Βαγγέλης Γιαννίσης: «Ζω μία μάχη εδώ και σχεδόν δέκα χρόνια»

Με αφορμή την κυκλοφορία του νέου του βιβλίου «Ο άλλος αδερφός» από τις εκδόσεις Διόπτρα, επικοινωνήσαμε με το συγγραφέα Βαγγέλη Γιαννίση. Θα δούμε, λοιπόν, ποιος είναι ο Βαγγέλης Γιαννίσης, τί έχει να μας πει σχετικά με την ιδιότητα του ως συγγραφέας, αλλά και τί να περιμένουμε από το καινούριο του μυθιστόρημα.

-Πείτε μας δυο λόγια για να γνωρίσουμε τον Βαγγέλη Γιαννίση.

Η πλάκα είναι ότι μπορώ να πω κυριολεκτικά δυο λόγια για εμένα, χωρίς να παραλείψω τίποτα, γιατί πολύ απλά, είμαι λιγάκι βαρετός τύπος, αλλά θα προσπαθήσω λίγο να τα «φουσκώσω» χάριν της συνέντευξης. Βαγγέλης, λοιπόν, χάρηκα. Τον Αύγουστο κλείνω 35 χρόνια στον κόσμο μας και τον Φεβρουάριο 10 χρόνια ως επαγγελματίας συγγραφέας. Στο παρελθόν ήμουν δάσκαλος, αλλά τα τελευταία 5 χρόνια έχω αποσυρθεί από τον χώρο (καλύτερα για τα παιδιά και για εμένα) και πλέον ασχολούμαι πλήρως με συγγραφή και μετάφραση βιβλίων, δραστηριότητες που πιάνουν σχεδόν όλο μου τον χρόνο, αφήνοντας ελάχιστο ελεύθερο. Όταν υπάρχει ελεύθερος χρόνος, συνήθως τον περνάω στον καναπέ μου, βλέποντας K-dramas στο Netflix, διαβάζοντας, μαγειρεύοντας ή κάνοντας μεγάλους περιπάτους στους δρόμους της Αθήνας. Και, φυσικά, γκρινιάζοντας για τα πάντα.

-Πώς ήταν η δική σας εμπειρία με τα βιβλία ως αναγνώστης;

Ξεκίνησα να διαβάζω γύρω στα 8-9 επειδή η αδερφή μου θα έλειπε σε ταξίδι για 2 εβδομάδες και δεν θα μπορούσε να μου διαβάζει εκείνη, όπως έκανε μέχρι τότε. Ε, τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Κοινώς, κόλλησα και από τη μία χαίρομαι που έπειτα από τόσα χρόνια έχω ανακαλύψει τόσες υπέροχες ιστορίες, από την άλλη αρχίζει και τελειώνει ο διαθέσιμος χώρος για βιβλία στο σπίτι μου, οπότε κάπου πρέπει να κάνω και λίγη κράτει.

-Η ιδέα της συγγραφής πότε και πώς προέκυψε;

Θα ακουστεί πολύ πεζό, αλλά προέκυψε από… βαρεμάρα. Ήμουν φρέσκος μετανάστης στη Σουηδία, στα τέλη του 2011, ωραία; Η καθημερινότητά μου ήταν μελέτη, μελέτη, μελέτη για να μάθω τη γλώσσα όσο το δυνατόν γρηγορότερο. Οπότε, κάπως έπρεπε να αποφορτιστώ. Και, παράλληλα, κάπως έπρεπε να εκμεταλλευτώ τον ελεύθερο χρόνο μου. Τηλεόραση δεν είχα, πόσες ώρες να περάσει κανείς στο ίντερνετ, ε βρήκα τη γραφή ως αντίδοτο στην ανία.

-Υπάρχουν κάποιοι αγαπημένοι συγγραφείς και έργα από τους οποίους έχετε επηρεαστεί;


Φυσικά. Ξεχωρίζω τους Arne Dahl, Jo Nesbø και Jørn Lier Horst ως τις μεγαλύτερες επιρροές μου.

-Ήταν εύκολος ο δρόμος μέχρι την έκδοση του πρώτου σας βιβλίου, αλλά και μετέπειτα;

Μέχρι την έκδοση, όχι, γιατί είχα το σωστό timing στο πλευρό μου: μία που έγραψα το βιβλίο, μία που το έστειλα στη Διόπτρα, μία που υπέγραψα το πρώτο μου συμβόλαιο. Το μετά είναι απείρως δυσκολότερο, επειδή υπάρχει μία μάχη με τον χρόνο (δηλαδή με τις προθεσμίες), μάχη με τις υπόλοιπες πτυχές της ζωής μου (κυρίως τη μετάφραση, την έτερη δουλειά) που ζητούν και αυτές μερίδιο του χρόνου, μάχη με τις ιδέες και ποια θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί για το επόμενο βιβλίο, μάχη με τις αμφιβολίες για το αν είμαι όντως καλός, αν αυτά που γράφω αξίζουν, μάχη με διάφορες απογοητεύσεις, γενικά ζω μία μάχη εδώ και σχεδόν δέκα χρόνια. Θα το άλλαζα; Όχι βέβαια. Είναι δύσκολο μεν, αλλά από τα ωραία δύσκολα.

