Συνέντευξη με την Έλενα Σολωμού: «Μπορώ να θαυμάζω ή και να εκθειάζω το έργο ενός καλλιτέχνη αλλά τον άνθρωπο να μη θέλω να τον συναναστραφώ ούτε σαν συνεπιβάτη σε μέσο μεταφοράς»

Υπάρχουν κάποιες φορές στη ζωή των ανθρώπων που μιλάνε για πρώτη φορά με κάποιον και είναι σα να γνωρίζονται αιώνες πριν. Κάτι τέτοιο ένιωσα από τη πρώτη στιγμή για την συγκεκριμένη δημιουργό. Πλάσμα πληθωρικό, έξω-καρδιά, πολύπλευρο και δημιουργικό. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και σπούδασε Κοινωνική Λειτουργός. Στράφηκε από νωρίς στη συγγραφή σεναρίου και πρόκειται για τις πιο ταλαντούχες πένες της σύγχρονης τηλεοπτικής μυθοπλασίας. Το ντεμπούτο της στη τηλεόραση έγινε με το Μαμά και Γιος στην ΕΤ1 ενώ είναι η συνδημιουργός του διαχρονικού Πενήντα Πενήντα. Για το κινηματογράφο έγραψε το Νήσος και Νήσος 2, το Amore Mio και τον Μαγικό Καθρέφτη. Τα τελευταία χρόνια απολαμβάνουμε τη γραφή της μέσα από το Μην Αρχίζεις Τη Μουρμούρα που προβάλλεται από τον Alpha. Σήμερα στο your e-articles η Έλενα Σολωμού.

-Γεννήθηκες στη Θεσσαλονίκη. Ποιες είναι οι μνήμες της παιδικής σου ηλικίας;

Ένα κόκκινο τρίτροχο ποδηλατάκι. Οι φωτιές του Άη-Γιάννη, έξω από το γήπεδο του ΠΑΟΚ στην αλάνα. Παιχνίδια ως το βράδυ και οι φωνές μανάδων και γιαγιάδων «να μαζευτούμε πια, νύχτωσε». Μυρωδιές από νυχτολούλουδα στις αυλές και τα μπαλκόνια. Η μαμά μου, μια κούκλα στα είκοσι και κάτι, μ’ ένα μπλε φόρεμα με λευκά πουά. Το αδερφάκι μου η Ρένα, που γκρίνιαζε το πρωί ότι «πάλι δεν την ξύπνησα να το δει». Την παραμύθιαζα πως, το βράδυ όταν κοιμόμαστε, το δωμάτιο μας κόβεται από το υπόλοιπο σπίτι και πετάει πάνω από μακρινές χώρες. Οι παιδικοί μου φίλοι και τα γέλια μας. Πόσο εύκολα γελούσαμε με το τίποτα…

-Η πιο ισχυρή ανάμνηση που κουβαλάς ως σήμερα; 

«Έλα ρε! Ζω!» Η πρώτη σκέψη μετά την πιο μεγάλη μου «χύμα» με τη μηχανή, είκοσι και βάλε χρόνια πριν. Μπαίνοντας στη Θεσσαλονίκη από την παλιά εθνική. Ξαφνικά, μπαμ! Ίπταμαι κυκλικά. Ουρανός, άσφαλτος, ουρανός και, γκαπ, προσγείωση στο οδόστρωμα. Ο τύπος με το βαν που παραβίασε το stop κι έπεσε πάνω μου από τη μία. Κράνος, στολή και μπότες από την άλλη. Η διαφορά από το ταξίδι σε τόπο χλοερό, με την παραμονή στον μάταιο, αλλά ωραίο τούτο κόσμο.

-Σπούδασες κοινωνική λειτουργός. Τι αποκόμισες;

Δεν έμεινα στο χώρο, αλλά νιώθω σεβασμό για το λειτούργημα, θαυμασμό για τους λειτουργούς. Γιατί, αν το δεις έτσι και όχι σαν μια οποιαδήποτε δουλειά, χρειάζεσαι γερό στομάχι και ανεξάντλητη υπομονή. Οι, από επιλογή, κοινωνικοί λειτουργοί είναι γενναία άτομα. Σαν την καλύτερή μου φίλη, την Αγγέλα, που εργάζεται σε χωριό SOS.

