Γολγοθά Βασίλη και γιατί η αθωωτική απόφαση άργησε τόσο πολύ;
Μου είναι πολύ δύσκολο να περιγράψω με λίγα λόγια όλα αυτά που έζησα και κυρίως το πώς τα έζησα, χωρίς να καταφύγω σε κλισέ. Κι αυτό, γιατί η παλέτα των αρνητικών συναισθημάτων, της μελαγχολίας, της κατάθλιψης, της αγωνίας για το άγνωστο, του φόβου, έχει πάρα πολλές αποχρώσεις, περισσότερες απ’ όσες θα περίμενα. Κάθε μέρα ήταν διαφορετική από την προηγούμενη ως προς τις σκέψεις και τα συναισθήματα, αλλά και τόσο ίδια. Είναι παράξενο αυτό, το ξέρω, ακούγεται αντιφατικό, αλλά όμως έτσι είναι. Παρόλα αυτά μπορώ να πω ότι, πέρα από τον Γολγοθά της φυλακής, υπήρξε -ίσως υπάρχει ακόμα- και ο Γολγοθάς του έξω, του μετά την κράτηση. Αυτός τελικά αποδεικνύεται και ο πιο δύσβατος. Όλα αυτά όμως τα περιγράφω με πλήρεις λεπτομέρειες στο βιβλίο μου που θα κυκλοφορήσει τον Απρίλιο του 2026. Ένα βιβλίο βιωματικό, μια μαρτυρία για όσα έζησα από τη στιγμή της σύλληψης, μέχρι και τώρα. Αναφορικά με την αργοπορία, όλοι ξέρουμε ή έχουμε ακούσει για τις καθυστερήσεις στα δικαστήρια. Στην περίπτωσή μου δεν υπήρξε τεράστια καθυστέρηση στην δικαστική διαδικασία, δηλαδή από την σύλληψη μέχρι και το Εφετείο μεσολάβησε 1,5 χρόνος. Αυτό ίσως ακούγεται πολύ, αλλά για τα συνήθη ελληνικά δεδομένα, δεν είναι. Όμως, μετά το Εφετείο, η αθωωτική απόφαση έκανε περίπου οχτώ μήνες να καθαρογραφεί, πράγμα που δίνει τελικά την εικόνα της καθυστέρησης. Κοινώς η γραφειοκρατία είναι αυτή που ευθύνεται σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις για τις υπερβολικές καθυστερήσεις.
-Θα ήθελα να μπούμε λίγο στις νομικές λεπτομέρειες, πώς η αρχική απόφαση ήταν καταδικαστική και μετά την έφεση, αθωωτική;
Ο κόσμος γενικά δεν γνωρίζει τα δικαστικά θέματα, ούτε εγώ άλλωστε τα γνώριζα πιο πριν. Νόμιζα ότι εφόσον ο εκάστοτε ανακριτής προφυλάκιζε κάποιον, τότε αυτός ο κάποιος ήταν εξ’ ορισμού ένοχος για κάτι. Η πραγματικότητα όμως είναι πολύ διαφορετική. Είναι εξαιρετικά σύνηθες στις μέρες μας να γίνεται κατάχρηση στις προφυλακίσεις, με το σκεπτικό «ας μπει μέσα και ας τα βρει στο δικαστήριο». Στο Πρωτόδικο από την άλλη, δεν μπαίνουν πολύ μέσα στην υπόθεση, δεν είναι αυτό το δικαστήριο που θα εξετάσει ενδελεχώς όλα τα δεδομένα. Κι εδώ υπάρχει το σκεπτικό «ας πάρει μια ποινή κι ας τα βρει στο Εφετείο». Το Εφετείο λοιπόν, ως ανώτερος βαθμός δικαστηρίου, με πολύ πιο πεπειραμένους δικαστές, είναι αυτό που θα «σκάψει» την κάθε περίπτωση, εκεί δηλαδή θα δοθεί το μεγάλο βάρος. Πέραν τούτου, εγώ πηγαίνοντας στο Πρωτόδικο απευθείας από το Κατάστημα Κράτησης, δεν είχα την δυνατότητα να ψάξω μόνος μου τα στοιχεία που ενίσχυαν τους ισχυρισμούς μου. Δηλαδή, τις διεθνείς συνθήκες και τις κοινοτικές οδηγίες, μαζί με καμιά τριανταριά άλλες πηγές που μιλάνε για την εξαίρεση από το ποινικά κολάσιμο της χρήσης τέτοιων αρχείων για αμιγώς επαγγελματικούς λόγους, όλα αυτά τα βρήκα όταν επέστρεψα σπίτι μου