Η σιγουριά μιας ζωής όπου ο καθημερινός μας βηματισμός υπαγορεύεται από έναν καθορισμένο ρυθμό που δεν επιτρέπει «παρεκκλίσεις», φαίνεται πως μας απαλλάσσει από περιττά άγχη και προβληματισμούς. Η προβλεψιμότητα μιας τέτοιας συνθήκης λειτουργεί, για τους περισσότερους από εμάς ανακουφιστικά και ξεκούραστα, παρέχοντάς μας την πολυπόθητη «ασφάλεια». Τι γίνεται, όμως, όταν, κάποια στιγμή, αρχίσουμε να βλέπουμε τους εαυτούς μας να «ασφυκτιούν» μέσα στο «γνώριμο»; Τι γίνεται όταν, στο τέλος κάθε ημέρας νιώθουμε πως έχουμε δυνατότητες τις οποίες δεν έχουμε αξιοποιήσει, επιθυμίες που δεν τολμήσαμε ποτέ να ομολογήσουμε, ενέργεια και διάθεση να δούμε τον εαυτό μας «αλλιώς»; Τι γίνεται όταν η «δεδομένη» μας καθημερινότητα μας έχει οδηγήσει να νιώθουμε πως απλά «επιβιώνουμε» και η ζωή μας φαντάζει μουντή, δίχως σκοπό;
Όταν βγαίνουμε συνειδητά από την ζώνη «ασφαλείας» – comfort zone – μας, όλα στην αρχή μας φαντάζουν άγνωστα και απειλητικά. Φοβόμαστε, δεν ξέρουμε πώς να κινηθούμε, νιώθουμε ανασφάλεια και συχνά πιάνουμε τον εαυτό μας να αναπολεί το «γνώριμο» και την σιγουριά που το συνοδεύει. Βαθιά μέσα μας όμως, γνωρίζουμε πως, όσο καθησυχαστική μπορεί να είναι η επαναληπτικότητα της γνώριμης καθημερινότητας που βιώνουμε, άλλο τόσο απαγορευτική μπορεί να γίνει για την εξέλιξή μας, την υλοποίηση των ονείρων μας και την ανακάλυψη νέων πτυχών του εαυτού μας.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η «έξοδος» από την «ζώνη ασφαλείας» είναι εκείνη που φαντάζει ως η πιο ενδεδειγμένη λύση. Σε αυτό το πλαίσιο, είθισται να ξεκινάμε με μικρά, «διστακτικά» βήματα με στόχο να φτάσουμε τελικά μέχρι εκεί όπου θα αποφασίσουμε ότι αντέχουμε και μπορούμε να διαχειριστούμε την νέα συνθήκη ο καθένας μας. Άλλωστε, η «μεγάλη έξοδος» από την ζώνη άνεσης μόνο με μικρά και συνειδητά βήματα μπορεί να γίνει, καθώς είναι πιο δόκιμο να έχουμε χρόνο στην διάθεσή μας για παρατήρηση και εκτίμηση των καταστάσεων και μετά να προβαίνουμε στις κατάλληλες παρεμβάσεις. Η είσοδος στο «άγνωστο» απαιτεί ευελιξία και δράση, και όχι βιασύνη και παρορμητικότητα.
Είναι αλήθεια, ωστόσο, ότι κάποιες φορές, οι αλλαγές στις οποίες προχωράμε, έρχονται ως αποτέλεσμα της ίδιας της ζωής και των προκλήσεων που εκείνη φέρνει στο διάβα μας, τις οποίες σίγουρα δεν ζητήσαμε. Είναι τότε που, λόγω των δύσκολων συνθηκών και καθώς ωθούμαστε στα όριά μας, αναπόφευκτα αλλάζουμε. Αλλάζουμε, γιατί οι γνώριμοι τρόποι σκέψης και διαχείρισης καταστάσεων που διαθέταμε μέχρι εκείνη την στιγμή δεν εξυπηρετούν πια τις ανάγκες μας. Αλλάζουμε κάτω από την πίεση της ίδιας της καθημερινότητάς μας η οποία έχει πια μεταβληθεί, με βίαιο τρόπο καμιά φορά, απαιτώντας από εμάς να προσαρμοστούμε ώστε να μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε στην νέα πραγματικότητα. Αλλάζουμε, γιατί, κάποιες φορές, δεν έχουμε άλλη επιλογή και η πραγματικότητα μας ξεπερνά. Αυτές οι κρίσεις όμως στην ζωή μας, όσο παράδοξο και αν ακούγεται, συνιστούν απαραίτητα συστατικά της ψυχολογικής μας ωρίμανσης, αν επιλέξουμε να τις νοηματοδοτήσουμε με αυτό τον τρόπο, δεν «φορτώσουμε» τις ευθύνες για όλα τα «δεινά που μας βρήκαν» σε κάποιον ή κάτι άλλο, και δεν παραιτηθούμε.
Μέσα από αυτές βρίσκουμε την ευκαιρία να αναμετρηθούμε ξανά με τον εαυτό μας, τις σκέψεις μας, τις επιθυμίες και τις προσδοκίες μας, και αυτό συχνά μπορεί να είναι επώδυνο. Αν, όμως, βρισκόμαστε σε μια θέση δυσφορίας για πολύ καιρό, επιδιώκουμε την «αλλαγή» και είμαστε έτοιμοι για αυτή, τότε η διαδικασία μπορεί να ενεργοποιηθεί πραγματικά από οτιδήποτε. Βασικό συστατικό της ελευθερίας άλλωστε, η ανάληψη ευθύνης.
Θα μπορούσε, λοιπόν, η ζωή να ξεκινά εκεί όπου η ζώνη άνεσης τελειώνει; Άραγε, ο τολμών να νικά; Η απάντηση είναι απόλυτα προσωπική και υποκειμενική για τον καθένα από εμάς. Προσωπικά, θα έλεγα ότι, υπό συνθήκες, ναι, ο τολμών μπορεί τελικά να νικά.
Από την Έφη Γουντουδάκη
Περισσότερα άρθρα Ψυχολογίας εδώ