Ανήσυχος και πολυπράγμων. Γεννήθηκε στις Σέρρες τις οποίες δεν εγκαταλείπει ποτέ από την καρδιά του μιας και πια αποτελεί τον νέο καλλιτεχνικό διευθυντή του ΔΗΠΕΘΕ Σερρών. Σπούδασε νομική στο ΑΠΘ και μουσική στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Συνθέτης, μουσικός, στιχουργός, συγγραφέας και μουσικός παραγωγός με ένα πλούσιο έργο. Ανοικτός σε νέα ακούσματα και ανερχόμενους καλλιτέχνες, προσπαθώντας πάντα να προσφέρει με τον τρόπο του. Σήμερα, στο your e-articles ο Γιώργος Ανδρέου.
-Γεννηθήκατε στις Σέρρες. Ποιες είναι οι μνήμες της παιδικής σας ηλικίας;
Τις έχω περιγράψει στο τραγούδι Σέρρες σε ερμηνεία του Στάμου Σέμση, στον δίσκο μου Δέκα Τελευταία Χρόνια:
Την πόλη μου την παιδική
Μια νύχτα είδα μαγική
Μπροστά μου να φωτίζει
Απόγευμα και Κυριακή
Πυκνή και ήσυχη βροχή
Στα φώτα της δακρύζει
Βιτρίνες έρημες, κλειστές
Πλατείες άδειες, σκοτεινές
Σιωπή που τις ραγίζει
Φωνή βραχνή του εκφωνητή
Της μπάλλας κόλπα και “γιατί”
Ραδιόφωνο που τρίζει
Κι εγώ που έψαχνα να βρω
Τον παιδικό μου θησαυρό
Στου δρόμου το κουβάρι
Ταξίδεψα παιδί μικρό
Μα βρήκα κόντρα τον καιρό
Και κάλπικο το ζάρι
Κι εγώ που έψαχνα να βρω
Τον παιδικό μου θησαυρό
Στου δρόμου το κουβάρι
Στην ίδια πόλη τριγυρνώ
Την πρώτη αγάπη μου ζητώ
Να βρω ποιός μού ‘χει πάρει
Την πόλη μου την παιδική
Μια νύχτα είδα μαγική
Μπροστά μου να γιορτάζει
Στο σπίτι άναψε το φως
Ξυπνά ο μικρός μου αδελφός
Κι η μάνα μου του τάζει
Η μπάντα παίζει δυνατά
Φαντάροι τρέχουν στα στενά
Κρυφό τους καίει μαράζι
Στις στέγες χιόνι και καπνιά
Σχολείο, Αρχαία στις εννιά
Δευτέρα που χαράζει
Κι εγώ που έψαχνα να βρώ
Του κόσμου τον Κριτή
Στην πόλη ετούτη τη μικρή
Τον βρήκα Ποιητή
-Η ανάμνηση που δε θα ξεχάσετε ποτέ;
Όταν άκουσα στο ηλεκτρόφωνο της θείας μου Ιωάννας το τραγούδι Ο Ταχυδρόμος Πέθανε του Μάνου Χατζιδάκι. Ήμουν επτά χρονών, μόλις είχα ξεκινήσει μαθήματα πιάνου στο ωδείο Σερρών του Θύμη Νικολαΐδη.
-Τι σημαίνει για σας η μουσική;
Ένα κλειδί για να ερμηνεύω τον κόσμο και τον εαυτό μου. Τον εαυτό μου μέσα στον κόσμο και τον κόσμο μέσα μου.
-Ο ρόλος της στη ζωή σας;
Σωτήριος από όποια άποψη κι αν το δω.
-Τι σας έδωσε έναυσμα να ασχοληθείτε;
Το ωδείο, το πιάνο, η δασκάλα μου στο πιάνο η Σοφία. Οι Σέρρες (πόλη και νομός) με τους ήχους των κατοίκων της. Ντόπιοι Νταρνάκες, Πόντιοι, Μικρασιάτες, Βλάχοι, Ρομά. Μουσική τους ήταν εξίσου αυτή που έπαιζαν με όργανα και την τραγουδούσαν, όσο και η ίδια η γλώσσα τους, ο τρόπος που μιλούσαν.
-Αν δεν είχατε γίνει μουσικός τι θα σας είχε κερδίσει;
Η λογοτεχνία – πεζογραφία και ποίηση. Στην πραγματικότητα, με έχει ήδη κερδίσει, αφού έχω εκδώσει ένα μυθιστόρημα με τίτλο Δαίμονας Ξένος και μια ποιητική συλλογή με τίτλο Ο Απερίσκεπτος Πλοηγός.