-Πώς ξεκίνησες να ασχολείσαι με το γράψιμο;

Η πρώτη φορά που εκτέθηκε γραπτό μου σε κοινό, ήταν από τον άμβωνα της αγίας Βαρβάρας στην Τούμπα, όταν ο αείμνηστος πάτερ Κωνσταντίνος, διάβασε μια επιστολή που βρήκε στο γραφείο του και έβγαζε στη φόρα διάφορες κουτσουκέλες των πιστών της ενορίας. Όλες ήσσονος σημασίας και οι περισσότερες διανθισμένες από την παιδική φαντασία της γράφουσας. Προσποιούμενος τον οργισμένο και με τη δικαιολογία του να δώσει στον ένοχο την ευκαιρία να φανερωθεί και να μετανοήσει, αλλά έτοιμος να σκάσει στα γέλια κάτω από τα μούσια του. Δεν ρώτησες αυτό αλλά, όπως και να το δω, αυτή ήταν η αρχή…

-Τι σημαίνει για σένα η συγγραφή ενός σεναρίου;

Σάμπως να ξεκινώ ένα ταξίδι που ονειρεύομαι να το κάνω, άρα έχω μεγάλη χαρά, αλλά φαντάζομαι στο περίπου τις διαδρομές, οπότε η χαρά μου ανακατεύεται με την αγωνία του αν και πώς θα φτάσω στον προορισμό μου. Δεν έχω βεβαιότητες, ακόμα και όταν η ιδέα είναι ολοκληρωμένη στο μυαλό μου. Κάθε σενάριο είναι μια καινούρια περιπέτεια που ξεκινώ νιώθοντας «πεταλούδες στο στομάχι».

-Από που αντλείς έμπνευση;

Από παντού. Η κουβέντα δυο αγνώστων στο μετρό, ένα σύννεφο που αλλάζει σχήματα, μια είδηση στο ραδιόφωνο, ένα γκράφιτι, η ιστορία που θα μου διηγηθεί κάποιος, μια μουσική που έρχεται από κάπου μακριά, ένα παπούτσι πεταμένο στην άκρη του δρόμου…

-Οι σεναριογράφοι που σε συγκλόνισε η γραφή τους;

Τι να πρωτοπώ τώρα; «Συγκλονίζομαι» και εύκολα. Πολλοί, από όλα τα είδη σεναρίων και για διαφορετικούς λόγους. Από τον Herman Mankiewicz και τον Dalton Trumbo στον Ingmar Bergman και τον Andrei Tarkovsky μέχρι Lana και Lily Wachowski, Pedro Almodovar, Αλέκο Σακελλάριο, Woody Allen, Νίκο Τσιφόρο, David Chase… Πόσο χώρο έχουμε; Είναι μεγάλη η λίστα.

-Με ποια διαδικασία γράφεται ένα σενάριο;

Υπάρχουν νόρμες, αλλά η αλήθεια είναι πως όσοι οι σεναριογράφοι, τόσες και οι διαδικασίες. Ο καθένας έχει το δικό του τρόπο. Κοινός τόπος πως, όλα, ξεκινούν με την ιδέα.

-Στη περίπτωση της συνεργασίας σου με τον Βασίλη Ρίσβα και τη Δήμητρα Σακαλή, ήταν δύσκολο να λειτουργείτε ως ομάδα; Είναι σύνηθες φαινόμενο τα συγγραφικά δίδυμα, αλλά μια τριάδα δημιουργών κουμαντάρεται εύκολα;

Με τα παιδιά, αφενός ήμασταν φίλοι πολλά χρόνια πριν προστεθεί η ιδιότητα «συνεργάτες», οπότε ξέραμε τα χούγια, τα καλά και τα στραβά ο ένας των άλλων. Αφετέρου είχαμε δημοκρατικές δικλείδες ασφαλείας. Σε περίπτωση σοβαρής διαφωνίας, επικρατούσε η πλειοψηφία για να πάμε παρακάτω. Όλα κουμαντάρονται με καλή θέληση.

-Το ντεμπούτο σου στην τηλεόραση ήταν το Μαμά και Γιος. Πώς το αναλογίζεσαι είκοσι χρόνια σχεδόν μετά;

Με νοσταλγικό χαμόγελο ως κάτι πολύ αγαπημένο από τις αρχές του 21ου αιώνα.    

-Γράφεις με την ίδια όρεξη σήμερα;

Η απόλαυση που δίνει το γράψιμο δεν περιγράφεται. Γράφω με χαρά. Οπότε ναι. Με την ίδια και περισσότερη! Ποιος δεν θέλει να είναι χαρούμενος;

-Ο χρόνος φέρνει ρουτίνα και επιτήδευση;

Μόνο αν τον αφήσεις. Δεν λειτουργεί ερήμην σου. Προσωπικά, δεν θέλω να του κάνω αυτή τη χάρη.

