Γεννήθηκε στη Δράμα. Ενηλικιώθηκε στην Αθήνα. Φωνή αναγνωρίσιμη με λαϊκό ύφος. Έχει συνεργαστεί με τον Χρήστο Νικολόπουλο, την Γλυκερία, τον Πάνο Μουζουράκη, τον Γιάννη Ζουγανέλη, τον Γιάννη Κότσιρα και άλλους σπουδαίους του ελληνικού τραγουδιού. Σημαντική στιγμή της καριέρας της αποτελεί η συμμετοχή της στη μουσικοθεατρική παράσταση «Ήρωες». Φέτος, συμμετέχει μαζί με άξιους ερμηνευτές στην παράσταση-αφιέρωμα στον Άρη Δαβαράκη στο Άλσος. Σήμερα, φιλοξενούμε στο Your e-articles τη Βίκυ Καρατζόγλου.
-Μεγάλωσες στην Δράμα. Ποιες είναι οι αναμνήσεις σου;
Έχω έντονες αναμνήσεις από την Δράμα. Όλα τα παιδικά μου χρόνια με τα ζόρια και τις χαρές τους, όμορφες οικογενειακές στιγμές, φίλοι που κρατάνε μέχρι και σήμερα… Η Δράμα ήταν ιδανικό μέρος να μεγαλώσει κανείς λόγω του ότι ήταν μια μικρή επαρχιακή πόλη και έτσι, έζησα ανέμελα και αρκετά ανεξάρτητα παιδικά χρόνια. Οι περιορισμοί ήταν ελάχιστοι ή μάλλον νόμιζα πως ήταν ελάχιστοι. Απλώς, το κατάλαβα αργότερα. Στην εφηβεία μου κάτι με έκαιγε μέσα μου είχα την ανάγκη να δημιουργήσω χωρίς να μπορώ να το εκφράσω τότε λεκτικά. Έτσι, έκανα παρέες που είχαμε έναν κοινό κώδικα, τη μουσική. Σημείο συνάντησης το δασάκι της Δράμας και ο Κορύλοβος παρέα με κιθάρες. Απλώς, μαζευόμασταν και τραγουδούσαμε. Δεν μας ένοιαζε κάτι άλλο τότε. Απλώς, να τραγουδάμε και να ονειρευόμαστε. Για τη γειτονιά ήμασταν «οι αλήτες» που ανέβαιναν στα μηχανάκια και πήγαιναν σε απόμερα μέρη. Όμως, εμείς ξέραμε το γιατί… Γιατί η μουσική μάς χάριζε πραγματικές στιγμές ζωής που οι άλλοι ούτε μπορούσαν να φανταστούν.
-Τι σημαίνει για σένα η μουσική;
Χωρίς τη μουσική θα ήμουν απλώς άλλος άνθρωπος. Μου επιτρέπει να ονειρεύομαι, μου δίνει ελπίδα για το αύριο όσο στενάχωρο και αν είναι το σήμερα. Mε κάνει να ξεφεύγω από τα ζόρια της καθημερινότητας. Είναι καύσιμο για να κινούμαι, για να ζω.
-Πότε τραγούδησες για πρώτη φορά στη ζωή σου;
Στα πέντε μου. Έχω μια κασέτα (ναι, τότε είχαμε κασέτες) που τραγουδάω μαζί με την αδερφή μου με συνοδεία κιθάρας τραγούδια ερωτικά της εποχής. Αυτά δηλαδή που άκουγαν οι γονείς μου. Είναι τόσο αστείο να ακούς από ένα πεντάχρονο-ολόσωστο τονικά κατά τα άλλα όπως παρατήρησε ο μπαμπάς- να τραγουδάει με λυγμό, να ερμηνεύει και να το ζει. Νομίζω από εκείνη τη μέρα είχε τρυπώσει στην ψυχή μου η πετριά του τραγουδιστή.
-Ποια είναι τα μουσικά σου ακούσματα;
Ακούω κυρίως ελληνική μουσική. Στο σπίτι ακούγαμε λίγη ξένη μουσική. Υπήρχαν φυσικά δίσκοι των Beatles και των Queen που τους λατρεύω, κλασσική μουσική αρκετή, αλλά κυρίως ελληνική. Από Χατζιδάκι μέχρι Τσιτσάνη και από Σαββόπουλο μέχρι Μοσχολιού. Όχι πολύ βαριά λαϊκά. Αυτά τα μελέτησα μόνη μου στην πορεία.
-Οι φωνές που σε καθόρισαν σαν ερμηνεύτρια;
Η Δήμητρα Γαλάνη, η Χάρις Αλεξίου και η Βίκυ Μοσχολιού.
-Αν μπορούσες να συναντήσεις έναν τραγουδιστή, για να τραγουδήσετε μια νύχτα μαζί, ποιον θα διάλεγες;
Τον Αλκίνοο Ιωαννίδη.
-Ποιο είναι το τραγούδι που περιγράφει τη ζωή σου;
Σίγουρα το «Όνειρο» που το τραγούδησα εγώ. Είναι σαν να περιγράφει ακριβώς τη ζωή μου, σαν να τα ήξερε όλα ο Νίκος Μωραΐτης, όταν έγραφε τους στίχους.
-Ο δίσκος που σε συγκλόνισε όταν τον άκουσες πρώτη φορά;
«Ανάσα τέχνη της καρδιάς» της Δήμητρας Γαλάνη σε στίχους της Λίνας Νικολακοπούλου. Αγόρασε η αδερφή μου το cd ένα καλοκαίρι και θυμάμαι που πήγαμε τις πρώτες μας διακοπές μαζί στη Σκόπελο. Δε σταμάτησε να παίζει στο αυτοκίνητο. Ένας δίσκος που καθόρισε μουσικά ολόκληρη τη γενιά μου, αλλά και ένα μουσικό κίνημα.
-Η αγαπημένη σου ταινία;
«Ο Αστακός» του Λάνθιμου και του Φιλίππου με συγκλόνισε. Είναι από τις ταινίες που δε θα ξεχάσω. Με έκανε να συνειδητοποιήσω πόσο εγκλωβισμένοι είμαστε στους κανόνες και στα «πρέπει» μας. Πόσο λίγη ελευθερία έχουμε στη ζωή μας και πως χωρίς να το καταλαβαίνουμε είμαστε πάντα δέσμιοι των φόβων μας, μήπως μείνουμε μόνοι, μήπως δεν γίνουν αυτό που μάθαμε πως «πρέπει» να γίνουμε.
-Το βιβλίο που σε στιγμάτισε;
Σεφέρης και Μάρω «Αλληλογραφία». Οι επιστολές του Σεφέρη στη Μαρίκα Ζάννου. Πραγματικός έρωτας…
-Πότε έκλαψες τελευταία φορά;
Χθες το βράδυ.
-Τι δυσκολίες αντιμετώπισες στο μουσικό στερέωμα;
Κατέβηκα από τη Δράμα και δε γνώριζα κανέναν. Δεν ήμουν καν 18 χρονών και νομίζω πως η μεγαλύτερη δυσκολία ήταν ότι έπρεπε να σταθώ μόνη μου σε έναν χώρο που δε χωρούσε ανωριμότητα. Έτσι κάπως έπεσα στα βαθιά. Δεν ήταν εύκολο, είχα μάθει αλλιώς. Ήμουν «προστατευμένη» από τους γονείς μου, τους φίλους μου. Εδώ χρειάστηκε να φάω αρκετές σφαλιάρες και να κάνω πως δεν καταλαβαίνω, για να μη πληγωθώ με όσα καταλάβαινα και άκουγα. Αυτός ήταν ο τρόπος άμυνάς μου. Πλέον αυτό δεν ισχύει. Έχω δίπλα μου ανθρώπους που εμπιστεύομαι, συνεργάτες που με εκτιμούν και τους εκτιμάω, ανθρώπους που με στηρίζουν, την οικογένεια που έφτιαξα εδώ στην Αθήνα. Μεταφορικά και κυριολεκτικά, αφού έχω τον άντρα και την κόρη μου.
-Το 2015 κυκλοφόρησε η πρώτη σου δισκογραφική δουλειά με τίτλο «Τα Όνειρα Αληθινά». Πώς προέκυψε αυτή η κατάθεση και τι συναισθήματα σου έχει δημιουργήσει;
Προέκυψε σταδιακά. Mε πολλή δουλειά και χωρίς άγχος. Χωρίς να ψάχνω την επιτυχία. Άνθρωποι που ήδη γνώριζα στο χώρο, όταν έφτασε η στιγμή να βρω τα τραγούδια για τον δίσκο μου, μου πρότειναν με χαρά πράγματα που είχαν γράψει. Ακούγοντας τώρα πια το cd βλέπω μόνο αλήθεια. Στον τρόπο που τραγούδησα, στις ενορχηστρώσεις που ήταν λιτές και ουσιαστικές και φυσικά στα ίδια τα τραγούδια.
