Συνέντευξη με τον Νίκο Μωραΐτη: «Το να αφήσεις έστω και ένα τραγούδι στον χρόνο είναι πολύ σπουδαίο πράγμα»

Πολυγραφότατος, δημιουργικός, ταλαντούχος. Στιχουργικά, έχει χαρακτηρίσει τον εαυτό του χαμαιλέοντα προσπαθώντας να καταγράψει το πλήθος των συναισθημάτων που κυλούν εντός του. Έχει γράψει τραγούδια για τις σπουδαιότερες φωνές της Ελλάδας δίχως να λειτουργεί με μουσικά στρατόπεδα και διαχωρισμούς. Έντονα πολιτικοποιημένος, τοποθετείται ανελλιπώς για ό,τι συμβαίνει στη κοινωνία χωρίς να μασάει τα λόγια του. Λόγος σπαθί, σκέψη μπαρούτι. Με αφορμή την αναμενόμενη συνεργασία του με τον συνθέτη Νίκο Μερτζάνο και την Γιώτα Νέγκα με τίτλο «Αυτό Που Θέλεις Στη Ζωή Το Καταφέρνεις» φιλοξενώ στο Your e-articles τον Νίκο Μωραΐτη.

-Πώς θυμάσαι τα παιδικά σου χρόνια;
Δεν μου πολυαρέσει να τα θυμάμαι. Γιατί μεγάλωσα μέσα σε μια προστατευτική συνθήκη. Σε μια ζεστή οικογένεια και αυτό – με την απώλεια που ήρθε αρκετά νωρίς – μου δημιουργεί ένα συναίσθημα μελαγχολίας στο οποίο δεν θέλω να πηγαίνω συχνά.

-Ποια ήταν η πρώτη στιγμή που άγγιξες μολύβι και χαρτί;
Αν μιλάς για στίχους, στα 21 μου εντελώς ξαφνικά.

-Τι σημαίνει για σένα η στιχουργία;
Ο τρόπος να πω πράγματα που δεν ξέρω καν ότι υπάρχουν μέσα μου.

-Μέσα από ποια οπτική βιώνεις το γράψιμο στα 23 χρόνια ενεργούς και συνεχούς συγγραφής; Υπάρχει εντός σου η ίδια φλόγα και το ίδιο μεράκι;
Δεν είναι συνεχής η γραφή. Συνεχής μοιάζει απ’ έξω. Σταματάω, μπορεί να κάνω και δυο και τρεις μήνες να γράψω πια, δεν πιέζω τα πράγματα. Παλιότερα, φοβόμουν μήπως αυτό το «χάρισμα» φύγει κι έγραφα συχνά, για να το κρατήσω εδώ. Τώρα ξέρω ότι φεύγει, έρχεται, ξαναφεύγει, επιστρέφει όταν έχω κάτι να πω – δεν έχω πια τέτοιες αγωνίες.

-Λειτουργώντας ως επαγγελματίας νιώθεις πως έχεις χάσει τον αυθορμητισμό και τον ρομαντισμό των πρώτων χρόνων;
Ποτέ δεν λειτούργησα ως επαγγελματίας. Ποτέ δεν «ανέλαβα μια δουλειά». Όλα έρχονταν πάντα ουρανοκατέβατα. Μετά, προτείνω τα τραγούδια στους καλλιτέχνες που πιστεύω ότι ταιριάζουν και έχω σαφή άποψη για το πώς θα ήθελα να γίνει κάθε κομμάτι. Επαγγελματίας είμαι δηλαδή στη διαδικασία της παραγωγής, όχι της δημιουργίας.

-Κινείσαι σε διαφορετικά είδη, πάντα με άξονα το καλό τραγούδι. Φοβήθηκες μήπως χάσεις την ισορροπία;
Μπορεί και να μην είναι πάντα καλό το τραγούδι. Και έχω χάσει την ισορροπία και την έχω ξαναβρεί και έχω χάσει τον εαυτό μου και τον έχω φτάσει πιο ψηλά από ό,τι φανταζόμουν – όλα έχουν συμβεί. Παλιότερα έλεγα: «Δεν έπρεπε να έχω κάνει αυτό το λάθος». Μετά κατάλαβα ότι τα λάθη μου με βοήθησαν να οριοθετήσω τον προσωπικό μου χώρο. Άρα, ήταν χρήσιμα τα λάθη.

