Η Μαρία Σαλώμη Σκλοντόφσκα/Κιουρί ήταν μία λαμπρή, πρωτοπόρος επιστήμονας, μία γυναίκα που έμεινε στην ιστορία για την ανιδιοτελή ενασχόλησή της με την φυσική και τη χημεία και τις καθοριστικές της ανακαλύψεις στην πορεία της ανθρωπότητας. Ήταν Πολωνή φυσικός, χημικός και καθηγήτρια της οποίας το όνομα, σε συνεργασία με το σύζυγό της, Πιέρ Κιουρί, συνδέθηκε με την ανακάλυψη χημικών στοιχείων και τη μελέτη του φαινομένου της ραδιενέργειας. Υπήρξε η πρώτη γυναίκα που έγινε καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης στη Γαλλία (1906). Ήταν η πρώτη γυναίκα που βραβεύτηκε με το Νόμπελ Φυσικής (1903), το οποίο μοιράστηκε με το σύζυγό της και τον καθηγητή της Ανρί Μπεκερέλ, με το Νόμπελ Χημείας (1911), ενώ είναι ο πρώτος άνθρωπος που έχει τιμηθεί γενικώς δύο φορές με το Βραβείο Νόμπελ και ο μοναδικός άνθρωπος μέχρι στιγμής που το έχει κερδίσει σε δύο διαφορετικές επιστήμες. Το 1921 αναγορεύτηκε επίτιμη διδάκτωρ σχεδόν σε όλα τα πανεπιστήμια των Η.Π.Α., ενώ έγινε και επίτιμη δημότης της Νέας Υόρκης. Το 1932 ιδρύθηκε το Ινστιτούτο Ραδίου στη Βαρσοβία, παρουσία του προέδρου της Πολωνικής Δημοκρατίας και αργότερα μετονομάστηκε σε «Maria Sklodowska-Curie Institute of Oncology», το οποίο ασχολείται με τη θεραπεία του καρκίνου. Ένα αντίστοιχο ινστιτούτο υπάρχει και στο Παρίσι το «Institut Curie Hospital». Στην Αγγλία υπάρχει ο φιλανθρωπικός οργανισμός «Marie Curie Cancer Care» που ιδρύθηκε το 1948 και παρέχει υποστήριξη και φροντίδα σε ασθενείς που βρίσκονται στο τελικό στάδιο της ασθένειας.
To 1944, το Πολωνικό Πανεπιστήμιο μετονομάστηκε σε «Maria Sklotowska Curie University» προς τιμήν της, ενώ στο Παρίσι της Γαλλίας, το 1971, ιδρύθηκε το Πανεπιστήμιο «Pierre and Marie Curie University/Paris VI».
Επιπλέον, το 1967 το σπίτι στο οποίο γεννήθηκε και μεγάλωσε, στην Βαρσοβία, μετατράπηκε σε Μουσείο και είναι αφιερωμένο στη ζωή και το έργο της. Άξιο λόγου είναι το γεγονός ότι η επιστημονική κοινότητα, σε ένδειξη σεβασμού, έδωσε το όνομά της σε μονάδα μέτρησης της ραδιενέργειας (κιουρί ή Ci) και στο τεχνητό χημικό στοιχείο με ατομικό αριθμό 96 (κιούριο). Τέλος, για πρώτη φορά, η ζωή της προβλήθηκε στον κινηματογράφο, μέσα από την ταινία «Madame Curie», 1943, του Mervyn LeRoy, και πρόσφατα, μέσα από την ταινία «Marie Curie: The courage of Knowledge», 2016, της Marie Noelle.
Τα αποφθέγματα για τα οποία έχει μείνει γνωστή στο πέρασμα των χρόνων είναι τα εξής: «Δεν πρέπει να φοβόμαστε τίποτα στη ζωή και στην ανθρώπινη φύση, μόνο να προσπαθούμε να το κατανοήσουμε»«Μου έμαθαν πως ο δρόμος της προόδου δεν είναι ούτε γρήγορος ούτε εύκολος»«Στην επιστήμη πρέπει να μας ενδιαφέρουν τα πράγματα, όχι τα πρόσωπα»
Επιστημονικό Έργο: Από το 1891 μελετούσε συστηματικά τις εργασίες του Αντουάν Ανρί Μπεκερέλ (Antoine Henri Becquerel) με κύριο θέμα τις ακτινοβολίες που εξέπεμπαν τα άλατα του ουρανίου, με αποτέλεσμα να διαλέξει ως θέμα της διατριβής τα φαινόμενα αυτά.
