Ο Τάσος Μελετόπουλος έχει ζήσει μια μυθιστορηματική ζωή. Από τις σπουδές στο Παρίσι και την Νέα Υόρκη μέχρι την γνωριμία με τον Γιάννη Τσαρούχη και τον Μάνο Χατζιδάκι. Από το Τρίτο Πρόγραμμα μέχρι τα θρυλικά clubs Εργοστάσιο, Αεροδρόμιο, Ατομο, Βυθός και Ντέρτι Πίτσα που έγραψαν ιστορία την αθηναϊκή νύχτα. Είναι συγγραφέας, μουσικός και συνθέτης. Πρόσφατα, κυκλοφόρησε σε μουσική δική του, στίχους της Ρέας Βιτάλης και ερμηνεία της Μάρθας Φριντζήλα η Ζωή Ζωένια, ένα τραγούδι που περιγράφει τη συνθήκη να πέφτεις χαμηλά και να σηκώνεσαι ξανά στη ζωή. Όλα όσα είπαμε δημοσιεύονται στο yourearticles.
-Γεννηθήκατε στην Αθήνα. Ποιες είναι οι παιδικές αναμνήσεις σας;
Όταν ήμουν πιτσιρίκος περνάγαμε τα καλοκαίρια οικογενειακώς στη Γλυφάδα. Το σπίτι που νοικιάζαμε ήταν μπροστά στην θάλασσα. Θυμάμαι τις ατελείωτες βόλτες με το ποδήλατο. Τους παιδικούς μου φίλους. Θυμάμαι που έπαιρνα κρυφά τσιγάρα της μητέρας μου και τα πουλούσα στους μεγαλύτερους μου για να με κάνουν παρέα, ώσπου, μια φίλη της μητέρας μου που της είχα πουλήσει τσιγάρα της είπε: «Ωραία τσιγάρα καπνίζεις». «Που το ξέρεις;» Της τα είπε όλα κι όπως ήταν λογικό βρήκα τον μπελά μου. Επίσης, θυμάμαι μια πολύ δυσάρεστη ανάμνηση. Από μικρούλης είχα δυσλεξία που την εποχή εκείνη δεν ήξεραν τι ακριβώς ήταν αυτό. Δυσκολευόμουνα πολύ στο σχολείο. Με έβαλαν λοιπόν οι γονείς μου μικρό παιδάκι 9 ετών εσώκλειστο στο Κολέγιο Αθηνών για να συγκεντρωθώ κάτι που για μένα ήταν ένα τραυματικό γεγονός.
-Υπάρχει κάποια ξεχωριστή εικόνα από τα χρόνια αυτά που σας έρχεται αυτή τη στιγμή που μιλάμε;
Αγαπούσα πολύ τη κλασική μουσική. Όταν βρισκόμουν στο δωμάτιο μου και άκουγα, ας πούμε Vivaldi, έκανα ότι ήμουν ο μαέστρος της ορχήστρας. Περνούσα περίφημα. Γέμιζε η κρεβατοκάμαρα αόρατα βιολιά, κόντρα μπάσα, και βιολοντσέλα.
-Η σχέση με τους γονείς σας;
Ο μπαμπάς μου ήταν ιδιοκτήτης εργοστασίου ξυλείας και η μητέρα μου ήταν χορογράφος. Τον πατέρα μου τον έχασα όταν ήμουν 25 ετών. ‘Μεγάλη απώλεια. Έφυγε από καρκίνο και μάλιστα πολύ γρήγορα στα 49 του. Σε έξι σύντομους μήνες. Είχα μόλις τελειώσεις τις σπουδές μου στο N.Y.U στη Αμερική και ετοιμαζόμουν να επιστρέψω και να δουλέψω μαζί του στο εργοστάσιο…
Ευτυχώς με τη μητέρα μου είχαμε το δώρο του χρόνου. Όσο μεγαλώνει και μεγαλώνω τόσο πιο πολύ ερχόμαστε κοντά. Αποκαλύπτουμε ο ένας στον άλλον κρυμμένα μυστικά που φοβόμασταν να μοιραστούμε. Αυτό θα πει αγάπη.
