Ross Daly: «Ο Ερωτόκριτος είναι μια μάλλον κλασική ιστορία αγάπης που συναντάει τα εμπόδια που υψώνονται στις οργανωμένες κοινωνίες»

Ο Ross Daly είναι ένας ταλαντούχος Ιρλανδός μουσικός που γεννήθηκε στην Αγγλία. Από τα πρώτα χρόνια της ζωής του ταξίδεψε αρκετά, απέκτησε εικόνες και ήχους, ώσπου το 1970 επισκέφτηκε για πρώτη φορά τη Κρήτη, η οποία και του έκανε μεγάλη εντύπωση. Όπως μου ανέφερε στη συνέντευξη μας, εκείνο το ταξίδι ήταν η αφορμή να ακούσει για πρώτη φορά ζωντανά τον ήχο της λύρας, κάτι που του δημιούργησε την έντονη επιθυμία να επιστρέψει κάποια μέρα και να ασχοληθεί με αυτό το όργανο. Ένα όνειρο που πραγματοποιήθηκε πέντε χρόνια αργότερα, το 1975. Από τότε μέχρι σήμερα ο Ross Daly δεν εγκατέλειψε την Ελλάδα, την Κρήτη και φυσικά την λύρα. Την Δευτέρα 6 Οκτωβρίου θα παρουσιαστεί ο Ερωτόκριτος του Βιντσέντζου Κορνάρου στο Ηρώδειο υπό την δική του καλλιτεχνική  διεύθυνση, σε μια κοινή προσπάθεια από το Μουσικό Εργαστήριο Λαβύρινθος. Με αφορμή αυτή την πρωτότυπη καλλιτεχνική αφορμή, τον φιλοξενώ στο yourearticles.

-Την Δευτέρα 6 Οκτωβρίου θα παρουσιαστεί ο Ερωτόκριτος του Βιντσέντζου Κορνάρου στο Ηρώδειο υπό την δική σας καλλιτεχνική  διεύθυνση. Με ποιο τρόπο προσεγγίσατε το έμμετρο αυτό μυθιστόρημα;

Από την αρχή της παραγωγής αυτής ήταν ξεκάθαρο ότι πρόκειται για μια συλλογική προσπάθεια εκ μέρος του Μουσικού Εργαστηρίου Λαβύρινθος, και όχι ένα ατομικό εγχείρημα δικό μου. Οι πέντε που συμμετείχαμε στη σύνθεση των κομματιών, μαζευόμασταν τότε σχετικά συχνά και παρουσιάζαμε ο ένας στον άλλον τι είχε γράψει ο καθένας, με σκοπό να κάνουμε κάποιες επιλογές από τα πολλά κομμάτια που όλοι γράψαμε. Επειδή όλοι μου οι συνεργάτες αυτοί είναι πολύ εύκολοι και ανιδιοτελείς άνθρωποι, εύκολα καταλήξαμε σε μια τελική επιλογή που άρεσε σε όλους μας. Από εκει και πέρα αρχίζαμε να σκεφτόμαστε ποιος θα ερμηνεύσει τι και πώς θα είναι οι ενορχηστρώσεις. Η δημιουργική φάση κράτησε αρκετό καιρό καθώς ο Ερωτόκριτος δεν είναι ένα απλό πράγμα, να το αντιμετωπίσει κανείς με προχειρότητα και επιπολαιότητα. Ήθελε πολύ δουλειά και επεξεργασία πάνω στο βασικό υλικό.

-Τι είδους ζυμώσεις γεννήθηκαν εντός σας κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας και της υλοποίησης του;

 Όλοι που συμμετέχουμε προσπαθούμε να δούμε τι ζητάει το ίδιο το κείμενο από μας. Στην παράστασή μας συμμετέχουμε άνθρωποι τόσο από την Κρήτη όσο και από άλλα μέρη του κόσμου και ο καθένας φέρνει κάτι από τον δικό του τόπου και από τη δική του παράδοση. Οι καταθέσεις αυτών των ανθρώπων είναι απόλυτα ταιριαστές καθώς ο Ερωτόκριτος, εκτός από ένα έργο με πολύ έντονη Κρητική ταυτότητα, είναι και διαχρονικό και παγκόσμιο.

