Συνέντευξη με τον Γιάννη Ζουμπουλάκη: «Όταν είδα το Νονό του Κόπολα κατάλαβα ότι η αληθινή εξουσία ποτέ δεν φωνάζει»

Πρόκειται για μια από τις καλύτερες πένες της έντυπης ενημέρωσης. Λόγος μεστός, με ροή και γεμάτος χρήσιμη πληροφορία ώστε να σου διευρύνει τους ορίζοντες. Πέρασε από τα Νέα και κοσμεί εδώ και αρκετά χρόνια τις σελίδες στο Βήμα, είτε γράφοντας κριτική ταινιών, είτε παρουσιάζοντας μοναδικές συνεντεύξεις με άξιους ανθρώπους της έβδομης τέχνης. Ιδιαίτερη στιγμή στην πορεία του ήταν η εκπομπή Σινεμά στη Σέντρα στο κανάλι ΟNE όπου συμμετείχε με τον Αντώνη Καρπετόπουλο. Τον συνάντησα πρώτη φορά το καλοκαίρι του 2007 στα γραφεία του Βήματος στην Μιχαλακοπούλου. Η τότε συνέντευξη περιελάμβανε τα πάντα γύρω από το σινεμά. 14 χρόνια μετά συναντιόμαστε ξανά. Σήμερα, φιλοξενώ στο your e-articles τον δημοσιογράφο και κριτικό κινηματογράφου Γιάννη Ζουμπουλάκη.

-Τι θυμάστε από τα παιδικά σας χρόνια; 

Όλα όσα θα ήθελα να ξεχάσω.

-Ποια είναι η πρώτη στιγμή που θυμάστε τον εαυτό σας να παρακολουθεί κινηματογράφο;  

Τρεις στιγμές. Μια από αυτές θα πρέπει να ήταν η πρώτη. Δεν θυμάμαι ποια. Η Ανταρσία του Μπάουντι, κάπου στον Πειραιά με τους γονείς μου. Στο μαστίγωμα του Ρίτσαρντ Χάρις τρόμαξα τόσο πολύ που έκλαψα και φύγαμε. Το Όλιβερ, κάπου στη Κυψέλη, μπορεί στο Φιλίπ με τη μητέρα μου. Πάλι έβαλα τα κλάματα, πάλι φύγαμε. Η Βαβυλωνία στο Πιγκάλ της Κυψέλης. Και όμως, τρόμαξα τόσο πολύ με την αρκουδίσια εικόνα του Δημήτρη Ιωακειμίδη, που πάλι με πιάσανε τα κλάματα. Πάλι φύγαμε, το θυμάμαι καλά, στο διάλειμμα.

-Ο λόγος που αγαπήσατε το σινεμά; 

Μετά τα παραπάνω αναρωτιέμαι κι εγώ…

-Η σημασία των κινηματογραφικών ταινιών στην καθημερινότητά σας;

Δεν έχουν σημασία τόσο οι ίδιες οι ταινίες όσο τα στιγμιότυπα που σου αφήνουν, κάποια από τα οποία σε ακολουθούν σε όλη σου την ζωή.

-Τις παρακολουθείτε με άλλη ματιά ως κριτικός κινηματογράφου και με άλλη ματιά ως απλός θεατής;

Τις παρακολουθώ πάντα με την αθωότητα του απλού θεατή διότι το κείμενό μου που θα ακολουθήσει, αν και με κριτικούς όρους, απευθύνεται σε απλούς θεατές.

-Πώς στραφήκατε στην κριτική; 

Με έπεισε ο Γιάννης Μπακογιαννόπουλος χωρίς καν ο ίδιος να το ξέρει. Ζήλευα τα κείμενά του στην Καθημερινή. Ζήλευα τον λόγο του στην Κινηματογραφική Λέσχη της ΕΡΤ1. Όμως, ο πραγματικός δάσκαλός μου στην γραφή, επίσης χωρίς να το ξέρει, είναι ο Γιώργος Χρυσοβιτσάνος. Εκείνου το στιλ τελικά ακολούθησα.

