Μίκης Θεοδωράκης: «Μη παρακαλώ σας μη λησμονάτε τη χώρα μου»

Η ζωή και το έργο του

Ο Μίκης ή αλλιώς Μιχαήλ Θεοδωράκης (29/07/1925 – 02/09/2021) γεννήθηκε στη Χίο και απεβίωσε στην Αθήνα. Ήταν ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες. Συνέθετε μουσική, έγραφε στίχους, ήταν διευθυντής ορχήστρας, αγωνιστής, πολιτικός, συγγραφέας.

Ο πατέρας του ήταν Κρητικός και η μητέρα του Μικρασιάτισσα. Παντρεύτηκε την Μυρτώ Αλτίνογλου και απέκτησαν δύο παιδιά, τον Γιώργο και την Μαργαρίτα, και πολλά από τα τραγούδια του είναι αφιερωμένα σε εκείνη.

Ο Μίκης Θεοδωράκης έζησε ως παιδί σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, όπου ο πατέρας του υπηρετούσε ως ανώτερος δημόσιος υπάλληλος. Ασχολήθηκε ενεργά με την πολιτική από νεαρή ηλικία. Σε ηλικία 17 ετών δίνει την πρώτη του συναυλία στην Τρίπολη, με το έργο «Κασσιανή». Εξαπέλυε μύδρους κατά των κατακτητών και συλλαμβάνεται από τους Ιταλούς. Διαφεύγει στην Αθήνα κα οργανώνεται στο ΚΚΕ, στον ΕΛΑΣ, και στην ΕΠΟΝ. Παράλληλα, σπουδάζει στο ωδείο Αθηνών, ενώ ήδη από παιδί είχε εντρυφήσει στον κόσμο της μουσικής ακούγοντας βυζαντινές ψαλμωδίες.

Τον Ιούλιο του 1943 συμμετέχει στο αιματηρό συλλαλητήριο στην Αθήνα. Συμμετέχει στα Δεκεμβριανά (1944-1945) και καταδιώκεται. Το 1947 στέλνεται εξόριστος στην Ικαρία. Συμμετέχει στον Δημοκρατικό Στρατό Αθηνών κατά τη διάρκεια του ελληνικού εμφυλίου 1946-1949. Εξορίζεται ξανά στην Ικαρία. Παρά τις κακουχίες, γράφει το έργο «Ελεγείο και θρήνος στον Βασίλη Ζάννο». Έπειτα, εξορίζεται στην Μακρόνησο, όπου βασανίζεται και καθίσταται παράλυτος. Εν τέλει, απευλευθερώνεται ως ανάπηρος. Όλα τα χρόνια που προηγήθηκαν δεν έπαψε να συγγράφει μουσική, επαναστατικές Επιστολές, γράμματα στη σύζυγό του και να μεταδίδει μηνύματα για την ελευθερία και την αντίσταση. Το 1954, σπουδάζει στο Παρίσι με κρατική υποτροφία. Ασχολείται με όλα τα είδη μουσικής, γράφει πολλά τραγούδια και συνθέτει Συμφωνική μουσική, μουσική Δωματίου, μουσική για Κινηματογράφο κτλ. Το 1957 του αποδίδεται το πρώτο βραβείο του φεστιβάλ της Μόσχας.

Το 1960 επιστρέφει στην Ελλάδα, ηχογραφεί τον Επιτάφιο και εναρμονίζει την σύγχρονη λαϊκή μουσική, την ελληνική ποίηση και το έντεχνο ευρωπαϊκό στοιχείο. Συνέθεσε έργα μεγάλων Ελλήνων ποιητών, όπως του Γιώργου Σεφέρη, Γιάννη Ρίτσου, Οδυσσέα Ελύτη, Τάσου Λειβαδίτη, Kώστα Βάρναλη, αλλά και ξένων, όπως του Pablo Neruda. Συνεργάστηκε με σπουδαίους καλλιτέχνες του ελληνικού και ξένου πενταγράμμου, όπως Μαρία Φαραντούρη, Νάνα Μούσχουρη, Μάνο Χατζιδάκι, Μάνο Λοΐζο, Μίμη Πλέσσα, Γρηγόρη Μπιθικώτση, Beatles, Edith Piaf, Joan Baez, Dmitri Shostakovich κ.α. Ακόμη, είχε συνθέσει το πασίγνωστο έργο του Οδυσσέα Ελύτη «Άξιον Εστί».