-Ποια ανάγκη σου γεννά το να γράφεις από κοινωνικό τραγούδι μέχρι σύγχρονο ποπ;
Έτσι είμαι, πολύ απλά. Έχω χίλια μάτια παντού. Θα καταγράψω και τη χαρά μου και τη λύπη μου και το βαρύ μου και το ελαφρό μου και το μέσα μου και το γύρω μου. Κάποια στιγμή είχα πει στον Λευτέρη Παπαδόπουλο: «Είμαι χαμαιλέων». Μου είπε: «Μην το λες έτσι. Είσαι πολυμορφικός στιχουργός, όπως εγώ. Ξέρεις πόσο λίγοι είχαν τη δυνατότητα αυτή;»

-Γνωρίζω ότι συνήθως γράφεις πάνω σε μελωδίες. Ποια τραγούδια γράφτηκαν κάτω από αυτή την συνθήκη;
Είναι τόσα πολλά… Στην αρχή έγραφα πιο πολύ χωρίς μουσική. Τώρα, προτιμώ να γράφω πάνω σε μουσική, γιατί αυτό με ξεβολεύει, με βγάζει από τις ευκολίες μου, με οδηγεί σε μια καινούρια γλώσσα.

-Πότε γράφεται ένα σπουδαίο τραγούδι; Τι είναι αυτό που το ορίζει ως έννοια;
Δεν νομίζω ότι το ξέρεις τη στιγμή της γέννησής του. Νιώθεις ίσως κάποιον κραδασμό, αλλά το μέγεθος το καταλαβαίνεις πολύ μετά. Σπουδαίο τραγούδι είναι αυτό που μιλάει σε διαφορετικά κοινά, σε διαφορετικές γενιές, με διαφορετικά βιώματα, που νόμιζες ότι όλοι αυτοί δεν θα συναντηθούν ποτέ. Κι όμως συναντιούνται γύρω από το ίδιο τραγούδι.

-Μπήκες στη δισκογραφία τα τέλη της δεκαετίας του ’90, σε μια εποχή όπου επικρατούσε μια ακμή. Πλέον, επικρατεί κάτι εντελώς διαφορετικό. Πώς χαρακτηρίζεις αυτή τη μετάβαση;
Ήταν σίγουρα μια καλύτερη εποχή για τη δισκογραφία, αλλά δεν μπορώ να κλαίω πάνω από το χυμένο γάλα. Και στις χειρότερες συνθήκες, το τραγούδι θα υπάρχει. Κάποια στιγμή, ένα στέλεχος δισκογραφικής εταιρείας μου είχε πει: «Δεν βλέπεις πού πάμε; Θα καταστραφούμε!» Του απάντησα: «Εσείς θα καταστραφείτε. Το τραγούδι θα συνεχίσει να υπάρχει». Το τραγούδι είναι εγγεγραμμένο στο DNA του ανθρώπου.

-Τι οδήγησε την ελληνική δισκογραφία σε αυτό το σημείο;
Οι δισκογραφικές. Ξεπούλησαν το υλικό τους στις εφημερίδες και τα περιοδικά. Έκαναν το τραγούδι -από τον Θεοδωράκη και τον Τσιτσάνη μέχρι τα σουξέ της σεζόν- σουβέρ σε κάθε ελληνικό σπίτι. Ξεφτίλισαν το προϊόν που τους έτρεφε. Σε καμία άλλη χώρα δεν συνέβη αυτό το «πάρε κόσμε». Γι’ αυτό, είμαστε σήμερα η μόνη χώρα χωρίς καθόλου δισκογραφία. Πώς να αγοράσεις αυτό που σε έμαθαν ότι το παίρνεις τζάμπα;

-Υπήρξε θετικός ή αρνητικός ο ρόλος της τεχνολογίας σε σχέση με την μουσική, την δισκογραφία και τους δημιουργούς;
Η τεχνολογία είναι εργαλείο. Όσοι το χρησιμοποίησαν, για να κάνουν καλύτερα τη μουσική τους, βοηθήθηκαν. Όσοι νόμιζαν ότι η τεχνολογία μπορεί να υποκαταστήσει τη μουσική, δεν νομίζω ότι πήγαν μακριά.