-Οι επιρροές που σας καθόρισαν σαν δημιουργό;
Η Βυζαντινή μουσική, το Δημοτικό και το Λαϊκό Τραγούδι, η ρoκ, οι Έλληνες συνθέτες τραγουδιών από τον Θεοδωράκη και δώθε, όλη η Κλασσική μουσική. Όλες οι άλλες μουσικές. Μαζί κι η ποίηση των τραγουδιών, ο στίχος τους.
-Οι φωνές που σας ταρακούνησαν;
Οι γυναικείες οι Μπίλι Χολιντέι, Εντίθ Πιάφ, Μαρία Κάλας, Σάρα Βον, Έλλα Φιτζέραλντ, Μαρίκα Παπαγκίκα, Μαρίκα Πολίτισσα, Μαρίκα Νίνου, Ρόζα Εσκενάζυ… Ως τις σημαντικές σημερινές.
-Σπουδάσατε νομική στο ΑΠΘ και μουσική στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Τι αποκομίσατε;
Στο πανεπιστήμιο, την φοιτητική ατμόσφαιρα της Μεταπολίτευσης. Αθώα, ρομαντική, πολύ πιο πνευματική από την σημερινή των κοινωνικών δικτύων. Στην Ευρώπη, την αίσθηση πως μετέχω σε κάτι ευρύτερο από τα της χώρας μου, πως ανήκω σε μια μεγαλύτερη παρέα, πως έχω δικαίωμα και υποχρέωση να διαχειριστώ αυτήν την απαιτητική συνθήκη, αυτήν την ιδιότητα του Έλληνα και του Ευρωπαίου συγχρόνως.
-Υπήρξατε μέλος των Αλερετούρ. Ήταν ωραία χρόνια;
Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, με τον Στάθη Παχίδη, τον Βαγγέλη Κοντόπουλο, τον Βασίλη Καλφόπουλο, τον Μπάμπη Αγαθαγγελίδη. Κατεβήκαμε στην Αθήνα και ηχογραφήσαμε στο studio Sierra – που στο μέλλον θα γινόταν δεύτερο σπίτι μου – το LP Σαν Ελληνική Ταινία, σε παραγωγή του Γιώργου Μητρόπουλου. Μπήκαμε στην δισκογραφία και στα βάσανά της νωρίς-νωρίς. Πόσο γοητευτικά, πόσο εκμαυλιστικά αυτά τα βάσανα. Μας έδεσαν στο άρμα τους για πάντα.
-Συμμετείχατε στη Ταχεία Θεσσαλονίκης του Νίκου Παπάζογλου. Τι θυμάστε από εκείνον;
Τον αγάπησα, τόσο σαν τραγουδιστή και ηχολήπτη όσο και σαν άνθρωπο. Γίναμε φίλοι. Μπήκα (μετά από σπουδές) πρώτη φορά για να καθίσω στην κονσόλα στο Αγροτικόν, το περίφημο studio του. Έμαθα πολλά κοντά του. Έπαιξα μαζί του (εκτός από πολλές συναυλίες σε όλη την Ελλάδα) στην Biennale της Βαρκελώνης (το 1985 εκεί γνώρισα και τον Παύλο Σιδηρόπουλο) και στον Σείριο του Μάνου Χατζιδάκι (χειμώνας 1987 -1988).
-Είστε συνθέτης, στιχουργός, παραγωγός και συγγραφέας. Ξεχωρίζετε κάποια ιδιότητα μέσα σας;
Του συνθέτη και του συγγραφέα. Ακολουθούν οι υπόλοιπες που συμπληρώνουν το πρόσωπο μου και το έργο μου.
-Με ποιο τρόπο γράφετε τα τραγούδια σας;
Πάντα προηγείται ο στίχος, δικός μου ή άλλου στιχουργού. Η μουσική ακολουθεί. Είμαι φανατικός οπαδός κι εργάτης της Μελοποίησης.
-Δημιουργείτε εν θερμώ ή όταν υπάρχει νηνεμία συναισθημάτων;
Δημιουργώ όταν έρχεται και κάθεται στον ώμο μου εκείνο το μικρό πουλάκι, η Έμπνευση. Έρχεται όποτε θέλει και φεύγει όποτε της κάνει κέφι.