-Σπουδαία σου στιγμή αποτελεί το Πενήντα – Πενήντα. Ο λόγος που η σειρά αυτή αγαπήθηκε τόσο πολύ;

Ευτυχείς συγκυρίες; Επειδή την προσέξαμε τόσο πολύ; Εννοώ όλοι οι εμπλεκόμενοι, μπροστά και πίσω από τις κάμερες. Επειδή έδεσαν τόσο καλά οι ηθοποιοί μεταξύ τους; Όλα αυτά μαζί; Ειλικρινά, δεν ξέρω.

-Ποια είναι τα στοιχεία που καθορίζουν ένα προϊόν τηλεοπτικής μυθοπλασίας ως διαχρονικό;

Η αλήθεια του. Το πρόχειρο, το ψεύτικο, το «γραμμένο στο πόδι» δεν θα αντέξει στο χρόνο. Τις περισσότερες φορές δεν αντέχει ούτε στο παρόν.

-Διαχωρίζεις τον καλλιτέχνη από τον άνθρωπο;

Ναι. Αν και άργησα πολύ να μπορέσω να το κάνω γιατί οτιδήποτε βλέπουμε, ακούμε, διαβάζουμε ή και γευόμαστε ακόμη, εμπεριέχει τον άνθρωπο που το δημιούργησε. Για πολλά χρόνια δεν μπορούσα ή δεν ήθελα να κάνω τον διαχωρισμό. Τώρα πια ναι. Και η συνειδητοποίηση ήταν άκρως απελευθερωτική. Μπορώ να θαυμάζω ή και να εκθειάζω το έργο ενός καλλιτέχνη, (τη γραφή, τη σκηνοθεσία, τον πίνακα, την μαγειρική, το γλυπτό, την ερμηνεία, οποιαδήποτε μορφή της τέχνης) αλλά τον άνθρωπο να μη θέλω να τον συναναστραφώ ούτε σαν συνεπιβάτη σε μέσο μεταφοράς.

-Ποιοι είναι οι σκηνοθέτες που σέβονται τα σενάρια;

Πριν σου πω, θα αναφερθώ σε κάτι που είχε πει ο μεγάλος σκηνοθέτης και σεναριογράφος Billy Wilder: Μπορεί σίγουρα ένας σκηνοθέτης να κάνει μια κακή ταινία με βάση ένα καλό σενάριο, αλλά μια καλή ταινία με βάση ένα κακό σενάριο, ποτέ! Με το σκεπτικό ότι σε ένα έργο την τελευταία λέξη την έχει ο σκηνοθέτης, πολλές φορές τα σενάρια δεν τυγχάνουν καλής μεταχείρισης. Άλλες πάλι, αναδεικνύονται. Στη δεύτερη περίπτωση ανήκει ο Αντώνης ο Αγγελόπουλος. Αλλά και ο Πάνος Κοκκινόπουλος. Σκηνοθέτες που, από τη στιγμή που θα πάρει το σενάριο την τελική του μορφή και θα κρατήσουν το final draft στα χέρια τους, θα το ακολουθήσουν με σεβασμό, πηγαίνοντας το λίγο πιο πέρα. Χωρίς άχρηστες, αυθαίρετες αλλαγές σκηνών, χωρίς άσκοπα πλατειάσματα, χωρίς εισαγωγή φθηνών αστείων, χάριν εντυπωσιασμού. Υπάρχουν κι άλλοι εξαιρετικοί σκηνοθέτες φυσικά. Ενδεικτικά μιλώ για τους συγκεκριμένους δύο.

-Σταθερό θέμα σου και σημείο αναφοράς αποτελούν οι διαπροσωπικές σχέσεις, πράγμα που αναλύεται πολυεπίπεδα και στις σχέσεις των ζευγαριών διαφορετικών ηλικιών στο Μην Αρχίζεις Τη Μουρμούρα. Αποτελεί αυτό το κοκαλάκι της νυχτερίδας της σειράς;