-Την τελευταία πενταετία το ζήτημα των πνευματικών δικαιωμάτων έχει περάσει από σαράντα κύματα. Πώς κρίνεις τόσο τις ενέργειες επί διακυβερνήσεως του ΣΥΡΙΖΑ όσο και τώρα επί κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας;
Ο ΣΥΡΙΖΑ αποκάλυψε το τεράστιο σκάνδαλο της ΑΕΠΙ, κάτι που δεν είχε συμβεί με καμία προηγούμενη κυβέρνηση. Αυτό πιστώνεται. Η συνέχεια, με την πρόταση λύσης του προβλήματος, είχε καθυστερήσεις και αρρυθμίες. Η Νέα Δημοκρατία πάει να κάνει κάτι πολύ δυσάρεστο αυτές τις μέρες – δεν θέλω να πω περισσότερα, μπας και αποφευχθεί τελικά. Όμως, θα το πω και ας ακουστεί όπως θέλει: οι δημιουργοί – ως σύνολο και όχι ως φωτεινές εξαιρέσεις ενός Σταύρου Ξαρχάκου, ενός Φοίβου Δεληβοριά κ.ά. – ήμασταν χειρότεροι από τους πολιτικούς στο θέμα των πνευματικών δικαιωμάτων. Ανενημέρωτοι, εύπιστοι, ξερόλες, λαϊκιστές – τα τέλεια θύματα. Γι’ αυτό, μας έκλεβε η ΑΕΠΙ τόσες δεκαετίες. Έβρισκε και τα έκανε.

-Είναι αντικείμενο πολιτικής ατζέντας τα πνευματικά δικαιώματα; Θα έπρεπε να υπάρχει κοινή γραμμή άσχετα με το πολιτικό πρόσημο;
Της μόδας θα ήταν να σου πω ότι τα πνευματικά δικαιώματα θα έπρεπε να είναι υπεράνω πολιτικής. Όμως, τα πάντα είναι πολιτική. Είναι πολιτικό ζήτημα το εάν θέλεις έναν οργανισμό συλλογικής διαχείρισης όπως σε όλα τα πολιτισμένα ευρωπαϊκά κράτη ή μία Α.Ε. με έναν ιδιώτη να κερδοσκοπεί στο δικαίωμά σου. Βαθιά πολιτικό ζήτημα.

-Θα δοθεί κάποια λύση;

-Πώς αντιλαμβάνεσαι την τωρινή κοινωνική και οικονομική κατάσταση της χώρας;
Το οικονομικό κομμάτι αντιμετωπίστηκε. Ήρθαν οι «χρήσιμοι ηλίθιοι» του ΣΥΡΙΖΑ, υλοποίησαν το πρόγραμμα, δεν έβαλαν το δάχτυλο στο μέλι και έβγαλαν τη χώρα από τη χρεοκοπία. Το πιο οδυνηρό είναι το μετά. Βλέπω μια κοινωνία χωρίς συνεκτικό ιστό. Βγαίνοντας από τα Μνημόνια, ο κόσμος αναπτύσσει έναν νέο εγωισμό. Ο ένας θέλει να φάει τον άλλο, ο φόβος νικάει την αλληλεγγύη, ο εαυτός νικάει το συλλογικό, ο εθνικισμός και ο φανατισμός αντιμετωπίζονται σαν κάτι το κανονικό. Αυτή τη στιγμή ανήκω στη μειοψηφία των πολιτών της χώρας μας και νιώθω περήφανος και θλιμμένος ταυτόχρονα.

-Πώς κρίνεις την τωρινή κυβερνητική πολιτική;
Ξαναδώσαμε τα κλειδιά του χρηματοκιβωτίου μας σε αυτόν που μας διέρρηξε και του λέμε: «Είναι γεμάτο πάλι, φύλαξέ το». Κάναμε τον αμόρφωτο εθνικιστή χούλιγκαν θεματοφύλακα της πατρίδας, της γλώσσας, της Ιστορίας μας. Ας το ερμηνεύσουν οι κοινωνικοί ψυχολόγοι, εγώ δεν έχω επαρκείς γνώσεις.