και μέχρι να γίνει το Εφετείο. Και στους επαγγελματικούς λόγους υπάγονται οι καλλιτεχνικοί, οι ιατρικοί, οι ερευνητικοί. Επίσης, τον τρόπο δουλειάς μου, δηλαδή να μαζεύω για κάθε βιβλίο μου στοιχεία στο πέρασμα των χρόνων, τα οποία να χρησιμοποιώ μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα, στοιχεία που υπήρχαν είτε έγχαρτα είτε ηλεκτρονικά σε παλιούς σκληρούς, τα βρήκα κι αυτά όταν επέστρεψα σπίτι. Κανείς δεν θα μπορούσε να κάνει αυτή τη δουλειά για μένα, προσπάθησα να καθοδηγήσω τηλεφωνικά φίλες και φίλους από το Κατάστημα Κράτησης, τι να βρουν για μένα, όμως αυτό δεν κατέστη δυνατόν. Εγώ ήξερα τι έπρεπε να ψάξω και πού θα το αναζητούσα. Συνεπώς, ναι μεν στο Εφετείο είπα τα ίδια πράγματα όπως και στο Πρωτόδικο, όμως στο Εφετείο είχα πλέον και όλα τα αποδεικτικά στοιχεία στα χέρια μου και τα παρουσίασα. Από την άλλη, ακριβώς επειδή επρόκειτο για μια υπόθεση πρωτόγνωρη για τα ελληνικά δικαστικά χρονικά, να υπάρξει, να δικαιωθεί τέτοιος ισχυρισμός και τελικά να δημιουργηθεί δικαστικό προηγούμενο, δεν είναι δυνατόν αυτό το δεδικασμένο να γίνει από την πρώτη δίκη.
-Στην φυλακή λοιπόν για 2+ χρόνια γνωρίζοντας ο ίδιος ότι είσαι αθώος, σκέφτηκες να δώσεις τέλος στην ζωή σου; Απειλήθηκες ποτέ από άλλους συγκρατούμενους μιας και η κατηγορία ήταν βαριά; Ισχύει ότι οι «καλοί» είναι έξω και οι «κακοί» στην φυλακή;
Καταρχάς να κάνω μια διόρθωση. Στη φυλακή κάθισα για έντεκα μήνες, αλλά έκανα 2+ χρόνια να επανέλθω, κοινώς να αθωωθώ στο Εφετείο και να καθαρογραφεί η απόφαση. Καθ’ όλη τη διάρκεια αυτών των έντεκα μηνών δεν σκέφτηκα καν να δώσω τέλος στη ζωή μου, ίσα ίσα έλεγα στον εαυτό μου ότι θα το πάλευα και θα αγωνιζόμουν, όσο μπορούσα. Εδώ όμως οφείλω να πω και κάποια πράγματα για την φυλακή Τρίπολης: Στην Τρίπολη βρίσκονται κατά κύριο λόγο υπόδικοι, άτομα δηλαδή που απλά προφυλακίζονται και περιμένουν την ώρα του Δικαστηρίου. Ελάχιστοι είναι οι κατάδικοι. Επίσης η Τρίπολη έχει την ιδιαιτερότητα ότι δέχεται μόνο άτομα που κατηγορούνται για αδικήματα που σχετίζονται με γενετήσια αξιοπρέπεια, κανέναν άλλον. Δεν υπάρχουν δηλαδή εκεί άτομα του κοινού ποινικού δικαίου, όπως δολοφόνοι ή ληστές, κλπ. Εκεί, σε αντίθεση με άλλες φυλακές, η ασφάλεια και η έλλειψη επικίνδυνων καταστάσεων είναι ο κανόνας, χωρίς να υπάρχει καν εξαίρεση. Συνεπώς το περιβάλλον στην Τρίπολη ήταν εξαιρετικά ασφαλές. Αναφορικά με τους καλούς και κακούς, τώρα. Στο Κατάστημα Κράτησης συνάντησα υποτιθέμενους «κακούς» που ήταν καλύτεροι από υποτιθέμενα «καλούς» που βρίσκονται έξω. Κοινώς οι «κακοί» είχαν μεγαλύτερη καλοσύνη από αρκετούς «καλούς» της καθημερινότητάς μας, και αντιστρόφως αρκετοί «καλοί» εδώ έξω έχουν μεγαλύτερη κακία από τους υποτιθέμενους «κακούς» της Τρίπολης. Ας τονίσω όμως το εξής: Γνωρίζω προσωπικά πάρα πολλά άτομα, που όπως κι εγώ, προφυλακίστηκαν άδικα και κατόπιν αθωώθηκαν πανηγυρικά είτε στο Πρωτόδικο είτε στο Εφετείο.
