Κινηματογραφικός τρόμος: 7 ταινίες για να δεις (Μέρος Α’)

Οι ταινίες τρόμου αποτελούν πλέον ιδιαίτερα δημοφιλή κατηγορία στο κοινό, οι δε λάτρεις του είδους δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να βρουν κάτι που θα τους ταράξει πραγματικά, ίσως επειδή πλέον τα έχουν δει όλα. Παρακάτω παραθέτω μια λίστα ταινιών – κυρίως από το 2000 και εξής – με ταινίες τρόμου που έκαναν ιδιαίτερη αίσθηση στο κοινό, αλλά διαθέτουν στοιχεία κινηματογραφικής καλαισθησίας (Spoiler Alert):

28 Days Later (2002)

Πρόκειται για μια βρετανική μετα-αποκαλυπτική δραματική ταινία τρόμου σε σκηνοθεσία του Danny Boyle και σενάριο του Alex Garlan, με πρωταγωνιστές τους Cillian Murphy, Naomie Harris, Christopher Eccleston, Megan Burns και Brendan Gleeson. Η ιστορία διαδραματίζεται στο ερημωμένο Λονδίνο, όπου ένας φονικός ιός μετατρέπει τους ανθρώπους σε ζόμπι. Ο πρωταγωνιστής (Cillian Murphy) ξυπνά στο νοσοκομείο μετά από 28 μέρες σε κώμα για να διαπιστώσει πως ο κόσμος όπως τον γνώριζε δεν υπάρχει πια. Ακολουθεί η περιπλάνησή του στην έρημη πόλη (μια συγκλονιστική σκηνή) και η καταδίωξή του από τα αιμοδιψή πλάσματα σε φρενήρεις ρυθμούς μέσα από την εξαιρετική σκηνοθετική ματιά του Danny Boyle, που γνωρίζει καλά να παίζει με τις σκιές και τις αδιόρατες κινήσεις πλασμάτων που κυριολεκτικά περικυκλώνουν τον θεατή, ενώ όλο το σκηνικό «ντύνεται» με την απίστευτη μουσική του John Murphy. Κατόπιν, ο ήρωας γνωρίζεται με μια ομάδα ανθρώπων και μέσα από την συνεργασία τους παλεύουν να επιβιώσουν στην έρημη πόλη (εξαιρετικές οι δυστοπικές εικόνες του Λονδίνου). Τα βήματά τους θα τους φέρουν σε μια έπαυλη στο Μάντσεστερ, όπου στρατιώτες προσφέρουν «προστασία» για να ανακαλύψουν με την σειρά τους το φριχτό τίμημα αυτής της «βοήθειας». Μια ταινία που πραγματεύεται το θέμα των απέθαντων με αξιοπρέπεια, χωρίς πολύ αίμα και με προβληματισμούς κοινωνικούς και πολιτικούς. Σίγουρα ο ξέφρενος ρυθμός της ταινίας ανεβάζει τους παλμούς του θεατή, χωρίς να ευνοεί ιδιαίτερα την ανάπτυξη των χαρακτήρων, αλλά μέσα από τις εξαιρετικές ερμηνείες τους καταλαβαίνουμε πως ο χειρότερος εχθρός του ανθρώπου, περισσότερο και από τα σαρκοβόρα ζόμπι, είναι ο εαυτός του, ειδικά σε κατάσταση υψίστου κινδύνου.

Αξίζει να σημειωθεί πως το 2007 κυκλοφόρησε το 28 weeks later σε σκηνοθεσία του Juan Carlos Fresnadillo με παρόμοιο θέμα, αν και λιγότερο δημοφιλές (ίσως γιατί καλό είναι μια πετυχημένη ιδέα να μην εξαντλείται σε μεταγενέστερες διασκευές, τόσο στις ταινίες όσο και σε άλλες μορφές τέχνης). Ωστόσο, η σκηνή που ο ήρωας (Robert Carlyle) εγκαταλείπει την οικογένειά του και τρέχει έξαλλος να ξεφύγει από τα πεινασμένα ζόμπι στην μουσική υπόκρουση του John Murphy είναι αναμφισβήτητα μια καθηλωτική στιγμή, που κόβει την ανάσα του θεατή:

The eye (2008)