Για την πρόοδο των ερευνών της, το Πανεπιστήμιο της Σορβόννης της παραχώρησε μια αποθήκη με τον στοιχειώδη εξοπλισμό. Παρ’ όλες τις κακές συνθήκες που επικρατούσαν στο εργαστήριο, η Μαρί Κιουρί απέδειξε ότι η εκπομπή των ακτινών ήταν μια ιδιότητα των ατόμων του ουρανίου και ότι η ένταση της ακτινοβολίας που παραγόταν ήταν ανάλογη της ποσότητάς τους. Επίσης, διαπίστωσε ότι η εκπομπή των ακτινών δεν επηρεαζόταν από τις εξωτερικές μεταβολές, καθώς και ότι, εκτός από το ουράνιο, κάποιες ενώσεις του στοιχείου του θορίου εξέπεμπαν επίσης ακτινοβολία. Ύστερα από αυτές τις πρώτες ανακαλύψεις, η Μαρί πρότεινε την αλλαγή του ονόματος από «ακτίνες ουρανίου» σε «ραδιενέργεια», η οποία περιγράφει γενικά την ιδιότητα της εκπομπής ακτινοβολιών.
Στις 18 Ιουλίου 1898 το ζεύγος Κιουρί ανακοίνωσε στην επιστημονική κοινότητα την ανακάλυψη ενός νέου στοιχείου, του πολωνίου, που ονομάστηκε έτσι προς τιμήν της πατρίδας της. Στις 26 Δεκεμβρίου ανήγγειλαν την ανακάλυψη του ραδίου. Και τα δύο στοιχεία είχαν ανιχνευθεί με τη βοήθεια της ραδιενέργειας. Στην συνέχεια τα απομόνωσαν, προσδιόρισαν τα ατομικά τους βάρη και, τελικώς, αναγνωρίστηκαν επισήμως από την επιστημονική κοινότητα. Επιπλέον, ανακάλυψαν ότι η ακτινοβολία του ραδίου κατέστρεφε τους καρκινικούς όγκους (Ραδιοθεραπεία), η οποία τελειοποιήθηκε το 1906 από την Κιουρί, όταν υπολόγισε τις σωστές δόσεις για θεραπεία. Αξιοθαύμαστο είναι το γεγονός ότι δεν κατοχύρωσαν τις μεθόδους τους για την απομόνωση των στοιχείων. Θεωρούσαν ότι δε συμβάδιζε με το επιστημονικό πνεύμα, καθώς έτσι η επιστημονική έρευνα εμποδίζεται για τους επόμενους.
Σημαντική είναι η συνεισφορά της και στο Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου εφοδίασε με δικά της έξοδα πολλά πολεμικά νοσοκομεία με συσκευές ακτινών Χ, έτσι ώστε να εντοπίζονται τα θραύσματα και οι σφαίρες στα σώματα των στρατιωτών. Υπολογίζεται ότι με τα χρήματα που η ίδια είχε συγκεντρώσει από τα δύο βραβεία Νόμπελ δημιούργησε 250 ακτινολογικούς θαλάμους στα πολεμικά μέτωπα. Το 1919 έγραψε σε βιβλίο τις εμπειρίες της με τίτλο «Ραδιενέργεια στον Πόλεμο».
Προσωπικά Στοιχεία της Ζωής της: Γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου 1867 στη Βαρσοβία (Warsaw), πρωτεύουσα της Πολωνίας, και ήταν το πέμπτο παιδί μιας ευκατάστατης οικογένειας. Ο πατέρας της ήταν καθηγητής φυσικής και μαθηματικών και υποδιευθυντής σε Λύκειο Θηλέων και η μητέρα της προϊσταμένη ενός σχολείου θηλέων. Η Μαρί μαζί με τα αδέλφια της μεγάλωσε σε δύσκολη εποχή για την Πολωνία, αφού είχε καταληφθεί από τους Ρώσους.
