Συνέντευξη με τον Γιάννη Αλεξίου: «Rock είναι λιγότεροι συμβιβασμοί και περισσότερη ελεύθερη ζωή»

Είναι η δεύτερη φορά που συναντιόμαστε μέσω μιας συνέντευξης και μάλιστα κάτω από αντίστοιχες συνθήκες. Ευχάριστες και γεμάτες με όρεξη για τα μουσικά πράγματα. Πρόκειται για έναν πολύπλευρο δημοσιογράφο που έχει δοκιμαστεί σε διαφορετικά είδη. Παρόλα αυτά, οι γνώσεις του για την μουσική τον οδήγησαν στην εξειδίκευσή του με την μουσική αρθρογραφία. Ως αιώνιος ροκάς, αποφάσισε να καταθέσει τον δικό του φόρο τιμής για το συγκεκριμένο είδος. Κάπως έτσι, μέσα στο 2021 κυκλοφόρησε από το Όγδοο το βιβλίο του Πρωτοπόροι του Ελληνικού Rock, που οι Έλληνες Rockers αφηγούνται την ιστορία του ελληνικού rock’ n’ roll. Σήμερα στο your e-articles ο Γιάννης Αλεξίου.

-Τι σημαίνει για σένα το rock;

To Rock είναι η πυξίδα της ζωής μου. Σύμφωνα με αυτό πορεύομαι. Rock δεν είναι μόνο η μουσική, αν και από εκεί ξεκινούν πολλά πράγματα. Η συμπεριφορά, ο τρόπος σκέψης, η επαναστατικότητα που είχα ως νέος και θέλω να πιστεύω ότι έχω ακόμη παρά τους όποια «αγκάθια» σου βάζει η ζωή μέσα από τη δουλειά, το γάμο, τις συναναστροφές. Γενικά το Rock είναι όλη μου η ζωή γιατί αυτό καθόρισε το χαρακτήρα, την συμπεριφορά μου, τις αποφάσεις μου. Ας μην ξεχνάμε ότι το Rock ξεκίνησε σαν κίνημα στα 60’s. Rock είναι λιγότεροι συμβιβασμοί και περισσότερη ελεύθερη ζωή.

-Ποιο είναι το πρώτο rock κομμάτι που άκουσες στη ζωή σου;

Τα πρώτα ακούσματά μου ήταν τα Fifties. Το Rock’n’Roll της δεκαετίας του ’50 σε όλες τις μορφές του. Από τους Platters έως τον Carl Perkins. Όμως ο Elvis Presley ήταν καταλυτικό άκουσμα και η μεγάλη λατρεία της ζωής μου. Ό,τι κι αν άκουσα στη ζωή μου, όσες χιλιάδες δίσκοι μπήκαν στη δισκοθήκη μου, με το Fun in Acapulco ηρεμώ. To πρώτο καθαρόαιμο rock κομμάτι που ήταν κάτι σαν ηλεκτροσόκ για μένα πιστεύω ότι ήταν το Trampled Under Foot των Led Zeppelin από το δίσκο τους Physical Graffiti του 1975 που άκουσα τυχαία από ένα ραδιοπειρατή μόλις μπήκα στο δωμάτιό μου γυρίζοντας από το σχολείο ως μαθητής δημοτικού. Άνοιξα ως συνήθως αμέσως το ραδιόφωνο και μόλις άκουσα τις πρώτες νότες πάτησα αμέσως το recorder στο κασετόφωνό μου. Έπαθα πλάκα με το κομμάτι και νομίζω πέρασε καιρός για να μάθω ποιο ήταν, αλλά το έπαιζα συνέχεια έως τότε. Αν και ποτέ δεν είχα με τους Zeppelin τον έρωτα που είχα με τους Rolling Stones, τους Doors, τους Who, τους Lynyrd Skynyrd, τους Dr. Feelgood, τους Ten Years After και άλλα συγκροτήματα, αυτό το κομμάτι τους νομίζω είναι αξεπέραστο και όταν το άκουγα σε κάποιο rock club αισθανόμουν όπως την πρώτη φορά και το χόρευα σαν τρελός. Γενικά δεν είχα αδυναμία ποτέ στους τραγουδιστές που είχαν κραυγές όπως ο Robert Plant ή ο Ian Gillan, αλλά σε άλλους τραγουδιστές όπως για παράδειγμα ο Roger Daltrey ή ο Eric Clapton και φυσικά ο Mick Jagger