-Πώς χαρακτηρίζεις την κατάσταση στο σύγχρονο ελληνικό τραγούδι;
Τα πράγματα αναμφίβολα είναι στριμωγμένα για όλους. Ξεκινώντας από τις πωλήσεις των cds που είναι ελάχιστες, με τις δισκογραφικές εταιρείες που προσπαθούν να συνεχίσουν να υπάρχουν, ενώ δεν έχουν έσοδα. Την άσχημη κατάσταση που ζουν οι δημιουργοί με τα πνευματικά τους δικαιώματα. Tα μεροκάματα που έχουν λιγοστέψει για όλους… Είναι μια πολύ δύσκολη κατάσταση που όμως δεν πιστεύω πως έχει επηρεάσει την ίδια τη δημιουργία και το τραγούδι. Όμορφα και σημαντικά πράγματα γράφονται συνέχεια. Το πρόβλημα έγκειται στο πώς θα μπορέσουν όλοι όσοι «εμπλέκονται» να συνεχίζουν να βιοπορίζονται. Γιατί το τραγούδι θα βρει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο το δρόμο να φτάσει στον ακροατή.
-Πιστεύεις στον Θεό;
Ψάχνω ακόμα την απάντηση.
-Τι είναι ο έρωτας;
Αυτό που σε κάνει να χάνεις το μυαλό σου, να χάνεις τον ύπνο σου. Η κινητήριος δύναμη του κόσμου.
-Πότε βίωσες την ευτυχία;
Όταν γέννησα την κόρη μου ήταν η «πιο μεγάλη ώρα» όπως λέει και ο Άκης Πάνου.
-Ποιο είναι το προσωπικό σου καταφύγιο;
Οι άνθρωποί μου.
-Ο μεγάλος σου φόβος;
Νομίζω η απώλεια.
-Αν μπορούσες να γυρίσεις τον χρόνο πίσω, υπάρχει κάτι που θα άλλαζες;
Ώρες ώρες σκέφτομαι ότι θα ήθελα να αλλάξω πολλά… Άλλοτε πάλι σκέφτομαι πως οι αποφάσεις αυτές που πήρα με οδήγησαν εδώ που είμαι σήμερα. Και μου αρέσει το σήμερα. Με τα λάθη του και τα σωστά του. Αυτό είμαστε, οι επιλογές μας.
-Τι συμβουλή θα έδινες σε έναν άνθρωπο, για να κάνει τα όνειρά του πραγματικότητα;
Πρώτα να τα πιστέψει και στη συνέχεια να μη σταματήσει ποτέ να παλεύει για αυτά. Να μην τα παρατήσει.
-Τι ονειρεύεσαι για το μέλλον;
Υγεία και να κάνω μουσική. Nα τραγουδώ αυτά που δεν μπορώ να πω. Τίποτα άλλο.
-Ετοιμάζεις κάτι αυτή την περίοδο;
Αρχικά, ετοιμάζω το νέο μου δίσκο. Έχουμε επιλέξει με τον παραγωγό μου, Αντώνη Θυσιάδη, τα τραγούδια τα οποία θα ενορχηστρώσει ο Δημήτρης Σιάμπος. Έχω τη χαρά να συνεργάζομαι με πολύ σημαντικούς δημιουργούς που μου εμπιστεύτηκαν τα τραγούδια τους και πολύ σύντομα θα μπορώ να πω περισσότερα. Τη Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου και για πέντε Δευτέρες θα βρίσκομαι στο Άλσος μαζί με έξι υπέροχους συναδέλφους για κάτι ξεχωριστό, ένα αφιέρωμα σε έναν σπουδαίο στιχουργό, τον Άρη Δαβαράκη. Ο Άρης ξεκίνησε πολύ νέος τα πρώτα του βήματα δίπλα στο Μάνο Χατζιδάκι και συνέχισε δίνοντας στίχους σε μερικές από τις πιο όμορφες μελωδίες που έχουν γραφτεί μέχρι και σήμερα. Έχουμε και μαζί ένα νέο τραγούδι σε μουσική του Χάρη Γκατζόφλια που πρόκειται να μπει στον επόμενο δίσκο που ετοιμάζω και φυσικά θα το ακούσετε στο Άλσος. Τραγουδάμε μαζί με τον Παντελή Καλαμάκη, την Κατερίνα Μακαβού και τον Σταύρο Νιφοράτο και κάθε Δευτέρα θα έχουμε καλεσμένο και έναν καλλιτέχνη που έχει συνεργαστεί με τον Άρη Δαβαράκη. Τις ενορχηστρώσεις έχει αναλάβει ο Μανόλης Ανδρουλιδάκης και μαζί του στην κιθάρα και το μπουζούκι θα είναι ο Μιχάλης Ατσάλης.
-Βίκυ, σε ευχαριστώ πολύ για την επικοινωνία μας.
Και εγώ σε ευχαριστώ.
Συνέντευξη στον Χρήστο Ηλιόπουλο
Επιμέλεια συνέντευξης: Ευγενία Κελαράκου