Κωνσταντίνος Βελλιάδης: «Το λαϊκό τραγούδι είναι συνυφασμένο με τις ζωές μας και τις αναμνήσεις μας, είναι στοιχείο του dna μας»

Ο Κωνσταντίνος Βελλιάδης ανήκει στη νεότερη γενιά δημιουργών, που με τα τραγούδια του, έχει πάρει τη σκυτάλη και διακρίνεται στο λαϊκό τραγούδι. Με γερές βάσεις ως μουσικός,  έχοντας συνεργαστεί με σπουδαίες μορφές του ελληνικού μας  τραγουδιού, αφήνει το δικό του αποτύπωμα μέσα σε αυτό το δύσκολο τοπίο της ελληνικής δισκογραφίας. Πρόσφατα, κυκλοφόρησε το τραγούδι Παλιά Φωτογραφία σε δική του μουσική, στίχους Σταμάτη Κραουνάκη και ερμηνεία Κώστα Μακεδόνα.  Με μεγάλη χαρά συνομιλήσαμε για το yourearticles.

-Κατάγεσαι από τη Νέα Μηχανιώνα Θεσσαλονίκης. Πως θα περιέγραφες τα παιδικά σου χρόνια;

Στα παιδικά μου χρόνια ήμουν πολύ τυχερός, μιας και μεγάλωσα σε ένα πανέμορφο παραθαλάσσιο μέρος λίγο έξω από την Θεσσαλονίκη, όπου η ξεγνοιασιά κι η αθωότητα ήταν τα κύρια συστατικά της ζωής εκεί. Τα κυριακάτικα τραπέζια με το ραδιόφωνο να παίζει τραγούδια, τα χαμόγελα των ανθρώπων στις αυλές, οι παρέες στις βεράντες και τα ευφάνταστα πειράγματα των φίλων είναι οι εικόνες που μπολιάστηκαν μέσα μου και με κάνουν να πιστέψω πως καλύτερα παιδικά χρόνια δεν θα μπορούσα να είχα. 

-Ο λόγος που σε έκανε να στραφείς στη μουσική;

Νομίζω πως κάτι τέτοιο γίνεται υποσυνείδητα, δεν το αποφασίζεις. Χρειάζεται, για κάποιο λόγο, που θα είσαι τυχερός αν τον μάθεις, να μην εκφράζεσαι όπως οι περισσότεροι άνθρωποι αλλά μέσω μιας τέχνης, οποίας και να είναι αυτή. Σε μένα έλαχε η μουσική και ό,τι εμπεριέχει αυτή. 

-Τι ήταν αυτό που αγάπησες στο μπουζούκι;

Στο σπίτι, από μικρός θυμάμαι, όλο και κάποιο μουσικό όργανο να υπάρχει. Στην αρχή μια κιθάρα, μετέπειτα ένας μπαγλαμάς, τον οποίο είχα βρει στο υπόγειο, και ένα αρμόνιο που είχε η ξαδέρφη μου και μου άρεσε να προσπαθώ να παίξω. Η καταλυτική στιγμή ήρθε, όμως, όταν άκουσα το τραγούδι «Στων Αγγέλων Τα Μπουζούκια» με αυτήν τη μαγική μελωδία. Είδα και το βιντεοκλίπ με έναν, άγνωστο τότε για μένα, μιας και ήμουν 12 ετών, κύριο να παίζει το τραγούδι με το μπουζούκι και μαγεμένος είπα «θέλω να μάθω να παίζω και εγώ μπουζούκι και να παίξω το τραγούδι αυτό». Σε λίγες μέρες ο παππούς μου μου έφερε στο σπίτι ένα μπουζούκι που είχε βρει από έναν φίλο, σαν τώρα το θυμάμαι, και άρχισε μια σχέση ζωής με αυτό το όργανο. Εν τω μεταξύ ακόμα έχω το πρώτο μου μπουζούκι 

-Τα ακούσματα που σε καθόρισαν σαν ακροατή αρχικά και ως συνθέτη μετέπειτα;

Οι προσλαμβάνουσες που είχα ως παιδί σε ακούσματα ήταν συγκεκριμένες. Μεγάλωσα σε ένα σπίτι όπου θυμάμαι το ραδιόφωνο να παίζει λαϊκά τραγούδια, που τραγουδούσαμε στις γιορτές και στα γλέντια μας, μεσουρανούσαν τότε τα καλά τραγούδια. Ήταν και τυχερή η γενιά μου μιας και είχε μια μεγάλη ασφάλεια η οποία ήταν να περικλείεται από μεγάλο πλήθος καλών τραγουδιών όλων των ειδών.

-Υπήρξαν συνθέτες που αποτέλεσαν ινδάλματα για σένα         ;

Φυσικά και υπήρξαν. Το πρώτο μου ίνδαλμα ήταν ο Χρήστος Νικολόπουλος, μιας και ήταν η αφορμή να παίξω μπουζούκι αλλά και να γράψω μουσική. Μέγας μάστορας, σπουδαίος μπουζουξής, και πρωτοπόρος, πλέον καλός μου φίλος και συνεργάτης. Μετά τους ανακάλυψα όλους μέσα από πολλές ώρες μελέτης και τους αγάπησα όλους. Δεν θα σου πω ονόματα, βάλτους όλους μέσα. Δεν άφησα κανέναν που να μη μελετήσω. Αυτοί όμως που χάραξαν λίγο περισσότερο την πορεία μου ως συνθέτης είναι, εκτός του Νικολόπουλου, ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Σταύρος Κουγιουμτζής, ο Γιάννης Σπανός, ο Βασίλης Τσιτσάνης κι ο Αντώνης Βαρδής.

-Σε τι κατάσταση βρίσκεται το λαϊκό τραγούδι σήμερα;

Το λαϊκό τραγούδι είναι συνυφασμένο με τις ζωές μας και τις αναμνήσεις μας, είναι στοιχείο του dna μας. Δεν έχει να φοβάται τίποτα μιας κι ρίζες του είναι τόσο βαθιές αλλά και τόσο γερές που το κάνει να στέκεται σαν φάρος. Και σήμερα υπάρχουν λαϊκοί συνθέτες, στιχουργοί, μουσικοί και τραγουδιστές που υπηρετούν και εξελίσσουν το λαϊκό τραγούδι. Mπορεί να μην ακούγεται τόσο πολύ όπως τις περασμένες δεκαετίες αλλά υφίσταται και το κάνει ακόμα πιο ακριβό γιατί θέλει να το ανακαλύψεις μόνος σου.

-Υπάρχουν φωνές που ξεχωρίζεις;

Θα ακουστεί δημοσιοσχετίστικο αυτό που θα σου πω αλλά μου αρέσουν πάρα πολλές φωνές και θα θέλω πέντε σελίδες για να τους βάλω όλους μέσα. Θα σε καλύψω όμως λέγοντας πως για μένα οι δύο καλύτερες φωνές είναι ο Γιώργος Νταλάρας κι η Χάρις Αλεξίου. Η Ελλάδα γενικώς έχει το προνόμιο να έχει πολλές και καλές φωνές σε αναλογία με τον πληθυσμό της. Ωραίες φωνές θα ακούσεις σε ένα ταβερνάκι από έναν πελάτη ή στη λαϊκή πίσω από έναν πάγκο ή ακόμα και από μια νοικοκυρά που κάνει δουλειές. 

-Όσον αφορά το προσανατολισμό της σύγχρονης δισκογραφίας αλλά και των ακουσμάτων που προωθούνται, υπάρχει ένας παραγκωνισμός στο λαϊκό τραγούδι σαν είδος;

Σε σχέση με παλιότερα, που το λαϊκό τραγούδι κυριαρχούσε, σήμερα έχει περιοριστεί εν μέρει. Αυτό, θεωρώ, πως είναι μια συνηθισμένη ιστορικά κυκλική συμπεριφορά, δηλαδή να έρχονται ως μόδα άλλα είδη μουσικής χαμηλής ποιότητας για ευρεία και εύκολη κατανάλωση, να πρωταγωνιστούν για ένα διάστημα, μετά να ξεφουσκώνουν και πάλι να έρχεται το λαϊκό τραγούδι να βάζει τα πράγματα στη θέση τους.

-Έχεις συνεργαστεί με σπουδαίους καλλιτέχνες. Ποιους ξεχωρίζεις;

Είχα την τύχη από πολύ μικρός να συνεργαστώ με μεγαθήρια της μουσικής. Όλοι τους τόσο ξεχωριστοί και σπουδαίοι που δεν μπορώ να διαλέξω πραγματικά. Ίσως να σου πω αυτές που με στιγμάτισαν μιας και ήταν οι πρώτες. Θα θυμηθώ τον Γιάννη Σπανό, αυτόν τον αστείρευτο άνθρωπο σε μελωδίες αλλά και αισθήματα. Θα πω τον Βασίλη Καρρά που ήταν ο πρώτος που είπε τραγούδι μου και μάλιστα, επειδή με αγαπούσε πάρα πολύ, σχεδόν μου το επέβαλλε να γράψω για να με βοηθήσει. Άλλη μια ήταν η πρώτη μου συναυλία με το ίνδαλμα μου Χρήστο Νικολόπουλο αλλά και το πρώτο μου τραγούδι με τον Γιώργο Νταλάρα. Τέλος δεν θα ξεχάσω ποτέ τον ολόκληρο δίσκο που κάναμε μαζί με τον Κώστα Μακεδόνα.

-Το τραγούδι που ο ίδιος έγραψες και το κρατάς λίγο πιο κοντά στη καρδιά σου;

Νομίζω πως πιο κοντά μου είναι το «Χανεται». Από τη μια ότι ήταν ένα τραγούδι πολύ προσωπικό μου και από την άλλη ότι το είπε το ίνδαλμα μου το κάνει να έχει την πρωτιά στην καρδιά μου.

-Πρόσφατα, κυκλοφόρησε το τραγούδι Παλιά Φωτογραφία σε δική σου μουσική, στίχους Σταμάτη Κραουνάκη και ερμηνεία Κώστα Μακεδόνα. Πως προέκυψε αυτή η δημιουργία; Τα συναισθήματα σου;

Το τραγούδι αυτό προέκυψε όταν μου ζήτησε ο Κώστας Μακεδόνας να του γράψω ένα ζεϊμπέκικο. Αυτό που θέλησα ήταν να έχω ένα πάρα πολύ δυνατό στίχο. Τότε, ήταν που με περίσσιο θάρρος και θράσος, απευθύνθηκα στον Σταμάτη Κραουνάκη. Ο Κραουνάκης με γοήτευε πάντα το ίδιο και ως συνθέτης αλλά και ως στιχουργός. Έτσι, λοιπόν, του τηλεφώνησα και του ζήτησα να ντύσει με λόγια την μελωδία μου και αυτός το έκανε. Ήταν σεκταριστικό για μένα και θα του χρωστάω ευγνωμοσύνη για αυτό.

-Τι δυσκολίες έχει να αντιμετωπίσει ένας ανερχόμενος καλλιτέχνης για να επικοινωνήσει το έργο του;

Πολλές δυσκολίες έχει να συναντήσει αλλά πάντα έτσι γίνονταν, μπορεί η φύση των δυσκολιών να είναι διαφορετική αλλά ανέκαθεν υπήρχαν προσκόμματα που χρειαζόταν να αντιμετωπίσεις. Η υπερβολική έκδοση τραγουδιών είναι ένα πρόβλημα μιας και ο ακροατής δεν προλαβαίνει να δώσει τη δέουσα προσοχή. Ευτυχώς υπάρχουν ακόμα σοβαροί παραγωγοί σε ραδιόφωνα και μουσικές εκπομπές στην τηλεόραση που τα αναζητούν τα καλά τραγούδια από οποίο μετερίζι και να είναι.  Οπότε θα μείνω αισιόδοξος και θα πω πως όταν κάτι είναι καλό δεν χάνεται, ίσως και μετά από 1 ή 5 ή 10 χρόνια θα λάμψει. Ο Ηλίας Κατσούλης έλεγε σε έναν στίχο του “ο,τι αργεί κι ο,τι στη γη είναι βαθιά κρυμμένο, πάλι με φως θα βαπτιστεί και θα ‘ρθει ευλογημένο“.