-Η συναυλία την οποία παρακολούθησες και δε θα τη ξεχάσεις ποτέ;

Σαν παραγωγός συναυλιών θα αναφέρω την πρεμιέρα του Magic Bus την Τρίτη τα μεσάνυχτα 14 Δεκεμβρίου 2004 που ήταν ένα όνειρο ζωής για μένα να διοργανώσω μια σειρά συναυλιών με τους Socrates Drank The Conium, Δημήτρη Πουλικάκο και οι Άσοι του Καράτε Νο2 με Κυριάκο Δαρίβα στα τύμπανα, Δημήτρη Πολύτιμο στα πλήκτρα και Νίκο Εφεντάκη στην ηλεκτρική κιθάρα και ο Σταύρος Λογαρίδης με το συγκρότημά του στο οποίο κιθαρίστας ήταν ο μέγας Δήμης Παπαχρήστου. Στο τέλος όλοι μαζί τζάμαραν στην σκηνή κάτι που δεν έχει ξαναγίνει ποτέ με αυτά τα ονόματα που συμμετείχαν κι εγώ είχα δακρύσει με τους ήρωές μου όλους επί σκηνής. Περάσαμε πολλά βράδια εκεί μαζί στο Club 22 του Μάκη Σαλιάρη και με τους φίλους τους, όλο το Ελληνικό Rock, που έρχονταν εκεί να τους δουν. Η φάση κράτησε έως τον Απρίλιο. Ήταν ο επίλογος του παλιού καλού rock όπως το ξέραμε. Θα σου αποκαλύψω κάτι ότι αυτό που προτιμούσα να συνεχίσω στη ζωή μου ήταν να γίνω παραγωγός συναυλιών, κάτι που έκανα ως χόμπι και περιστασιακά στη ζωή μου παράλληλα με τη δημοσιογραφία, αλλά με πολύ σοβαρότητα και οργάνωση. Το συναίσθημα που ένιωθα αρχικά για να παρουσιάσω κάτι καλό για να ψυχαγωγηθεί ο κόσμος και την ικανοποίηση τόσο κατά τη διάρκεια του event όσο και στο τέλος όταν ένιωθα ότι άρεσε στον κόσμο, δεν έχω νιώσει ποτέ ως δημοσιογράφος. Ωστόσο δεν μετάνιωσα ποτέ που έγινα μουσικός δημοσιογράφος, ήταν ξεκάθαρη επιλογή μου από το τέλος του λυκείου.  

-Ο καλλιτέχνης που συνάντησες και θα σου μείνει αξέχαστος;

Πολλοί μιλούν για τη σχέση του ρεμπέτικου με το blues. Δεν μπορώ λοιπόν να ξεχάσω με τίποτα την κινηματογραφική γνωριμία μου με τον τελευταίο τότε εν ζωή προπολεμικό ρεμπέτη Μιχάλη Γενίτσαρη που ήταν πολύ πιο Rock από πολλούς που δηλώνουν Rock. Γνωριστήκαμε στον μεγάλο σεισμό του 1999 ενώ αυτός καθόταν με ένα τεράστιο κομπολόι σε μια καρέκλα στη μέση του δρόμου μαζί με φίλους του και εγώ κατάφερα να φθάσω εκεί στο ραντεβού μας για μια συνέντευξη που είχε αναβληθεί μερικές φορές λόγω της υγείας του. Δεν θα ξεχάσω την απορία του μόλις με είδε και του είπα ποιος είμαι: «Μα σήμερα έγινε σεισμός!». «Το ραντεβού είναι ραντεβού», του αποκρίθηκα. «Πάρε μια καρέκλα και κάτσε»… Γίναμε φίλοι και κάναμε πολύ παρέα έως το 2005 που έφυγε από τη ζωή. Για τον Γενίτσαρη όμως θα χρειαστούμε μια ξεχωριστή συνέντευξη!   