-Ποια είναι εκείνα τα προσόντα που οφείλει να έχει ένας κριτικός κινηματογράφου;

Να ξέρει να βλέπει, να γράφει και τι θέλει να πει.

-Η επίδραση του διαδικτύου στο πεδίο της κριτικής ταινιών;

Μου αφήνει μια άσχημη γεύση. Αλλά το διαδίκτυο το ίδιο με βοήθησε να καταλάβω ότι γνώριζα τελικά μόνο το 1/100 του σινεμά. Μέχρι πρότινος λανθασμένα πίστευα ότι γνώριζα πολύ περισσότερα…

-Πώς αναλογίζεστε τη διαδρομή σας μετά από τόσα χρόνια στα Νέα και το Βήμα;  

Έχω ωριμάσει σίγουρα αλλά θέλω δουλειά ακόμα.

-Ποια είναι η συνέντευξη που πραγματοποιήσατε και είστε περήφανος για αυτή;  

Με τον Μάρτιν Σκορσέζε, συνέντευξη με συγκεκριμένο θέμα. Αποκλειστικά και μόνον τον Ελία Καζάν. Αποκλειστική, εννοείται. Δεν έγινε από κοντά αλλά με μέηλ. Όμως έγινε. Με την βοήθεια της Βένιας Βέργου που τότε εργαζόταν στην Ταινιοθήκη της Ελλάδας η οποία έκανε ένα αφιέρωμα στον Καζάν. Η ιδέα ήταν να εμπλουτίσουμε την προσπάθεια με μια συνέντευξη του Σκορσέζε που τόσο πολύ θαυμάζει το έργο του Καζάν από το οποίο ο ίδιος έχει επηρεαστεί. Αν και θεωρούσαμε απίθανο ότι ο Σκορσέζε θα δεχόταν, τελικά δέχτηκε. Αν και θεωρούσαμε πολύ δύσκολο ότι τελικά όντως θα απαντούσε, τελικά απάντησε. Η χαρά μου όταν είδα τις απαντήσεις του στο μέηλ δεν περιγράφεται με λόγια.

-Έχετε νιώσει άβολα με κάποιον συνεντευξιαζόμενο; 

Με τον Μάικ Λι. Μόνος, μέσα σε ένα άδειο δωμάτιο κάπου στο Σόχο του Λονδίνου. Για το Μυστικά και Ψέματα. Δύο καρέκλες στη μέση του δωματίου. Χωρίς τραπέζι. Δεν είχα που να ακουμπήσω τα χαρτιά μου ή το κασετοφωνάκι μου. Ήταν κάτι σαν ανάκριση με εμένα στην θέση του ανακρινόμενου.

-Υπάρχει κάποιος καλλιτέχνης που δεν καταφέρατε να γνωρίσετε και το έχετε απωθημένο ως σήμερα;

Θα ήθελα να είχα δει από κοντά τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ και τον Ίνγκμαρ Μπέργκμαν. Όχι για συνέντευξη, δεν είμαι τόσο αφελής. Απλώς να τους δω. Όμως δεν το θεωρώ απωθημένο που δεν έγινε. Εξάλλου, δεν το επεδίωξα. Αν το είχα, ίσως να ήταν.

-Σε τι επίπεδο βρίσκεται ο σύγχρονος ελληνικός κινηματογράφος;

Από την εποχή που εμφανίστηκε ο Γιώργος Λάνθιμος με τον Κυνόδοντα και έφτασε ως τα Όσκαρ, το ελληνικό σινεμά στο εξωτερικό θεωρείται κάτι ξεχωριστό. Ιδιαίτερο. Και είναι.