-Πώς γεννιέται η έμπνευση;
Υποθέτω πως το πουλάκι εμφανίζεται όταν δεν μπορεί να κάνει αλλιώς, όταν έχει πολύ προσπαθήσει να ξεχάσει μια ζωτική εντύπωση, μια πρώτη αφορμή κι εκκίνηση ενός τραγουδιού. Αλλά εκείνη επιμένει να επιστρέφει κάθε φορά πιο απαιτητική, πιο πιεστική.
-Το πιο αντιπροσωπευτικό τραγούδι που έχετε γράψει;
Αυτό το ένα που αποτελείται από όλα όσα έχω γράψει κι όσα έγραψα και διέγραψα.
-Το 1996 κυκλοφόρησε ο δίσκος Μικρή Πατρίδα. Πώς αναλογίζεστε αυτή τη δισκογραφική κατάθεση;
Η συνάντησή μου με τον Παρασκευά Καρασούλο και το στοίχημα που βάλαμε (από μέσα μας, χωρίς να το φωνάξουμε ποτέ), να κοιτάξουμε στα μάτια τους μεγάλους μας προπάτορες του Ελληνικού Τραγουδιού ή να αλλάξουμε δουλειά.
-Ξεχωριστή στιγμή στη πορεία σας είναι το Ημερολόγιο Καταστρώματος Γ’, ένα συμφωνικό έργο σε ποίηση Γιώργου Σεφέρη. Πώς καταπιαστήκατε με τον Σεφέρη και δημιουργήσατε το έργο αυτό;
Το έργο μου είναι εμπνευσμένο από τον ομότιτλο αριστουργηματικό ποιητικό κύκλο του Σεφέρη. Είναι έργο συμφωνικό, με μελοποιημένα σπαράγματα από τα ποιήματα του Ημερολογίου Καταστρώματος Γ’. Ο Σεφέρης αφιερώνει τα ποιήματα του αυτά στην Κύπρο. Αυτός υπήρξε ένας επιπλέον λόγος να συνθέσω το έργο, εκτός από τον προφανή – την αγάπη μου για το σεφερικό έργο, δημιουργία-κατάθεση πολύτιμη ενός αληθινού δασκάλου του Έθνους μας.
-Έχετε γράψει μουσική για το θέατρο και τον κινηματογράφο. Εκεί με τι έχει να αναμετρηθεί ένας συνθέτης;
Με την εικόνα, που είναι το πιο επικίνδυνο στοιχείο, αφού αφορά το βλέμμα. Και με το όραμα του σκηνοθέτη, που είναι το αφεντικό στο σινεμά, έτσι κι αλλιώς.
-Ως συγγραφέας, έχετε εκδώσει το μυθιστόρημα με τίτλο Δαίμονας Ξένος και τη ποιητική συλλογή Απερίσκεπτος Οδηγός. Τι ανάγκες διαφορετικές καλύπτει η συγγραφή έναντι της σύνθεσης;
Η Πεζογραφία δίνει την δυνατότητα της ανάπτυξης σε μεγάλη φόρμα (πλοκής, χαρακτήρων κλπ), κάτι που για μας τους δημιουργούς του Τραγουδιού είναι μεγάλη πολυτέλεια. Η Ποίηση, έτσι κι αλλιώς, περιέχει κι επιτρέπει πολύ πιο ανοιχτές προσεγγίσεις από την στιχουργική των τραγουδιών, με μεγαλύτερες δυνατότητες κι ελευθερίες, τόσο στην φόρμα όσο και στην αφήγηση.
-Τι οδήγησε στη διάλυση της δισκογραφίας;
Η ψηφιακή τεχνολογία με τα καλά και τα κακά της. Από το δικαίωμα κτήσης περάσαμε στο δικαίωμα χρήσης. Έτσι το φυσικό προϊόν, το CD, αντικαταστάθηκε από ψηφιακούς καταλόγους τραγουδιών τύπου iTunes και Spotify. Αν προστεθεί η ψηφιακή πειρατεία, η επικυριαρχία της Εικόνας και των Κοινωνικών Δικτύων, όλα αυτά κι άλλα πολλά άλλαξαν το τοπίο της δισκογραφίας. Τα τελευταία δυο-τρία χρόνια έχει αποκατασταθεί με τις ψηφιακές πλατφόρμες σε σημαντικό βαθμό η δυνατότητα είσπραξης από την χρήση μουσικών έργων. Συνεπώς θα αποκατασταθεί και η δυνατότητα χρηματοδότησης νέων ηχογραφημάτων. Θα μιλάμε πια για μια νέα εκδοχή της δισκογραφίας (χωρίς δίσκους) που θα πρέπει να αναζητήσει νέο όνομα. Μπορεί π.χ. να ονομάζεται απλά Παραγωγή και διάθεση ηχογραφημένης μουσικής.
