Ο εθισμός στην εργασία ως τρόπος αποφυγής της πραγματικότητας και του εαυτού μας

Ο εθισμός στην εργασία ή αλλιώς εργασιομανία είναι μία αυτοκαταστροφική καταναγκαστική συνήθεια που επιδρά με ποικίλους τρόπους στη ζωή του ατόμου. Οι αρνητικές επιπτώσεις του συγκεκριμένου εθισμού επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την κοινωνική, οικογενειακή ζωή του ατόμου αλλά και τις διαπροσωπικές του σχέσεις. Η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης εξάρτησης είναι ότι αποτελεί μία κοινωνικά αποδεκτή εξάρτηση, η οποία μάλιστα πολλές φορές ενισχύεται και προωθείται ως σύγχρονος τρόπος ζωής. Ο εθισμός στην εργασία έχει αποκτήσει μία έντονα αυξητική τάση στους εργαζόμενους. Λόγοι που συμβάλλουν στην ολοένα και αυξητική ενασχόληση των εργαζομένων ανεξαρτήτως φύλου με την εργασία τους είναι o ανταγωνισμός που επικρατεί στον εργασιακό χώρο, ο φόβος για την απώλεια της θέσης εργασίας, η φιλοδοξία για μία γρήγορη επαγγελματική εξέλιξη σε μικρό χρονικό διάστημα. Συνδέεται, επίσης, συχνά και με τα στερεότυπα φύλου που θέλουν τον άντρα να είναι επιτυχημένος και καλά αμειβόμενος στην εργασία του έτσι ώστε να μπορεί να είναι επιθυμητός από τις γυναίκες, να είναι άξιος ως σύζυγος και πατέρας.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι παρόλο που συνηθίζουμε να εστιάζουμε κυρίως στις πολλές ώρες εργασίας ενός ατόμου εθισμένου στην εργασία, οι πολλές ώρες εργασίας αποτελούν απλά ένα σύμπτωμα. Μάλιστα οι πολλές ώρες ενασχόλησης με την εργασία είναι κάτι που μπορεί εύκολα να δικαιολογηθεί από τα ίδια τα άτομα με βάση τη λογική και ενεργοποιώντας μηχανισμούς άμυνας. Ο φόβος για την ανεργία, η εργασιακή επισφάλεια της εποχής και το οικονομικό στρες αποτελούν κάποιες από τις συχνότερες δικαιολογίες που προβάλλονται.

Ο εθισμός από την εργασία πυροδοτεί έκρηξη αδρεναλίνης από ένα διαρκή αγώνα για επίτευξη των στόχων που θέτουν τα άτομα στην εργασία τους. Όταν ένας στόχος επιτευχθεί, τότε αμέσως θέτουν έναν πιο φιλόδοξο, καθώς η στασιμότητα φαντάζει στα μάτια τους ως αποτυχία. Οι εργασιομανείς μπορεί να βαδίζουν, μιλάνε ή τρώνε γρήγορα, υπερφορτώνοντας το πρόγραμμά τους. Δείχνουν να τα διαχειρίζονται όλα στο έπακρο, ωστόσο ο οποιοσδήποτε περισπασμός που θα χαλάσει τον προγραμματισμό τους και θα προκαλέσει την αίσθηση ότι δεν έχουν τον έλεγχο της ζωής τους μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένο άγχος, διαταραχή ύπνου, κρίσεις πανικού, κατάθλιψη.

Η διαρκής ενασχόληση με την εργασία μπορεί να αποτελεί διαφυγή από ένα ζήτημα αυτοεκτίμησης που είτε έχουν επίγνωση τα ίδια τα άτομα ότι υπάρχει είτε όχι. Μέσα από την εργασία τους λαμβάνουν τελικά την επιβεβαίωση ότι αξίζουν ως άτομα. Επίσης, για πολλά άτομα μπορεί να αποτελεί τρόπο διαφυγής από μία δυστυχισμένη ζωή. Σε αυτή τη περίπτωση η έντονη εργασία αποτελεί το αντίδοτο μίας καθημερινότητας που δεν μπορούν ή δεν ξέρουν πώς να αλλάξουν. Σε κάθε περίπτωση η κοινωνική αποδοχή που μπορεί να λαμβάνει κανείς από την εργασία του δυσχεραίνει το να μπορεί να εντοπίσει ή να αποδεχτεί ότι η ενασχόληση με την εργασία έχει μετασχηματιστεί σε μία καταναγκαστική συνήθεια. Κάτι το οποίο έχει απορρυθμίσει τις ισορροπίες με την εργασία και είναι σημαντικό να μην παραγνωρίζεται είναι το ξέσπασμα της πανδημίας, κάτι το οποίο κατέστησε για πολλούς την εργασία την μόνη διέξοδο για ψυχική εκτόνωση αλλά και αφορμή για κοινωνική αλληλεπίδραση με άλλα άτομα. Ωστόσο, είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι η εργασία αποτελεί και αυτή μία από τις πηγές ευτυχίας και αυτοπεποίθησης, αλλά δεν είναι καλό για τη ψυχική μας υγεία να αποτελεί τη μοναδική πηγή.

Μάθετε περισσότερα για την καταπολέμηση των εξαρτήσεων στον ιστότοπο https://exartisi.org/

Απόφοιτος του τμήματος Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στη Νομική του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, με πεδία ειδίκευσης το Ποινικό Δίκαιο και τις Εξαρτήσεις. Εργάζομαι ως καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στην ιδιωτική εκπαίδευση. Στόχος μου να παρουσιάσω άρθρα με κοινωνικά ζητήματα, ώστε να συμβάλλω στην γνωριμία του κοινού με την επιστήμη της Κοινωνιολογίας.