-Ξεχωρίζετε κάποιους δημιουργούς;

Από τους πολύ καινούργιους τον Χρήστο Νίκου με τα Μήλα και τον Τζώρτζη Γρηγοράκη με το Digger. Θεωρώ επίσης ότι ο Βασίλης Κεκάτος θα δώσει κάποια στιγμή μια πολύ ενδιαφέρουσα πρώτη μεγάλου μήκους ταινία. Από τους ήδη καταξιωμένους, περιμένω πάντα με περιέργεια τις νέες ταινίες των Γιάννη Σμαραγδή, Γιάννη Οικονομίδη, Τάσου Μπουλμέτη και φυσικά του Γιώργου Λάνθιμου. Και μου λείπει αφάνταστα το σινεμά του Θόδωρου Αγγελόπουλου.

-Επηρέασε τους κινηματογραφιστές ο κορωνοϊός σε εντόπιο και διεθνές επίπεδο;

Κάποιους πάρα πολύ, κάποιους όχι και τόσο.

-Η στάση της πολιτείας στη χώρα μας ήταν ανάλογη;   

Αυτό μόνον οι ίδιοι οι κινηματογραφιστές το ξέρουν. Πάντως οικονομική στήριξη από το Κράτος υπήρξε.

-Προβλέπετε εναλλαγή κινήσεων για τη διεθνή βιομηχανία; Στροφή στις διαδικτυακές παραγωγές; 

Ναι και δεν μου αρέσει καθόλου. Έχω την αίσθηση ότι η τάση αυτή τη στιγμή είναι η Χ, Ψ και Ω πλατφόρμα να αντικαταστήσει την αίθουσα. Το απεύχομαι. Δεν λέω να μην υπάρχουν πλατφόρμες. Λέω να μην υπάρχουν μόνον πλατφόρμες.

-Ποια είναι η ένοχη απόλαυσή σας στο σινεμά; 

Τα σπαγγέτι γουέστερν. Πρέπει να έχω περίπου 500 αγορασμένα, πρωτότυπα DVD από διάφορες γωνιές του πλανήτη. Και άλλα τόσα μη πρωτότυπα. Είναι η φετιχιστικά λατρευτή συλλογή μου.

-Οι ταινίες που σας άλλαξαν τη ζωή; 

Πριν από λίγο καιρό ο φίλος και συνάδελφος, Αλέξης Δερμεντζόγλου, μου ζήτησε την δεκάδα των ταινιών που με έχουν επηρεάσει περισσότερο (το άλλαξαν την ζωή το βρίσκω κάπως υπερβολικό). Σκέφτηκα να γράψω και το γιατί ή το σε τι με επηρέασαν. Η λίστα έγινε αρκετά αυθόρμητα. Οι ταινίες γράφτηκαν με την σειρά που τις θυμήθηκα. Είναι οι παρακάτω και με την ευκαιρία συνιστώ να κάνετε αυτό το παιχνίδι με την μνήμη σας. Θα ανακαλύψετε πολύ ενδιαφέροντα πράγματα για εσάς:

1) Η Δύναμη της Σάρκας, 1980 σε σκηνοθεσία Νίκολας Ρεγκ – Γιατί από πολύ νωρίς μου έδωσε να καταλάβω ότι η γυναικεία ψυχοσύνθεση είναι κάτι που δεν μπορεί να γίνει εύκολα αντιληπτό από τους άντρες.

2) Κάποτε στη Δύση, 1968, σε σκηνοθεσία Σέρτζιο Λεόνε – Γιατί για πρώτη φορά βγήκε από μέσα μου αληθινή συμπάθεια για το Κακό (ο Φράνκ του Χένρι Φόντα).

3) Ο διώκτης του μεσονυχτίου, 1988, σε σκηνοθεσία Μάρτιν Μπρέστ – Γιατί είναι μια ταινία που με χιούμορ δίνει ελπίδα στη βλακεία. Όλοι οι ήρωές της είναι λίγο ως πολύ βλάκες και όταν λέω όλοι, όλοι, ακόμα και ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο.

4) Τα χρώματα της Ιριδος, 1974, σε σκηνοθεσία Νίκου Παναγιωτόπουλου – Γιατί με έμαθε ότι στο σινεμά δεν πειράζει όταν ορισμένες φορές δεν καταλαβαίνεις απολύτως τίποτα. Έχει κι αυτό την γοητεία του.