-Ποια στοιχεία του έπους θεωρείτε ότι το καθιστούν διαχρονικό έως τις μέρες μας;

Ο Ερωτόκριτος είναι μια μάλλον κλασική ιστορία αγάπης που συναντάει τα εμπόδια που υψώνονται στις οργανωμένες κοινωνίες και αυτό είναι κάτι με το οποίο ο καθένας μπορεί να ταυτιστεί. Νομίζω όμως ότι το μεγάλο πλεονέκτημα του Ερωτόκριτου έγκειται στη γλώσσα. Η Κρητική γλώσσα είναι από μόνη της πολύ πλούσια σε χρώματα και έννοιες, αλλά η γλώσσα του Κορνάρου είναι σε μια κατηγορία μόνη της.

-Το 1970 συνέβη κάτι κομβικό στη πορεία σας. Επισκέπτεστε για πρώτη φορά τη Κρήτη. Ήταν καρμική η επίσκεψη αυτή; 

 Η πρώτη μου επίσκεψη στην Κρήτη το 1970 υπήρξε αναμφίβολα ένας σημαντικός σταθμός στη ζωή μου. Εκείνο το ταξίδι ήταν η αφορμή να ακούσω για πρώτη φορά ζωντανά τον ήχο της λύρας, κάτι που μου δημιούργησε την έντονη επιθυμία να επιστρέψω κάποια μέρα και να ασχοληθώ με αυτό το όργανο. Αυτό το όνειρο πραγματοποιήθηκε πέντε χρόνια αργότερα, το 1975. Από τότε ζω στην Ελλάδα, εδώ και πενήντα χρόνια – δώδεκα στην Αθήνα και τριάντα οκτώ στην Κρήτη, που αποτελεί και τον τόπο της μόνιμης κατοικίας μου.

-Ήρθατε σε επαφή με τη κρητική λύρα. Πως νιώσατε όταν πρωτακούσατε κάποιον να παίζει αυτό το όργανο; 

Σε εκείνο το πρώτο ταξίδι βρέθηκα στην Κρήτη σε ηλικία μόλις 18 χρονών, χωρίς να γνωρίζω πολλά ούτε για το νησί ούτε για τη σύγχρονη Ελλάδα γενικότερα. Εκείνα τα χρόνια, στο εξωτερικό, είχαμε μονάχα μια αμυδρή εικόνα από ένα πολύ περιορισμένο κομμάτι της ελληνικής μουσικής· κυρίως της αστικής, με επίκεντρο το μπουζούκι. Για τον τεράστιο πλούτο και την ποικιλία των ακουσμάτων και των οργάνων που υπήρχαν στην ελληνική επαρχία και στα νησιά, δεν γνωρίζαμε σχεδόν τίποτα. Έτσι, όταν άκουσα για πρώτη φορά τον ήχο της κρητικής λύρας, ένιωσα μια μεγάλη έκπληξη. Δεν ήταν μόνο το πόσο όμορφο και ελκυστικό ήταν το άκουσμά της· ήταν και το ότι, από τη μία, έδενε αρμονικά με όλα τα τροπικά ακούσματα που ήδη γνώριζα από τον ευρύτερο χώρο της ανατολικής Μεσογείου, ενώ από την άλλη διέθετε κάτι το εντελώς ιδιαίτερο και ξεχωριστό. Κάτι που με συνεπήρε αμέσως και που «ταίριαζε» με τη δική μου ιδιοσυγκρασία.

-Σας ανησυχεί μήπως κοπεί το νήμα μεταξύ της μουσικής παράδοσης του τόπου μας με τις επόμενες γενιές;

Θεωρώ πολύ σημαντικό να ακούμε μουσικές που έχουν γεννηθεί από ανθρώπους με κοινά βιώματα και εμπειρίες με εμάς τους ακροατές· από ανθρώπους που μας μοιάζουν και στους οποίους κι εμείς αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας. Αυτό συμβαίνει κατεξοχήν στην περίπτωση μιας παραδοσιακής μουσικής που ακολουθεί μια υγιή πορεία εξέλιξης, καθώς αποτελεί άμεση έκφραση των ίδιων των ανθρώπων που τη ζουν και τη δημιουργούν. Αντίθετα, η σύγχρονη «ποπ» βιομηχανία έχει την τάση να προβάλλει πρότυπα που, τουλάχιστον φαινομενικά, βρίσκονται πολύ μακριά από τις πραγματικές εμπειρίες του απλού ανθρώπου. Μου φαίνεται πως αυτή η προσέγγιση στοχεύει περισσότερο στο να καθηλώσει και να καθυποτάξει τον ακροατή, παρά στο να τον αγγίξει με τρυφερότητα και να τον εμπνεύσει στα βαθύτερα στρώματα της ύπαρξής του. Από την άλλη πλευρά όμως, ούτε η φολκλορική εκδοχή της «παράδοσης» αποτελεί λύση. Αυτή, αναμασώντας συνεχώς ένα ωραιοποιημένο παρελθόν που στην πραγματικότητα ποτέ δεν υπήρξε, καταλήγει σε μια ψευδαίσθηση, σε κάτι το ανειλικρινές, που δεν συνιστά μια ουσιαστική και δημιουργική πρόταση.

-Η μουσική σας παιδεία αλλά και η μουσική σας δημιουργία συνδυάζουν στοιχεία από τη κουλτούρα της Ανατολής.  Ισορροπείτε μεταξύ Δύσης και Ανατολής; Κλίνει κάπου η πλάστιγγα; 

Δεν ξέρω κατά πόσο ισορροπώ μεταξύ δύσης και ανατολής. Οι μουσικές με τις οποίες ασχολούμαι ωστόσο ανήκουν κυρίως στη μεγάλη οικογένεια των τροπικών παραδόσεων. Γεωγραφικά, οι παραδόσεις αυτές εκτείνονται σε έναν τεράστιο χώρο, που ξεκινά από τη βορειοδυτική Αφρική και φτάνει μέχρι τις δυτικές επαρχίες της Κίνας. Σε αυτό το ευρύ φάσμα περιλαμβάνονται η Βόρεια Αφρική, τα Βαλκάνια, ο αραβικός κόσμος, η δυτική και κεντρική Ασία, η Ινδία, καθώς και η επαρχία Σινκιάνγκ της Κίνας. Μέσα σε αυτόν τον χώρο ανήκει φυσικά και η Ελλάδα, της οποίας περίπου το 85 με 90% της παραδοσιακής μουσικής εντάσσεται σε αυτό το είδος. Αντίστοιχα, και η συντριπτική πλειοψηφία των δικών μου μουσικών δημιουργιών ανήκουν στον ίδιο αυτόν ευρύ και πολυδιάστατο κόσμο των τροπικών μουσικών.

-Έχοντας γυρίσει όλα τα μήκη και πλάτη της γης και έχοντας πλούσιες μουσικές επιρροές τι ήταν αυτό που όρισε την Κρήτη ως τον μόνιμο τόπο κατοικίας σας; 

Το ότι η μόνιμη κατοικία μου βρίσκεται στην Κρήτη είναι αποτέλεσμα ενός συνδυασμού πολλών παραγόντων. Πρόσωπα που γνώρισα, εμπειρίες που έζησα, αλλά και η μακροχρόνια μαθητεία μου στην κρητική μουσική κοντά σε σημαντικούς ανθρώπους, όπως ο αείμνηστος Κώστας Μουντάκης, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο. Ένα ακόμη καθοριστικό βήμα ήταν η πρόσκληση που δέχτηκα το 1999 από τον τότε Δήμο Νίκος Καζαντζάκης (σήμερα Αρχανών–Αστερουσίων) να μεταφερθεί το Μουσικό Εργαστήρι Λαβύρινθος στο χωριό Χουδέτσι, όπου συνεχίζει να βρίσκεται μέχρι σήμερα. Όλα αυτά, και πολλά ακόμη, συνετέλεσαν στο να γίνει η Κρήτη ο τόπος της μόνιμης εγκατάστασής μου και της δημιουργικής μου έδρας.

-Το 1982 ιδρύσατε το Μουσικό Εργαστήρι Λαβύρινθος στο Ηράκλειο. Πως νιώθετε για τα παραπάνω από σαράντα χρόνια ύπαρξής του;

Μέσα σε αυτά τα 43 χρόνια είχα την τύχη να γνωρίσω πολλούς κορυφαίους μουσικούς από σχεδόν κάθε γωνιά του κόσμου και από τον καθένα να μάθω, από κοντά, πράγματα πολύτιμα. Είδα επίσης αμέτρητα νέα παιδιά να κάνουν τα πρώτα τους βήματα στη μουσική κοντά μας και να εξελίσσονται με τον καιρό σε σπουδαίους μουσικούς και, το πιο σημαντικό, σε όμορφους ανθρώπους. Όλη αυτή η εμπειρία, τόσο πλούσια και πολυδιάστατη, αποτελεί ό,τι σημαντικότερο έχω ζήσει στη ζωή μου.