Το 1963, δολοφονείται ο Γρηγόρης Λαμπράκης και ιδρύεται η «νεολαία Λαμπράκη» της οποίας ο Μίκης εκλέγεται πρόεδρος.

Ένα χρόνο αργότερα, συνθέτει τη μουσική για την ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη «Αλέξης Ζορμπάς», που βασίζεται στην παραδοσιακή μουσική της Κρήτης και αναγνωρίζεται παγκόσμια. Κατά το 1966, συνεργάζεται με τον Δημήτριο Καμπανέλλη και μελοποιεί το έργο του ίδιου «Μαουτχάουζεν», που αφορά τον έρωτα δύο κρατουμένων στο ομώνυμο στρατόπεδο συγκέντρωσης την περίοδο του Ολοκαυτώματος. Το 1973, συνθέτει τη μουσική για την ταινία «Σέρπικο». Στις 2 Σεπτεμβρίου του 1984, αποχαιρετά τον φίλο και συνεργάτη του Μάνο Κατράκη με το μοιρολόι του.

Τα χρόνια της Δικτατορίας

«…Ένας φρικιαστικός νεοβανδαλισμός επιχείρησε και επιχειρεί να καταστρέψει ό,τι πιο όμορφο προσέφεραν ανέκαθεν οι Έλληνες στην ανθρωπότητα: τη μετουσίωση της ανθρωπιάς στη σκέψη και στην τέχνη…»

Το 1967 ιδρύει την αντιστασιακή οργάνωση ΠΑΜ κατά του καθεστώτος και εκλέγεται πρόεδρος. Τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν σκληρά – φυλακές Αβέρωφ, απεργία πείνας, κατ’ οίκον περιορισμοί, εκτοπισμός του ίδιου και της οικογενείας του στη Ζάτουνα Αρκαδίας και τέλος, φυλάκιση στο στρατόπεδο αντιφρονούντων στον Ωρωπό, όπου βασανίζεται μέχρι παράλυσης.

«Ο πόνος με ένωνε με τον Θεό,

 το έχει πει και ο Μπετόβεν»

Τα τραγούδια του στην Ελλάδα θεωρούνταν αντιστασιακά και είχαν απαγορευθεί δια ροπάλου. Ο κόσμος που καταπιεζόταν από το καθεστώς άκουγε κρυφά τα τραγούδια του. Ο Μίκης Θεοδωράκης, μεταβιβάζει τα τραγούδια του στην Μαρία Φαραντούρη και τη Μελίνα Μερκούρη που βρίσκονταν στο εξωτερικό. Μέσα από τη μουσική του Θεοδωράκη, ο κόσμος μαθαίνει τι συμβαίνει στην Ελλάδα.

 «Αυτοί έχουν τα τανκς,

 εμείς έχουμε τα ιδανικά και τα τραγούδια μας»

Πρόσωπα του εξωτερικού, όπως ο Arthur Miller, ο Dmitri Shostakovich, ο Laurence Olivier κ.α. ασκούν πιέσεις στην εκάστοτε πολιτική ηγεσία, ζητώντας την απελευθέρωση του Μίκη Θεοδωράκη. Έτσι, το 1970 καταλήγει στο Παρίσι ζητώντας την πτώση της Δικτατορίας. Το 1972 επισκέπτεται το Ισραήλ δίνοντας συναυλίες. Μέσα από τα τραγούδια πρεσβεύει μηνύματα ελευθερίας και την αξία της δημοκρατίας.

«Κάτω απ’ το χώμα μες στα σταυρωμένα χέρια κρατάνε της καμπάνας το σχοινί,

 προσμένουνε την ώρα,

 προσμένουν να σημάνουν την ανάσταση»

Μεταπολίτευση

Το 1974, ο Μίκης Θεοδωράκης επιστρέφει στην Ελλάδα, αναγνωρίζεται ως εμβληματική προσωπικότητα που τάχθηκε στο πλευρό της Αριστεράς, ασκώντας της παράλληλα κριτική. Μετά την επιστροφή του, δίνει δύο σπουδαίες συναυλίες, οι οποίες αποτελούν απόκτημα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.