-Ποια είναι τα σημαντικότερα στοιχεία που πρέπει να έχει ένα καλό αστυνομικό μυθιστόρημα;

Θα μιλήσω ως αναγνώστης: μου αρέσει να βλέπω μία καλή πλοκή, που δεν έχει υπερβολές (ή έχει τη σωστή δόση υπερβολής), πατάει στην πραγματικότητα και έναν πρωταγωνιστή, ή πρωταγωνιστές, της διπλανής πόρτας.

-Σχετικά με το καινούριο σας βιβλίο, «Ο άλλος αδερφός», τί σας οδήγησε στη συγγραφή του και τι θα διαβάσουμε;

Σε κάποια κουβέντα (διαδικτυακή ή μη, δεν θυμάμαι) ακούστηκε το «Τη δεκαετία του ’80, χωρίς κινητά κτλ, ήταν πολύ πιο εύκολο να εξαφανιστείς ως παιδί» και κάπως αυτό έκανε κλικ μέσα μου. Με εξαφανίσεις δεν είχα ασχοληθεί μέχρι εκείνη τη στιγμή σε κάποιο βιβλίο μου, ήταν μια καλή ευκαιρία. Και το ότι το πρόγραμμα έβγαζε το βιβλίο αυτό να συμπέσει με τη θητεία της Ελευσίνας, της ιδιαίτερης πατρίδας μου, ως πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης το 2023 ήταν μία καλή ευκαιρία να τοποθετήσω την πλοκή του εκεί, σε μία μικρή πόλη, τόσο κοντά και τόσο μακριά από την πρωτεύουσα, όπου όλοι γνωρίζονται με όλους, άρα όλοι γνωρίζουν και τα μυστικά όλων. Ωστόσο, όσοι διαβάσουν τον Άλλο Αδερφό δεν θα διαβάσουν απλά μία ιστορία εξαφάνισης. Θα διαβάσουν μία οικογενειακή σάγκα, ένα βιβλίο για το τραύμα που αφήνει η απώλεια, ένα ανεξιχνίαστο μυστήριο και… Όχι, δεν θα πω παραπάνω. Τα υπόλοιπα στις σελίδες του βιβλίου.

-Θεωρείτε πως τα αστυνομικά μυθιστορήματα έχουν απήχηση σε μεγάλο μέρος των αναγνωστών; Τί έχει δείξει η εμπειρία σας;

Στο εξωτερικό, ναι, σταθερά εδώ και δεκαετίες. Στην Ελλάδα το αναγνωστικό κοινό είναι μικρό και ακόμα μικρότερο το κομμάτι της πίτας που διεκδικούν τα αστυνομικά μυθιστορήματα.

-Αν και η κυκλοφορία του βιβλίου σας είναι πρόσφατη, υπάρχουν σκέψεις για το επόμενο σας έργο που ίσως να θέλατε να μοιραστείτε;

Μπορώ να πω ότι α) Είναι έτοιμο και β) Πρόκειται για μία αστυνομική μαύρη κωμωδία (είδος στο οποίο δοκιμάζω για πρώτη φορά το χέρι μου) η οποία διαδραματίζεται σε ένα καράβι. Τα υπόλοιπα, του χρόνου.

-Και για να κλείσουμε, τί θα προτείνατε σε κάποιον που σκέφτεται να ασχοληθεί με τη συγγραφή;

Να διαβάζει, να διαβάζει, να διαβάζει.

Περισσότερα για τον συγγραφέα και τα βιβλία του: εδώ

Διαβάστε περισσότερες απόψεις για βιβλία και συνεντεύξεις συγγραφέων: εδώ

Η Βάλια Λαμπρινοπούλου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Είναι φοιτήτρια στο τμήμα Θεατρικών Σπουδών του ΕΚΠΑ. Αγαπάει τα βιβλία και το θέατρο, και περνάει τον ελεύθερο χρόνο της διαβάζοντας. Η αρθρογραφία προέκυψε ξαφνικά, σε μια προσπάθεια να γεμίσει δημιουργικά το χρόνο της, και κατέληξε ως ένα από τα ενδιαφέροντά της. Της αρέσει να γράφει κριτικές και άρθρα σχετικά με το θέατρο και τα βιβλία.