-Με ποια rock φυσιογνωμία της παγκόσμιας μουσικής σκηνής θα ήθελες να περάσεις μια μέρα ολόκληρη;

Κάποτε ένας μεγαλοδημοσιογράφος που πέρασα interview για να δουλέψω μαζί του αλλά μάλλον φοβήθηκε γιατί έκανα συνεντεύξεις επιπέδου όπως εκείνος κι έτσι δεν με προσέλαβε και καλύτερα για μένα όπως εξελίχθηκε η πορεία μου. Μου έδωσε λοιπόν ένα ερωτηματολόγιο, όπως συνήθιζε πιθανώς για να παίρνει ιδέες από νέα παιδιά, όπου μεταξύ άλλων με ρώτησε από ποιον ήθελαν να πάρω συνέντευξη και γιατί. Ε, λοιπόν αυτή είναι και η απάντησή μου στη δική σου ερώτηση: ο Charlie Watts. Αλλά δυστυχώς δεν πρόλαβα. Αν αγαπάς και θαυμάζεις κάποιον πολύ είναι ρίσκο όταν τον γνωρίσεις γιατί μπορεί να σε απογοητεύσει. Έτσι καλύτερα λοιπόν που δεν βρεθήκαμε…  

-Ποιους δέκα rock δίσκους θα ήθελες να έχεις μαζί σου αν ναυαγούσες σε ένα ερημικό νησί;

Λοιπόν έχουμε και λέμε :

1. Elvis PresleyFun in Acapulco

 2. Μουσικές ΤαξιαρχίεςΜουσικές Ταξιαρχίες

 3. Παύλος Σιδηρόπουλος και ΣπυριδούλαΦλου

 4. Δημήτρης Πουλικάκος και ΣίαΜεταφοραί Εκδρομαί ο Μήτσος

 5. SocratesWaiting For Something

 6. Τ.V.C.T.V.C.

 7. Lynyrd SkynyrdSkynyrd’s First and…Last

 8. Rolling StonesBlack and Blue

 9. Mothers Of InventionFreak Out

10. Βill HaleyRock Around The Clock   

-Φέτος κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις του Όγδοο το βιβλίο σου Πρωτοπόροι του Ελληνικού Rock. Πώς προέκυψε αυτή η μελέτη και συγγραφική κατάθεση;

Δεν υπήρχε κάποιο αρχικό πλάνο για την έκδοση αυτή. Η σκέψη γεννήθηκε όταν συνομίλησα με αρκετούς σημαντικούς μουσικούς και συγκροτήματα τους οποίους γνώρισα στη διάρκεια της δημοσιογραφικής μου πορείας μέσα από παρέες, συναναστροφές, μουσικές παραγωγές και τον σχετικά στενό κύκλο του Ελληνικού Rock. Ήταν άνθρωποι που θαύμαζα από πιτσιρικάς, αναφορικά με τους μεγαλύτερους σε ηλικία, και άλλους επίγονούς τους που επίσης ήθελα να γνωρίσω και να μιλήσω μαζί τους. Ήταν σαν ένα μικρό θαύμα ας πούμε να κάνω συνέντευξη με τον Δημήτρη Πουλικάκο στα 37 μου χρόνια ενώ είχε επηρεάσει όλα τα νιάτα μου με την μουσική του, τους στίχους του, την ανατρεπτικότητά του και τα κατά καιρούς παρεμβατικά λόγια του, τις ατάκες του και την ίδια τη φάτσα του. Ή αργότερα να κάνω παρέα με τον Σταύρο Λογαρίδη, ένας από τους πιο σημαντικούς κύκλους της ζωής μου που άνοιξε στα 32 μου χρόνια ή να γνωρίσω τον Δημήτρη Πολύτιμο στα 27 μου μέσα από τους Drifting Around για τους οποίους έκλεινα δουλειές για μια δεκαετία, ένας μεγάλος δάσκαλος και πολλά άλλα για μένα. Ένα μεγάλο κεφάλαιο στη ζωή μου και στην καρδιά μου είναι οι Socrates, που με τον Αντώνη Τουρκογιώργη, τον Γιάννη Σπάθα και τον Γιώργο Τρανταλίδη έχουμε πει τόσα πολλά και έχουμε κάνει τόση παρέα που τους θεωρώ πολύ δικούς μου ανθρώπους, όπως και αυτοί. «Αυτός είναι δικός μας», έτσι με σύστησε ο Αντώνης στους άλλους δύο όταν πρωτοπήγα να συνομιλήσω μαζί τους στο στούντιο του Τρανταλίδη στην Αγ. Παρασκευή όπου έκαναν πρόβες για το reunion στο Λυκαβηττό το ’99. Επίσης τους επίγονους των παλιότερων αυτών που κίνησαν τα νήματα στην Ελλάδα, όπως οι Ενδελέχεια που θαυμάζω πολύ ή τον Θάνο Ανεστόπουλο ή τον Παύλο Παυλίδη που σημαίνει πολλά για μένα. Φανταστείτε λοιπόν τι πράγματα μου έχουν εμπιστευτεί και πόσο χάρηκα που τα μοιράζομαι με το αναγνωστικό κοινό σε μια προσπάθεια να φωτιστεί όσο γίνεται περισσότερο το πολύπαθο Ελληνικό Rock.