-Αν τα πράγματα είχαν έρθει διαφορετικά θα είχατε ακολουθήσει τη πορεία ενός εργοστασιάρχη;
Πιθανότατα θα είχα ακολουθήσει τη δουλειά του πατέρα μου. Από την άλλη, μπορεί να ξεκινούσα και να τα παρατούσα στη πορεία. Ποιος ξέρει…
-Μεγαλώσατε σε ένα διαμέρισμα στην οδό Καρνεάδου, στην ίδια πολυκατοικία με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.
Ακριβώς. Έμενα με τους γονείς μου στο τρίτο πάτωμα και ακριβώς από κάτω έμενε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Ήμουν πολύ άτακτος και έκανα φασαρία ως παιδί. Θυμάμαι μια φορά, είχε έρθει ο οικονόμος του ο Θόδωρος και είπε στην μητέρα μου. «Το παιδί σας είναι ανήσυχο και για το λόγο αυτό ο Πρόεδρος άλλαξε δωμάτιο».
-Ξεσπιτώσατε κοτζάμ Κωνσταντίνο Καραμανλή;
Και όμως! Αυτό μου φανέρωσε την ευγένεια αυτού του ανθρώπου. Δεν έστειλε τον Θόδωρο να κάνει παρατήρηση στην μητέρα μου. Μπήκε στο κόπο να αλλάξει το δικό του υπνοδωμάτιο για ένα παιδί. Αυτό λέει πολλά.
-Είχατε συναντηθεί μαζί του;
Ορισμένες φορές στο ασανσέρ.
-Τα μουσικά σας ακούσματα;
Ανέφερα παραπάνω την αγάπη μου για την κλασική μουσική. Άκουγα πολύ Μπαχ, Satie Μπετόβεν και Τσαικόφσκι. Επίσης, είμαι εξαιρετικά beatlικός. Εκείνη την εποχή, τα παιδιά ήμασταν οι μισοί με τους Rolling Stones και οι άλλοι μισοί με τους Beatles. Εγώ ήμουν με τα Σκαθάρια!
-Οι σπουδές που πραγματοποιήσατε;
Στο Παρίσι πήγα μόλις τελείωσα το σχολείο για να σπουδάσω οικονομικά. Την πρώτη μέρα που μπήκα στο τεράστιο αμφιθέατρο του πανεπιστημίου κατάλαβα ότι δεν μου πήγαινε αυτό που είχα διαλέξει και δεν ξαναπήγα. Έμεινα στο Παρίσι ένα χρόνο. Πέρασα καταπληκτικά. Γνώρισα μοναδικούς ανθρώπους όπως ο Σταύρος Ξαρχάκος και ο Γιάννης Τσαρούχης.
-Είχε φιλοτεχνήσει ένα πορτρέτο σας ο Τσαρούχης.
Βέβαια. Με τον Γιάννη Τσαρούχη διατήρησα μια φιλική σχέση μέχρι το τέλος της ζωής του. Ήταν σαν δεύτερος πατέρας μου.
-Πώς ήταν σαν άνθρωπος;
Αν αναλογιστούμε πως ήταν οι φιλόσοφοι στην αρχαία Ελλάδα, αυτό ήταν στη ζωή του ο Γιάννης Τσαρούχης. Όπως και ο Μάνος Χατζιδάκις. Φωτισμένοι άνθρωποι!
-Μεγάλο κεφάλαιο στη διαδρομή σας ο Μάνος Χατζιδάκις.
Ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν ένας βαθιά γενναιόδωρος άνθρωπος. Έδινε ευκαιρίες σε πολύ κόσμο χωρίς να φοβάται τίποτα. Δούλευα στο Τρίτο Πρόγραμμα διαλέγοντας μουσική. Εκεί, συνεργάστηκα με τον Άρη Δαβαράκη και την Μαρίκα Τζιραλίδου. Με τον Άρη γνωριζόμαστε από την έκτη δημοτικού. Είχαμε πάρει μέρος στο Φεστιβάλ Τραγουδιού της Κέρκυρας που διοργάνωσε ο Μάνος Χατζιδάκις, όπου γράψαμε το πρώτο μας τραγούδι το «Να Σ’ Ακουμπώ στον Ώμο» το οποίο ερμήνευσε μοναδικά η Τάνια Τσανακλίδου.
-Πώς αναλογίζεστε τα χρόνια στο Τρίτο Πρόγραμμα;
Μαγικά. Η απόλυτη ελευθερία, καμιά λογοκρισία και κανένα playlist. Υπέροχη ατμόσφαιρα.
-Είναι διαφορετικό το ραδιόφωνο σήμερα;
Το σημερινό ραδιόφωνο με λίγες εξαιρέσεις είναι σαν μια κονσέρβα μουσικής. Παίζουν και ξαναπαίζουν τα ίδια τραγούδια.
-Η επιστροφή από το Παρίσι και τη Νέα Υόρκη σας έφερε αντιμέτωπο με τον χαμό του πατέρα σας. Νιώσατε ότι παίρνετε στους ώμους την αυτοκρατορία;
Όχι και αυτοκρατορία! Δεν το αντιμετώπισα ακριβώς έτσι. Δούλεψα έξι μήνες με τον πατέρα μου μέχρι που έφυγε από τη ζωή, μετά πήγα στο πολεμικό ναυτικό για την εκπλήρωση της στρατιωτικής θητείας μου και μετά συνεργάστηκα με τον αδερφό μου στο club Εργοστάσιο.
-Πώς σας ήρθε η ιδέα για το Εργοστάσιο;
Ήταν ιδέα του αδερφού μου. Μου την πρότεινε όταν ήμουν στο ναυτικό. Ήμουν έτοιμος για αυτήν την απόπειρα. Όταν βρισκόμουν για σπουδές στη Νέα Υόρκη είχα γνωριστεί με τον Steve Rubell τον ιδιοκτήτη του θρυλικού Studio 54, στο οποίο πήγαινα συχνά. Αποφασίσαμε λοιπόν να φτιάξουμε ένα αντίστοιχο μαγαζί, πρωτοποριακό για τα ελληνικά δεδομένα. Πρότεινα στον αδερφό μου να πάει να γνωρίσει τον Rubell και να δει το εσωτερικό του Studio 54, τα ηχοσυστήματα, τα φώτα κλπ. να δει πως λειτουργεί ένα μεγάλο μαγαζί και να πάρει ιδέες. Δεν υπήρχε κάτι αντίστοιχο στην Ελλάδα τότε. Μόνο η Αυτοκίνηση υπήρχε αλλά δεν ήταν ένα club-club. Ήταν μεταξύ club και εστιατορίου.
-Φοβηθήκατε την έκβαση του εγχειρήματος;
Καθόλου. Πίστεψα από την αρχή ότι θα πάει καλά. Και πήγε πολύ καλύτερα απ ότι φανταζόμουν.
-Πέρα από το Εργοστάσιο, υπήρξατε ο εμπνευστής και άλλων σπουδαίων club που έγραψαν ιστορία στη νυχτερινή ζωή των ‘90s. Ποιο ήταν το κλειδί της επιτυχίας για όσα club δημιουργήσατε;
Το κλειδί της επιτυχίας στα μαγαζιά μου ήταν η καινούργια μουσική, τα καθαρά ποτά, η δύσκολη πόρτα. Επίσης αυτό που προσπάθησα να κάνω και που νομίζω ότι έκανε την διαφορά απο τα άλλα clubs ήταν ότι συνεργάστηκα με καλλιτέχνες όπως ο Δημήτρης Παπαιωάννου ο οποίος έκανε αριστουργηματικές εικαστικές επεμβάσεις στον χώρο. Ζωγραφιές, γλυπτά. Υπέροχες κατασκευές.