5) Στη φωλιά του κούκου, 1975, σε σκηνοθεσία Μίλος Φόρμαν – Γιατί είναι η ταινία που έχω δει περισσότερες φορές από κάθε άλλη στη ζωή μου – πράγμα που σημαίνει ότι θα πρέπει, κάπως, να με έχει επηρεάσει. Αλλά ακόμα και σήμερα, δεν έχω εντοπίσει σε τι.

6) Ο Νονός, 1972, σε σκηνοθεσία Φράνσις Φορντ Κόπολα – Γιατί όταν την είδα κατάλαβα ότι η αληθινή εξουσία ποτέ δεν φωνάζει.

7) Μπούλιτ, 1968, σε σκηνοθεσία Πίτερ Γέιτς – Γιατί αν όλοι οι αστυνομικοί ήταν σαν τον υπαστυνόμο Φρανκ Μπούλιτ (Στιβ Μακ Κουίν) αυτής της ταινίας, τότε ο κόσμος θα ήταν σίγουρα πολύ καλύτερος.

8) Ξένοιαστος καβαλάρης, 1969, σε σκηνοθεσία Ντένις Χόπερ – Γιατί όταν την είδα κατάλαβα ότι η έννοια της πραγματικής ελευθερίας, σε αυτόν τον κόσμο, είναι μάλλον δυσεύρετη.

9 )Πανικός στο Νιντλ Παρκ, 1971, σε σκηνοθεσία Τζέρι Σάτσμπεργκ – Γιατί τρόμαξα τόσο πολύ με την εικόνα των ναρκομανών αυτής της ταινίας, που δεν τα άγγιξα ποτέ στην ζωή μου. Χώρια από το ότι δεν έχω καταφέρει ακόμη να την δω ολόκληρη γιατί δεν αντέχω (προσπάθησα τρεις φορές).

10) Οι Κοινωνούντες (Χειμερινό φως), 1963, σε σκηνοθεσία Ινγκμαρ Μπέργκμαν – Γιατί ήταν η πρώτη ταινία που με έκανε να αμφισβητήσω τον ρόλο της εκκλησίας και ίσως να συνέβαλε στην σταδιακή απομάκρυνσή μου από αυτήν.

-Οι σκηνοθέτες που θαυμάζετε;  

Πολλοί. Ο Ρόμπερτ Σιόντμακ, ο Ανατόλ Λίτβακ, ο Ζαν Πιέρ Μελβίλ, ο Πίτερ Κόλινσον, ο Νίκολας Ρεγκ, ο Τάκης Κανελλόπουλος, ο Αντονι Μαν, ο Σέρτζιο Λεόνε, ο Ζαν Πιέρ Μοκί, ο Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ, ο Πιέτρο Τζέρμι, ο Πέδρο Αλμοδόβαρ, ο Χιρόσι Τεσιγκαχάρα, ο Ρόμαν Πολάνσκι, ο Χιντέο Γκόσα, ο Κλιντ Ίστγουντ, ο Μικελάντζελο Αντονιόνι, ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ, ο Τόνι Ρίτσαρντσον, ο Κουεντιν Ταραντίνο, ο Θόδωρος Αγγελόπουλος. Μερικοί.

-Πιστεύετε στον Θεό; 

Περιμένω να πιστέψω κάποια στιγμή σε αυτό που λένε μια ανώτερη δύναμη. Να δούμε.

-Ποιο είναι το προσωπικό σας καταφύγιο;

Σωματικά μιλώντας, το σπίτι μου στο Κουκάκι. Εσωτερικά μιλώντας, η ψυχή της γυναίκας μου, της Νότας Διαμαντοπούλου. Επίσης, που και που ένα χάδι στους γάτους μου. Τον Γιαννάκη και τον Ζούμπη.

-Ο μεγάλος σας φόβος;   

Ο σωματικός πόνος και η σκέψη της απώλειας όσων αγαπώ. Ανθρώπων και μη.