Από την άλλη ένας άλλος λόγος που μου βγήκε υποσυνείδητα και ήθελα να φανερώσω στο βιβλίο μου ήταν η τέχνη της συνέντευξης. Αυτό το αποκαλύπτω πρώτη φορά και είναι σημαντικό για μένα καθώς αποτελεί το πιο σπουδαίο ίσως κομμάτι της δημοσιογραφικής μου πορείας. Επί σειρά ετών έκανα συνεντεύξεις με σημαντικές προσωπικότητες όλου του καλλιτεχνικού φάσματος: σκηνοθέτες, ηθοποιούς, συγγραφείς κ.α. Πολλοί εξ αυτών διεθνούς εμβέλειας, όχι μόνο Έλληνες αλλά και ξένους. Φυσικά και μουσικοί, συνθέτες, στιχουργοί, σολίστες οι οποίοι μου διέθεταν τον χρόνο τους, όχι για τη δύναμη που είχε η κυκλοφορία της εφημερίδας που δούλευα, αλλά κυρίως για μένα και γιατί είχα τον τρόπο και τη φήμη στη δουλειά μου. Αυτό είναι ένα μεγάλο βραβείο, ίσως το μεγαλύτερο στη ζωή μου. Από όλη αυτή την γκάμα της δουλειάς μου επέλεξα να παρουσιάσω ένα βιβλίο με τους Έλληνες rockers γιατί για αυτούς πέταγα την σκούφια μου όταν τους συναντούσα. Ξέρετε η συνέντευξη είναι ό,τι πιο δύσκολο κομμάτι για ένα δημοσιογράφο. Για να γίνει σωστά θέλει μεγάλη προετοιμασία, έρευνα, ψυχολογική προσέγγιση και συναίσθημα. Για να σου εμπιστευτεί τις αλήθειες της ζωής του ένας άνθρωπος που δεν συνηθίζει να δίνει συνεντεύξεις, όπως για παράδειγμα ο Στέλιος Καζαντζίδης ή ο Γιάννης Πουλόπουλος ή ο Νίκος Μαμαγκάκης, ή ο Αντώνης Σαμαράκης, ή ο Ιάκωβος Καμπανέλης και τόσοι άλλοι που έχω βρεθεί με σεβασμό απέναντί τους θέλει πολύ δουλειά. Επίσης να υπογραμμίσω ότι είναι τελείως διαφορετικό το πώς θα μιλήσει μια προσωπικότητα σε συνέντευξη στην τηλεόραση, αλλά και στο ραδιόφωνο. Η αληθινή συνέντευξη γίνεται τετ-α-τετ εκτός τηλεοπτικού ή ραδιοφωνικού αέρα. Τώρα όλο και περισσότεροι δημοσιογράφοι κυκλοφορούν βιβλία με συνεντεύξεις καθώς αυτές παίρνουν αξία όχι μόνο γιατί πολλοί συνομιλητές δεν υπάρχουν πια ή γιατί η εποχή για την οποία μιλούν έχει περάσει ανεπιστρεπτί, αλλά γιατί δεν γίνονται πια συνεντεύξεις σε πραγματικό χρόνο. Έχει αλλάξει ο τρόπος. Γίνονται πια με mail και άλλους έντεχνους τρόπους. Από τότε που μειώθηκαν τα εργατικά χέρια και οι αρμοδιότητες των εργαζόμενων πολλαπλασιάστηκαν, επίσης ο διαθέσιμος χρόνος να δουλέψεις μειώθηκε αισθητά και κυρίως οι αμοιβές έπεσαν κατακόρυφα. Ο δημοσιογράφος βρήκε άλλους τρόπους να κάνει πιο εύκολο το πιο δύσκολο πράγμα που υπάρχει. Στο βιβλίο μου όλοι κάθισαν απέναντι μου και τα είπαμε τετ-α-τετ για την πονεμένη ιστορία που λέγεται Ελληνικό Rock, ένας όρος που έχει καθιερωθεί και για αυτό τον αποκαλούμε έτσι κι ας έχει δίκιο ο φίλος μου και εκ των πρωτοπόρων Τζόνι Βαβούρας που επιμένει ότι πιο σωστό είναι: το Rock στην Ελλάδα.       

