Ερρίκος Λίτσης ένα όνομα, ένας άνθρωπος, με τον οποίο ήθελα να βρεθώ εδώ και καιρό. Όπερ και εγένετο. Συναντηθήκαμε και τα είπαμε ένα όμορφο πρωινό σε ένα καφενείο, στη γειτονιά του τα Πετράλωνα. Αφορμή ήταν Ο Μάκης, ο θεατρικός μονόλογος του Βασίλη Κατσικονούρη που ανεβαίνει για δεύτερη φορά στο Θέατρο Αποθήκη σε σκηνοθεσία Βασίλη Κατσικονούρη και Ερρίκου Λίτση. Εδω είναι όσα συζητήσαμε για το yourearticles.
-Γεννηθήκατε και μεγαλώσατε στα Πετράλωνα. Ποιες είναι οι μνήμες σας;
Αντιμετωπίζω τα Άνω Πετράλωνα σαν ένα παιδί που μεγαλώνουμε μαζί. Όσο μεγαλώνω εγώ, μεγαλώνει και η γειτονιά μου. Όσο κουβαλάω μνήμες από την παιδική μου ηλικία, τόσο κουβαλάω μνήμες από τα «παιδικά» μου Άνω Πετράλωνα.
-Σπουδάσατε στην Ανωτάτη Βιομηχανική. Το θέλατε;
Δεν είχα σχέση με το αντικείμενο. Σπούδασα για να ικανοποιήσω το όνειρο των γονιών μου και κυρίως του πατέρα μου. Εγώ είχα στο μυαλό μου άλλα πράγματα τα οποία ακολούθησα στη συνέχεια. Οι σπουδές μου συνέπεσαν το 1973, τον Σεπτέμβριο συγκεκριμένα, όταν άρχισε να φουντώνει το φοιτητικό κίνημα. Τότε, είμαστε περισσότερο ποπολάροι παρά φοιτητές. Οργανώθηκα στον Ρήγα Φεραίο. Έπεσε η δικτατορία. Μετά ήρθε η Μεταπολίτευση.
-Ήταν ξεχωριστή η εμπειρία σας στο Ισραήλ;
Φοιτούσε ο αδερφός μου στο Ισραήλ. Είχα πάει μετά το τέλος της στρατιωτικής μου θητείας για να ξεκουραστώ. Νέος άνθρωπος ήμουν. Πέρασα όμορφα.
-Έχετε εργαστεί ως dj σε μαγαζιά. Τι μουσική παίζατε;
Έχω παίξει ως dj του ροκ, του μπλουζ και της ρέγκε κυρίως στην Ίο στα τέλη της δεκαετίας του 80. Την δεκαετία του 90 έκανα τον dj σε ελληνάδικα για βιοποριστικούς λόγους και εκεί γνώρισα το ελληνικό λαικό τραγούδι αλλά και το σκυλάδικο. Αργότερα, ως ηθοποιός πια, έκανα τον dj σε μαγαζιά των Εξαρχείων με μουσική που γούσταρα εγώ.
-Αγαπάτε τη μουσική;
Υπάρχουν οι βιβλιοφάγοι, αυτοί που διαβάζουν βιβλία μανιωδώς. Εγώ είμαι μουσικοφάγος. Αγοράζω βινύλια, ψάχνω ακούσματα. Αν δε βρω κάτι που θέλω σε βινύλιο θα το αγοράσω σε cd. Πολλά βράδια μου αρέσει να βάζω έναν δίσκο, να ακούω και να χαλαρώνω.
-Πιστέψατε ποτέ ότι εκείνη η αγγελία που διαβάσατε στην Ελευθεροτυπία πριν από δυόμιση δεκαετίες θα σας οδηγούσε εδώ σήμερα;
Δεν το είχα σκεφτεί έτσι. Αλλά όταν ξεκινάς κάτι, έχεις πάντα ένα σκοπό μέσα σου. Θες κάπου να φτάσεις.
-Τι σας έκανε να στραφείτε στην ηθοποιία;
Τη δεκαετία του 80 ξεκίνησα σε έναν ερασιτεχνικό θίασο για τρεις σαιζόν. Έκανα όμως άλλα πράγματα για να ζήσω, δεν βιοποριζόμουν από την ηθοποιία. Το καθοριστικό σημείο που με έκανε να ασχοληθώ με αυτό που κάνω σήμερα ήταν ο θάνατος των γονιών μου το 1996 και το 1997. Μπήκα σε ένα μονοπάτι υπαρξιακών ανησυχιών και με την παρότρυνση φίλων το κυνήγησα. Είχα κάνει και κάποια σεμινάρια στο Θέατρο των Αλλαγών, κάποιες εμφανίσεις στην τηλεόραση, ώσπου απάντησα στην αγγελία που ανάφερες παραπάνω.
-Πώς θυμάστε τη συνεργασία με τον Γιάννη Οικονομίδη;
Για καλή μου τύχη έπεσα πάνω στον Γιάννη Οικονομίδη. Για καλή του τύχη έπεσε πάνω σε μένα. Και για καλή μας τύχη κάτω από πολλές διαδικασίες και ζυμώσεις γεννήθηκε το Σπιρτόκουτο, το θεμέλιο της καλλιτεχνικής μου πορείας.
-Είναι μια ταινία που μετράει παραπάνω από είκοσι χρόνια. Αντιληφθήκατε τη διαχρονικότητα της;
Όταν είδα στο μοντάζ αυτό που είχαμε γυρίσει προηγουμένως, ένιωσα ότι κάναμε κάτι πολύ ιδιαίτερο και που σίγουρα θα έκανε αίσθηση.
-Με ποιο τρόπο προσεγγίσατε τον ρόλο σας;
Δεν είχα κάποια ιδιαίτερη εμπειρία. Μόλις ξεκινούσα σαν επαγγελματίας ηθοποιός. Το ένστικτό μου με οδήγησε στη προσέγγιση.
-Πιστεύω ότι υπήρξε προφητική, αν αναλογιστούμε την ενδοοικογενειακή αλλά και την ενδοσχολική βία. Ο λόγος που κυριαρχούν τέτοια φαινόμενα;
Είναι θέμα παιδείας. Όσο πιο απαίδευτος είναι ένας λαός, τόσο έχει ροπή προς τη βία.
-Σπουδαία ήταν η ερμηνεία σας στη Ψυχή Στο Στόμα.
Τη Ψυχή Στο Στόμα τη θεωρώ πιο ολοκληρωμένη ταινία από το Σπιρτόκουτο. Αν το Σπιρτόκουτο ήταν ένα κομμάτι rock n roll, η Ψυχή στο Στόμα είναι ένα καλό progressive rock.
-Ποιες άλλες κινηματογραφικές σας συνεργασίες ξεχωρίζετε;
Όλες τις συνεργασίες μου τις θεωρώ ξεχωριστές και τις τιμώ. Έχω χαρεί ιδιαίτερα που συνεργάστηκα με τον Νίκο Παναγιωτόπουλο, τον Τάσο Μπουλμέτη, τον ΣταύροΤσιώλη αλλά και τον Νίκο Κούνδουρο παρότι δεν μου άρεσε η ταινία που έκανα μαζί του (Γέλια).
-Σαν ρόλους ποιους ξεχωρίζετε;
Τον ρόλο μου στο Τσίου του Μάκη Παπαδημητράτου, στο Γυναίκες Που Περάσατε Από Δω του Σταύρου Τσιώλη, στη Καντίνα του Σταύρου Καπλανίδη, στο Λουγκερ του Κώστα Χαραλάμπους, στο Ώρες Κοινής Ησυχίας της Κατερίνας Ευαγγελάκου αλλά και κάποιους ρόλους σε ταινίες μικρού μήκους όπωςστο Κόφ’το, στο Ο Μάριος και το Κοράκι, στο Fuck Freud και άλλες.
-Σας αρέσουν τα κοινά στοιχεία στους ρόλους που ερμηνεύετε ή αποτελεί πρόκληση ένας κόντρα ρόλος;
Ανάλογα. Πάντα ξεκινάω να ανακαλύπτω έναν ρόλο κοιτώντας μέσα στον εαυτό μου. Ποια στοιχεία του έχω εγώ ή πως θα αντιδρούσα αν ήμουν στη θέση του κουβαλώντας το συγκεκριμένο συναίσθημα.
-Φέτος πρωταγωνιστείτε για δεύτερη φορά στο Ο Μάκης του Βασίλη Κατσικονούρη, στο Θέατρο Αποθήκη. Εκτός από ηθοποιός είστε και ο εξ ημισείας σκηνοθέτης της παράστασης. Πως λειτουργήσατε σκηνοθετικά;
Στο σύνολο όσων ρόλων έχω παίξει, με εξαίρεση κάποιες συγκεκριμένες δουλειές, προσπαθώ να αυτοσκηνοθετούμαι. Διαβάζοντας τον κάθε ρόλο, προσπαθώ να τον καταλάβω και με τη καθοδήγηση του σκηνοθέτη προσθέτω τα δικά μου στοιχεία. Αυτό έγινε και με τον ρόλο στο Ο Μάκης. Εδώ, σε αυτόν τον ρόλο που πρόκειται για έναν μονόλογο ουσιαστικά, βάλαμε κάτω το έργο και το δουλέψαμε μαζί με τον Βασίλη. Προσέγγιζα τον ρόλο αυτοσχεδιαστικά, μου έκανε ο Βασίλης τις παρατηρήσεις του και πηγαίναμε παρακάτω.
-Πρόκειται για έναν μονόλογο. Αποτέλεσε ρίσκο για εσάς να τα φέρετε εις πέρας;
Είναι κάτι που κάνω για πρώτη φορά. Μέσα μου έλεγα: «Θα τα καταφέρω να μάθω τόσες σελίδες απ’ έξω; Σχολείο δυο σειρές μας δίνανε και ήταν βουνό.» Ακολουθώντας τη μέθοδο που έχω όμως στη πορεία κατάφερα να μάθω τον μονόλογο και να το φέρω εις πέρας. Αυτό είναι και το κλειδί θεωρώ. Ένας ηθοποιός πρέπει να ξέρει τα λόγια του. Μόνο τότε θα νιώθει άνεση στη σκηνή και έχει τη δεινότητα να εκφραστεί. Αν ψάχνει να βρει τι θα πει παρακάτω το έχασε το παιχνίδι…
-Σας αγγίζουν προσωπικά τα βαθύτερα θέματα του έργου;
Στην ηλικία που είμαι και έχοντας χάσει τους γονείς μου αλλά και την μεγάλη μου αδελφή, καταλαβαίνω πόσο μεγάλη αξία έχει για ανθρώπους σαν τον ηλικιωμένο που φροντίζει τον Μάκη, ένας καλός λόγος, μια επίσκεψη ή ένα τηλεφώνημα. Νομίζουμε ότι θα τους έχουμε αιώνια τους γονείς μας. Δεν είναι έτσι. Πρέπει να τους προσέχουμε τους μεγάλους ανθρώπους που αγαπάμε. Και να τους το δείχνουνε. Είδα τον πατέρα μου μέσα στον Μάκη.
-Αν γυρίζατε τον χρόνο πίσω υπάρχει κάτι που θα αλλάζατε;
Αν άλλαζα κάτι από όσα έκανα στο παρελθόν μου θα άλλαζε και το παρόν μου. Δεν θέλω να αλλάξω το παρόν μου.
-Το προσωπικό σας καταφύγιο;
Ο προσωπικός μου χώρος. Εκεί γαληνεύω ακούγοντας μουσική και διαβάζοντας. Επίσης, γαληνεύω όταν βρίσκομαι με έναν φίλο μου, τον Γιώργο, και παίζουμε ένα συγκεκριμένο είδος σκάκι. Εκείνος παίρνει πάντα τα μαύρα πιόνια και εγώ παίρνω πάντα τα άσπρα…
-Υπάρχει κάτι που φοβάστε;
Σαν πολίτης φοβάμαι για τον κυκλώνα της ακροδεξιάς που απλώνεται πάνω από την Ευρώπη και πάνω από όλο τον κόσμο αλλά και για το κλίμα πολέμου που καλλιεργείται.
-Τι άνθρωπος είναι ο Ερρίκος Λίτσης;
Καλός άνθρωπος.
-Τα όνειρα σας για το μέλλον;
Να είμαι όρθιος στα πόδια μου και να μπορώ να παίζω ενδιαφέροντες ρόλους.
-Η συμβουλή που θα δίνατε σε έναν νέο άνθρωπο;
Να ακολουθήσει το όνειρό του και το ένστικτό του.
-Τι σας έρχεται στο μυαλό όταν λέτε το όνομα Ερρίκος Λίτσης;
Το όνομα μου στο απουσιολόγιο του σχολείου.
-Κύριε Λίτση σας ευχαριστώ πολύ για την επικοινωνία μας.
Εγώ ευχαριστώ.
Συνέντευξη στον Χρήστο Ηλιόπουλο
Ερρίκος Λίτσης – Βιογραφικό: εδώ
Διαβάστε περισσότερες συνεντεύξεις: εδώ