Από μικρή ξεχώριζε στο σχολείο, κυρίως, στα μαθηματικά και τη φυσική. Το 1874 ήταν δύσκολη χρονιά, καθώς η μητέρα της πήγε στη Νίκαια της Γαλλίας για θεραπεία από φυματίωση, ενώ λόγω της κυβερνητικής δυσμένειας, μειώθηκε ο μισθός του πατέρα της. Δύο χρόνια αργότερα (1876), η αδελφή της Σοφία/Zosia πέθανε από τύφο, και το 1878, και, ενώ η Μαρί ήταν 11 ετών, απεβίωσε η μητέρα της από φυματίωση. Παρ’ όλες τις κακουχίες συνέχισε τις σπουδές της σε κρατικό Γυμνάσιο και αποφοίτησε με επιτυχία. Εκείνη την εποχή δεν επιτρεπόταν η φοίτηση των γυναικών στα Πολωνικά Πανεπιστήμια, λόγω της Ρωσικής κυριαρχίας, επομένως έπρεπε να μετακομίσει στο εξωτερικό. Όμως η φτώχεια την ανάγκασε να αναζητήσει εργασία ως γκουβερνάντα και παιδαγωγό σε πλούσιες οικογένειες, ενώ ταυτόχρονα παρακολουθούσε μαθήματα φυσικής, χημείας και μαθηματικών στο παράνομο «Ιπτάμενο Πανεπιστήμιο/Flying University» όπου εθελοντές καθηγητές παρέδιδαν διαλέξεις κρυφά. Για περίπου 7 χρόνια έστελνε μέρος του μισθού της στην μεγαλύτερη αδελφή της, Μπρόνια/Bronislawa για να σπουδάσει Ιατρική στο Παρίσι. Αργότερα, εκείνη θα βοηθούσε τη Μαρί να σπουδάσει στο εξωτερικό.
Σπουδές: Το 1891, σε ηλικία 24 ετών, μετακόμισε στο σπίτι της αδελφής της για να παρακολουθήσει μαθήματα στη Σχολή Θετικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Σορβόννης. Τα φοιτητικά της χρόνια ήταν δύσκολα λόγω των οικονομικών δυσκολιών που αντιμετώπιζε και λέγεται ότι περιόριζε σε τόσο μεγάλο βαθμό τα γεύματά της, ώστε είχε λιποθυμήσει. Η καθημερινή της ζωή περιελάμβανε διάβασμα και λίγες ώρες ύπνου, ενώ απέφευγε να κάνει παρέα με Γάλλους και διατηρούσε επαφές μόνο με λιγοστούς Πολωνούς φοιτητές και επιστήμονες. Τελικά, αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο της Σορβόννης με τα πτυχία των Μαθηματικών, της Φυσικής και της Χημείας.
Γνωριμία με τον Πιέρ Κιουρί (Pierre Curie): Τον συνάντησε για πρώτη φορά τον Φεβρουάριο 1894 και γνωρίστηκαν μέσω ενός καθηγητή Φυσικής. Ο Πιέρ είχε σπουδάσει Φυσική στη Σορβόννη, ήταν 35 χρονών και 8 χρόνια μεγαλύτερός της. Στην αρχή της γνωριμίας τους αναπτύχθηκε αμοιβαίος αλληλοσεβασμός και μια πνευματική έλξη που εξελίχθηκε σε βαθύτερο αίσθημα. Μάλιστα της είχε κάνει δώρο ένα βιβλίο «Περί της Συμμετρίας στα Φυσικά Φαινόμενα: Συμμετρία μεταξύ Ηλεκτρικού και Μαγνητικού Πεδίου» με αφιέρωση, «Στην δεσποινίδα Σκλοντόφσκα με τον σεβασμό και τη φιλία, Πιέρ Κιουρί».
Το Μάιο 1894 της έκανε πρόταση γάμου, αλλά εκείνη αρνήθηκε γιατί θα έπρεπε να εγκαταλείψει για πάντα τη Βαρσοβία και τον πατέρα της. Τελικά, μετά από ένα χρόνο, αποδέχθηκε την πρότασή του και παντρεύτηκαν με πολιτικό γάμο στο Δημαρχείο του Παρισιού. Ο μήνας του μέλιτος που ακολούθησε ήταν ασυνήθιστος, καθώς πραγματοποίησαν το γύρο της Γαλλίας με ποδήλατα.
Στις 12 Σεπτεμβρίου 1897 απέκτησαν την πρώτη τους κόρη, Ειρήνη (Irène) και το Δεκέμβρη 1904 την Εύα (Ève). Μετά το γάμο τους, η Μαρί συνέχισε τις επιστημονικές της έρευνες. Οι κόρες της ακολούθησαν τις εξής πορείες στη ζωή τους: η Εύα έγινε συγγραφέας, έγραψε τη βιογραφία της μητέρας της με τίτλο «Μαντάμ Κιουρί», (1938) και πέθανε σε ηλικία 103 ετών, στις 22 Οκτωβρίου 2007. Η Ειρήνη σπούδασε φυσική, παντρεύτηκε το μαθητή της μητέρας της και φυσικό Φρεντερίκ Ζολιό/Frédéric Joliot και βραβεύτηκε με το Νόμπελ Χημείας.