-Η πόρτα ήταν δύσκολη στα clubs σας;
Φρόντισα να λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο που λειτουργούσε και στο Studio 54. Δεν είχε να κάνει με το αν ήσουν γνωστός για να μπεις στο μαγαζί αλλά αν ταίριαζες με τον κώδικα της αισθητικής μας. Πόρτα στο «Εργοστάσιο» έκανε με μεγάλη επιτυχία ο Άρης Δαβαράκης. Πολλά μεγάλα ονόματα είχαν φάει πόρτα.
-Ξεχωρίζετε κάποιο από τα clubs σας;
Το «Αεροδρόμιο» επειδή το έφτιαξα μόνος μου συναρμολογώντας τα κομμάτια από τα αεροπλάνα που έβρισκα στο Πέραμα και προσαρμόζοντας τα στον χώρο. Ένα φτερό μαχητικού αεροπλάνου για μπαρ. Καρέκλες μαχητικών αεροπλάνων για να κάθονται οι πελάτες στο μπαρ και άλλα. Επίσης ξεχωρίζω και το «Άτομο» επειδή εκεί συνεργάστηκα στενά με τον Δημήτρη Παπαϊωάννου. Υπέροχες στιγμές.
-Φάγατε πόλεμο;
Εννοείται.
-Πώς κρίνετε το clubbing σήμερα;
Δεν κάνω clubbing πια για να έχω γνώμη. Τα έζησα πάρα πολύ και δε μου λείπει καθόλου.
-Σας κούρασε η νύχτα;
Με κούρασε πολύ. Και για το λόγο αυτό το 1994 αποφάσισα να σταματήσω. Υπήρχε το δίλλημα: Νύχτα κι ότι συνοδεύει αυτό ή τον Τασούλη που φανταζότανε ότι διεύθυνε μεγάλη ορχήστρα στο δωμάτιο του;
-Νιώσατε πως σας ρουφάει η επιτυχία της νύχτας με τα μαγαζιά;
Ναι. Η επιτυχία με κράτησε 10 χρόνια σ αυτή την ασχολία. Όσα έκανα είχαν μεγάλη επιτυχία. Κάποια στιγμή όμως είδα τον εαυτό μου «στον καθρέφτη» και δεν μου άρεσα καθόλου. Φτάνει είπα και το έκανα.
-Τι κάνατε όταν σταματήσατε;
Άρχισα να γράφω ποιήματα, να γράφω μυθιστορήματα και τραγούδια. Τώρα ζωγραφίζω κιόλας! Μου αρέσει να βουτάω μέσα μου. Να ψαχουλεύω τον Εαυτό.
-Η μουσική υπήρξε ένας σταθερός άξονας της ζωής σας. Η σημασία της για εσάς;
Η μουσική για μένα το Α και το Ω. Είναι παντού. Όπου περπατήσω, κοιτάξω, κολυμπήσω, ακούω μουσική
-Από πού αντλείτε έμπνευση;
Πλάθω ιστορίες στο μυαλό μου και μετά τις κάνω τραγούδια. Έτσι γράφω. Τώρα ετοιμάζω μια σειρά αγγλόφωνων τραγουδιών με τον Irwan Easty η οποία θα κυκλοφορήσει σύντομα.
-Πώς προέκυψε η συνεργασία με τη Μάρθα Φριντζήλα;
Με πήρε τηλέφωνο η φίλη μου Ρέα Βιτάλη και μου είπε: «Τάσο! Σταμάτα επιτέλους να γράφεις αγγλικά τραγούδια. Άντε, να γράψεις και κανένα ελληνικό. Σου στέλνω τώρα στίχους». Μου έστειλε τους στίχους, έκατσα στο πιάνο, πάτησα πάνω στα λόγια και έγραψα τη Ζωή Ζωένια. Μετά, έστειλα το τραγούδι στον Χρήστο Καρυώτη και εκείνος μου πρότεινε να το πει η Μάρθα Φριντζήλα. Έτσι, την προσέγγισε για το τραγούδι. Η Μάρθα ήρθε στο στούντιο, το τραγούδησε δυο φορές και αυτό ήταν!
