Από τις αρχές του 2021 αποκαλύπτονται συνεχώς περιστατικά βίας που εκδηλώθηκαν σε διάφορους χώρους, ιδιαίτερα στο εργασιακό. Η πιο συνηθισμένη μορφή βίας είναι η σεξουαλική, η οποία εμφανίζεται και σε «άσχετους» χώρους όπως, τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Θα έλεγε κανείς, ότι η χρονιά δεν ξεκίνησε καλά, θα διαφωνήσω… Η χρονιά ξεκίνησε καλά, διότι όταν βγαίνουν τέτοια περιστατικά στην επιφάνεια η κοινωνία ενημερώνεται.
Το κεφάλαιο της «σεξουαλικής βίας» θα μείνει για πάντα ανοικτό, αφού σχεδόν κάθε μέρα δημοσιεύεται και ένα περιστατικό. Ίσως πολλοί να αναρωτιούνται πώς θα εξαλειφθεί το συγκεκριμένο πρόβλημα. Δεν θα εξαλειφθεί πλήρως, θα υπάρχει αλλά θα είναι άτονο. Ποιες είναι οι λύσεις; Η πιο κοινή λύση είναι το θύμα να απευθυνθεί σε κάποιον/α που θα το ακούσει. Εδώ προκύπτει το εξής ερώτημα: Ποιος είναι ο κατάλληλος άνθρωπος για να το ακούσει από την στιγμή που υπάρχει δυσπιστία, είτε από τις δημόσιες αρχές είτε από τους απλούς πολίτες; Τούτο είναι που κάνει την κατάσταση ακόμα περίπλοκη. Παρακάτω αναφέρεται η ψυχολογική σύνθεση τόσο του θύτη όσο και του θύματος.
Έρευνες και μελέτες που έγιναν πάνω στο συγκεκριμένο θέμα έχουν δείξει, ότι ο άνθρωπος που διέπραξε ή πρόκειται να διαπράξει σεξουαλικό έγκλημα, έχει ανατραφεί σε τραυματικό περιβάλλον. Με άλλα λόγια, οι τραυματικές εμπειρίες που έζησε μέσα στο σπίτι, λόγου χάρη, σωματική κακοποίηση, έχουν συμβάλλει στην ολοκλήρωση της προσωπικότητάς του. Για ποιο λόγο η σεξουαλική κακοποίηση συναντάται περισσότερο στις γυναίκες; Διότι μέσα στο τραυματικό περιβάλλον η συμπεριφορά της μητέρας θεμελίωσε το αίσθημα της απαξίωσης προς το γυναικείο φύλο. Επομένως, κύριο μέλημα του θύτη είναι το θύμα να υποφέρει, να εξευτελιστεί και να ταπεινωθεί, γιατί με αυτό τον τρόπο «κάνει κακό» στην μητέρα του. Φυσικά, όλα αυτά δεν δικαιολογούν το σεξουαλικό έγκλημα. Κάποιες φορές είναι πιθανό ο θύτης να μην προέρχεται από τραυματικό περιβάλλον. Εδώ πρόκειται για ψυχοπαθητική προσωπικότητα που τον απασχολεί μόνο να ικανοποιήσει τις ανάγκες του, χωρίς ίχνος συναισθήματος.
Κατά την διάρκεια των αποκαλύψεων όλων αυτών των βιασμών, υπήρχαν διάφορες απόψεις. Μία από αυτή ήταν «γιατί δεν το είπε τότε και το λέει τώρα;!». Σύμφωνα με ψυχολόγους, ο κάθε άνθρωπος δέχεται με διαφορετικό τρόπο ένα γεγονός βιασμού και το πιο συνηθισμένο είναι να αισθάνεται φόβο και τρόμο, τα οποία μπορεί να του προκαλέσουν εφιάλτες ή αϋπνίες. Ακόμη, το θύμα ενδέχεται να «ξαναζήσει» το βιασμό όταν βρίσκεται στις ανάλογες συνθήκες, παραδείγματος χάρη, όταν περνάει από το μέρος που συνέβη. Δεν μπορεί να λείψει και το ενοχικό αίσθημα, όπου το θύμα πιστεύει, ότι φέρει την ευθύνη και ότι το περιστατικό έγινε εξαιτίας του. Το θέμα είναι, μπορούμε να κάνουμε κάτι εμείς; Η απάντηση είναι ναι. Αποτελεί αναγκαιότητα οι οικείοι του θύματος να το κατανοήσουν και να το υποστηρίξουν είτε με συναισθηματικό είτε με πρακτικό τρόπο.
Επιπλέον, οι οικείοι χρειάζεται να πείσουν το θύμα να προβεί στην δικαιοσύνη, διότι αυτός είναι ο μόνος δρόμος για να επουλωθεί το ψυχικό τραύμα. Αξίζει να αναφερθεί, ότι ένα γεγονός βιασμού θα επηρεάσει συναισθηματικά και την οικογένεια του θύματος. Έτσι, αν το θύμα ζητήσει ειδική ψυχική βοήθεια θα πρέπει και η οικογένεια να συμμετάσχει.
Από την Έλενα Φόρτη
Πηγές:
«Βιασμός: Αιτιολογία του φαινομένου και ψυχοσύνθεση του δράστη» | ΔΙ.ΚΕ.Ψ.Υ (dikepsy.gr)
Βιασμός: μύθοι και πραγματικότητα – christossermpezis.gr