Σεξουαλικός προσανατολισμός και Σεξουαλικότητα

Ο σεξουαλικός προσανατολισµός αναφέρεται στην ικανότητα κάθε ατόμου να αισθάνεται συναισθηματική ή/και σεξουαλική έλξη προς άλλα άτομα του αντίθετου, του ίδιου ή και των δύο φύλων. Δεν περιορίζεται μόνο στη σεξουαλική ζωή ενός ατόμου αλλά αφορά τη συνολική προσωπική και κοινωνική του ταυτότητα. Αντίθετα με την παραδοχή ότι υπάρχουν μόνο δύο φύλα, άντρας και γυναίκα, η ταυτότητα φύλου αναφέρεται στον ατοµικό και εσωτερικό τρόπο που βιώνεται το κοινωνικό φύλο από κάθε άτοµο και που µπορεί να συµπίπτει ή όχι µε το φύλο που του αποδόθηκε κατά τη γέννησή του. Ο σεξουαλικός προσανατολισμός συνδέεται, επίσης, με τις προσωπικές σχέσεις που καλύπτουν την ανάγκη για αγάπη, δέσμευση και συντροφικότητα.

Όταν αναφερόμαστε στη σεξουαλικότητα αποδεσμεύοντάς την από το συμβατικό διαχωρισμό φύλου άντρα- γυναίκα, τότε κάνουμε πια λόγο για μία παλέτα πολλών διαφορετικών δυνατοτήτων έκφρασης της σεξουαλικότητας ενός ατόμου. Με αυτό τον τρόπο δίνεται στο άτομο η ευκαιρία να είναι ο εαυτός του πέρα από κοινωνικές κατασκευές και να συνδεθεί με τις πραγματικές του επιθυμίες.

Η αποδέσμευση της σεξουαλικότητας από το φύλο κρίνεται σημαντικό ζήτημα. Η μη συμμόρφωση με μία ταυτότητα που μας περιορίζει ή δεν μας ταιριάζει μπορεί διαταράξει τη ψυχική υγεία του ατόμου. Τα άτομα μπορεί να βιώσουν συναισθήματα φόβου, θυμού, άγχους, δυσφορίας, στενοχώριας, αλλά και ντροπής καθώς το ατομικό τους βίωμα μετατρέπεται σε κάτι για το οποίο χρειάζεται να παλέψουν για να κερδίσουν το αγκάλιασμα και την αποδοχή από την κοινωνία.

Η σεξουαλική ταυτότητα του καθενός δεν καθορίζεται από τις σχέσεις που δημιουργεί αλλά από το πώς ο ίδιος βιώνει τη σεξουαλικότητά του. Η εκάστοτε ταυτότητα μπορεί να αλλάξει, να αναπτυχθεί και να μεταμορφωθεί με το χρόνο. Μόνο το ίδιο το άτομο μπορεί να ορίσει ποια είναι η κατάλληλη ταυτότητα για το ίδιο. Κάτι που ωστόσο προϋποθέτει την εκπαίδευση όλης της κοινωνίας σε ζητήματα φύλου, ώστε να καλλιεργηθούν οι συνθήκες προκειμένου να δίνεται ο κατάλληλος χώρος και χρόνος στο άτομο για να αυτοπροσδιοριστεί με τον καταλληλότερο και όσο το δυνατόν πιο αντιπροσωπευτικό τρόπο για το ίδιο, αν και εφόσον το επιθυμεί.

Ανεξάρτητα από το πόσο καλά πιστεύουμε ότι γνωρίζουμε κάποιον, μόνο το ίδιο το άτομο μπορεί να ορίσει την κατάλληλη ταυτότητα για τον εαυτό του. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι οι ετικέτες που συχνά αποδίδονται σε άτομα με διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό από μας έχουν δύναμη, στιγματίζουν και περιθωριοποιούν με μεγάλο αντίκτυπο στην ψυχική υγεία των ατόμων. Ακόμα και αν δεν γνωρίζουμε ακριβώς τον κατάλληλο τρόπο να μιλήσουμε σε ένα άτομο που έχει επιλέξει διαφορετική ταυτότητα φύλου από την κοινωνικά αποδεκτή, μπορούμε απλά να συζητήσουμε μαζί του προκειμένου να μας εξηγήσει τον κατάλληλο τρόπο συνομιλίας (αποδεκτό προσδιορισμό/αναφορά φύλου, χρήση κατάλληλης και αντιπροσωπευτικής αντωνυμίας, αποφυγή λεξιλογίου που θεωρείται υβριστικό). Σε κάθε περίπτωση, όπως θα έπρεπε να συμβαίνει σε κάθε συζήτηση με οποιονδήποτε, η συζήτηση οφείλει να διεξάγεται σε κλίμα σεβασμού και αποδοχής του συνομιλητή.

Συντάκτριες: Έφη Δρακάκη & Ελένη Νικολιδάκη

Απόφοιτος του τμήματος Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στη Νομική του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, με πεδία ειδίκευσης το Ποινικό Δίκαιο και τις Εξαρτήσεις. Εργάζομαι ως καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στην ιδιωτική εκπαίδευση. Στόχος μου να παρουσιάσω άρθρα με κοινωνικά ζητήματα, ώστε να συμβάλλω στην γνωριμία του κοινού με την επιστήμη της Κοινωνιολογίας.