-Τι εκπλήξεις αναμένεται να συναντήσει ο αναγνώστης;

Ατόφια και αυθεντικά άτομα φανερώνουν τα μυστικά του ελληνικού Rock’n’Roll γιατί δεν έχουν να κρύψουν ή να φοβηθούν τίποτα. Όσοι τραγούδησαν στο Ηρώδειο ή δεν θέλουν να θίξουν κάποιους ή κρατούν ισορροπίες με τις δισκογραφικές εταιρίες τους, δεν έχουν θέση στην έκδοση αυτή. Τα κριτήριά μου ήταν συγκεκριμένα και πολύ ξεκάθαρα σε μένα. Όσοι έχουν τη ροκιά μέσα τους θα πρέπει να καταλάβουν γιατί δεν υπάρχει εδώ ο ένας κι άλλος. Όσοι αφιέρωσαν τη ζωή τους στο Rock είναι ήρωες για μένα και αυτούς θέλω να τιμήσω. Η έκπληξη στην έκδοση αυτή, είναι η αλήθεια. Η αλήθεια είναι και ο κοινός μου παρανομαστής με τα 50 πρόσωπα και συγκροτήματα που υπάρχουν εδώ μέσα. Έτσι πορεύτηκα στη δουλειά μου, χωρίς συμβιβασμούς και έκανα ότι μου άρεσε όχι ότι άρεσε στους άλλους. Το Rock δεν έχει νόμους και κανόνες. Αυτό έκαναν στην πορεία τους και οι δικοί μου ήρωες, αυτούς που ονόμασα πρωτοπόρους κι έτσι πορεύτηκαν. Όλα για το Rock. Όποιο κι αν ήταν το τίμημα. Κοινό μας σημείο ότι δεν έχω περιουσία. Η περιουσία μου είναι η δισκοθήκη και ο άνθρωπος που είναι πλάι μου. Πολλοί από τους rockers του βιβλίου μου ζουν στο ενοίκιο σήμερα, ενώ έχουν γράψει ιστορία και τα ονόματά τους θα είναι γραμμένα με χρυσά γράμματα όταν μιλάμε για Ελληνικό Rock.  

-Πώς αναλογίζεσαι την εξέλιξη του ελληνικού ροκ από τις ορχήστρες και τα πρώτα συγκροτήματα μέχρι τις εναλλακτικές σκηνές του σήμερα;