-Ξέρω ότι εκεί φυλάσσονται μουσικά όργανα από όλο τον κόσμο. Έχει ανάγκη ο τόπος μας από τέτοιες πρωτοβουλίες ιδιωτών; Το κράτος είναι ενεργό σε αντίστοιχες ενέργειες; 

Το κράτος, είτε κάνει είτε δεν κάνει τη δική του δουλειά, εκείνο που έχει σημασία είναι εμείς να κάνουμε τη δική μας. Η σταδιακή συγκέντρωση μουσικών οργάνων από πολλά μέρη του κόσμου, σε ένα διάστημα σχεδόν εξήντα ετών, υπήρξε για μένα ένα έργο αγάπης· ένα συναρπαστικό ταξίδι από μόνο του, και όχι ένα «πρότζεκτ» που απλώς ανταποκρίνεται σε κάποια υποχρέωση ή καλύπτει μια έλλειψη. Στη δική μας περίπτωση, το κράτος –και πιο συγκεκριμένα η Περιφέρεια Κρήτης και ο Δήμος Αρχανών–Αστερουσίων– στάθηκαν αρωγοί, προσφέροντας έναν χώρο για την έκθεση αυτών των οργάνων, αλλά και υποστηρίζοντας την προσπάθεια και σε άλλα επίπεδα.

-Σας ενοχλεί κάτι στη σημερινή ελληνική κοινωνία; 

Σε κάθε κοινωνία υπάρχουν πράγματα που μας ενοχλούν ή μας απογοητεύουν· υπάρχουν όμως και όσα μας χαροποιούν και μας εμπνέουν. Αυτό που μπορεί να κάνει ο καθένας μας είναι να μετουσιώνει την αρνητική ενέργεια που εισπράττει σε κάτι θετικό, μέσα από τις δικές του πράξεις και σκέψεις. Η αποστολή μας ως άνθρωποι είναι η φροντίδα αυτού του πανέμορφου πλανήτη που όλοι μοιραζόμαστε. Η δουλειά μας είναι να τον στολίσουμε με δημιουργήματα αγάπης και όχι να τον βεβηλώσουμε με σκουπίδια και προϊόντα της ματαιοδοξίας και της ιδιοτέλειάς μας. Το κρίσιμο ζήτημα όμως είναι να το συνειδητοποιήσουμε όλοι συλλογικά – προτού να είναι αργά.

-Το  καταφύγιο σας;   

Το καταφύγιό μου είναι η ίδια η μουσική. Είναι μαζί μου πάντα και παντού.

-Ο μεγάλος σας φόβος;   

Ο μεγάλος μου φόβος… μάλλον ο ίδιος ο φόβος… Είναι αυτό που ακυρώνει πιθανότητες και που σβήνει όνειρα και οράματα.

-Η συμβουλή που θα δίνατε σε έναν άνθρωπο για να κάνει τα όνειρα του πραγματικότητα;   

Να μην φοβάται… Προχώρα άφοβα και όπου βγει.

-Τι σας έρχεται στο μυαλό όταν λέτε το όνομα Ross Daly;  

Ένας πολύ μικρός άνθρωπος που, με τον τρόπο του και όσο μπορεί, αγαπάει πολύ μεγάλα πράγματα· όπως τη μουσική και τη ζωή.

-Κύριε Daly σας ευχαριστώ πολύ για την επικοινωνία μας.

Και εγώ σε ευχαριστώ.

Συνέντευξη στον Χρήστο Ηλιόπουλο

Ross Daly (Ρος Ντέιλι) – Βιογραφικό: εδώ

Διαβάστε περισσότερες συνεντεύξεις: εδώ

Αποτυχημένος φοιτητής Κοινωνικής Θεολογίας του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Αποτυχημένος φοιτητής Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών. Ερασιτέχνης ραδιοφωνικός παραγωγός και αρθρογράφος. Συλλέκτης βινυλίων, κόμικς και βιβλίων. Λάτρης της ινδικής κουζίνας και του κόκκινου κρασιού. Με το γράψιμο έχω μια ιδιαίτερη σχέση. Όταν γράφω θέλω η σκέψη που ξεκινάει από εμένα να ολοκληρώνεται από τον αναγνώστη...