Πρόκειται για μια αμερικανική υπερφυσική ταινία τρόμου, σε σκηνοθεσία των David Moreau και Xavier Palud, σενάριο του Sebastian Gutierrez, με πρωταγωνιστές την Jessica Alba, τον Parker Posey, τον Alessandro Nivola και τον Rade Šerbedžija. Η ιστορία έχει ως κεντρική ηρωίδα την Σίντνεϊ Γουέλς, μια τρυφερή ύπαρξη που – παρότι είναι τυφλή από μικρή – δουλεύει ως μουσικός και έχει μια φυσιολογική ζωή. Μετά από προτροπή της αδελφής της,  Έλεν, που όλα αυτά τα χρόνια νιώθει ενοχές για το ατύχημα της αδερφής της, η Σίντνεϊ πείθεται να υποβληθεί σε μια πρωτοποριακή επέμβαση που τελικά της χαρίζει ξανά το φως. Παρότι όμως η κοπέλα  περνάει με επιτυχία όλα τα οπτικά τεστ, είναι πεπεισμένη πως κάτι δεν πάει καλά. Τελικά, αποδεικνύεται πως τα «νέα» μάτια της ηρωίδας έχουν προέλθει από μια γυναίκα που βρήκε φριχτό θάνατο και μέσω αυτής «βλέπει» νεκρούς ανθρώπους γύρω της. Η κατάσταση διαρκώς χειροτερεύει με υποψίες πως τα οράματά της δεν υποδεικνύουν μόνο τις θλιβερές τύχες των νεκρών γύρω τους, αλλά και το δυσοίωνο μέλλον της ίδιας και των ανθρώπων που την περιστοιχίζουν. Η εξαίρετη σκηνοθεσία εστιάζει κυρίως σε «παιχνίδια» ανάμεσα στο φως και στην σκιά, με φορητή κάμερα που αποδίδει γλαφυρά τον τρόμο χωρίς την χρήση ιδιαίτερων εφέ με αρκετή δόση αληθοφάνειας. Επίσης, φορτίζει συγκινησιακά τον θεατή νιώθοντας συμπόνια και οίκτο για τους νεκρούς, παρά αποστροφή. Αξιοσημείωτη η σκηνή στο ασανσέρ:

The ring (2002)

Πρόκειται για αμερικανικό ριμέικ του γιαπωνέζικου θρίλερ Ring (1998), σε σκηνοθεσία του Γκορ Βερμπίνσκι και σενάριο των Kôji Suzuki και Ehren Kruger. Πραγματεύεται την προσπάθεια μιας νεαρής δημοσιογράφου (Ναόμι Γουάτς) να εξιχνιάσει το μυστήριο που περιβάλλει μια ταινία, η οποία προκαλεί το θάνατο, εντός επτά ημερών, σε όποιον την παρακολουθήσει. Παράλληλα ηχούν αναπάντητες παράξενες τηλεφωνικές κλήσεις. Η Daveigh Chase ενσαρκώνει την Samara, το νεαρό κορίτσι με τα μαύρα μαλλιά που σε κάποια σκηνή της καταραμένης βιντεοκασέτας βγαίνει ως νεκρή από το πηγάδι και από εκεί επιτίθεται στον μελλοθάνατο θεατή αποκτώντας σάρκα και οστά. Το σενάριο είναι αρκετά αφελές με πολλά νοηματικά κενά, αλλά ποιος μπορεί να ξεχάσει την Samara να έρπει προς το μέρος του με τα απλωμένα βρεγμένα της μαύρα μαλλιά να σκεπάζουν το φρικτό της πρόσωπο;

The Blair Witch Project (1999)

Μια αμερικανική ταινία τρόμου, πρωτοποριακή για την εποχή της καθώς εισήγαγε το found footage, σε σκηνοθεσία – σενάριο – μοντάζ: Daniel Myrick, Eduardo Sanchez, φωτογραφία του Neal Fredericks, μουσική του Antonio Cora. Συντελεστές οι: Heather Donahue, Michael A. Williams, Joshua Leonard, Bob Griffith, Jim King, Sandra Sanchez, Ed Swanson, Patricia Decou. Τον Οκτώβριο του 1994, τρεις φοιτητές κινηματογράφου εξαφανίζονται σε ένα δάσος κοντά στο Μπέρκιτσβιλ του Μέριλαντ, την ώρα που γυρίζουν ένα ντοκιμαντέρ. Ένα χρόνο αργότερα, βρίσκεται το υλικό που τράβηξαν και το παρακολουθούμε μέσα από έναν πρωτοποριακό τρόπο: χωρίς σταθερή κάμερα με την εικόνα να ανεβοκατεβαίνει διαρκώς (όπως ακριβώς θα βιντεοσκοπούσε ερασιτεχνικά μια ομάδα φοιτητών), χωρίς ψηφιακό ήχο και χωρίς να έχουμε ολοκληρωμένη απόδοση της ιστορίας, παρά μόνο πλάνα που θα μπορούσε να τραβήξει ο καθένας μας σε μια περιπέτεια στο δάσος. Ωστόσο αυτή ακριβώς η τακτική κατορθώνει να δώσει μια γερή δόση αληθοφάνειας που δημιουργεί την αίσθηση στον θεατή πως παρακολουθεί πραγματικό ντοκιμαντέρ. Ως εκ τούτου, περιπλανιέται άσκοπα και απελπισμένα χαμένος στο δάσος, βλέπει παντού φυλλωσιές, παγανιστικά σύμβολα και ακούει ήχους, καθώς οι σύντροφοί του ένας ένας χάνονται μυστηριωδώς. Η μάγισσα του Blair βρίσκεται διαρκώς παρούσα χωρίς να εμφανίζεται πουθενά. Η αγωνία και η κατάσταση εγκλωβισμού κορυφώνονται όταν επιτέλους οι δυο επιζώντες καταφέρνουν να φτάσουν ως το καλύβι της. Εκεί μέσα στο κατασκότεινο μισογκρεμισμένο σπίτι, βλέπουμε την κοπέλα με την κάμερα ν’ αναζητά πανικόβλητη τον φίλο της. Τον βρίσκει στο υπόγειο όρθιο με το πρόσωπο γυρισμένο στον τοίχο και είναι η στιγμή που τους επιτίθεται κάτι και η κάμερα κλείνει με την ύστατη κραυγή της γυναίκας.

Rec (2007)

Είναι ένα ισπανικό franchise ταινιών τρόμου ζόμπι σε σκηνοθεσία του Χαούμε Μπαλαγκέρο και βασικούς συντελεστές τους: Μανουέλα Βελάσκο, Φεράν Τεράθα. Η ταινία ακολουθεί το πρότυπο της προηγούμενης προσδίδοντας αμεσότητα και αίσθηση αληθοφάνειας στον θεατή. Όλη η δράση αποτυπώνεται από τη μοναδική κάμερα ενός cameraman ο οποίος με τη ρεπόρτερ συνάδελφό του παίρνουν άδεια να βιντεοσκοπήσουν τη νυχτερινή βάρδια σ’ ένα πυροσβεστικό σταθμό της Βαρκελώνης. Κάποια στιγμή οι πυροσβέστες δέχονται κλήση για μια γυναίκα που είναι παγιδευμένη στο διαμέρισμά της και άμεσα μεταβαίνουν στην πολυκατοικία ενώ η ρεπόρτερ με τον συνεργάτη της ακολουθούν, καταγράφοντας κάθε στιγμή της επιχείρησης. Εκεί συναντούν τους υπόλοιπους κατοίκους του κτιρίου ανήσυχους στο ισόγειο και ξεκινά η επιχείρηση διάσωσης, η οποία αποδεικνύεται ιδιαίτερα εφιαλτική, καθώς μια απίστευτη απειλή ελλοχεύει, μολύνοντας τους ανθρώπους και μετατρέποντάς τους σε αιμοδιψή ζόμπι. Η κάμερα καταγράφει τα πάντα, ακόμα και όταν η ελπίδα χαθεί, ίσως γιατί είναι το μοναδικό στοιχείο που τους συνδέει με την πραγματικότητα. Ο ένας μετά τον άλλον τρώγονται από τα «πλάσματα» με σκηνές ξέχειλες από αίμα και ρυθμό δράσης που δεν επιτρέπει στον θεατή να ανασάνει. Οι επιζώντες είναι η ρεπόρτερ και ο καμεραμάν που οδηγούνται στο δωμάτιο του τελευταίου ορόφου, από το οποίο ξεκίνησαν όλα και εκεί θα τελειώσουν:

The Descent (2005)

Ο Βρετανός Νιλ Μάρσαλ καταφέρνει να κάνει την διαφορά σε μια υπόθεση φαινομενικά απλή και κλισέ: μια παρέα έξι γυναικών (Σόνα Μακντόναλντ, Νάταλι Μεντόζα, Άλεξ Ριντ, Σάσκια Μάλντερ, Μαϊάνα Μπέρινγκ, Νόρα-Τζέιν Νουν) με χόμπι την αναρρίχηση αποφασίζει να εξερευνήσει μια σπηλιά στα Απαλάχια όρη. Για κακή τους τύχη,  αποδεικνύεται πως η σπηλιά είναι αχαρτογράφητη, κάτι που διαφύλαξε ως έκπληξη η αρχηγός της παρέας, αλλά και διόλου ακατοίκητη. Μέσα σ’ αυτήν την κάθοδο στην κόλαση, όπου όλα είναι κατασκότεινα και άκρως κλειστοφοβικά, καραδοκούν τρομαχτικά πλάσματα που θα δουν τους «εισβολείς» ως θηράματα. Η αρχική αίσθηση ανησυχίας κλιμακώνεται σε πανικό σε ένα ανελέητο κυνήγι. Κι όμως, δεν είναι άλλη μια ταινία σπλάτερ, καθώς μέσα σε αυτήν την καθοδική πορεία στα σπλάχνα της γης, έρχονται στην επιφάνεια απωθημένα, ζηλοτυπίες, περίπλοκες ανθρώπινες σχέσεις και – το κυριότερο – η διαδικασία πένθους της πρωταγωνίστριας, που βιώνει την αιφνίδια απώλεια της οικογένειάς της σε τροχαίο. Η ταινία παρακολουθείται απνευστί για να κορυφωθεί σε μια πολύ δυνατή σκηνή φινάλε.

The witch (2015)

Ο Robert Eggers αφηγείται μέσα σε άκρως επιβλητικό κλίμα την ιστορία μιας θρησκόληπτης πολυμελούς  οικογένειας του 17ου αιώνα, που εκδιώκεται από το χωριό της και αναγκάζεται να μείνει μόνη στο δάσος. Εκεί, ζώντας στο σκοτάδι του φόβου και της απόλυτης ένδειας, τα πράγματα διαρκώς χειροτερεύουν: η σοδειά καταστρέφεται, το κυνήγι δεν αποδίδει και στο αποκορύφωμα το μωρό της οικογένειας χάνεται… Το ίδιο θα συμβεί και στο μεγαλύτερο αγόρι αργότερα, ενώ τα δύο μικρότερα στήνουν ένα παράξενο παιχνίδι με τον τράγο τους. Κάτι δαιμονικό τους καταδιώκει έναν έναν, ενώ η μεγαλύτερη αδερφή προσπαθεί μάταια να πείσει τους γονείς της ότι δεν είναι μάγισσα, ή μήπως τελικά είναι; Η σκηνή του διαλόγου ανάμεσα στην ηρωίδα και στον Διάβολο είναι από τις πιο ανατριχιαστικές του κινηματογράφου, καθώς και το επιβλητικό φινάλε.

“What is it that you want?”, τίθεται το αιώνιο εωσφορικό ερώτημα.

Ο κατάλογος των αιματοβαμμένων ταινιών τρόμου είναι ατελείωτος και φυσικά μπορεί να συμπεριλάβει πολλές ταινίες ακόμα. Επιφυλασσόμαστε λοιπόν και για β’ μέρος!

Γεννήθηκα στην Αθήνα, όπου ζω και εργάζομαι ως φιλόλογος. Η συγγραφή είναι η μεγάλη μου αγάπη και κάπως έτσι προέκυψε η έκδοση μυθιστορημάτων και διηγημάτων μου. Παράλληλα, ασχολούμαι με την αρθρογραφία και την βιβλιοκριτική. Ιδιαίτερη αδυναμία ωστόσο έχω στον κινηματογράφο και γι’ αυτό σκοπεύω να μοιραστώ την εμπειρία μου σε αυτόν τον μαγικό χώρο μέσα από την προσωπική μου ματιά.