Φυσιολογική. Από την εποχή των πρώτων γκρουπ ή καλύτερα ορχηστρών όπως λέγονταν που έπαιζαν κυρίως διασκευές ξένων επιτυχιών και ξένα τραγούδια διασκευασμένα στα ελληνικά έως περίπου τα μέσα του ’60 και την πολύ δυνατή Pop σκηνή της δεκαετίας αυτής φτάσαμε στο 1967 όπου άρχισε η μετάβαση από το Pop στο Rock το οποίο γιγαντώθηκε στη δεκαετία του ’70. Το rock’n’roll εξελίχθηκε στα 80s με τον ήχο να γίνεται new wave και punk rock με πολύ σπουδαία συγκροτήματα. Στα 90’s υπήρξε μια σημαντική κίνηση μουσικών και γκρουπ που είχε μεγάλη απήχηση τόσο στους παλιότερους ροκάδες, αλλά κυρίως στους νεώτερους που δημιούργησαν τα δικά τους ινδάλματα με γκρουπ όπως τις Τρύπες, τα Ξύλινα Σπαθιά, τα Διάφανα Κρίνα κ.α. Από τα 00’s έως σήμερα η ιστορία συνεχίζεται με πολύ αξιόλογα σχήματα που αξίζει να αναφερθούμε σε αυτά μετά από ένα χρονικό διάστημα και αφού παρακολουθήσουμε την εξέλιξή τους. Στο βιβλίο μέσα από τα 4 κεφάλαια που υπάρχουν καταγράφεται η ιστορία με έμφαση στις δεκαετίες του ’60-’70-’80. Η αναφορά μου φθάνει έως και πιο πρόσφατα με ορισμένα ονόματα που ξεχώρισαν αλλά στο μέλλον ίσως γίνει μια εκτενέστερη καταγραφή στο Ελληνικό Rock του σήμερα. Όλοι αυτοί οι μουσικοί έγραψαν ιστορία με πολλές δυσκολίες και κόντρα στο ρεύμα καθώς ανδρώθηκαν σε μια χώρα που τα μουσικά γούστα και οι δισκογραφικές εταιρείες ήταν αλλού. Δεν είχαν πολλούς συμμάχους παρά μόνο το ταλέντο και την ψυχή τους. Υπήρχε πάντα ένα πιστό κοινό που τους αγαπούσε και τους ακολουθούσε. Σε αυτό το κοινό απευθύνομαι και σε όσους θέλουν να ζήσουν μέσα από τις αφηγήσεις μια εποχή που είτε δεν έζησαν είτε δεν μπόρεσαν να παρακολουθήσουν για δικούς τους λόγους και έχουν μια διάθεση να επαναξιολογήσουν. Πρόσφατα μου έδωσε συγχαρητήρια ένας πρώην εισαγγελέας που μου είπε ότι δεν γνώριζε τίποτα απ’ όλα αυτά που έγραψα στο βιβλίο, αλλά το πήρε για να μάθει και του άρεσε ο τρόπος γραφής μου. 

-Πιστεύεις ότι υπήρξαν άτομα που καπηλεύτηκαν την ιστορία του μουσικού είδους στην Ελλάδα χωρίς να έχουν καμία σχέση με τον χώρο;

Φυσικά και πρώτα απ’ όλους οι μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες που έδειξαν ενδιαφέρον μόνο όταν κάποιο όνομα δημιουργούσε ένα ρεύμα ή γνώριζε επιτυχία ένας δίσκος του. Από και πέρα είχαν το Ελληνικό Rock στην άκρη. Πολλοί εκ των πρωταγωνιστών αυτών της εποχής μιλούν για τα όσα βιώσαν από πρώτο χέρι στο βιβλίο μου τα οποία παρουσιάζω χωρίς περικοπές. Υπήρξε αδιαφορία, ακόμη και εχθρική συμπεριφορά από κομματικές νεολαίες που θεωρούσαν ξενόφερτο το Rock στη δεκαετία του ’70 και του ’80, περίοδος που υπήρχε μεγαλύτερη πολιτικοποίηση των νέων απ’ ότι σήμερα και φυσικά στη μεταπολίτευση όπου κυριαρχούσε το πολιτικό τραγούδι που δεν άφηνε περιθώρια με διάφορους τρόπους. Να σκεφτεί κανείς ότι ο Παύλος Σιδηρόπουλος έκανε τον πρώτο μεγάλο δίσκο του το 1979 κι ενώ ήταν περίπου μια δεκαετία στο rock. Στις δισκογραφικές υπήρξαν ορισμένα άτομα με μεράκι, γνώση και αγάπη στο Ελληνικό Rock και αυτοί έκαναν αρκετά πράγματα και βοήθησαν όσο μπορούσαν σε μια γενικότερη κατάσταση που επικρατούσε εκεί μέσα. Ένας εξ’ αυτών ο Μάνος Ξυδούς μιλάει στο βιβλίο μου και ως μουσικός παραγωγός και ως μουσικός και τα λέει χύμα. Επίσης μεγάλη βοήθεια προσέφεραν ανεξάρτητες δισκογραφικές όπως η Creep, η FM Records και η Hitch-Hyke που με τις μικρές δυνάμεις τους έδωσαν βήμα σε σπουδαία συγκροτήματα, αλλά και σήμερα συνεχίζουν την προσπάθεια αυτή πολλές ανεξάρτητες δισκογραφικές εταιρίες. 