-Σήμερα, τι είδους δυσκολίες έχει να αντιμετωπίσει ένας ανερχόμενος καλλιτέχνης για να καταφέρει να επικοινωνήσει το μουσικό έργο του;
Την διάχυση της πληροφορίας και την διάλυση της παραδοσιακής δισκογραφίας. Την κόπωση του κοινού από την υπερπροσφορά συνήθως χαμηλού επιπέδου μουσικής. Την έλλειψη επιχειρηματικού κινήτρου (πωλήσεων), ώστε να βοηθηθεί οικονομικά με επιχειρηματικές προδιαγραφές. Ο νέος καλλιτέχνης σήμερα οφείλει να ερμηνεύσει την εποχή του και να χρησιμοποιήσει δημιουργικά τα θετικά της στοιχεία.
-Σίγουρα, έχετε αντιμετωπίσει και εσείς δυσκολίες. Ήταν ανοιχτός ο χώρος σε νέους δημιουργούς όταν βρισκόσασταν στο ξεκίνημά σας;
Όχι πολύ εγκάρδια. Η δική μου γενιά του ’90, έδωσε την δική της μάχη με τα όπλα και τα δεδομένα της πολύ διαφορετικής εποχής.
-Είστε ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής του ΔΗΠΕΘΕ Σερρών. Τι καθήκοντα έχετε αναλάβει και ποια εμπόδια να διαχειριστείτε;
Τα καθήκοντά μου περιγράφονται τυπικά στην προκήρυξη της θέσης μου σύμφωνα με τις πρόνοιες του Υπουργείου Πολιτισμού. Ουσιαστικά, πίσω από την βιτρίνα, ένα ΔΗΠΕΘΕ δρα στην Ελληνική περιφέρεια και οφείλει να είναι κεντρικός άξονας πολιτισμού, θεατρικού και όχι μόνο. Οι Σέρρες είναι η γενέθλια πόλη μου. O πατέρας μου υπήρξε δήμαρχος της για τέσσερις θητείες, διατηρώ πολλές φιλίες και σχέσεις με αγαπημένους μου ανθρώπους. Αισθάνομαι χαρά, τιμή και ευθύνη.
-Πώς αντιλαμβάνεστε τη κοινωνική και οικονομική κατάσταση της χώρας;
Σε μια δύσκολη μετάβαση. Από την βαλκάνια χαοτική σύνθεση μέθεξης και καταστροφών στην ευρωπαϊκή ταυτότητα. Από την διάψευση μυθολογιών και ιδεολογικών κατασκευών στην αναζήτηση νέας δημιουργικής στόχευσης. Με απαραίτητη πια την καταλλαγή, την ψύχραιμη ανταλλαγή επιχειρημάτων, με αποχή από βερμπαλισμούς, λαϊκισμούς και πολιτικαντισμούς. Με αναγκαία την μεγάλη προσοχή στα εθνικά θέματα.
-Επηρέασε τους καλλιτέχνες η πανδημία;
Στο οικονομικό επίπεδο τους συνέτριψε. Στο επικοινωνιακό τους υποβάθμισε ενώ χρησιμοποίησε κατά κόρον τους καρπούς των παλαιότερων μόχθων τους. Ως προς την έμπνευση και την δημιουργία θα φανεί στο εγγύς μέλλον αν υπήρξε ουσιαστική επιρροή από την δημοσιοποίηση των καλλιτεχνικών έργων που δημιουργήθηκαν στην εποχή της πανδημίας.
-Πώς κρίνετε τη σημερινή ελληνική κοινωνία;
Πληγωμένη, σκοτεινή, απογοητευμένη από την δεκαετή οικονομική κρίση και αμέσως μετά από την υγειονομική αντίστοιχη. Έχει δυνάμεις πολλές, χρειάζεται όμως μια σπίθα. Αισιοδοξίας. Ελπίδας.
-Υπάρχουν πράγματα που σας ενοχλούν;
Ο μισογυνισμός, ο ρατσισμός, η ομοφοβία, η εχθρότητα προς τα ζώα, ο φασισμός που υφέρπει στην καθημερινότητά μας, η τάση να κρατούμε κρυμμένους σκελετούς στις ντουλάπες, ο απογοητευτικά συντηρητικός τρόπος που απευθυνόμαστε στους νέους μας και το επακόλουθο brain drain.