Για τη Μουρμούρα οι διαπροσωπικές σχέσεις είναι μια ανεξάντλητη δεξαμενή ιδεών. Αλλά το «κοκαλάκι της νυχτερίδας», είναι το πώς νιώθουμε όλοι γι’ αυτή τη δουλειά. Κάποια στιγμή, πριν χρόνια, που μας ανακοινώθηκε από την τότε διοίκηση ότι δεν θα πάει επόμενη χρονιά, νιώσαμε όλοι σαν να μας διώχνουν από το σπίτι μας. Τότε, ήταν πολύ νωρίς για να συμβεί κάτι τέτοιο στη Μουρμούρα. Ευτυχώς η απόφαση ανακλήθηκε με συνοπτικές διαδικασίες. Οκτώ χρόνια τώρα (και πάμε στα εννιά) αγαπάμε αυτό που κάνουμε, παρ’ όλες τις αναποδιές που τυχαίνουν κατά καιρούς, Κάποιοι είμαστε σταθεροί από την πρώτη μέρα, άλλοι έφυγαν, άλλοι ήρθαν, αλλά δεν υπάρχει άνθρωπος που μπήκε σ’ αυτή τη δουλειά και δεν την αγάπησε!

-Είναι δύσκολες οι διαπροσωπικές σχέσεις τελικά; Υπάρχει πετυχημένη συνταγή;

Η κατανόηση, το να είμαστε καλοί ακροατές και το να μην τα παίρνουμε όλα πολύ στα σοβαρά, είναι στοιχεία που σίγουρα βοηθούν. Αλλά για πετυχημένη συνταγή;… Αν τη μάθεις ποτέ, πολύ θα ήθελα να μου την πεις.

-Το αντίπαλον δέος της κωμωδίας είναι το δράμα. Το λέω αναφορικά επειδή έχεις γράψει επεισόδια και για τη 10η Εντολή. Είναι κάτι διαφορετικό για σένα να προσεγγίσεις αυτό το είδος;

Διαφορετικό και πιο εύκολο. Δεν το λέω ελαφρά τη καρδία. Όλα τα είδη μυθοπλασίας αξίζουν τον σεβασμό και την προσοχή μας. Αλλά είναι πολύ πιο δύσκολο να κάνεις τον θεατή να γελάσει παρά να κλάψει ή να φοβηθεί.

-Ουσιαστικά και η κωμωδία και το δράμα τα ίδια θέματα παρουσιάζουν αλλά με άλλη οπτική, σωστά; Δηλαδή, ένας τσακωμός του Νικηφόρου και της Ελισάβετ από το Πενήντα – Πενήντα, θα μπορούσε κάλλιστα να γίνει ένα καλοφτιαγμένο επεισόδιο της 10ς Εντολής;

Δεν θα διαφωνήσω. Όπως έλεγε ο Τσάρλι Τσάπλιν «η ζωή είναι τραγωδία σε κοντινό πλάνο, αλλά κωμωδία σε μακρινό πλάνο».

-Πώς κρίνεις τα ολοένα αυξανόμενα φαινόμενα βίας κατά των γυναικών; Τόσο με τη περίπτωση της βίας στο θέατρο, όσο και με τις γυναικοκτονίες;

Τα φαινόμενα πάντα υπήρχαν, απλώς δεν ήταν «φαινόμενα». Γεγονότα καλά κρυμμένα πίσω από κλειστές πόρτες και κλειστά στόματα, υπό το φόβο της απόρριψης, του καθωσπρεπισμού, της βεβαιότητας του «κανείς δεν θα με πιστέψει». Και βέβαια το θέμα της σεξουαλικής παρενόχλησης δεν περιορίζεται στις γυναίκες. Υπάρχει το ίδιο πρόβλημα και με τους άνδρες. Μιλάω για το πρώτο σκέλος της ερώτησης, τη βία στο θέατρο. Ακούστηκαν δικαιολογίες του τύπου «μερικές φορές παραβλέπεις τέτοιες συμπεριφορές σε έναν μεγάλο δάσκαλο, γιατί έχεις να διδαχτείς πολλά απ’ αυτόν». Όχι ρε φίλε! Καμία μεγαλοφυΐα, καμία διάνοια, κανένα ταλέντο δεν μπορεί να προβάλλει σαν άλλοθι για κακοποιητικές συμπεριφορές. Και ο δράκος υπάρχει και σε άλλα παραμύθια, όχι μόνο στο θεατρικό σανίδι ή στο τηλεοπτικό πλατό. Έγινε μια καλή αρχή, αλλά πρέπει να πάμε και παρακάτω. Αφενός να αλλάξει ο φόβος πλευρά και να περάσει από τα θύματα στους θύτες. Αφετέρου, δεν πρέπει να μείνουμε στα μέτρα τιμωρίας και να χάσουμε τη μεγάλη εικόνα. Η πατριαρχία είναι ένα πρόβλημα που κουβαλάμε από τότε που εμφανίστηκε ο άνθρωπος και η μόνη λύση για να απαλλαγούμε είναι η παιδεία. Να μάθουμε να μεγαλώνουμε παιδιά που θα κατανοούν την ισότητα γυναίκας – άντρα μέσα στην κοινωνία. Παιδιά που θα μεγαλώνουν με αγάπη, για να γίνουν ενήλικες που θα δώσουν αγάπη.