Στις 19 Απριλίου 1906 ο σύζυγός της, Πιερ, ενώ διέσχιζε το δρόμο σε μια στιγμή αφηρημάδας, παρασύρθηκε από άμαξα και σκοτώθηκε. Η Μαρί ήταν μόλις 39 ετών και οι κόρες της 9 και 2 ετών. Αμέσως μετά το θάνατό του, χιλιάδες μηνύματα συμπαράστασης έφτασαν στο σπίτι τους από πολιτικούς, επιστήμονες και αγνώστους. Το 1923 έγραψε τη βιογραφία του με τίτλο «Pierre Curie».
Τελευταία Χρόνια: Μερικά χρόνια μετά το θάνατο του συζύγου της, το 1910, σύναψε σχέση με τον Πωλ Λανζεβάν/Paul Langevin, πέντε χρόνια μικρότερό της, πρώην μαθητή του άντρα της και εν διαστάσει παντρεμένος, με 4 παιδιά. Το ερωτικό αυτό σκάνδαλο την ακολούθησε μέχρι το τέλος της ζωής της. Στο άκουσμα της είδησης, η γαλλική κοινωνία κατέκρινε τη Μαρί. Ενδεικτική περίπτωση της στάσης που κράτησε ο Γαλλικός τύπος ήταν η αποσιώπηση της απονομής της του Νόμπελ της Χημείας το 1911. Σχεδόν καμία εφημερίδα δεν έγραψε σχετικά με τη διάκρισή της. Το γεγονός αυτό, ωστόσο, αποτελεί μία αφορμή, καθώς ο αντισημιτισμός και η ξενοφοβία είχαν ενταθεί αρκετά στη Γαλλία και η Μαρί ήταν ο εύκολος στόχος. Εντούτοις, ποτέ δεν σταμάτησε να την αποκαλεί δεύτερη πατρίδα της.
Το 1911, στο 1ο Συνέδριο Φυσικής Solvay/Σολβέυ στις Βρυξέλλες του Βελγίου, συνάντησε μεγάλες προσωπικότητες, ανάμεσα σ’ αυτές τον Άλμπερτ Αϊνστάιν/Albert Einstein, ο οποίος εξέφρασε το θαυμασμό του στο πνεύμα, την ενέργεια και την τιμιότητά της και θεώρησε ευτυχή τον εαυτό του που την γνώρισε προσωπικά. Το 1912 χειρουργήθηκε στα νεφρά. Από το 1933 η υγεία της είχε κλονιστεί σημαντικά λόγω της μακρόχρονης έκθεσής της στη ραδιενέργεια, με αποτέλεσμα στις 4 Ιουλίου 1934 να αποβιώσει από λευχαιμία/απλαστική αναιμία, σε ηλικία 67 ετών, αφήνοντας πίσω της ένα πραγματικά μεγάλο έργο. Παρ’όλο που βρισκόταν για δεκαετίες σε συνεχή έκθεση στην ακτινοβολία χωρίς προστατευτικό εξοπλισμό, ποτέ της δεν συνειδητοποίησε τα προβλήματα υγείας που θα μπορούσε να είχε. Ενταφιάστηκε δίπλα στον άντρα της, στο Κοιμητήριο Σο (Sceaux) της Γαλλίας. Το 1955 τα οστά της μεταφέρθηκαν στο «Πάνθεον», και αναπαύεται ανάμεσα στους «μεγάλους άνδρες» της Γαλλίας. Το 1935 εκδόθηκε ο μεγάλος της τόμος, με τίτλο «Ραδιενέργεια», όπου παρουσιάζεται η εργασία χρόνων πάνω στο φαινόμενο της ραδιενέργειας.
Αυτό που φαίνεται μέσα από την ιστορία της είναι η ανιδιοτελής αγάπη για την επιστήμη, η επιμονή και προσήλωση σε έναν σκοπό και η επιτυχία που μπορεί να αναδειχθεί ακόμη και κάτω από αντίξοες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες. Η Marie Curie αποτελεί πρότυπο και παράδειγμα σε πολλούς ανθρώπους, ακόμη και ύστερα από 151 χρόνια.
Πηγές: