Ο όρος ghosting είχε πρωτοεμφανιστεί στις προσωπικές σχέσεις, για να προσδιορίσει το φαινόμενο κατά το οποίο κάποιος σταματά απότομα την επικοινωνία του με κάποιον άλλο. Μερικές φορές έφτανε και στο όριο της εξαφάνισης χωρίς καμία εξήγηση. Όμως, τον τελευταίο καιρό έχει εισαχθεί και στον επαγγελματικό τομέα και έχει χαρακτηριστεί ως μια καινούρια τάση στην αγορά εργασίας σύμφωνα με τους ειδικούς προσλήψεων. Με δεδομένο ότι ο μέσος εργαζόμενος περνά περίπου το 28% της εβδομάδας του με το να απαντά σε email, είναι πολύ άσχημο αν δεν λάβεις την πολυπόθητη απάντηση, πόσω μάλλον αν εσύ δεν απαντήσεις… Έτσι, κατανοούμε πως το ghosting εντοπίζεται και στους εργοδότες και στους εργαζόμενους/υποψήφιους.
Κάποιες πράξεις που παραπέμπουν σε αυτό είναι το να μην σταλεί ένα ευχαριστήριο email, το να μην απαντάει ένας υποψήφιος που βρίσκεται σε αναζήτηση εργασίας σε έναν υπεύθυνο προσλήψεων ή να μην λάβει ο υποψήφιος απαντητικό email από τον πιθανό εργοδότη ή υπεύθυνο, όπως και να μην ενημερωθεί ο μεσάζων για το πώς εξελίχθηκε η διαδικασία πιθανής πρόσληψης. Από τους πιο πιθανούς λόγους που κάποιος καταφεύγει στο επαγγελματικό ghosting είναι το να μην γνωρίζει την απάντηση ή να μην επιθυμεί να μιλήσει με ειλικρίνεια και ταυτόχρονα να επικοινωνήσει αποτελεσματικά με το άλλο άτομο, το οποίο ενδεχομένως φοβάται να αντιμετωπίσει.
Επίσης, παρατηρείται ότι μερικές φορές υποψήφιοι δεν εμφανίζονται στις συνεντεύξεις που έχουν οριστεί ή στην πρώτη μέρα εργασίας. Μήπως, λοιπόν, το ghosting έχει βαθύτερες ρίζες; Μήπως είναι κάτι παραπάνω από ένα email που δεν στάλθηκε ή ένα τηλεφώνημα που δεν έγινε; Ενδεικτικά, κάποιες βαθύτερες αιτίες θα μπορούσαν να είναι οι ακόλουθες. Αυτό που διαφαίνεται είναι πως δεν υπάρχει αμοιβαίος σεβασμός, αφού τέτοιες συμπεριφορές παραπέμπουν σε έλλειψη επαγγελματισμού. Ακόμη, η απουσία κουλτούρας στο θέμα των προσλήψεων ίσως παίζει ρόλο. Από τη μια, οι υπεύθυνοι δηλώνουν π.χ. πως δεν έχουν τον απαιτούμενο χρόνο, για να απαντήσουν σε όλους. Από την άλλη, έχουν να διηγηθούν πολλές περιπτώσεις υποψηφίων οι οποίοι έδειξαν ανευθυνότητα, αδιαφορία και δεν ήταν κατάλληλα προετοιμασμένοι.
Στις Η.Π.Α., σε έρευνα που διεξήχθη, το 1/3 των εμπόρων στην λιανική δήλωσε πως τουλάχιστον το 25% των υποψηφίων που προσλαμβάνουν δεν εμφανίζεται την πρώτη μέρα. Οι ειδικοί κατηγορούν την σύγχρονη, πολύ ανταγωνιστική αγορά εργασίας για το ghosting, γιατί κάποιοι τομείς έχουν τόση δυναμική που οι υποψήφιοι παίρνουν πολλές επιπλέον προσφορές για θέσεις εργασίας από τη στιγμή που δέχονται τη θέση μέχρι τη στιγμή που ξεκινούν. Κατά κύριο λόγο συμβαίνει στους ωρομίσθιους, αλλά έχει αρχίσει το φαινόμενο να κάνει την εμφάνισή του και στους μισθωτούς.
Ενώ, λοιπόν, το ghosting ξεκίνησε από τους εργοδότες που δεν ξεκινούσαν ή που σταματούσαν την επικοινωνία με τους υποψηφίους, το 2020, σε αμερικανική έρευνα σχετικά με την αναζήτηση εργασίας, το 28% των εργαζομένων δήλωσε πως εγκατέλειψε τους εργοδότες του, ενώ το 2019 το ποσοστό έφτανε το 19%. Οι οργανισμοί, για να μπορέσουν να αποφύγουν τέτοιες περιπτώσεις, προβαίνουν σε διάφορες στρατηγικές, όπως το να αμείβουν τους εργαζομένους ημερησίως ή το να προσφέρουν bonus, αφού ξεκινήσουν την εργασία τους.
Συνεπακόλουθα, κρίνεται χρήσιμο να μπορέσουν οι οργανισμοί και οι εταιρείες να δημιουργήσουν ένα νόημα στους υποψήφιους πριν προσληφθούν. Ο Ντάνιελ Γκόλμαν (Daniel Goleman) ισχυρίζεται πως οι οργανισμοί μπορούν να χάσουν ταλέντα, αν δεν συμβεί αυτό. Μάλιστα, λόγω της πανδημίας, τα 2/3 των εργαζομένων στις Η.Π.Α. δήλωσαν πως έχουν αναθεωρήσει τον σκοπό της ζωής τους, ενώ σχεδόν οι μισοί επανεξέτασαν το είδος της εργασίας τους. Γνωρίζοντας ότι οι νέοι εργαζόμενοι επιθυμούν να εργάζονται για εταιρείες οι οποίες στοχεύουν στην κοινωνική προσφορά, το ghosting τις ωθεί ακόμη περισσότερο να δείξουν στους εργαζομένους γιατί έχουν αξία οι υποχρεώσεις τους και ο ρόλος τους.
Ενδεχομένως, η επαγγελματική νοοτροπία και η εργασιακή δεοντολογία θα ήταν χρήσιμο να διδάσκονται στους/στις εφήβους/ες και στους/στις νέους/ες ενήλικες πριν βγουν στην αγορά εργασίας μέσα από τον επαγγελματικό προσανατολισμό και να μην μένουν μόνο, για παράδειγμα, στο πώς να απαντήσουν σε δύσκολες ερωτήσεις στις συνεντεύξεις. Το να είναι αξιοπρεπής ένας εργοδότης ή ένας εργαζόμενος και το να διατηρεί τη φήμη του είναι εφόδια για την πορεία, γιατί κανείς δε γνωρίζει πότε, με ποιες συνθήκες και εάν θα χρειαστεί να συνεργαστεί ξανά με κάποιον. Κανείς δεν κερδίζει με το ghosting. Μέσα από αυτό χάνεται η φερεγγυότητα και η αξία του προϊόντος που προσφέρει κάποιος. Ο σεβασμός, η απόδοση νοήματος και η ενσυναίσθηση μπορούν να οικοδομήσουν πιο γερές εργασιακές – και όχι μόνο – βάσεις.