-Στη περίπτωση του κινηματογραφικού σου ντεμπούτου με τη Νήσο συνδύασες τη κωμωδία με το δράμα σωστά;

Έτσι βγήκε. Αυτή η ταινία ήταν βασισμένη σε αληθινό γεγονός. Οι ήρωές της δημιουργήθηκαν σαν να υπήρχαν πραγματικά και, ως αληθινοί άνθρωποι, είχαν στις ιστορίες τους δραματικά και κωμικά γεγονότα. Ξεκίνησε σαν αστείο από μια είδηση που είχαμε ακούσει ένα απόγευμα το καλοκαίρι του 2000, αραχτοί σ’ ένα μπαλκόνι, με την κολλητό μου τον Κωστή Παπαδόπουλο. Κάποιος από ένα χωριό της Χαλκιδικής, πεθαίνοντας άφησε την περιουσία του σε όλο το χωριό υπό τον όρο να διαβαστεί, δημοσίως, μια επιστολή του. Δεν ξέρω τι έγινε από ‘κει και πέρα. Αλλά ήταν το έναυσμα. Μεταξύ σοβαρού και αστείου είπαμε «θα το κάνουμε ταινία» και τελικά, σχεδόν οκτώ χρόνια μετά, κάτσαμε και τη γράψαμε.

-Ήταν κουραστικό να είσαι ο συγγραφέας ερωτήσεων για το Ποιος Θέλει Να Γίνει Εκατομμυριούχος;

Ήταν ευχάριστο και διασκεδαστικό γιατί, ψάχνοντας στις πηγές για όλο και πιο ενδιαφέρουσες ερωτήσεις γενικών γνώσεων, μάθαινα διαρκώς καινούρια πράγματα που δεν θα συναντούσα αλλιώς.

-Ποια είναι η πιο αντιπροσωπευτική συγγραφική δουλειά σου;

Το σενάριο μιας ταινίας με τίτλο Bring Him Back, σε συνεργασία με τον Βασίλη Σπηλιόπουλο, που θα σκηνοθετούσε ο Μανούσος Μανουσάκης αλλά δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ λόγω κόστους. Από την άλλη, είχε πάρει το πρώτο βραβείο μυθοπλασίας μεγάλου μήκους στο London – Greek film festival το 2012. Από τις υπάρχουσες, κινηματογραφικά, ίσως το σενάριο της ταινίας Μαγικός καθρέφτης σε συνεργασία με τον Κωστή Παπαδόπουλο, αλλά μόνο ως σενάριο. Η ταινία απείχε παρασάγγες από την αρχική πρόθεση. Τηλεοπτικά, η σειρά που γράψαμε για τον Alpha με τον Παναγιώτη Χριστόπουλο με τίτλο Κρατάς μυστικό;

-Τι αίσθηση σου προκαλεί η σημερινή πολιτική πραγματικότητα;

Ασάφειας. Μια αίσθηση ότι περιτριγυριζόμαστε από εξελίξεις που τρέχουν στις οποίες, ως επί το πλείστον, δεν ασκούμε τον έλεγχο. Αλλά δεν έχει να κάνει με το κυβερνών κόμμα. Και με την προηγούμενη κυβέρνηση την ίδια αίσθηση είχα.

-Πότε έκλαψες τελευταία φορά; 

Χθες; Όχι. Προχθές. Μην φανταστείς κανέναν οδυρμό. Δάκρυσα με κάτι που έμαθα.

-Πιστεύεις  στον Θεό; 

Κοίτα, αν υπάρχει πραγματικά ένα ον «παντοδύναμο» που σημαίνει μπορεί να κάνει τα πάντα, «πανάγαθο» που θα πει το αγνότερο όλων, και «πανταχού παρών» δηλαδή βρίσκεται παντού την ίδια στιγμή, αλλά, αυτή την ώρα που μιλάμε, κάποιος κάπου βιάζει ένα παιδί ή βασανίζει ένα ζωάκι και ο παντοδύναμος, πανάγαθος, πανταχού παρών δεν παρεμβαίνει, τότε, υπάρχει δεν υπάρχει, δεν με ενδιαφέρει. Πιστεύω στην καλοσύνη των ανθρώπων.