-Εσύ συνάντησες δυσκολίες;

Πάρα πολλές και ακόμα συναντώ όπως όλοι οι καλλιτέχνες είτε μεγάλοι είτε μικρότεροι. Μια, όμως, νίκη κάνει να ξεχάσεις όλες τις δυσκολίες που πέρασες και σου δίνει δύναμη για να υπερπηδήσεις άλλες τόσες στο μέλλον. 

Πολλές φορές, στην αρχή ειδικά, είπα να τα παρατήσω και πάντα ένα μαγικό χεράκι με έπιανε από το γιακά και με έβαζε στην κατάλληλη θέση τη σωστή στιγμή και μετά πάλι από την αρχή. 

-Πώς είσαι σαν άνθρωπος;

Καλύτερα να ρωτήσεις τους φίλους μου να σου πουν και αν μπορείς να ρωτήσεις τους πιο καλούς μου φίλους για να πουν μόνο καλά λόγια θα σου ήμουν υπόχρεος. Χαχαχαχαχα 

-Ποιο είναι το καταφύγιο  σου;

Το λιμάνι της Μηχανιώνας είναι αυτό που με «φέρνει στα μπόσκα μου» όπως λένε κι ψαράδες εκεί… 

-Ο μεγάλος σου φόβος;

Να μην συνηθίσω το τέρας.

-Πότε έκλαψες τελευταία φορά;

Στην πορεία στα Τέμπη…

-Αν μπορούσες να γυρίσεις το χρόνο πίσω υπάρχει κάτι που θα ήθελες να αλλάξεις;

Όλα θα τα έκανα αλλιώς, να δω πως θα ήταν… 

-Τα όνειρα σου για το μέλλον;

Θα ήθελα να έχω κι άλλες καλές συνεργασίες με πολλά νέα τραγούδια αλλά και πολλές εμφανίσεις. Ας έχουμε όλη υγεία και τύχη και θα γίνουν.

-Η συμβουλή που θα έδινες σε ένα νέο άνθρωπο για να κάνει τα όνειρα του πραγματικότητα;

Για να γίνουν τα όνειρα πραγματικότητα θέλει πολλή δουλειά, παρά πολλή δουλειά. Θέλει, επίσης, οξυδέρκεια, τύχη και στόχους που να τους βάλεις αλλά και να τους κυνηγάς. Πρωτίστως όμως σκληρή δουλειά. 

Τι σου έρχεται στο μυαλό όταν λες το όνομα Κωνσταντίνος Βελλιάδης;

Μου έρχεται ο παππούς μου που ήταν σπουδαίος αθλητής, τερματοφυλακας στον Άρη. Ο καλύτερος όλων, πήρε πρωτάθλημα με τον Άρη ως αρχηγός και ήταν ο πρώτος Έλληνας που έπαιξε στη μικτή κόσμου, δηλαδή στον αγώνα που μαζεύτηκαν οι 22 καλύτεροι παίχτες τους κόσμου. Νομίζω πως αν ζούσε σε μια εποχή με ίντερνετ όταν θα έψαχνες στο διαδίκτυο το όνομα «Κωνσταντίνος Βελλιάδης» αυτός θα ήταν πρώτος σε αναζητήσεις και όχι εγώ.

-Κωνσταντίνε σε ευχαριστώ πολύ για την επικοινωνία μας.

Εγώ σε ευχαριστώ.

Κωνσταντίνος Βελλιάδης – FB: εδώ

Κωνσταντίνος Βελλιάδης – Youtube: εδώ

Συνέντευξη στον Χρήστο Ηλιόπουλο

Αποτυχημένος φοιτητής Κοινωνικής Θεολογίας του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Αποτυχημένος φοιτητής Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών. Ερασιτέχνης ραδιοφωνικός παραγωγός και αρθρογράφος. Συλλέκτης βινυλίων, κόμικς και βιβλίων. Λάτρης της ινδικής κουζίνας και του κόκκινου κρασιού. Με το γράψιμο έχω μια ιδιαίτερη σχέση. Όταν γράφω θέλω η σκέψη που ξεκινάει από εμένα να ολοκληρώνεται από τον αναγνώστη...