-Οι σκέψεις σας για τις αποκαλύψεις με τα φαινόμενα σεξουαλικής κακοποίησης στο χώρο του θεάματος;
Κάθε είδος κακοποίησης οφείλει η κοινωνία μας να το καταγγέλει, να τιμωρεί τους υπαίτιους και να περιθάλπει με κάθε τρόπο τα θύματα. Κι εκείνοι που βρίσκονται σε δεσπόζουσα θέση, που έχουν δηλαδή κάποιο είδος εξουσίας στον τομέα τους, ας είναι διπλά και τριπλά προσεκτικοί με την διαχείρισή της και τους κινδύνους καταχρηστικής χρήσης της.
-Τα συναισθήματά σας για τη δολοφονία του 19χρονου Άλκη;
Ο υπόκοσμος τρέφεται και από ένα ποδοσφαιρόφιλο (sic) παρακύκλωμα. Η βία του είναι συγχρόνως απειλή και καμπανάκι για την κοινωνία μας: Δεν αρκεί η καταστολή, οφείλουμε να αναζητήσουμε αίτια και καταγωγές των παραβατικών συμπεριφορών και να τα αντιμετωπίσουμε με συνδυασμό δράσεων. Αλλιώς το κακό θα επιστρέφει, αμετανόητο.
-Πότε κλάψατε τελευταία φορά;
Ιδιωτική μου υπόθεση.
-Η σχέση σας με τον Θεό;
Αυστηρά μου ιδιωτική υπόθεση επίσης.
-Το προσωπικό σας καταφύγιο;
Οι αγαπημένοι μου άνθρωποι.
-Ο μεγάλος σας φόβος;
Να μην προλάβω όσα έχω ελπίσει πως θα προλάβω.
-Τι είναι ο έρωτας;
Ιδιωτική υπόθεση και μέγα θαύμα.
-Η ευτυχία;
Ζήτημα βλέμματος. Αρκεί να μην δυστυχεί κάποιον η δική μου εκδοχή ευτυχίας.
-Τι άνθρωπος είναι ο Γιώργος Ανδρέου;
Ελπίζω κάποιος που βρήκε το κουράγιο να αποδεχθεί τα κρυφά και φανερά του. Κι όσα μπόρεσε τα ψηλάφησε με ηρεμία και καθαρή καρδιά.
-Αν μπορούσατε να γυρίσετε τον χρόνο πίσω υπάρχει κάτι που θα αλλάζατε;
Όλες μου τις συμπεριφορές που πόνεσαν κάποιον απέναντι, ακόμα κι αν μου φαινόταν τότε αναπόφευκτες.
-Πώς φαντάζεστε τη τελευταία μέρα σας στη γη;
Θα προτιμούσα να μην την γνωρίζω.
-Τα όνειρά σας για το μέλλον;
Να προλάβω όσα έχω ελπίσει πως θα προλάβω.
-Ετοιμάζετε κάτι αυτή την περίοδο;
Γράφω μια σειρά τραγουδιών σε στίχους φίλων μου. Ηχογραφώ κάποια έργα που έχω ολοκληρώσει. Ενορχηστρώνω ηχογραφήσεις νέων ερμηνευτών και δημιουργών του Τραγουδιού, κάτι που κάνω σταθερά τα τελευταία δέκα χρόνια και πολύ το χαίρομαι.
-Τι συμβουλή θα δίνατε σε έναν νέο άνθρωπο για να κάνει τα όνειρά του πραγματικότητα;
Να μην σταματήσει να ονειρεύεται. Να μη φοβάται. Να μη φοβάται να αποτύχει. Να βουτάει στα βαθιά. Να μοιράζεται, να μην είναι μοναχικός λύκος. Να ταξιδεύει, να διαβάζει, να βλέπει θέατρο, σινεμά, ζωγραφική – να ψάχνει τις τέχνες όλες. Να φροντίζει τον εαυτό του και περισσότερο εκείνους που αγαπά.
-Τι σας έρχεται στο μυαλό όταν λέτε το όνομα Γιώργος Ανδρέου;
Η απορία, πόσοι άλλοι υπήρξαν με το ίδιο ονοματεπώνυμο (εκτός από τον παππού μου) και πώς ταξίδεψαν μέσα στην ζωή τους.
-Κύριε Ανδρέου σας ευχαριστώ για την επικοινωνία μας.
Εγώ σε ευχαριστώ.