-Το καταφύγιό σου; 

Το διάβασμα.   

-Ο μεγάλος σου φόβος;  

Τρεις. Η έλλειψη υγείας, η στέρηση της ελευθερίας, η συκοφαντία. Όχι μόνο για την αφεντιά μου. Για τους αγαπημένους μου, αλλά και για όποιον αξίζει να λέγεται άνθρωπος.

-Πώς λειτουργείς όταν ερωτεύεσαι;

Όπως όλοι οι ερωτευμένοι. Ηλιθιωδώς.

-Νιώθεις ευτυχισμένη;  

Δεν πιστεύω πως μπορεί η ευτυχία να είναι μια διαρκής κατάσταση. Νιώθω καλά και πολλές στιγμές και ευτυχισμένη.

-Τι άνθρωπος είναι η Έλενα Σολωμού; 

Τι να σου πω τώρα; Ο άντρας μου, επειδή γελάει συχνά μαζί μου, λέει πως, κατά βάθος, είμαι μεγάλος σαχλαμάρας. Νομίζω πως έχει δίκιο.

-Αν μπορούσες να γυρίσεις τον χρόνο πίσω υπάρχει κάτι που θα άλλαζες;   

Θα γινόμουν ταγάρι στον μπαμπά μου να κόψει από νωρίς το κάπνισμα για να μην είχε πεθάνει από καρκίνο του πνεύμονα στα πενήντα του.

-Πώς φαντάζεσαι τη τελευταία μέρα σου στη γη;

Περπατάμε με τους κολλητούς μου και το καρντάσι μου στην εξοχή. Μιλάμε για την πρεμιέρα της τελευταίας μου ταινίας και γελάμε πολύ. Και ξαφνικά, σκάει ένας αητός και με αρπάζει. Βιονικός αητός, το ‘χει σκάσει από εργαστήριο πειραμάτων (αλλιώς πώς να με σηκώσει ο έρμος;). Αρχίζει να πετάει ψηλά. Τα βλέπω όλα πανοραμικά σαν να κάνω «παρά πέντε». Δυστυχώς, κάτι τον γαργαλάει και φταρνίζεται. Μ’ αφήνει και φεύγω βολίδα για τη γη…

-Τα όνειρά σου για το μέλλον; 

Να ξαναζήσουμε όπως πριν τον covid-19. Να γυρίσουν πίσω τα σφιχταγκαλιάσματα. Εμβολιαστείτε ρε παιδιά! Σκεφτείτε να υπήρχαν τα social media όταν κυκλοφόρησε το εμβόλιο κατά της ευλογιάς ή όταν εφαρμόστηκε πειραματικά η πενικιλίνη.  

-Τι συμβουλή θα έδινες σε έναν άνθρωπο για να κάνει τα όνειρά του πραγματικότητα;   

Δεν δίνω συμβουλές, μόνο ευχές. Είθε να μη φοβηθεί ποτέ του τα εμπόδια. Έλεγε σε ένα ποίημά της η Κική Δημουλά: «ευλογημένο και τρισευλογημένο το εμπόδιο. Ελάχιστα διαρκεί το ανεμπόδιστο».

-Τι σου έρχεται στο μυαλό όταν λες το όνομα Έλενα Σολωμού;

Μια μηχανόβια τύπισσα καμιά 25αριά χρονών, που προσπαθεί να καταλάβει ποια είναι αυτή η μεσήλικη άγνωστη κυριούλα που την κοιτάζει στα μάτια μέσα από τον καθρέφτη…

-Έλενα σε ευχαριστώ πολύ για την επικοινωνία μας.

Και εγώ σε ευχαριστώ.

*Η συνέντευξη δόθηκε τέλη Ιουλίου 2021

Συνέντευξη στον Χρήστο Ηλιόπουλο

Αποτυχημένος φοιτητής Κοινωνικής Θεολογίας του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Αποτυχημένος φοιτητής Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών. Ερασιτέχνης ραδιοφωνικός παραγωγός και αρθρογράφος. Συλλέκτης βινυλίων, κόμικς και βιβλίων. Λάτρης της ινδικής κουζίνας και του κόκκινου κρασιού. Με το γράψιμο έχω μια ιδιαίτερη σχέση. Όταν γράφω θέλω η σκέψη που ξεκινάει από εμένα να ολοκληρώνεται από τον αναγνώστη...