-Διαπομπεύτηκες και σήμερα είσαι αθώος, η «ρετσινιά» ωστόσο πιστεύεις ξεπλένεται ή νιώθεις ακόμα καχύποπτα βλέμματα;
Η άνευ λόγου και αιτίας ακραία διαπόμπευσή μου συνέβαλλε σε αυτό που ονομάζουμε «ρετσινιά». Και θα το εξηγήσω αμέσως αυτό. Εκείνες τις μέρες ακούστηκαν σημεία και τέρατα, δηλαδή ακούστηκε διακίνηση, διαμοιρασμός, διεθνές ένταλμα, συμμορία, σκοτεινό διαδίκτυο, πληρωμές, πολύ μικρές ηλικίες, ζωντανές θεάσεις, χιλιάδες αρχεία ασύλληπτου όγκου. Από τα προαναφερόμενα δεν υπάρχει απολύτως τίποτα, είναι όλα ψέμματα. Δεν ξέρω πώς προέκυψαν όλες αυτές οι «δημοσιογραφικές» κι «έγκυρες» πληροφορίες, που δημιουργούν από μόνες τους μια διαφορετική υπόθεση. Κι αυτό είναι ένα θέμα που πρέπει να προβληματίσει, η ποιότητα της ενημέρωσης δηλαδή. Η πραγματικότητα είναι πως προσπελάστηκαν (κοινώς ανοίχτηκαν) καμιά δεκαριά αρχεία, το τελευταίο διάστημα πριν από την σύλληψή μου. Μόνο αυτό. Το τονίζω ξανά: Μόνο αυτό. Η πραγματικότητα επίσης είναι πως διεθνείς συνθήκες που έχει υπογράψει η Ελλάδα, και τους έχει ψηφίσει ως νόμους της, καθώς και κοινοτικές οδηγίες, εξαιρούν την κατοχή τέτοιων αρχείων, ειδικά και μόνο για επαγγελματικούς (Καλλιτεχνικούς, ιατρικούς, ερευνητικούς) λόγους καθώς και για αστυνομικούς ή δικαστικούς σκοπούς. Αλλιώς, για να δώσω ένα παράδειγμα, οι τεχνικοί πραγματογνώμονες σε περιπτώσεις δίωξης για κατοχή τέτοιων αρχείων, που ανοίγουν συνέχεια αυτά τα αρχεία για να γνωματεύσουν τεχνικά, δεν θα μπορούσαν να κάνουν την δουλειά τους. Περιμένοντας το Εφετείο, έπεσα σε μια παλαιότερη εκπομπή, που αναφερόταν στην περίπτωσή μου, όπου ένας ειδικός του Ίντερνετ, μίλησε στην δημοσιογράφο για τη φρίκη που φέρουν τέτοιου είδους αρχεία, συμπληρώνοντας ότι στο μάθημα που έκανε σε αστυνομικούς χρειαζόταν να δουν αρχεία αυτής της φύσης για να μελετήσουν το έγκλημα. Συνεπώς κι εδώ έχουμε μια δεύτερη περίπτωση χρήσης των αρχείων για επαγγελματικούς λόγους. Στην περίπτωσή μου όμως, δεν υπάρχει το πλαίσιο διαδικασιών που θα μπορούσα να κινηθώ. Το δικαστήριο αποδέχθηκε πως δεν θα μπορούσα να ζητήσω αυτά τα αρχεία επίσημα, γιατί δεν προβλέπεται στα χαρτιά κάτι τέτοιο, παρόλο που προβλέπεται η μη ποινικοποίησή τους για επαγγελματικούς/καλλιτεχνικούς λόγους. Για τις παραπάνω περιπτώσεις επαγγελματιών, κανείς δεν μιλά για «στίγμα» ή «ρετσινιά» όμως, όλοι θεωρούν ότι πολύ σωστά αυτό συμβαίνει στο πλαίσιο της δουλειάς τους. Θέλω να καταλήξω ότι αυτό που συνέβη με μένα είναι εντελώς τραβηγμένο, υπερβολικό και ακραίο. Ένα απλό άνοιγμα δέκα περίπου αρχείων δεν δικαιολογεί όλο αυτό το χαμό. Γιατί, όπως είπα και προηγουμένως, δεν υπήρχε απολύτως τίποτα άλλο. Πάντως, για να επιστρέψω στο ερώτημα, θα ήταν ψέμα να ισχυριστώ ότι δεν περνά από το μυαλό μου αυτή η σκέψη, όπως διατυπώθηκε. Θεωρώ όμως ότι είναι μια σκέψη-βαρίδι, προτιμώ να κοιτώ μπροστά και με αισιοδοξία, αποβάλλοντας κάθε τι που θα μπορούσε να με τραβήξει πίσω. Αλλά, ας μου επιτραπούν κι εμένα κάποιες ερωτήσεις, παρόλο που ξέρω πως δεν θα απαντηθούν ποτέ και από κανέναν: Όλα αυτά τα ΜΜΕ, πάνω από 90 μετρημένα, από πού είχαν τις «πληροφορίες» τους; Πάνω σε τι βασίστηκαν για να διαμορφώσουν την κοινή γνώμη; Γιατί τίποτα από όλα αυτά που ειπώθηκε δεν υπήρχε. Είμαστε εντάξει στο να διαχέονται ψευδείς πληροφορίες, στο να γίνεται γνωστό το ονοματεπώνυμο ενός ανθρώπου χωρίς εισαγγελική εντολή; Στο να βγαίνει η φωτογραφία του στον αέρα; Και αυτό δεν αφορά μόνο εμένα, αλλά και όλους αυτούς που τελικά αθωώνονται στα δικαστήρια και γνωρίζουν μετά την καχυποψία των υπολοίπων, που πίστεψαν χωρίς δεύτερη σκέψη αυτά που άκουσαν από τα κανάλια ή διάβασαν στα σάιτς. Κοινώς, αν αφήσουμε αυτόν που φέρει την «ρετσινιά», δεν πρέπει να ασχοληθούμε και λίγο με αυτόν που αδικαιολόγητα και ψευδώς του την κολλάει;
-Πάντως οφείλω να σε ρωτήσω, γιατί χρειαζόταν να δεις την φρίκη για να την αποτύπωσεις στο χαρτί;
Χαίρομαι για την ερώτηση, μου έχει ξαναγίνει αρκετές φορές και δείχνει τον βαθμό παρανόησης που έχει δημιουργηθεί. Χωρίς παρεξήγηση όμως, η διατύπωση του ερωτήματος δείχνει μια έμμεση δυσπιστία ως προς τους ερευνητικούς/επαγγελματικούς λόγους. Για να εξηγηθώ: Κανείς ποτέ δεν θα ρωτούσε τους προαναφερόμενους επαγγελματίες, τον τεχνικό πραγματογνώμονα και τον ειδικό στο Ίντερνετ δηλαδή, γιατί να ανοίξουν τέτοιου είδους αρχεία ή γιατί να τα επιδείξουν σε τάξη αστυνομικών. Προφανώς για επαγγελματικούς λόγους. Στην περίπτωσή μου όμως όλοι ξεκινούν από την εντελώς λανθασμένη πεποίθηση ότι εγώ έβλεπα σκηνές φρίκης για να αποτυπώσω σκηνές φρίκης. Κάτι που δεν ισχύει. Καταρχάς, στο βιβλίο «Χωρίς φίλτρα», για το οποίο χρησιμοποιήθηκαν αυτά τα ελάχιστα αρχεία, δεν υπάρχει σκηνή φρίκης. Δεν υπάρχει κάτι ακατάλληλο δηλαδή. Σκληρό ναι, υπαινικτικό ναι, αλλά ακατάλληλο όχι. Συνεπώς δεν χρειαζόμουν τα αρχεία για να αποτυπώσω σκηνές φρίκης, δεν υπάρχουν τέτοιες σκηνές. Ας σκεφτούμε το εξής: Έστω ότι κάποιος θέλει να γράψει ένα μυθιστόρημα για την οπλοκατοχή και την βία των όπλων στα σχολεία (όπως συμβαίνει π.χ. στην Αμερική). Προφανώς και δεν θα καθόταν να δει τις σκηνές δολοφονίας, δεν θα εστίαζε σε αυτές τις στιγμές. Θα στεκόταν όμως στις κινήσεις και στις συμπεριφορές, τόσο των θυμάτων, όσο και του θύτη, πριν και μετά το συμβάν. Ο δράστης κινείται με βάση φυλετικά κριτήρια; Τα θύματα επιδεικνύουν αυτοθυσία, φόβο, σιωπή, πανικό, τι από όλα; Στην προκείμενη περίπτωση μπορώ να πω ότι οι σκηνές του βιβλίου μέσα στο σπίτι που διαδραματίζεται η ιστορία, το πώς δηλαδή κινούνται οι έφηβοι και οι ενήλικες, το γεγονός ότι καπνίζουν, πίνουν, ακούνε μουσική, χαλαρώνουν, η κινησιολογία και οι εκφράσεις τους, η ψυχολογία τους (σύνδρομο Στοκχόλμης, κλπ), είναι εντελώς αυθεντικές σκηνές που πάρθηκαν από κάποια από τα δέκα περίπου βίντεο που προσπελάστηκαν. Ακόμα και το σκηνικό ή η ενδυματολογία απεικονίζονται με πιστότητα. Δηλαδή τα πραγματολογικά στοιχεία, η τοποθέτηση των ηρώων στον χώρο κ.