-Πώς βλέπεις το άνοιγμα του φθινοπώρου για τα μουσικά δρώμενα;

Ισχνό. Τα πρώτα δείγματα δείχνουν ότι ο κόσμος φοβάται να βγει από το σπίτι ή έχει συνηθίσει να μένει μέσα και όλοι αυτοί οι περιορισμοί λόγω υγειονομικών μέτρων δεν φέρνουν πολύ κόσμο στις συναυλίες είτε σε μικρούς είτε σε μεγάλους χώρους. Θα είναι ακόμη μια δύσκολη σεζόν για τους μουσικούς και την μουσική γενικότερα. Αλλά και στο εξωτερικό όποιος σοβαρός προγραμματισμός γίνεται για φεστιβάλ ή μεγάλες εκδηλώσεις ξεκινά μετά από ένα-δύο χρόνια και βλέπουμε. Νομίζω ότι πρέπει να γίνει ένας πιο οργανωμένος σχεδιασμός για όλο αυτό που βιώνουμε σε σχέση με τον πολιτισμό που δεν θα έχει διχαστικό χαρακτήρα, αλλά να δώσει μια πιο ουσιαστική λύση για τον πολιτισμό.

-Τα όνειρά σου για το μέλλον;

Δεν υπάρχουν όνειρα πια καθώς είτε έχουν πραγματοποιηθεί πολλά από αυτά, είτε οι ζοφεροί καιροί που ζούμε δεν το επιτρέπουν. Γενικά έκανα τόσα πράγματα ζώντας το σήμερα σε κάθε φάση της ζωής μου κάτι που δεν μου επέτρεπε προγραμματισμό. Ζούσα το σήμερα. Όλα που κάνω ή έκανα έβγαιναν από την ψυχή μου και τα πραγματοποιούσα πάντα με μεράκι. Ωστόσο, δεν έχω κάνει όλα όσα θα μπορούσα. Πάντα ήθελα να κάνω λίγα πράγματα και πετυχημένα. Νιώθω γενικά γεμάτος στα 54 μου χρόνια. Και κυρίως δεν έχω μετανιώσει για τίποτα. Αν έρχονταν ένα τζίνι και μπορούσα να ζητήσω δύο πράγματα, το ένα θα ήταν να μπορούσα να βλέπω χωρίς φακούς επαφής και γυαλιά (αν και στην ηλικία πια θα είχα φυσιολογικά κάποιο βοήθημα) και να μάθω άπταιστα αγγλικά.  

-Τι σου έρχεται στο μυαλό όταν λες το όνομα Γιάννης Αλεξίου;

Ο εαυτός μου. Αυτός που κοιτάζει στον καθρέπτη και δεν έχει να κρύψει τίποτα, ούτε να φοβηθεί.

-Γιάννη σε ευχαριστώ πολύ για την επικοινωνία μας.

Και εγώ σε ευχαριστώ.

Συνέντευξη στον Χρήστο Ηλιόπουλο

Αποτυχημένος φοιτητής Κοινωνικής Θεολογίας του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Αποτυχημένος φοιτητής Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών. Ερασιτέχνης ραδιοφωνικός παραγωγός και αρθρογράφος. Συλλέκτης βινυλίων, κόμικς και βιβλίων. Λάτρης της ινδικής κουζίνας και του κόκκινου κρασιού. Με το γράψιμο έχω μια ιδιαίτερη σχέση. Όταν γράφω θέλω η σκέψη που ξεκινάει από εμένα να ολοκληρώνεται από τον αναγνώστη...