-Πώς λειτουργείτε όταν ερωτεύεστε;

Αυτό μπορούν να το απαντήσουν μόνο όσοι με έχουν ερωτευτεί.

-Ο δίσκος που ακούτε στις πιο προσωπικές σας στιγμές; 

Δεν είναι ένας. Αλλά ένας από αυτούς είναι κάποιο best of του Βαν Μόρισον.

-Το βιβλίο που σας ταξίδεψε σε μαγικούς τόπους; 

Αν είναι να απαντήσω σε αυτή την ερώτηση έτσι ακριβώς όπως τέθηκε, είναι ο Χαμένος Ορίζοντας του Τζέιμς Χίλτον. Γιατί όντως το Σάγκρι Λα είναι ένας μαγικός τόπος. Αλλά τα βιβλία που μου αρέσουν πολύ δεν με ταξιδεύουν σε μαγικούς τόπους. Με ταξιδεύουν σε ρεαλιστικούς και πολύ δυσάρεστους.

-Πότε κλάψατε τελευταία φορά;

Πριν από πέντε λεπτά.

-Τι άνθρωπος είναι ο Γιάννης Ζουμπουλάκης;

Δεν έχει σημασία τι πιστεύω εγώ ότι είναι ο Γιάννης Ζουμπουλάκης, αλλά τι πιστεύουν όσοι τον γνωρίζουν.

-Πότε βιώσατε την ευτυχία;

Έχω βιώσει ευτυχισμένες στιγμές και μια από αυτές είναι όταν γνώρισα την γυναίκα μου. Κουβέντα για το Inception μετά την δημοσιογραφική προβολή στο Village Mall. Μια άλλη στιγμή ευτυχίας είναι η στιγμή που υπέγραψα την πρόσληψή μου στο ΒΗΜΑ τον Μάρτιο του 1999.

-Αν μπορούσατε να γυρίσετε τον χρόνο πίσω υπάρχει κάτι που θα αλλάζατε;

Όχι γιατί αν άλλαζα κάτι, τότε αναπόφευκτα θα άλλαζαν και όλα όσα ακολούθησαν οπότε καταλήγουμε σε ένα τεράστιο μπέρδεμα που με πονοκεφαλιάζει μόνο που το σκέφτομαι.

-Πώς φαντάζεστε τη τελευταία μέρα σας στη γη;

Ειλικρινά μου είναι αδύνατο να απαντήσω σε αυτή την ερώτηση. Είναι σαν να πρέπει να προβλέψω τον θάνατό μου και αυτό δεν γίνεται. Θα ήθελα πάντως να πεθάνω στον ύπνο μου, όπως πέθανε ο πατέρας μου και πριν από αυτόν, ο δικός του πατέρας.

-Τα όνειρά σας για το μέλλον;

Ησυχία, ηρεμία, υγεία. Συντροφικότητα με τον άνθρωπό μου και τους γάτους μας. Αλλά βέβαια, όνειρα είναι.

-Τι σας έρχεται στο μυαλό όταν λέτε το όνομα Γιάννης Ζουμπουλάκης; 

Εγώ.

-Κύριε Ζουμπουλάκη σας ευχαριστώ πολύ για την επικοινωνία μας.

Και εγώ σας ευχαριστώ.

Αριστερά: Αντώνης Καρπετόπουλος, Δεξιά: Γιάννης Ζουμπουλάκης

Συνέντευξη στον Χρήστο Ηλιόπουλο

Αποτυχημένος φοιτητής Κοινωνικής Θεολογίας του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Αποτυχημένος φοιτητής Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών. Ερασιτέχνης ραδιοφωνικός παραγωγός και αρθρογράφος. Συλλέκτης βινυλίων, κόμικς και βιβλίων. Λάτρης της ινδικής κουζίνας και του κόκκινου κρασιού. Με το γράψιμο έχω μια ιδιαίτερη σχέση. Όταν γράφω θέλω η σκέψη που ξεκινάει από εμένα να ολοκληρώνεται από τον αναγνώστη...