Ζούμε στην εποχή της κυριαρχίας των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Facebook, Twitter, Instagram κυριαρχούν πλέον στην καθημερινότητά μας, με κάθε μικρή στιγμή της ζωής μας να λαμβάνει τεράστια σημασία μέσα από μία ανάρτηση.
Μέσα σε μία οθόνη, το ξέσπασμα της ύπαρξης και η ανάγκη του ανθρώπου για αλληλεπίδραση καλύπτεται, έστω και πλασματικά σε μεγάλο βαθμό. Ακόμα και αν το Διαδίκτυο δεν καλύπτει την εγγενή ανάγκη του ανθρώπου για μία δια ζώσης επικοινωνία, δημιουργεί ένα έδαφος για την ανταλλαγή απόψεων, τη γνωριμία με άλλα άτομα, την αλληλεπίδραση. Αποδεδειγμένα, ακόμα και τα like που παίρνουμε σε αναρτήσεις μας, ωφελούν την ψυχική μας υγεία.
Σε πολλά άρθρα μου έχω αναφερθεί στις αρνητικές εκφάνσεις των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, το πόσο αρνητική μπορεί να είναι η επίδρασή τους σε ευαίσθητους ανθρώπους, σε έφηβους, σε προσωπικότητες που ακόμα ο εγκέφαλος και η προσωπικότητά τους δεν έχει ολοκληρωθεί ώστε να μπορούν να φιλτράρουν ορθά και να κωδικοποιούν τα μηνύματα που λαμβάνουν.
Θα σταθώ όμως, σε μία άλλη πτυχή του ίσως πιο διαδεδομένου μέσου κοινωνικής δικτύωσης. Πιο θετική, καθώς έχει πολλές θετικές πλευρές που επισκιάζονται από τη λανθασμένη και ανώριμη χρήση του.
Το Facebook διευκολύνει την επικοινωνία, επειδή δε σε δεσμεύει στο χρονικό περιθώριο που πρέπει να επικοινωνήσεις με κάποιον. Αν καλέσεις, για παράδειγμα, τον καλύτερο σου φίλο στις τέσσερις το ξημέρωμα, το πιθανότερο είναι να σου πει «είναι αρκετά περασμένη η ώρα». Αν όμως του στείλεις ένα μήνυμα στο προφίλ του στις τέσσερις ή πέντε το ξημέρωμα, δε θα σου πει «με ενόχλησες» ή «γιατί μου έστειλες τέτοια ώρα». Μπορείς να στείλεις όποτε θέλεις.
Αυτό, θεωρώ, διευκολύνει την επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων, μπορείς να μιλάς σε μία συνομιλία αρκετά αργά τη νύχτα, δίχως να ακούγεσαι, να ενοχλείς άλλα άτομα με τα οποία διαμένεις μαζί, να αλληλεπιδράς σε πιο τακτή επικοινωνία με τον άλλον, να υπάρχει μία εχεμύθεια και διακριτικότητα. Μπορείς καθημερινά να «βρίσκεσαι» με κάποιον καθώς παρατηρείς τη ζωή του, μπορείς να στέλνεις μήνυμα ή να σχολιάζεις τις αναρτήσεις του. Αν μιλούσες με κάποιον στο τηλέφωνο, μπορεί με κάποιο τρόπο ο ένας από τους δύο να παρατηρούσε και να έλεγε «μιλάμε τόσο συχνά». Στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης όμως, δεν υπάρχει αυτή η αίσθηση, μπορείς να αλληλεπιδράς διαρκώς, παρακολουθείς τη ζωή του άλλου, βλέπεις στιγμές της ζωής του.
Ίσως αυτό να είναι μία ευκαιρία να αξιοποιήσουμε σωστά κάθε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ως μία ευκαιρία να έρθουμε ουσιαστικά κοντά με άλλους ανθρώπους, με μία επικοινωνία που θα ξεπερνά την ψυχρή πίσω από μία οθόνη επαφή και θα επεκτείνεται και στην ίδια τη φυσική, σωματική αλληλεπίδραση.