-Είδατε τον εαυτό σας στο τραγούδι;
Η συνθήκη που περιγράφει το τραγούδι, που πέφτεις χαμηλά και σηκώνεσαι ξανά, είναι η ζωή μου ολόκληρη. Όχι μόνο για εμένα, αλλά και για τους περισσότερους από μας.
-Πιστεύετε στον Θεό;
Πολύ. Όταν τέλειωσε το ζήτημα με τα νυχτερινά μαγαζιά άρχισα να πηγαίνω στο Άγιο Όρος. Εκεί ανακάλυψα την ησυχία και έναν διαφορετικό τρόπο ζωής. Αυτό με βοήθησε να πετάξω από πάνω μου ότι είχα φορτωθεί από την νύχτα.
-Τι άνθρωπος είναι ο Τάσος Μελετόπουλος;
Ένας ρομαντικός που καμιά φορά κάνει το λάθος και πιστεύει ότι όλοι οι άνθρωποι είναι σαν και αυτόν. Και φυσικά την πατάει.
-Αν μπορούσατε να γυρίσετε το χρόνο πίσω υπάρχει κάτι που θα αλλάζατε στη διαδρομή σας;
Πιθανόν επενδυτικά να έκανα άλλες κινήσεις.
-Έχετε μετανιώσει για κάτι;
Όχι, δεν έχω μετανιώσει για κάτι αλλά σίγουρα θα μπορούσα να είχα κάνει μερικά πράγματα αλλιώς.
-Νιώσατε μεγάλη ανησυχία κάποια στιγμή στη ζωή σας;
Ναι, όταν προφυλακίστηκα με τον Άρη Δαβαράκη για μια υπόθεση Καφκική, την οποία θα μπορούσε να συναντήσει κάποιος σε μυθιστόρημα. Τελικά φτάσαμε στην αθώωση μας στο Εφετείο και στην αποζημίωση από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αλλά τίποτα δεν μπορεί να σβήσει τη φρικτή εμπειρία του άδικου εγκλεισμού. Στη δυσκολία αυτή είδα ποιοι με στήριξαν ουσιαστικά, ποιοι ήταν φίλοι και ποιοι ενώ πίστευα ότι ήταν κοντά μου φέρθηκαν απαράδεκτα. Δυνατό reality check.
-Πόσο καιρό μείνατε προφυλακισμένος;
365 ημέρες και νύχτες. Ήταν σαν να είχα παγιδευτεί σε ένα δαιδαλώδες σύμπλεγμα διαδρόμων προσπαθώντας να βρω την έξοδο. Μεγάλη ταλαιπωρία και αδικία.
-Το καταφύγιο σας;
Το δωμάτιο με το πιάνο.
-Ο μεγάλος σας φόβος;
Να μη χάσω το μυαλό μου.
-Νιώθετε πληρότητα;
Όχι, καθόλου. Θέλω ακόμα να κάνω πολλά πράγματα. Αυτό με κρατά ακόμη «νέο».
-Τι ονειρεύεστε για το μέλλον;
Να μπορώ να εκφράζομαι δημιουργώντας.
-Τι είναι ο έρωτας;
Ένας ούριος άνεμος.
-Η συμβουλή που θα δίνατε σε έναν άνθρωπο για να κάνει τα όνειρα του πραγματικότητα;
Να ακολουθήσει αυτό που του λέει η καρδιά του και να επιμένει.
-Τι σας έρχεται στο μυαλό όταν λέτε το όνομα Τάσος Μελετόπουλος;
Η γυναίκα μου, τα παιδιά μου, οι φίλοι μου, το πιάνο μου και τα όνειρα μου.
-Κύριε Μελετόπουλε σας ευχαριστώ πολύ για την επικοινωνία μας.
Εγώ ευχαριστώ.
Tάσος Μελετόπουλος – βιογραφία: εδώ
Συνέντευξη στον Χρήστο Ηλιόπουλο