-Μέσα από τον λογαριασμό σου στο facebook έχεις εκφράσει τη στήριξή σου στον ΣΥΡΙΖΑ. Συνολικά, πώς χαρακτηρίζεις το έργο της τετραετίας του;
Καταρχάς, με το που προέκυψαν η χρεοκοπία της χώρας και τα Μνημόνια, αποφάσισα να μιλάω, με προσωπικό κόστος. Γιατί, αν πολλοί είχαμε πει αυτά που νιώθαμε την εποχή της πλαστής ευμάρειας, ίσως κάτι να είχε περισωθεί. Θυμάμαι πόσο άβολα ένιωθα την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004. Όποιος όμως τολμούσε να πει τότε έστω μία κουβέντα εναντίον της Ολυμπιάδας εθεωρείτο εθνικός μειοδότης… Για τα τεσσεράμισι χρόνια του ΣΥΡΙΖΑ, αυτό που βλέπω είναι ότι κέρδισε στα μεγάλα και έχασε στα μικρά. Τα μικρά, όμως, εκλέγουν κυβερνήσεις. Αν προσθέσει κανείς τη μιντιακή υστερία και την εθνικιστική προπαγάνδα, φτάνει εύκολα στο εκλογικό αποτέλεσμα.

-Αισθάνεσαι ότι έχεις προδοθεί σε κάποια πράγματα;
Όχι. Αισθάνομαι ότι ο Αλέξης Τσίπρας προσπάθησε κάθε στιγμή, κι ας ήταν στημένος με την πλάτη στον τοίχο από τους δανειστές και τους εγχώριους «γερά Γερούν» και «βάστα Σόιμπλε» που τώρα ξανακυβερνούν. Δεν με πρόδωσε ο Τσίπρας. Θα έλεγα ότι μάλλον, ως λαός, εγώ τον πρόδωσα.

-Σπούδασες Νομική. Τι αποκόμισες από τις σπουδές;
Μια πιο δομημένη σκέψη ίσως.

-Ακολούθησες τον τομέα των Μ.Μ.Ε. Πέρα από στιχουργός είσαι και δημοσιογράφος. Κυνηγήθηκες εκ των έσω για τη διπλή ταυτότητά σου;
Η δημοσιογραφική μου ιδιότητα μπήκε αρκετά νωρίς, γύρω στα 30, υπό αναστολή, όταν ήμουν πια σε θέση να διαλέξω τον στίχο. Γιατί – κακά τα ψέματα – τον στίχο αγάπησα πιο πολύ από καθετί. Τώρα, για τα κυνήγια… Κανείς σε αυτή τη χώρα δεν ανέχεται εύκολα έναν εικοσιπεντάρη που έρχεται με ορμή. Είναι λες και χαλάς την επετηρίδα. Αντίθετα, εμένα σήμερα μου φαίνεται ενδιαφέρον να έρθει ένας εικοσιπεντάχρονος και να με πετάξει έξω από τον στίχο, να με «συνταξιοδοτήσει», γιατί όλοι θα πηγαίνουν σ’ αυτόν. Νομίζω ότι λιγότερο θα θέλω να τον «φάω» και περισσότερο να του βγάλω το καπέλο. Δεν ξέρω… Όταν συμβεί -γιατί κάποια στιγμή είναι φυσιολογικό να συμβεί- θα δούμε στην πράξη αν είμαι τόσο… large.

-Ως ραδιοφωνικός παραγωγός και διευθυντής του ραδιοφωνικού σταθμού «Μέντα 88» τι φιλοδοξίες και τι στόχους θες να εκπληρώσεις;
Δεν έχω καμία προσωπική φιλοδοξία. Οι φιλοδοξίες μου θα έλεγα ότι είναι εκπληρωμένες από το κομμάτι του στίχου, γι’ αυτό στον «Μέντα» κάνω με μεγάλη εσωτερική ελευθερία τη δουλειά μου με στόχο ένα ανοιχτό, φιλικό, αισιόδοξο, νοσταλγικό, αγαπησιάρικο έντεχνο ραδιόφωνο και με συνεργάτες τέτοιους που πραγματικά χαίρομαι να πηγαίνω στη δουλειά.