ο.κ. είναι εντελώς πραγματικά. Εάν δεν γινόταν οποιουδήποτε είδους έρευνα, το μυθιστόρημα θα είχε εντελώς άλλη κατεύθυνση, δηλαδή θα μιλούσα για πράγματα που θα φανταζόμουν, όπως μια κατάσταση ομηρείας και δεσίματος, ουρλιαχτών και τέτοιων συναφών καταστάσεων, από αυτές που μπορεί να φανταστεί κάποιος ότι συμβαίνουν, χωρίς αυτό να σημαίνει απαραιτήτως ότι αυτή είναι η μοναδική πραγματικότητα. Αν είχαν ανοιχτεί κάποια άλλα αρχεία, ίσως οι προσλαμβάνουσες ως προς τον χώρο και τη θέση των ατόμων να ήταν διαφορετικές. Για να το πω πιο απλά, δεν γίνεται να γράφεται ένα μυθιστόρημα ρεαλισμού, χωρίς ο συγγραφέας να ξέρει τί γίνεται.

-Θα ήθελες να ευχαριστήσεις και δημόσια κάποιους ανθρώπους που σου στάθηκαν όταν οι περισσότεροι σου γύρισαν την πλάτη;
Έχω ευχαριστήσει τόσο σε ανάρτησή μου στο Facebook, όσο και κατ’ ιδίαν όλα αυτά τα άτομα που μου συμπαραστάθηκαν. Είτε από την αρχή, είτε κατά την διάρκεια, είτε όταν γνωστοποίησα την απόφαση του Εφετείου. Πιστεύω ότι μια παράθεση ονομάτων δεν λέει κάτι ουσιαστικό, πέρα από το ότι είναι κουραστική. Στο βιωματικό βιβλίο που έγραψα και θα κυκλοφορήσει τον Απρίλιο από τις Εκδόσεις BELL, γίνεται αναφορά σε όλα τα άτομα που μου στάθηκαν και τα οποία ευχαριστώ, καθώς και σε εκείνα που δεν ευχαριστώ. Γιατί διαβάζοντας ο αναγνώστης κάθε κεφάλαιο θα διαπιστώσει κι από μόνος του, χωρίς καν να το τονίσω εγώ, ποιοι ήταν αυτοί που βρέθηκαν στο πλευρό μου και ποιοι όχι. Στο συγκεκριμένο βιβλίο μιλώ για όλους και όλα, και δίνω -θέλω να πιστεύω- όλες τις απαντήσεις πιο εκτενώς.
-Η επιστροφή στο συγγραφικό χώρο αναμένεται από τις 3 Οκτωβρίου με δύο τίτλους από τις εκδόσεις Bell που σου δίνουν την ευκαιρία να αναγεννηθείς από τις στάχτες σου: «Η νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια» και: «Χωρίς φίλτρα», τι θα διαβάσουμε oι αναγνώστες;
«Η νύχτα που έσβησαν τ’ αστέρια» είχε κυκλοφορήσει για πρώτη φορά το 2018. Είναι βιβλίο που βραβεύτηκε και αγαπήθηκε. Τόσο αυτό, όσο και το «Χωρίς φίλτρα» καταπιάνονται με θέματα αιχμής, με σοβαρά κοινωνικά ζητήματα. Ειδικά το δεύτερο μιλά για την σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων και την πορνογραφία ανηλίκων, μέσα από δυο ιστορίες που, χωρίς να διαδραματίζονται την ίδια εποχή ή στην ίδια χώρα, τρέχουν παράλληλα. Θέλω να ελπίζω ότι και αυτό το βιβλίο θα καταφέρει να ευαισθητοποιήσει και να προβληματίσει τους αναγνώστες.