Οργανώνει συναυλίες σε όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό. Ασχολείται με τα κοινά ως πολίτης και πολιτικός και παίρνει μέρος σθεναρά για τα κοινωνικά ζητήματα της Ελλάδας, αλλά και άλλων κρατών. Το 1983, τιμάται με το βραβείο Ειρήνης Λένιν. Το 1986 συμμετέχει ως πρόεδρος στις επιτροπές ελληνοτουρκικής φιλίας και κάνοντας συναυλίες στην Τουρκία μεταφέρει μηνύματα του Ανδρέα Παπανδρέου και του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη προς την τουρκική κυβέρνηση. Το 1988, διοργανώνονται δύο συνέδρια στη Γερμανία για την ειρήνη, όπου και συμμετέχει ο ίδιος. Το 1989 συνεργάζεται με τη Νέα Δημοκρατία ως ανεξάρτητος. Το 1990, γίνεται επίσης υπουργός Άνευ Χαρτοφυλακίου και υπουργός Επικρατείας. Το ίδιο έτος, οργανώνει επίσης συναυλίες σε όλη την Ευρώπη για τη μάχη κατά του αναλφαβητισμού, των ναρκωτικών, και της οικονομικής ανισότητας. Το 1992 παραιτείται από υπουργός και το 1993 από βουλευτής. Το 2010, ιδρύει το κίνημα «Σπίθα», ενώ το 2013 αποσύρρεται από αυτό. Ακόμη, μέσα από τις πολιτικές του θέσεις και τη μουσική του, μάχεται για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Αλβανία και Τουρκία. Το 2018, συμμετέχει στο αθηναϊκό συλλαλητήριο για τη Μακεδονία.

 «Πόσες φορές έχω χορέψει με τον Χάρο, πόσες φορές έχω πιει κρασί με τον Χάρο, ε δε θα’ ρθει μια μέρα να με νικήσει;»

O Μίκης Θεοδωράκης, ένας αληθινός Έλληνας πατριώτης, αγωνιστής, καταξιωμένος και διεθνούς φήμης Καλλιτέχνης, μέσω της εξέχουσας μουσικής του, της πολιτικής του δράσης και το παράδειγμα της ίδιας του της ζωής, αποτελεί πρότυπο, μένει αλησμόνητος, περνάει στην αθανασία, αφήνοντας παρακαταθήκη το έργο του στην Σύγχρονη ελληνική ιστορία.

«Μήνυμα για τους νέους

…Το έργο αυτό το συνέθεσα το 1969, όταν βρισκόμουν στη Ζάτουνα, την περίοδο της Μεγάλης Νύχτας. Όμως, το παρουσίασα για πρώτη φορά αυτές τις μέρες που περιοδεύω στην Ιταλία, γιατί πιστεύω ότι έφτασε πια η ώρα του Χάρη, η ώρα της καινούργιας Άνοιξης… Ο Χάρης σήμερα είστε όλοι εσείς, οι νέοι και οι νέες της Ελλάδας…

Μίκης Θεοδωράκης

Ραβέννα, 23 Απριλίου 1972»

«Κύριε δικτάτορα,

Γεννήθηκες σε κάποιο φτωχό χωριό της Πελοποννήσου. Γνώρισες από μικρός τη σκληρή μοίρα του Έλληνα χωριάτη. Αναρωτιέμαι όμως αν είδες κι αν έζησες και το απαράμιλλο κάλλος της ψυχής του. Την ηθική του δύναμη, που αντλεί τους χυμούς της από δύο ρίζες: την ιστορική του παράδοση και την αγάπη του για την ελευθερία…

Είναι μικρός και άδειος ο δικτάτορας. Γιατί, αν ήταν ικανός να δεχτεί και να χωνέψει έστω και μια αχτίδα απ’ αυτό το ζωοφόρο φως της ομορφιάς που θέλει να σκοτώσει, το λιγότερο που θα έκανε θα ήταν να απαγχονιστεί πάνω από τον ιερό τάφο του Αγνώστου Στρατιώτου…

Μίκης Θεοδωράκης Παρίσι, 12 Ιουνίου 1972»  

Πηγές:

-Tό Χρέος, Αυτοβιογραφία, Τόμος Β´

-Mikistheodorakis.gr