-Τι δηλώνεις; Στιχουργός ή δημοσιογράφος;
Στιχουργός.

-Το 2019 έφερε αρκετές απώλειες για την ελληνική μουσική. Νιώθεις ότι με κάθε μεγάλη απώλεια κλείνει και ένας μεγάλος κύκλος; Χάνει το μουσικό τοπίο την μυσταγωγική του αύρα;
Όχι, γιατί αυτοί οι άνθρωποι ζουν στα τραγούδια τους. Είναι τυχεροί οι καλλιτέχνες. Δεν πεθαίνουν ποτέ.

-Σε ενδιαφέρει η υστεροφημία σου;
Ναι, αλλά δεν με αγχώνει, για τον απλό λόγο ότι δεν μπορώ να την καθορίσω.

-Για τι πράγμα θα ήθελες να σε θυμούνται στο μέλλον;
Μεγάλη κουβέντα. Το να αφήσεις έστω και ένα τραγούδι στον χρόνο είναι πολύ σπουδαίο πράγμα.

-Μόλις κυκλοφόρησε ο νέος σου δίσκος με τη Γιώτα Νέγκα και τον Νίκο Μερτζάνο που τιτλοφορείται «Αυτό Που Θέλεις Στη Ζωή Το Καταφέρνεις». Πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία;
Όπως οι ολοκληρωμένες δουλειές που έκανα τα προηγούμενα χρόνια για Αλεξίου και Γαλάνη: πρώτα γράφουμε τα τραγούδια για τη φωνή που αγαπάμε και μετά της τα δείχνουμε… Είναι αντιφατικό, όμως δεν θα μπορούσα να λειτουργήσω αλλιώς. Δεν πιστεύω στο «Γεια σου, είμαι ο Νίκος Μωραΐτης και γι’ αυτό σου προτείνω να κάνεις δίσκο μαζί μου». Η δική μου πρόταση είναι: έγραψα αυτά τα τραγούδια για εσένα, άκουσέ τα και αν βρεις τον εαυτό σου σε αυτά, έλα να τα πεις». Έτσι έγινε και με τη Γιώτα.

-Τι αναμένουμε να ακούσουμε από αυτή την σύμπραξη; Ποια είναι τα συναισθήματά σου;
Νιώθω μία ησυχία, ότι ωραία πράγματα συνέβησαν. Με τον Νίκο Μερτζάνο, στον οποίο έχω μεγάλη πίστη, γράψαμε τραγούδια που δείχνουν πολλά από τα χρώματα της Γιώτας και όχι μόνο το λαϊκό της προφίλ. Θα ήθελα, στην περίπτωση αυτής της γυναίκας που έχει αυτό το τόσο ακριβό δώρο, ο κόσμος να περάσει από τον χαρακτηρισμό «μεγάλη λαϊκή τραγουδίστρια» στο «μεγάλη τραγουδίστρια» σκέτο.

-Πιστεύεις πως αυτό που θέλει κάποιος στη ζωή το καταφέρνει;
Δεν μου αρέσει ο Κοέλιο και αυτή η φράση παραπέμπει εκεί. Τη χρησιμοποίησα σε ένα τραγούδι μάλλον ειρωνικά. Όμως, η Γιώτα είναι ακριβώς σε αυτή τη στιγμή. Νιώθει αυτή τη δικαίωση ύστερα από πολύ κόπο και έτσι της κάναμε… δώρο να διαλέξει εκείνη τον τίτλο του δίσκου.

-Ποιος είναι ο δίσκος που σε συντροφεύει τις δύσκολες στιγμές;
Άλλος κάθε φορά. Σίγουρα το έχει κάνει «Το βλέμμα του Οδυσσέα» της Ελένης Καραΐνδρου σε μια πολύ δύσκολη στιγμή.

-Το αγαπημένο σου τραγούδι;
Δεν είναι ένα. «Το πάτωμα», «Η αχάριστη», «Οδός Αριστοτέλους», «Μαρκίζα», «Μάνα δεν φυτέψαμε», «Θα κλείσω το παράθυρο», «Αθανασία»

-Η φωνή που κυλά μέσα σου;
Η Χαρούλα, από παιδί.

-Ο στιχουργός που ξέρεις σαν τη παλάμη σου;
Τρεις: Λευτέρης Παπαδόπουλος, Λίνα Νικολακοπούλου και Νίκος Γκάτσος.

-Η ιδανική σου συνεργασία;
Με τη Δήμητρα.

-Το πιο αντιπροσωπευτικό σου τραγούδι;
Δεν έχω ένα, ίσως γιατί δεν έχω ένα πρόσωπο.

-Έχεις υπάρξει ματαιόδοξος;
Κάθε δημιουργός είναι ματαιόδοξος. Δημιουργείς, για να νικήσεις τον θάνατο. Υπάρχει μεγαλύτερη ματαιοδοξία;

-Τι είναι για σένα ο έρωτας;
Το σώμα της αγάπης. Δεν μπορώ να τον δω ξεχωριστά από αυτή.

-Πότε βίωσες πραγματική ευτυχία;
Τη μέρα που γνώρισα τη γυναίκα μου.

-Η μεγαλύτερη αδυναμία σου;
Σοκολάτα.

-Το μεγαλύτερο πλεονέκτημά σου;
Επιμονή.

-Το μεγαλύτερο μειονέκτημά σου;
Ανυπομονησία.

-Τι άνθρωπος είναι ο Νίκος Μωραΐτης;
Καλό παιδί… (γέλια). Αν χαίρομαι για κάτι, είναι που έχω γίνει καλύτερος με τα χρόνια. Το πιστεύω αυτό! Με περισσότερη κατανόηση, πιο αποστασιοποιημένος από τα μικρά, πιο ήρεμος με εμένα… Παλιά, ήθελα να έχω οπωσδήποτε ένα σχέδιο για το μέλλον. Τώρα αφήνομαι πολύ περισσότερο σε αυτά που θα φέρει ο χρόνος κι ο χρόνος έχει φέρει – απρόβλεπτα – μερικά πολύ ωραία πράγματα.

-Πότε έκλαψες για τελευταία φορά;
Προσπαθώ… Δεν μπορώ να θυμηθώ.

-Ο μεγαλύτερος φόβος σου;
Ο θάνατος.

-Το προσωπικό σου καταφύγιο;
Η βεράντα μου στις Λεύκες.

-Ο Άγγελός σου;
Ο άνθρωπός μου.

-Αν θα γύριζες τον χρόνο πίσω, υπάρχει κάτι που θα άλλαζες στη διαδρομή σου;
Θα σπούδαζα Φιλολογία ή Ιστορία, όχι Νομική.

-Τι συμβουλή θα έδινες σε ένα νέο άνθρωπο, για να κάνει τα όνειρά του πραγματικότητα;
Να επιμένει σε αυτά.

-Τι σου έρχεται στο μυαλό όταν λες το όνομα «Νίκος Μωραΐτης»;
Τι μ@λ@κας, Θεέ μου… Πλάκα κάνω.

-Νίκο, σε ευχαριστώ πολύ για την επικοινωνία μας.
Και εγώ σε ευχαριστώ.

Συνέντευξη στον Χρήστο Ηλιόπουλο

Επιμέλεια συνέντευξης: Ευγενία Κελαράκου

Αποτυχημένος φοιτητής Κοινωνικής Θεολογίας του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Αποτυχημένος φοιτητής Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών. Ερασιτέχνης ραδιοφωνικός παραγωγός και αρθρογράφος. Συλλέκτης βινυλίων, κόμικς και βιβλίων. Λάτρης της ινδικής κουζίνας και του κόκκινου κρασιού. Με το γράψιμο έχω μια ιδιαίτερη σχέση. Όταν γράφω θέλω η σκέψη που ξεκινάει από εμένα να ολοκληρώνεται από τον αναγνώστη...