-Πιστεύεις θα τα καταφέρεις να ξανά κερδίσεις το αναγνωστικό κοινό;
Είμαι πολύ χαρούμενος που εκπαιδευτικοί, γονείς και παλιοί μαθητές μου έχουν στείλει μηνύματα συμπαράστασης, αυτό είναι πολύ σημαντικό για μένα. Σίγουρα υπάρχει μια επιπλέον δυσκολία λόγω του ότι για τρία χρόνια βρισκόμουν εκτός εκδοτικού χώρου. Έχω μάθει όμως να κάνω υπομονή, να αγωνίζομαι και να βλέπω τα πράγματα θετικά.
-Είναι γεγονός πάντως ότι υπάρχει δυσανάλογη αναλογία όσων σε κατασπάραξαν με όσους σπεύδουν να σε αποκαταστήσουν μιας και είσαι επίσημα αθώος. Έχεις κάποιο σχόλιο για τους πρώτους;
Όχι ιδιαίτερα. Βλέπεις, έχω περάσει τόσα πολλά και σοβαρά, που προτιμώ να δίνω βάση σε πιο σημαντικά πράγματα. Αυτό ισχύει και για όσους κρίνουν ή έκριναν πως έπρεπε να απομακρυνθούν, δικαίωμά τους.
-Τι θα συμβούλευες έναν νέο συγγραφέα;
Να μην επαίρεται πως είναι συγγραφέας από το πρώτο του βιβλίο.
-Tι αγαπάς και τι φοβάσαι περισσότερο;
Περισσότερο αγαπώ την οικογένειά μου. Όσο για τον φόβο, επειδή έχω περάσει από σχεδόν όλη την κλίμακα φόβου και τον έχω γνωρίσει στις περισσότερες μορφές του, δεν μπορώ να δώσω μια συγκεκριμένη απάντηση. Φοβάμαι τη μοναξιά, φοβάμαι το σήμερα που μπορεί να φέρει απρόβλεπτα πράγματα, φοβάμαι το να μην μπορώ να αντιμετωπίσω τους φόβους μου. Όμως το παλεύω.
-Εκ μέρους του yourearticles σ’ ευχαριστώ γι’ αυτήν την συνέντευξη και σου εύχομαι όλα να πηγαίνουν πρίμα από εδώ και πέρα χωρίς άλλες περιπέτειες.
Ευχαριστώ πάρα πολύ.

Για τον συγγραφέα κ τα βιβλία του που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Bell/Ηarlenic: εδώ
Διαβάστε περισσότερα άρθρα για το βιβλίο και συνεντεύξεις συγγραφέων/ποιητών: εδώ
*Παρόλο που στις συνεντεύξεις οφείλει να καταθέτει την άποψή του και να απαντά στα ερωτήματα μόνο ο συνεντευξιαζόμενος, ας μου επιτραπεί κατ’ εξαίρεση ένα σχόλιο: η απονομή της δικαιοσύνης στην χώρα μας καθυστερεί απίστευτα και αυτό πρέπει να αλλάξει κάποτε. Βλέποντας την περίπτωση αυτού του ανθρώπου, καταλαβαίνουμε πόσο μοιραία είναι η κωλυσιεργία.
«Στη φυλακή κάθισα για έντεκα μήνες, αλλά έκανα 2+ χρόνια να επανέλθω, κοινώς να αθωωθώ στο Εφετείο και να καθαρογραφεί η απόφαση».
Aυτός ο άνθρωπος έχασε 2+ χρόνια από την ζωή του.
Αυτή η συνέντευξη ήταν μία εμπειρία ζωής και ευχαριστώ τον συγγραφέα γι’ αυτό, του εύχομαι ολόψυχα να βρει ξανά τον δρόμο του στην λογοτεχνία που τόσο άδικα στερήθηκε, μέσα από τις εκδόσεις Bell/Ηarlenic.
*Οι φωτογραφίες αντλήθηκαν από τη σελίδα στο FB των εκδόσεων Bell/Ηarlenic και το προφίλ του συγγραφέα.